Ο σακχαρώδης διαβήτης αποτελεί σήμερα ένα σημαντικό παγκόσμιο πρόβλημα υγείας με συνεχώς αυξανόμενο επιπολασμό.
Πρόκειται για μια πάθηση όπου το σώμα δεν είναι σε θέση να χρησιμοποιήσει αποτελεσματικά τη γλυκόζη που λαμβάνουμε από τα τρόφιμα για τη μετατροπή της σε ενέργεια. Χαρακτηρίζεται από αύξηση της συγκέντρωσης του σακχάρου στο αίμα (υπεργλυκαιμία) και διαταραχή του μεταβολισμού της γλυκόζης, είτε ως αποτέλεσμα ελαττωμένης έκκρισης της ινσουλίνης από το πάγκρεας, είτε λόγω ελάττωσης της ευαισθησίας των κυττάρων του σώματος στην ινσουλίνη.
Η παχυσαρκία καταλαμβάνει την πιο σημαντική θέση μεταξύ των αιτίων που ενοχοποιούνται για τις επιδημιολογικές διαστάσεις που παρουσιάζει σε όλο τον κόσμο ο διαβήτης τύπου 2. Η ίδια ορίζεται από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ) βάσει του Δείκτη Μάζας Σώματος (ΔΜΣ) που είναι ο λόγος του βάρους σε κιλά δια του ύψους σε μέτρα στο τετράγωνο.
Η επίπτωσή της αυξάνεται παγκοσμίως με ταχύ ρυθμό, με κύριους υπεύθυνους την αλλαγή των διατροφικών συνηθειών που χαρακτηρίζεται από μεγάλη αύξηση της πρόσληψης λιπών και ευαπορρόφητων υδατανθράκων σε συνδυασμό με τη μείωση της σωματικής δραστηριότητας. Από τα άτομα με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 περίπου το 90% χαρακτηρίζονται ως υπέρβαρα ή παχύσαρκα. Ο κίνδυνος εμφάνισης του είναι διπλάσιος στα υπέρβαρα άτομα, πενταπλάσιος στα παχύσαρκα και δεκαπλάσιος στα παθολογικά παχύσαρκα άτομα σε σχέση με τα φυσιολογικού βάρους άτομα αντίστοιχης ηλικίας.
Εκτός όμως από την τιμή του ΔΜΣ υπάρχουν τρεις παράγοντες σχετικοί με το βάρος που συμβάλουν στην εκδήλωση του διαβήτη τύπου 2. Αυτοί είναι η αύξηση του σωματικού βάρους στο χρόνο, η διάρκεια της παχυσαρκίας και η κατανομή του λίπους στο σώμα.
Αξιοσημείωτο όμως είναι ότι η παχυσαρκία και ιδίως κεντρικού τύπου (συσσώρευση λίπους κυρίως στον κορμό) όχι μόνο αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης διαβήτη τύπου 2, αλλά συμβάλει και στην επίταση των μεταβολικών διαταραχών που τον συνοδεύουν, όπως δυσλιπιδαιμία, υπερινσουλιναιμία και υπέρταση, με αποτέλεσμα η συνύπαρξη των καταστάσεων αυτών να οδηγεί σε αυξημένη νοσηρότητα και θνησιμότητα από καρδιαγγειακή νόσο.
Αντιμετώπιση
Η αποτελεσματική αντιμετώπιση της παχυσαρκίας διαδραματίζει κεντρικό ρόλο τόσο στη θεραπεία, την αποτροπή ή την επιβράδυνση εμφάνισης του διαβήτη τύπου 2, όσο και στην καλή ρύθμιση και κυρίως μείωση του καρδιαγγειακού κινδύνου όταν διαγνωσθεί η νόσος.
Φαρμακευτική αγωγή χορηγείται στην περίπτωση που οι διαιτητικές οδηγίες και η αυξημένη σωματική δραστηριότητα για διάστημα 3-6 μηνών δεν επιτυγχάνει το στόχο της απώλειας 5 – 10% του σωματικού βάρους.
Σε γενικές γραμμές η μείωση της παχυσαρκίας με οποιοδήποτε μέσο οδηγεί σε μείωση της πιθανότητας εμφάνισης σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2. Η απώλεια βάρους σε αυτά τα άτομα έχει ως αποτέλεσμα την καλύτερη ρύθμιση του σακχάρου, μέχρι και σε σημείο πλήρους υποχώρησης της νόσου, καθώς και μείωση της θνησιμότητας από καρδιαγγειακά νοσήματα.
Leave a Reply