Blog

2.png

13 Ιουλίου, 2018 Angelos KlitsasΥπέρταση0

Η αρτηριακή πίεση όσων ανθρώπων παρουσιάζει μεγάλες διακυμάνσεις από ημέρα σε ημέρα συνδέεται με αυξημένο κίνδυνο άνοιας αργότερα στη ζωή, σύμφωνα με μια νέα μελέτη.

Επιστήμονες από την Ιαπωνία κατέγραφαν καθημερινά και επί ένα μήνα την αρτηριακή πίεση 1.674 ηλικιωμένων δίχως άνοια και στη συνέχεια παρακολούθησαν επί μία πενταετία την πορεία της υγείας τους, συγκρίνοντας όσους είχαν μεγάλες διακυμάνσεις της αρτηριακής πίεσης με όσους είχαν σχετικά σταθερή πίεση.

Όπως διαπίστωσαν, οι πρώτοι είχαν υπερδιπλάσιες πιθανότητες να έχουν διαγνωστεί με άνοια πριν περάσουν τα πέντε έτη της παρακολούθησης.

Μάλιστα αυτό ίσχυε τόσο για την αγγειακή άνοια, που έχει τους ίδιους παράγοντες κινδύνου με την καρδιοπάθεια, όσο και για τη νόσο Αλτσχάιμερ, δήλωσε ο επικεφαλής ερευνητής δρ Τομογιούκι Οχάρα, από τη Σχολή Ιατρικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Kyushu, στην πόλη Φουκουόκα.

Όπως εξηγούν οι ερευνητές, οι οποίοι δημοσιεύουν τα ευρήματά τους στην επιθεώρηση Circulation, η αρτηριακή πίεση δεν είναι στατική, αλλά αυξομειώνεται ακατάπαυστα στη διάρκεια της ημέρας. Ωστόσο αυτό δεν είναι ανεξέλεγκτο αλλά συμβαίνει έως ενός ορίου. Όταν οι διακυμάνσεις είναι υπερβολικά μεγάλες, «ίσως επιφέρουν αλλαγές στη δομή και τη λειτουργία του εγκεφάλου, οι οποίες συμβάλλουν στην ανάπτυξη άνοιας», είπε ο δρ Οχάρα.

Οι συμμετέχοντες στην παρούσα μελέτη ήσαν άνδρες και γυναίκες ηλικίας 71 ετών κατά μέσον όρο. Επί 28 ημέρες μετρούσαν την αρτηριακή τους πίεση στο σπίτι τρεις φορές το πρωί, πριν φάνε πρωινό ή πάρουν τα φάρμακά τους (το 43% είχαν υπέρταση και έπαιρναν φάρμακα για να την ρυθμίζουν).

Έως το τέλος της περιόδου παρακολουθήσεως, οι 134 από αυτούς είχαν εκδηλώσει νόσο Αλτσχάιμερ, ενώ 47 είχαν παρουσιάσει αγγειακή άνοια, η οποία είναι απόρροια μειωμένης ροής αίματος στον εγκέφαλο, συχνά εξαιτίας μικρών εγκεφαλικών επεισοδίων.

Όσοι είχαν τις μεγαλύτερες διακυμάνσεις στην αρτηριακή πίεση, είχαν υπερδιπλάσιες πιθανότητες να εκδηλώσουν νόσο Αλτσχάιμερ και σχεδόν τριπλάσιες πιθανότητες να παρουσιάσουν αγγειακή άνοια.

Μάλιστα ο κίνδυνος αγγειακής άνοιας ήταν ιδιαιτέρως αυξημένος όταν η υπερβολική διακύμανση αφορούσε την συστολική πίεση (είναι ο μεγάλος αριθμός στη μέτρηση).

Πηγή: www.ygeia.tanea.gr
Photo credit: Freepik


Diabetes.png

11 Ιουλίου, 2018 Angelos KlitsasΔιαβήτης0

Ο σακχαρώδης διαβήτης είναι μια πάθηση που χαρακτηρίζεται από υψηλές τιμές γλυκόζης στο αίμα (το απλό σάκχαρο που δίνει ενέργεια στα κύτταρα του ανθρώπινου οργανισμού) και αναπτύσσεται όταν ο οργανισμός δεν παράγει ή δεν χρησιμοποιεί αποτελεσματικά την ινσουλίνη. Η ινσουλίνη είναι μια ορμόνη που βοηθά στην απομάκρυνση του πλεονάσματος γλυκόζης από το αίμα.

