Ο πυρετός αποτελεί ένα από τα πιο συνηθισμένα ιατρικά συμπτώματα. Χαρακτηρίζεται από αύξηση της θερμοκρασίας του σώματος πάνω από το φυσιολογικό εύρος των 36,5-37,5 βαθμών Κελσίου, η οποία προκαλείται εξαιτίας διαφόρων παραγόντων. Ο πυρετός υποστηρίζεται ότι χρησιμεύει ως αμυντικός μηχανισμός καθώς η ανοσολογική απάντηση του οργανισμού μπορεί να γίνει πιο ισχυρή υπό υψηλές θερμοκρασίες.
Η θερμοκρασία του ανθρώπινου σώματος ελέγχεται από τον υποθάλαμο του εγκεφάλου στον οποίο βρίσκονται τα θερμορυθμιστικά κέντρα. Το θερμορυθμιστικό κέντρο στο φυσιολογικό άτομο διατηρεί τη θερμοκρασία του σώματος σταθερή παρά τις περιβαλλοντικές αλλαγές, διότι εξισορροπεί τις διαταραχές θερμοκρασίας που μπορεί να προκύψουν από την μεταβολική δραστηριότητα του σώματος και τη διακύμανση της θερμοκρασίας του περιβάλλοντος.
Καθώς αυξάνεται η θερμοκρασία του σώματος, το άτομο σε γενικές γραμμές αισθάνεται πως κρυώνει, παρά την αύξησή της. Όταν η θερμοκρασία του σώματος ανέλθει στο νέο σημείο ρύθμισης της θερμοκρασίας, το άτομο ζεσταίνεται. Η ταχεία μείωση της θερμοκρασίας μπορεί να συνοδεύεται από εφίδρωση και αίσθημα ζέστης.
Η αύξησή της σε επίπεδα ανώτερα του φυσιολογικού είναι πάντα παθολογικό φαινόμενο και οφείλεται είτε σε αδυναμία του σώματος να αποβάλει την πλεονάζουσα θερμότητα λόγω ανεπάρκειας των ομοιοστατικών του μηχανισμών, είτε σε άνοδο του υποθαλαμικού σημείου ρύθμισης, βάσει του οποίου κινητοποιούνται οι ομοιοστατικοί μηχανισμοί λόγω ιατρικού νοσήματος.
Διαχείριση του πυρετού
Η αντιμετώπιση του πυρετού δεν είναι πάντα απαραίτητη. Οι περισσότεροι άνθρωποι αναρρώνουν χωρίς ειδική ιατρική φροντίδα. Παρόλο που είναι δυσάρεστος, ο πυρετός σπάνια αυξάνεται σε επικίνδυνο επίπεδο, ακόμα κι όταν δεν αντιμετωπίζεται. Γενικά δεν προκύπτει βλάβη στον εγκέφαλο μέχρι η θερμοκρασία να φτάσει τους 42 βαθμούς Κελσίου και είναι σπάνιο για έναν πυρετό που δεν αντιμετωπίζεται να υπερβεί τους 40.6 βαθμούς.
Σε γενικές γραμμές πάντως τα χλιαρά μπάνια, τα ψυχρά επιθέματα και τα αντιπυρετικά ελέγχουν τον πυρετό. Κατά την διάρκεια συνιστάται μάλιστα αποφυγή υπερκόπωσης, αποφυγή ενεργητικού και παθητικού καπνίσματος, ελαφρά διατροφή και άφθονη κατανάλωση υγρών, καθώς και αποφυγή φαρμάκων που καταστέλλουν τον βήχα.
Σημειώνεται ότι οι έγκυες, οι θηλάζουσες, τα παιδιά και οι έφηβοι δεν πρέπει να λαμβάνουν ως αντιπυρετικό την ασπιρίνη για τον έλεγχό του.
Πότε πρέπει να απευθυνθούμε στον γιατρό
Ένας ενήλικος πρέπει να ζητά συμβουλή από τον γιατρό όταν:
- η θερμοκρασία του σώματος ξεπερνά τους 39 βαθμούς Κελσίου,
- όταν η θερμοκρασία σώματος είναι 39 βαθμούς Κελσίου ή ψηλότερη για περισσότερο από 3 μέρες και
- όταν συνυπάρχουν συμπτώματα όπως: δυνατός πονοκέφαλος, ασυνήθιστο δερματικό εξάνθημα, δυσκαμψία ή πόνος στον αυχένα, σύγχυση, επαναλαμβανόμενος εμετός, δυσκολίες αναπνοής ή πόνος στο στήθος, πόνος στην κοιλιά ή πόνος κατά τη διούρηση, παρουσία αίματος στα κόπρανα.
Leave a Reply