Blog

Heart-Cholesterol-1024x536.png

2 Φεβρουαρίου, 2018 Angelos KlitsasΆρθραΥπέρταση0

Το καρδιακό νόσημα είναι ένας γενικός όρος ο οποίος αναφέρεται σε ένα πλήθος από οξείες και χρόνιες παθολογικές καταστάσεις που επηρεάζουν ένα ή περισσότερα τμήματα της καρδιάς.

Τα νοσήματα που προσβάλλουν την καρδιά μπορεί να είναι είτε δομικά είτε λειτουργικά. Οτιδήποτε προκαλεί βλάβη στην καρδιά ή ελαττώνει την τροφοδοσία της σε οξυγόνο, την κάνει λιγότερο αποδοτική και μειώνει την ικανότητα της να γεμίζει και να αντλεί αίμα. Το αποτέλεσμα είναι η διαταραχή του συντονισμού μεταξύ της καρδιάς, των νεφρών και των αιμοφόρων αγγείων και τελικά τη δημιουργία σοβαρών επιπλοκών.

Σε αυτές περιλαμβάνονται καταστάσεις όπως η αρρυθμία, η διάταση ενός ή περισσοτέρων καρδιακών κοιλοτήτων, η απόφραξη αιμοφόρου αγγείου από υλικό που μεταφέρθηκε από κάποια μακρινή θέση του σώματος, η αδυναμία να υποστηριχθούν οι αυξημένες ανάγκες για οξυγόνο και κάθαρση αποβλήτων, το έμφραγμα κ.ά.

Συμπτώματα

Τα καρδιακά νοσήματα έχουν διάφορα χαρακτηριστικά με βάση κατά κύριο λόγο τη διάρκειά τους. Μπορεί να είναι οξέα ή χρόνια, προσωρινά, σχετικά σταθερά, ή εξελισσόμενα. Μπορεί μάλιστα να προκαλούν πλήθος ενδείξεων και συμπτωμάτων τα οποία συχνά αλλάζουν ή και να επιδεινώνονται με τον καιρό.

Τα χρόνια καρδιακά νοσήματα μπορεί να εμφανίζουν επεισόδια με συμπτώματα τα οποία παρουσιάζουν οξεία επιδείνωση, μπορεί να επιλύονται είτε από μόνα τους είτε μετά από θεραπεία, μπορεί να επιμένουν ή ακόμη και να αποτελέσουν κίνδυνο για τη ζωή.

Οι ασθενείς με πρώιμο καρδιακό νόσημα μπορεί να βιώνουν λίγα ή ασαφή συμπτώματα, όπως κόπωση, δύσπνοια, ζάλη ή και ναυτία. Τα συμπτώματα όμως δεν υποδεικνύουν το συγκεκριμένο τύπο του υφιστάμενου καρδιακού νοσήματος, καθώς μπορεί να παρατηρηθούν και σε ένα πλήθος άλλων παθήσεων.

Παράγοντες κινδύνου

Υπάρχουν συγκεκριμένοι παράγοντες οι οποίοι, σύμφωνα με μελέτες, έχουν δείξει αυξημένα ποσοστά κινδύνου εκδήλωσης καρδιακού νοσήματος. Όσο περισσότεροι είναι αυτοί για το κάθε άτομο, τόσο μεγαλύτερος είναι και ο κίνδυνος.

Σημαντικό ρόλο διαδραματίζουν: η ηλικία, το φύλο και το οικογενειακό ιστορικό ως προς το κατά πόσο πιθανό είναι να προκύψει ένα καρδιακό νόσημα. Στο χέρι του καθενός ωστόσο είναι πολλοί άλλοι παράγοντες. Σε αυτούς περιλαμβάνονται η κατανάλωση αλκοόλ, το κάπνισμα, ο καθιστικός τρόπος ζωής και η διατροφή (ειδικά όταν είναι πλούσια σε κορεσμένα λίπη και χοληστερόλη).

Άλλες παθήσεις που συνδέονται με τον τρόπο ζωής και μπορούν να αυξήσουν τις πιθανότητες εκδήλωσης καρδιακού νοσήματος είναι ο σακχαρώδης διαβήτης, η υπέρταση, οι βακτηριακές μολύνσεις και οι ιογενείς λοιμώξεις, η χρήση αναβολικών στεροειδών κ.ά.

Έλεγχος

Η εκτίμηση του καρδιαγγειακού κινδύνου θα πρέπει να γίνεται στην ηλικία των 20 ετών και μετά την ηλικία των 40 ετών κάθε 5 χρόνια. Σημαντική τέλος είναι η μέτρηση της αρτηριακής πίεσης από 6 μηνών και κάθε 6 μήνες.


OH36JU0.png

26 Ιανουαρίου, 2018 Angelos KlitsasΠαχυσαρκία0

Ο όρος «μεταβολισμός» περιγράφει το σύνολο των βιοχημικών αντιδράσεων που πραγματοποιούνται στα κύτταρα του σώματός μας με την κατανάλωση τροφής και εμπλέκονται στην παραγωγή και απελευθέρωση της ενέργειας.

Η ενεργοποίηση του μεταβολισμού αποτελεί το πιο σημαντικό στοιχείο για τη διατήρηση ενός υγιούς σωματικού βάρους, το οποίο καθορίζεται με βάση την ηλικία, την αναλογία μυών-λίπους, το ύψος, το φύλο και την οστική πυκνότητα.