Οι δύο πιο συνηθισμένες επείγουσες διαβητικές καταστάσεις είναι η υπογλυκαιμία (χαμηλή γλυκόζη αίματος) και η υπεργλυκαιμία (υψηλή γλυκόζη αίματος). Οι καταστάσεις αυτές μπορεί να εμφανιστούν τόσο σε άτομα με διαβήτη τύπου 1 όσο και σε άτομα με διαβήτη τύπου 2, με εξαίρεση τους πάσχοντες από διαβήτη τύπου 2 που αντιμετωπίζονται με δίαιτα και άσκηση μόνο, οι οποίοι δεν εμφανίζουν υπογλυκαιμία.

Ο λόγος που η υπεργλυκαιμία χαρακτηρίζεται ως επείγουσα διαβητική κατάσταση είναι γιατί αποτελεί κύρια αιτία πρόκλησης σοβαρών και επικίνδυνων για τη ζωή επιπλοκών.

Μπορεί να οφείλεται σε διάφορους παράγοντες, μεταξύ των οποίων η ανεπαρκής ινσουλίνη, το έντονο στρες, η υπερβολική συναισθηματική φόρτιση, κάποια λοίμωξη, ο πυρετός, η διατροφή με πολλούς υδατάνθρακες καθώς και η ελάχιστη σωματική άσκηση (λιγότερο απ’ ό, τι συνήθως).

Συμπτώματα υπεργλυκαιμίας

Οι υπογλυκαιμία συνήθως εκδηλώνεται με τα παρακάτω σημεία:

  1. Υψηλό σάκχαρο (γλυκόζη) στο αίμα
  2. Υψηλό επίπεδο γλυκόζης στα ούρα
  3. Πολυφαγία
  4. Πολυδιψία
  5. Πολυουρία
  6. Θολότητα όρασης
  7. Απώλεια Βάρους
  8. Αργή επούλωση τραυμάτων
  9. Ξηροστομία (στεγνό στόμα)
  10. Καρδιακή αρρυθμία
  11. Βαθιά και συχνή αναπνοή
  12. Ανικανότητα
  13. Κνησμός (φαγούρα) και ξηρό δέρμα
  14. Κόπωση / κούραση
  15. Καταπληξία (shock)
  16. Κώμα

Αντιμετώπιση της υπεργλυκαιμίας

Έαν το άτομο αισθανθεί τα συμπτώματα της υπεργλυκαιμίας θα πρέπει να ελέγξει τα επίπεδα του σακχάρου του και σε περίπτωση που είναι εξαιρετικά αυξημένα να αναζητήσει άμεσα ιατρική βοήθεια.

Η άσκηση μπορεί να μειώσει τα επίπεδα του σακχάρου στο αίμα. Προσοχή όμως στην περίπτωση που υπάρχουν κετονικά σωμάτια στα ούρα, διότι η άσκηση μπορεί να ανεβάσει τα επίπεδα σακχάρου πολύ περισσότερο.

Σε γενικές γραμμές η υπεργλυκαιμία αντιμετωπίζεται με την έγκαιρη πρόληψη. Απαιτούνται τακτικές εξετάσεις αίματος και ούρων ώστε να ελέγχονται τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα. Επίσης, το άτομο που λαμβάνει ινσουλίνη δεν θα πρέπει να αμελεί τη δόση του. Τα αφεψήματα χωρίς ζάχαρη και η προσεγμένη διατροφή, σύμφωνα με τις οδηγίες του θεράποντος ιατρού, μπορούν να βοηθήσουν.


Weight.png

27 Ιουνίου, 2018 Angelos KlitsasΠαχυσαρκία0

Τα υπέρβαρα και παχύσαρκα άτομα έχουν εντελώς διαφορετικές απόψεις για τη διατροφή και την άθληση από τα άτομα με φυσιολογικό σωματικό βάρος και γι’ αυτό δυσκολεύονται τελικά να αδυνατίσουν και να πετύχουν ένα φυσιολογικό σωματικό βάρος.

Σε αυτό το συμπέρασμα καταλήγει αμερικανική μελέτη που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό έντυπο  Hudson Institute Report.

Η γεύση φαίνεται να παίζει καθοριστικό ρόλο όταν επιλέγουν τί θα φάνε και σπανίως διαβάζουν τις ετικέτες με τη σύσταση των τροφίμων, ενώ η σχέση τους με το φαγητό φαίνεται να είναι παρορμητική και συναισθηματική. Κι ενώ πολλοί είναι ανοιχτοί στην ιδέα μιας μικρότερης μερίδας φαγητού απ’ την άλλη είναι λιγότερο πιθανόν να γυμνάζονται, συγκριτικά με άτομα που έχουν φυσιολογικό σωματικό βάρος. Το κόστος επίσης φαίνεται να είναι ένας σημαντικός παράγοντας, αφού πιστεύουν ότι τα υγιεινά τρόφιμα είναι πιο ακριβά.

