Η υπερουριχαιμία είναι μια κατάσταση αυξημένων επιπέδων ουρικού οξέος στο αίμα (>7mg/dl). Για την αύξηση του ουρικού οξέος ευθύνονται συστατικά των τροφίμων που ονομάζονται πουρίνες, οι οποίες βρίσκονται στα τρόφιμα και μετατρέπονται σε ουρικό οξύ μέσα στον οργανισμό.
Η μειωμένη αποβολή τους μπορεί να συμβάλλει στην κατάσταση αυτή. Αιτία της μείωσης μπορεί να είναι ενδεχομένως μια νεφρική βλάβη, μεταβολικά, ενδοκρινολογικά ή και σπάνια γενετικά νοσήματα, καθώς και η λήψη φαρμάκων. Αίτιο επίσης είναι και η υπερπαραγωγή ουρικού οξέως η οποία οφείλεται σε γενετικούς παράγοντες, στην αυξημένη πρόληψη από τη διατροφή, καθώς και σε νοσήματα με ιστική καταστροφή (αιματολογικά, κακοήθειες).
Ως νόσημα η υπερουριχαιμία είναι ασυμπτωματικό, ωστόσο συμπτώματα εμφανίζονται στην ουρική αρθρίτιδα (τυπική μονοαρθρίτιδα) με την τυπική εικόνας πόνου, ερυθρότητας και φλεγμονής και στη νεφρολιθίαση (λίθοι ουρικού οξέως) με τυπική ή όχι εικόνα κωλικού, ή αιματουρίας.
Θεραπεία
Είναι χαρακτηριστικό ότι δεν παρουσιάζουν όλοι οι άνθρωποι την ίδια ευαισθησία στις βλαπτικές επιδράσεις της υπερουριχαιμίας. Οπότε η απόφαση για θεραπεία με ειδικά φάρμακα αλλά και με αυστηρή διαιτητική αγωγή, εξαρτάται από το αίτιο και τις πιθανές επιπτώσεις της σε κάθε άτομο χωριστά, όπως διαφαίνεται μετά από λεπτομερή ιατρική αξιολόγηση.
Συνήθως στην ασυμπτωματική υπερουριχαιμία δεν απαιτείται αγωγή αλλά συχνή παρακολούθηση της νεφρικής λειτουργίας.
Η υπερουριχαιμία και η ουρική αρθρίτις συνοδεύονται με υπέρταση, παχυσαρκία, υπερλιπιδαιμία, αθηροσκλήρωση, κατάχρηση οινοπνεύματος. Η πρόληψη και θεραπεία αυτών των διαταραχών είναι απολύτως απαραίτητη στους ασθενείς με ουρική νόσο.
Όσον αφορά τη διαιτητική αντιμετώπισή της, βασικές αρχές αποτελούν τα εξής:
- Κατανάλωση μεγάλων ποσοτήτων νερού (>2 lt ημερησίως)
- Τήρηση υποθερμιδικού διαιτολογίου σε περιπτώσεις παχυσαρκίας
- Αποφυγή κατανάλωσης αλκοόλ
- Αποφυγή κατανάλωσης τροφών που εμπεριέχουν 150 – 825 mg πουρινών /100 gr. Τέτοιες τροφές είναι: οι αντσούγιες, τα εντόσθια, οι ρέγκες, το σκουμπρί, τα αλλαντικά, οι σαρδέλες, τα θαλασσινά (γαρίδες, οστρακοειδή, αστακός, κ.λ.π.), οι σούπες και οι ζωμοί κρεάτων και όσπρια πλούσια σε αδενίνη, όπως οι φακές και τα φασόλια
- Αραιή συχνότητα κατανάλωσης τροφών που εμπεριέχουν 50-150 mg πουρινών / 100 gr. Τέτοιες τροφές είναι: τα σπαράγγια, το σπανάκι, το κουνουπίδι, τα μανιτάρια, το κυνήγι, τα ψάρια, το κρέας, το κοτόπουλο και τα δημητριακά ολικής αλέσεως.
Τέλος, σημαντικό είναι να αποφεύγεται η έντονη άσκηση καθώς και τα μεγάλα και βαριά γεύματα αργά τη νύχτα.
Leave a Reply