Ο άποιος διαβήτης είναι σπάνιο κλινικό σύνδρομο, το οποίο χαρακτηρίζεται από την αποβολή μεγάλων ποσοτήτων πολύ αραιών ούρων αποτελούμενων σχεδόν από καθαρό νερό. Ο οργανισμός ανταποκρινόμενος στη μεγάλη απώλεια ύδατος δημιουργεί την ανάγκη κατάποσης μεγάλων ποσοτήτων νερού, με αποτέλεσμα τις πολλές και συχνές ουρήσεις, ακόμη και κατά την νύχτα με διακοπές του ύπνου.
Τα άτομα που πάσχουν από άποιο διαβήτη μπορεί να αφυδατώνονται πολύ σύντομα εάν δεν αναπληρώνουν τις απώλειές τους. Τα παιδιά που πάσχουν από τη νόσο μπορεί να είναι νευρικά και ευερέθιστα και να εμφανίζουν πυρετό, διάρροια ή εμέτους. Ηπιότερες μορφές άποιου διαβήτη μπορεί να αντιμετωπισθούν πίνοντας αρκετή ποσότητα νερού, συνήθως μεταξύ 2 και 2,5 λίτρα ημερησίως.
Ο άποιος διαβήτης παρουσιάζεται όταν διαταραχθεί το πολυσύνθετο σύστημα ρύθμισης των υγρών από τους νεφρούς. Προκαλείται είτε από ελάττωση της παραγωγής της αντιδιουρητικής ορμόνης (βαζοπρεσσίνη) είτε από ελάττωση της ευαισθησίας του νεφρού σ’ αυτήν. Η βαζοπρεσσίνη παρασκευάζεται σε μια μικρή περιοχή του εγκεφάλου, τον υποθάλαμο, αποθηκεύεται στην υπόφυση κι από εκεί απελευθερώνεται στην κυκλοφορία του αίματος, όποτε υπάρχει ανάγκη. Υπό φυσιολογικές συνθήκες, όταν η αντιδιουρητική ορμόνη φθάνει στους νεφρούς, τους κατευθύνει να παρασκευάζουν λιγότερα αλλά και πυκνότερα ούρα.
Η διαφορά με τον σακχαρώδη διαβήτη
Ο άποιος διαβήτης δεν έχει καμία σχέση με τον σακχαρώδη διαβήτη που χαρακτηρίζεται από αδυναμία του οργανισμού να ελέγξει τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα. Το κοινό χαρακτηριστικό και των δύο αυτών παθολογικών καταστάσεων αποτελεί η υπερβολική δίψα και η παραγωγή μεγάλης ποσότητας ούρων.
Ο σακχαρώδης διαβήτης με τις δύο γνωστότερες μορφές του (τύπου 1 και 2) είναι κατά πολύ συχνότερος του άποιου διαβήτη.
Οι τύποι του άποιου διαβήτη
– Κρανιακός (κεντρικός): Εμφανίζεται συνήθως μετά από βλάβη της υπόφυσης. Η υπόφυση είναι ένας μεγάλης σημασίας ενδοκρινής αδένας που βρίσκεται στη βάση του εγκεφάλου, πίσω από τη μύτη και στο ύψος των ματιών.
– Διψογενής: Συμβαίνει έπειτα από βλάβη στο μηχανισμό της δίψας, στην περιοχή του υποθαλάμου.
– Νεφρογενής: Χαρακτηρίζεται από μειωμένη ικανότητα του νεφρού να ανταποκριθεί στην αντιδιουρητική ορμόνη, λόγω διαφόρων παθήσεων ή φαρμάκων.
– Άποιος διαβήτης της εγκυμοσύνης: Εμφανίζεται μόνον κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και προκαλείται από ένα ένζυμο, το οποίο παράγεται από τον πλακούντα και καταστρέφει τη αντιδιουρητική ορμόνη στη μητέρα.
Η θεραπεία
Ο άποιος διαβήτης θεραπεύεται με την υποκατάσταση της ορμόνης που λείπει, της βαζοπρεσσίνης, με τη χορήγηση μιας συνθετική μορφής της φυσιολογικής ορμόνης που συχνά είναι ένα ανάλογο που ονομάζεται DDAVP.
Η συνθετική αυτή ορμόνη χορηγείται με τη μορφή ρινικού εκνεφώματος (σπρέι) ή σταγόνων, ενώ σε μερικές χώρες διατίθεται και με τη μορφή χαπιών που μπορεί να λαμβάνονται από το στόμα αλλά έχουν μικρότερη διάρκεια ζωής. Είναι επίσης δυνατόν να χορηγηθεί είτε υποδόρια (κάτω από το δέρμα), είτε μέσα στη φλέβα όταν αυτό απαιτείται (π.χ. μετά από χειρουργική επέμβαση).
Leave a Reply