Η ερευνητική ομάδα του Κέντρου Πολιτικής Διατροφής του Ινστιτούτου Hudson στην Ουάσινγκτον πραγματοποίησε έρευνα σε δείγμα 2.000 ατόμων που εντάσσονταν σε τέσσερις κατηγορίες: φυσιολογικό βάρος (ΔΜΣ 18,5-24,9), σχεδόν υπέρβαρο (ΔΜΣ 25-27), υπέρβαρο (27,1-29,9) και παχυσαρκία (ΔΜΣ 30 και άνω).

Οι απόψεις για το φαγητό διέφεραν αρκετά μεταξύ των ομάδων. Ενώ το 44% των ατόμων με φυσιολογικό βάρος δήλωσε ότι η υγεία και η διατροφή ήταν μεταξύ των τριών κύριων προτεραιοτήτων τους όταν αγόραζαν τρόφιμα, η προτεραιότητα αυτή έπεφτε στη λίστα όσο αυξανόταν στο σωματικό βάρος. Μόνο ένα τρίτο των παχύσαρκων ατόμων συμφωνούσε με τα άτομα φυσιολογικού βάρους.

Το 62% των παχύσαρκων παραδέχονταν ότι γνώριζαν πως έπρεπε να τρώνε πιο υγιεινά απ’ ότι έκαναν. Και ήταν πιθανότερο να αγνοούν τις ετικέτες των τροφίμων και να επιδιώκουν να αγοράζουν σνακς, πατατάκια, γλυκά, αρτοσκευάσματα, παγωτά, μπισκότα και αναψυκτικά. Επίσης ήταν λιγότερο πιθανό να προσπαθούν να αποφύγουν τις γλυκαντικές ουσίες ή να αναζητούν φυσικές γλυκαντικές χωρίς θερμίδες. Κι ενώ το 60% δήλωσαν ότι δεν θα σταματούσαν να τρώνε σνακ και να πίνουν αναψυκτικά, εμφανίστηκαν όμως διαθέσιμοι να φάνε μικρότερες μερίδες φαγητού.

Οι μισοί υπέρβαροι και παχύσαρκοι συμμετέχοντες είπαν ακόμα ότι το κόστος ήταν σημαντικός παράγοντας για την αγορά υγιεινότερων τροφίμων. Ενώ τα άτομα με φυσιολογικό σωματικό βάρος ήταν πιο υγιή και ευκατάστατα οικονομικά.

Η σωματική δραστηριότητα τέλος αποτελούσε σοβαρό ζήτημα, αφού το ένα τέταρτο των παχύσαρκων δεν γυμνάζονταν ποτέ, συγκριτικά με το 15% αυτών με φυσιολογικό σωματικό βάρος.

Πηγή: www.health.in.gr
Photo credit: Freepik


pexels-photo-259363.png

Όταν καταναλώνουμε τρόφιμα που περιλαμβάνουν υδατάνθρακες, αυτά με τη σειρά τους διασπώνται από το πεπτικό σύστημα και μετατρέπονται σε γλυκόζη για την παροχή ενέργειας στα κύτταρα του σώματος.

Παράλληλα, ο οργανισμός με τη λήψη της τροφής παράγει ινσουλίνη, μια ορμόνη που είναι υπεύθυνη για τη ρύθμιση των επιπέδων σακχάρου στο αίμα. Η ινσουλίνη εκκρίνεται από το πάγκρεας όταν η γλυκόζη εισέλθει στην κυκλοφορία του αίματος, από όπου στη συνέχεια με τη βοήθεια της θα εισχωρήσει στα κύτταρα. Όταν όμως ο μηχανισμός αυτός υπολειτουργεί, τότε το άτομο πάσχει από σακχαρώδη διαβήτη.

Κατά την εγκυμοσύνη το σώμα χρειάζεται μεγαλύτερη ποσότητα ινσουλίνης και εάν αυτή δεν είναι επαρκής (είτε λόγω ελαττωματικής παραγωγής από το πάγκρεας, είτε λόγω ελαττωματικής δραστικότητας), τότε τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα ανεβαίνουν. Αυτό ακριβώς είναι ο σακχαρώδης διαβήτης της κύησης.

Οι παράγοντες κινδύνου ποικίλουν, ωστόσο αυξημένο (σε ποσοστό έως και 14%) έχουν μεταξύ άλλων οι περιπτώσεις όπου η έγκυος είναι ηλικίας άνω των 25 και ιδιαίτερα άνω των 35 ετών, έχει παχυσαρκία ή αυξάνεται υπερβολικά το βάρος της κατά τη διάρκεια της κύησης ή ακόμη έχει ιστορικό που σχετίζεται με τη νόσο.

Ο –μη ρυθμισμένος– σακχαρώδης διαβήτης της εγκυμοσύνης αυξάνει τους κινδύνους για εμφάνιση επιπλοκών τόσο στο έμβρυο όσο και στη μητέρα (όπως η ανάπτυξη υπέρτασης ή προεκλαμψίας) και για το λόγο αυτό θα πρέπει να παρακολουθείται συχνά κατά τη διάρκειά της. Επίσης, μετά τον τοκετό θα πρέπει να επανεκτιμηθεί η κατάσταση της μητέρας, διότι υπολογίζεται ότι 40% των γυναικών αυτών μπορεί να αναπτύξουν σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 μέσα στην επόμενη δεκαετία.

Ασυμπτωματική νόσος

Το μεγαλύτερο μέρος του προβλήματος έγκειται στο γεγονός ότι οι γυναίκες με σακχαρώδη διαβήτη εγκυμοσύνης δεν παρουσιάζουν συμπτώματα και γι’ αυτό είναι σημαντικό να ελέγχονται.

Ένας απλός τρόπος είναι κατά τον 6ο μήνα της εγκυμοσύνης, ανεξάρτητα από την ώρα της ημέρας και τη λήψη τροφής, η λήψη 50 γραμμαρίων γλυκόζης και ο προσδιορισμός σακχάρου αίματος μια ώρα μετά. Αν τα επίπεδα σακχάρου του αίματος είναι υψηλότερα των 140 mg/dl, τότε πρέπει να γίνει μια εξέταση με την ονομασία «καμπύλη γλυκόζης» σύμφωνα με τις οδηγίες του ειδικού.

Οι επιπλοκές του διαβήτη κύησης

Ο σακχαρώδης διαβήτης της κύησης αυξάνει τον κίνδυνο για μια σειρά από επιπλοκές. Σε αυτές περιλαμβάνονται η εμφάνιση υπερτασικής νόσου στη μητέρα, ο ενδομήτριος θάνατος του εμβρύου, το υδράμνιο (πλεονάζον αμνιακό υγρό γύρω από το έμβρυο), η εμφάνιση συγγενών ανωμαλιών και η μακροσωμία του εμβρύου.

Μετά τον τοκετό μπορεί επίσης να εμφανιστεί στη μητέρα υπογλυκαιμία, υπασβεστιαιμία, καθώς και σύνδρομο αναπνευστικής δυσχέρειας στο έμβρυο.

Αντιμετώπιση

Είναι σημαντικό αν όχι όλες, οι έγκυοι υψηλού κινδύνου να ελέγχονται για διαβήτη εγκυμοσύνης, γιατί είναι μια κατάσταση που αν διαγνωστεί έγκαιρα και δοθεί κατάλληλη θεραπεία μηδενίζονται οι κίνδυνοι για τη μητέρα και το παιδί.

Η θεραπεία περιλαμβάνει την εκπαίδευση σε θέματα διατροφής, στον τρόπο παρακολούθησης της γλυκόζης αίματος και ούρων καθώς και στον έλεγχο του σωματικού βάρους μέσω καθημερινής άσκησης. Στην περίπτωση που η διατροφή και η άσκηση δεν αρκούν, μπορεί να χρειαστούν ινσουλίνη ή φάρμακα για τον έλεγχό του σακχάρου.

Σημειωτέον ότι θα πρέπει να ξαναγίνει μια καμπύλη γλυκόζης σε 6 εβδομάδες μετά τον τοκετό για να επιβεβαιωθεί το αν ο διαβήτης υποχώρησε.

Τέλος, κάθε γυναίκα που παρουσιάζει διαβήτη στην εγκυμοσύνη θα πρέπει να θυμάται πως έχει μεγάλες πιθανότητες να αναπτύξει διαβήτη αργότερα στη ζωή της.


OI4S7E0.png

20 Ιουνίου, 2018 Angelos KlitsasΠαχυσαρκία0

Ο σύγχρονος τρόπος ζωής που επιβάλλει την κατανάλωση γρήγορων και επεξεργασμένων τροφών, το άγχος και η καθιστική ζωή συγκαταλέγονται μεταξύ άλλων στους παράγοντες που επηρεάζουν αρνητικά το συκώτι (ήπαρ), καθώς μπορούν να προκαλέσουν τη συσσώρευση λίπους σε αυτό.

Η κατάσταση αυτή ονομάζεται μη αλκοολική λιπώδης νόσος του ήπατος και χαρακτηρίζεται από τη συγκέντρωση λίπους στα κύτταρα του ήπατος, η οποία δεν οφείλεται στην υπέρμετρη κατανάλωση αλκοόλ. Σχετίζεται σημαντικά με την παχυσαρκία και μπορεί να προκαλέσει σοβαρά προβλήματα υγείας, ενώ αποτελεί σήμερα μία από τις συχνότερες αιτίες χρόνιας ηπατοπάθειας παγκοσμίως.

Οι περισσότεροι άνθρωποι δεν αναπτύσσουν σοβαρά προβλήματα με το ήπαρ, αλλά έχουν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρδιαγγειακών προβλημάτων, όπως έμφραγμα, αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο και σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2. Σε ορισμένα άτομα όμως το συσσωρευμένο λίπος μπορεί να προκαλέσει φλεγμονή και ουλές στο ήπαρ, ενώ σε πιο σοβαρές περιπτώσεις μπορεί να εξελιχθεί και σε ηπατική ανεπάρκεια.

Συμπτώματα

Στην πλειονότητά τους οι πάσχοντες είναι ασυμπτωματικοί ή εμφανίζουν ελάχιστα σημεία. Η νόσος αποκαλύπτεται τυχαία σε κάποιο βιοχημικό ή απεικονιστικό έλεγχο ρουτίνας, για τη διάγνωση της οποίας απαραίτητη προϋπόθεση είναι η αποχή από την κατανάλωση αλκοόλ σε ποσότητα πέραν των ασφαλών ορίων.

Πιο σπάνια όμως μπορεί να προκαλέσει συμπτώματα που είναι μη ειδικά: εξασθένιση, ηπατομεγαλία (αύξηση του μεγέθους του συκωτιού), πόνος στο δεξιό υποχόνδριο του ήπατος ή και σημεία πυλαίας υπέρτασης (αύξηση της πίεσης μέσα στο πυλαίο σύστημα).

Αντιμετώπιση

Σε ό,τι αφορά την αντιμετώπιση της νόσου, δεν υπάρχει ακόμη κάποια ειδική θεραπεία, ωστόσο η προσπάθεια επικεντρώνεται στη ρύθμιση των παραγόντων κινδύνου. Οι οδηγίες που παρέχονται στους ασθενείς συνήθως περιλαμβάνουν την απώλεια σωματικού βάρους, την υγιεινή διατροφή που είναι πλούσια σε φρούτα, λαχανικά και δημητριακά ολικής αλέσεως και την αύξηση της σωματικής δραστηριότητας υπό τη μορφή μέτριας αερόβιας άσκησης 30 λεπτών, 3-6 φορές την εβδομάδα.

Εάν συνυπάρχει σακχαρώδης διαβήτης, είναι απαραίτητη η σωστή ρύθμιση των επιπέδων σακχάρου για τη μείωση του λίπους στο ήπαρ, ενώ αν είναι αυξημένα και τα επίπεδα της χοληστερίνης, η σωστή διατροφή, η άσκηση και η φαρμακευτική αγωγή μπορούν να βοηθήσουν.

Τέλος, απαραίτητη είναι η προστασία του ήπατος από παράγοντες που επιβαρύνουν τη λειτουργία του, όπως είναι το αλκοόλ και τα περιττά φάρμακα.

Photo credit: Freepik


930.png

11 Ιουνίου, 2018 Angelos KlitsasΔιαβήτης0

Άνθρωποι που ζουν με διαβήτη τύπου 1 για πολύ μεγάλο διάστημα, μπορεί ενδεχομένως να έχουν ελαφρά μείωση των νοητικών ικανοτήτων-κυρίως στη μνήμη, σε σύγκριση με όσους δεν έχουν διαβήτη, αναφέρει νέα έρευνα.

Σύμφωνα με την έρευνα, που δημοσιεύτηκε στο Diabetes Care, οι αλλαγές στη μνήμη συνδέονται με την καρδιαγγειακή νόσο. Η έρευνα συνέκρινε τις νοητικές ικανότητες 82 συμμετεχόντων ηλικίας 50 ετών, που ζούσαν με διαβήτη τύπου 1 για μεγάλο διάστημα, με άλλους παρόμοιας ηλικίας με διαβήτη τύπου 2 ή χωρίς διαβήτη.

Οι ελαφρές νοητικές εκπτώσεις δεν φαίνονται σε κλινικά συμπτώματα σε αυτούς τους ασθενείς, που παραμένουν στο φυσιολογικό εύρος λειτουργίας ανθρώπων της ηλικίας τους, δήλωσε ο ερευνητής Gail Musen, του Joslin Diabetes Centre στη Βοστόνη.

Οι ερευνητές επίσης εξέτασαν πώς διάφορα μέτρα νοητικής υγείας μεταξύ των συμμετεχόντων θα μπορούσαν να ανταποκρίνονται σε συνήθεις επιπλοκές διαβήτη. Η επίδοση ήταν σημαντικά αλλά όχι υπερβολικά χαμηλότερη σε ανθρώπους με κάποιας μορφής διαβήτη σε σχέση με ανθρώπους χωρίς τη νόσο.

Ενώ αυτό είναι γνωστό για ανθρώπους με διαβήτη τύπου 2, οι αλλαγές στη μνήμη σε ηλικιωμένους με διαβήτη τύπου 1 δεν είχαν περιγραφεί με σαφήνεια. Στα τεστ οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι οι συμμετέχοντες είχαν κατά μέσον όρο ελαφρώς χειρότερη επίδοση σε σχέση με ανθρώπους χωρίς διαβήτη.

Πηγή: www.iatronet.gr
Photo credit: Freepik


Article-Walking.png

Το έντονο περπάτημα μπορεί ενδεχομένως να παρατείνει τη ζωή, αναφέρει νέα έρευνα. Σε σύγκριση με τον αργό βηματισμό, το περπάτημα με μέσο ρυθμό φάνηκε να μειώνει τον κίνδυνο πρόωρου θανάτου κατά 20%, ενώ ο γρηγορότερος ρυθμός φάνηκε να μειώνει τον κίνδυνο κατά 24%.

Ο ερευνητής Εμμανουήλ Σταματάκης, του University of Sydney, δήλωσε ότι ο γρήγορος βηματισμός είναι 5-7 χιλιόμετρα την ώρα αλλά εξαρτάται από τα επίπεδα φόρμας. Άλλος δείκτης είναι το βάδισμα σε ρυθμό που μας κάνει ελαφρώς να χάνουμε την αναπνοή μας ή να ιδρώνουμε.

Οι ερευνητές ανακάλυψαν επίσης ότι οι άνθρωποι φαίνεται να μειώνουν τον κίνδυνο πρόωρου θανάτου από καρδιακή νόσο κατά 24% περιπατώντας με μέτριο ρυθμό και κατά 21% περιπατώντας γρήγορα, σε σύγκριση με το βάδισμα με αργό ρυθμό.

Επιπλέον, το όφελος της έντονης βάδισης ήταν ιδιαίτερα ενισχυμένο σε ηλικιωμένους. Όσοι ήταν άνω των 60 ετών και περπατούσαν με μέτριο ρυθμό είχαν 46% μείωση του κινδύνου πρόωρου θανάτου από καρδιοπάθεια και όσοι περπατούσαν γρήγορα είχαν 53% μείωση. Οι ερευνητές ανακάλυψαν σχέση αλλά δεν απέδειξαν ότι είναι αιτιατή.

Οι ερευνητές ανέλυσαν στοιχεία θανάτου και τα συνέδεσαν με αποτελέσματα 11 ερευνών στη Βρετανία και τη Σκοτία, μεταξύ 1994 και 2008. Σε αυτές, οι συμμετέχοντες ανέφεραν το ρυθμό βηματισμού. Ο ερευνητής δήλωσε ότι αν και το φύλο και ο ΔΜΣ δεν φάνηκε να επηρεάζουν το αποτέλεσμα, το περπάτημα με μέτριο ρυθμό συνδεόταν με σημαντικά μειωμένο κίνδυνο θνησιμότητας από όλα τα αιτία και καρδιαγγειακή νόσο. Δεν υπήρχαν ενδείξεις να υποδεικνύουν ότι ο βηματισμός είχε σημαντική επίδραση στη θνησιμότητα από καρκίνο.

Η ανάλυση έδειξε ότι η αύξηση του ρυθμού βάδισης μπορεί ενδεχομένως να είναι σωστός τρόπος βελτίωσης της υγείας της καρδιάς. Ειδικά σε καταστάσεις στις οποίες το περισσότερο περπάτημα δεν είναι εφικτό, το να περπατά κάποιος γρηγορότερα μπορεί ενδεχομένως να είναι καλή επιλογή αύξησης του καρδιακού ρυθμού-που οι περισσότεροι μπορούν να εντάξουν στη ζωή τους.

Η έρευνα δημοσιεύτηκε στο περιοδικό British Journal of Sports Medicine.

Πηγή: www.iatronet.gr
Photo credit: Freepik


748.png

18 Μαΐου, 2018 Angelos KlitsasΆρθρα0

Νέα έρευνα υποδεικνύει ότι άσχετα από την ηλικία κάποιου, η τακτική φυσική δραστηριότητα μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο κατάθλιψης.

Οι ερευνητές ανέλυσαν στοιχεία 49 ερευνών σε σχεδόν 267.000 ανθρώπους στη Νότιο Αμερική, την Ευρώπη και την Ωκεανία. Οι συμμετέχοντες δεν είχαν ψυχική νόσο και παρακολουθήθηκαν για περισσότερα από 7 χρόνια κατά μέσον όρο.

Υψηλά επίπεδα σωματικής δραστηριότητας συνδέθηκαν με χαμηλότερο κίνδυνο κατάθλιψης σε όλες τις ηλικιακές ομάδες κατά  τη διάρκεια της έρευνας, ανακάλυψαν οι ερευνητές. Ωστόσο, η νέα έρευνα δεν είχε σχεδιαστεί έτσι ώστε να αποδεικνύει ότι η άσκηση πράγματι προκάλεσε τη μείωση του κινδύνου.

Ο Felipe Barreto Schuch, του Universidade La Salle, δήλωσε ότι πρόκειται για την πρώτη παγκόσμια μετα-ανάλυση που δείχνει ότι η φυσική δραστηριότητα είναι ωφέλιμη για την προστασία του πληθυσμού από την εμφάνιση κατάθλιψης.

Ο ερευνητής δήλωσε ότι οι ενδείξεις είναι σαφείς, ότι άνθρωποι που είναι πιο δραστήριοι έχουν μικρότερο κίνδυνο εμφάνισης κατάθλιψης και πρόσθεσε, ότι άσχετα από την ηλικία ή από τον τόπο διαμονής, η φυσική δραστηριότητα μπορεί να μειώσει τον κατοπινό κίνδυνο κατάθλιψης. Περισσότερες έρευνες χρειάζονται για να διαπιστωθεί η ελάχιστη ποσότητα άσκησης που απαιτείται για τη μείωση του κινδύνου κατάθλιψης και των ειδών και ποσοτήτων φυσικής δραστηριότητας που μπορεί ενδεχομένως να είναι πιο αποτελεσματικά.

Η έρευνα δημοσιεύτηκε στο περιοδικό American Journal of Psychiatry.

Πηγή: www.iatronet.gr
Photo credit: Freepik

Diabetes.png

Άνθρωποι με έλλειψη βιταμίνης D φαίνεται πως έχουν πολύ μεγαλύτερο κίνδυνο εμφάνισης προδιαβήτη και διαβήτη τύπου 2 σε σχέση με όσους έχουν φυσιολογικά επίπεδα της βιταμίνης, σύμφωνα με νέα έρευνα του University of California San Diego School of Medicine και του Seoul National University στη Νότιο Κορέα.

Η έρευνα έγινε σε 903 υγιείς ενήλικες, μέσης ηλικίας 74 ετών χωρίς σημάδια προδιαβήτη ή διαβήτη, από το 1997 έως το 1999, οι οποίοι παρακολουθήθηκαν μέχρι το 2009.

Κατά τη διάρκεια της έρευνας, οι ερευνητές μέτρησαν τα επίπεδα βιταμίνης D στο αίμα και τη γλυκόζη στο πλάσμα καθώς και την ανοχή στη γλυκόζη. Καθόρισαν ως φυσιολογικά τα επίπεδα βιταμίνης στα 30 ng/mL.

Σύμφωνα με τους ερευνητές, οι συμμετέχοντες με έλλειψη βιταμίνης D είχαν πενταπλάσιες πιθανότητες να εμφανίσουν διαβήτη τύπου 2 σε σχέση με όσους είχαν επίπεδα πάνω από 50 ng/mL.

Τα ευρήματα της επιδημιολογικής έρευνας δημοσιεύτηκαν στο περιοδικό PLOS One.

Πηγή: iatronet.gr


Fotolia_124855890_Subscription_Monthly_M.png

Η διαβητική μακροαγγειοπάθεια είναι μία μορφή γενικευμένης αποφρακτικής αρτηριοπάθειας, κατά την οποία προσβάλλονται αρτηρίες μεσαίου και μεγάλου μεγέθους, με συχνότερη εντόπιση στις περιφερικές αρτηρίες των άκρων, τις στεφανιαίες και τις εγκεφαλικές αρτηρίες.

Πρόκειται για μια επιπλοκή του διαβήτη, η οποία αποτελεί τον κύριο λόγο προβλημάτων υγείας των ατόμων με τη νόσο.

Ο συγκεκριμένος όρος χρησιμοποιείται ως συνώνυμο της κοινής αθηροσκλήρυνσης, μιας πάθησης των αρτηριών που δημιουργείται από τη σταδιακή εγκατάσταση λιπαρών ουσιών και λιπιδίων στα τοιχώματά τους, με αποτέλεσμα τη στένωση και την απόφραξη, που μπορεί να οδηγήσει σε έμφραγμα, εγκεφαλικό ή ισχαιμία των κάτω άκρων.

Σε αντίθεση με άλλες επιπλοκές η μακροαγγειοπάθεια δεν αποτελεί ειδική εκδήλωση του διαβήτη. Εντούτοις, η εμφάνιση διαφόρων αθηροσκληρυντικών εκδηλώσεων τείνει να είναι συχνότερη και πρωιμότερη στους διαβητικούς σε σχέση με τους μη διαβητικούς, ενώ και η εξέλιξή της ταχύτερη.

Η εμφάνιση της αθηροσκλήρυνσης παρατηρείται σε όλο το φάσμα του διαβήτη: από τους δύσκολα ρυθμιζόμενους ινσουλινοεξαρτώμενους ασθενείς έως ασθενείς με ήπια υπεργλυκαιμία που δεν απαιτούν ινσουλίνη.

Οι παράγοντες που οδηγούν στη διαβητική μακροαγγειοπάθεια είναι η συνύπαρξη παχυσαρκίας, δυσλιπιδαιμίας (με υψηλές τιμές LDL και χαμηλές HDL – χοληστερόλης και υπερτριγλυκεριδαιμίας) και αρτηριακής υπέρτασης, ενώ άλλοι που μπορούν να επιβαρύνουν την κατάσταση είναι το κάπνισμα και η καθιστική ζωή.

Συμπτώματα

Η κλινική εμφάνιση της μακροαγγειοπάθειας είναι ίδια με εκείνη της αθηροσκλήρυνσης. Δεν έχει συμπτώματα στα πρώιμα στάδια. Ωστόσο, όταν η νόσος γίνει πιο σοβαρή, τα συμπτώματα εξαρτώνται από ποιες αρτηρίες είναι στενωμένες και σχετίζονται με τη δυσλειτουργία των οργάνων που αιματώνουν οι αρτηρίες αυτές.

Σε στένωση των αγγείων της καρδιάς τα πρώτα συμπτώματα είναι πόνος σαν σφίξιμο κατά τη σωματική άσκηση. Σε στένωση των αρτηριών του εγκεφάλου μπορεί να εκδηλωθεί εγκεφαλικό σε ολική απόφραξη. Σε στένωση των αρτηριών των ποδιών το πρώτο σύμπτωμα μπορεί να είναι κράμπες και πόνος κατά τη βάδιση που να υποχρεώνει τον ασθενή σε στάση (διαλείπουσα χωλότητα).

Αντιμετώπιση

Η θεραπεία της διαβητικής μακροαγγειοπάθειας εστιάζει κατά βάση στη μεταβολική ρύθμιση του διαβήτη και στη λήψη ειδικών μέτρων για την πρόληψη σοβαρότερων επιπλοκών.

Συνιστάται η διακοπή του καπνίσματος, η υιοθέτηση ενός υγιεινού τρόπου ζωής, το περπάτημα και η αντιμετώπιση άλλων παραγόντων κινδύνου. Η αντιμετώπιση μπορεί να είναι είτε συντηρητική με φαρμακευτική αγωγή είτε χειρουργική κατά περίπτωση και σύμφωνα με τις υποδείξεις του ειδικού.




ΕΝΗΜΕΡΩΜΕΝΟΣ ΑΣΘΕΝΗΣ ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΥΓΕΙΑ





ΕΝΗΜΕΡΩΜΕΝΟΣ ΑΣΘΕΝΗΣ, ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΥΓΕΙΑ





ΑΦΗΣΤΕ ΜΑΣ ΤΗΝ ΓΝΩΜΗ ΣΑΣ




Κλείτσας Άγγελος Παθολόγος Καλαμαριά - Σήμα αναγνώρισης ασθενών από Doctoranytime



Copyright by Yourdoc.gr 2025. All rights reserved.



Web design by Siteworks



Copyright by Yourdoc.gr 2025. All rights reserved. Web design by Siteworks