Ο ρυθμός με τον οποίο ο οργανισμός μας καίει θερμίδες εξαρτάται από πολλούς παράγοντες. Κάποιοι άνθρωποι κληρονομούν μεταβολισμό που λειτουργεί με γρήγορο ρυθμό. Σημαντικό όμως ρόλο παίζει και το φύλο. Οι άνδρες καίνε περισσότερες θερμίδες σε σύγκριση με τις γυναίκες, ακόμη και όταν ξεκουράζονται, εξαιτίας των πιο ανεπτυγμένων μυών, ενώ υπάρχει επίσης ο γενικός κανόνας που ορίζει ότι ο μεταβολισμός επιβραδύνεται μετά την ηλικία των 40 ετών.

Είναι σαφές ότι δεν υπάρχει τρόπος να ελέγξουμε τους ανωτέρω παράγοντες, υπάρχουν όμως άλλοι που μπορούν να βοηθήσουν στο να δώσουμε ώθηση στο μεταβολισμό.

Μυϊκή μάζα

Η καύση των θερμίδων γίνεται ασταμάτητα, ακόμη και όταν δεν κάνουμε τίποτα, διότι το σώμα μας χρειάζεται ενέργεια για να λειτουργεί. Στους ανθρώπους που έχουν περισσότερους μύες, ο ρυθμός μεταβολισμού είναι πολύ μεγαλύτερος, καθώς ένα κιλό μυϊκής μάζας καίει 12 θερμίδες την ημέρα ενώ ένα κιλό λίπους καίει μόνο 4. Η γυμναστική ενεργοποιεί τους μυς σε όλο το σώμα, αυξάνοντας έτσι το μεταβολισμό.

Αερόβια άσκηση

Η αεροβική διαλειματική άσκηση, αν και δεν βοηθάει στο χτίσιμο μυϊκής μάζας, είναι επίσης ένας τρόπος να δώσουμε ώθηση στο μεταβολισμό κατά το χρονικό διάστημα μετά τη γυμναστική. Η σωματική άσκηση μεγάλης έντασης, όπως το γρήγορο τζόκινγκ, με μικρές εναλλαγές ήπιας άσκησης ή ξεκούρασης κάνει το μεταβολισμό να λειτουργεί πιο έντονα και για περισσότερη ώρα όταν ξεκουραζόμαστε.

Ενυδάτωση

Ο οργανισμός μας χρειάζεται νερό για να επεξεργαστεί τις θερμίδες, ενώ όταν αθλούμαστε χρειάζεται περισσότερη ενυδάτωση. Ακόμα και σε περίπτωση ήπιας αφυδάτωσης, ο μεταβολισμός λειτουργεί με πιο αργό ρυθμό. Σε μια σχετική μελέτη διαπιστώθηκε ότι οι ενήλικες που έπιναν οκτώ ή περισσότερα ποτήρια νερό την ημέρα, έκαιγαν περισσότερες θερμίδες σε σύγκριση με εκείνους που έπιναν τέσσερα.

Γενικότερα, πρέπει να πίνουμε ένα ποτήρι νερό πριν από κάθε γεύμα και να διαλέγουμε σνακ που περιέχουν νερό, όπως φρέσκα φρούτα και λαχανικά. Επιπλέον, ο καφές –με μέτρο – και το πράσινο τσάι περιέχουν ουσίες που έχει αποδειχθεί ότι μπορούν να ενισχύσουν προσωρινά το μεταβολισμό.

Σε ό,τι αφορά τα ροφήματα ενέργειας (energy drinks), τα οποία πολλοί άνθρωποι πίνουν όταν γυμνάζονται, θα πρέπει να σημειώσουμε ότι τα αποτελέσματα είναι περίπλοκα. Κάποιες φορές βοηθούν το μεταβολισμό καθώς περιέχουν καφεΐνη και άλλες ουσίες που βοηθούν στην καύση λίπους. Έχει παρατηρηθεί όμως ότι μπορεί να προκαλέσουν και προβλήματα υπέρτασης, στρες και διαταραχή στον ύπνο. Για αυτόν το λόγο συνήθως δεν προτείνονται, ειδικά στην περίπτωση των παιδιών και των εφήβων.

Διατροφή

Τα συχνά γεύματα μέσα στην ημέρα μπορούν να βοηθήσουν στο χάσιμο βάρους. Αντιθέτως, όταν τρώμε μεγάλα γεύματα με πολλές ώρες μεταξύ αυτών, ο μεταβολισμός επιβραδύνει. Ένα μικρό γεύμα ή σνακ κάθε 3 με 4 ώρες κρατά το μεταβολισμό σε εγρήγορση για την καύση περισσότερων θερμίδων μέσα στην ημέρα.

Έχει διαπιστωθεί επίσης ότι τα πικάντικα τρόφιμα περιέχουν φυσικές ουσίες που μπορούν να επιταχύνουν προσωρινά το μεταβολισμό, ωστόσο δεν προτείνεται στα άτομα που για λόγους υγείας αποφεύγουν τις συγκεκριμένες τροφές.

Πολύ σημαντικό είναι να αποφεύγονται οι δίαιτες χαμηλής ημερησίας κατανάλωσης θερμίδων. Μπορεί μεν να βοηθούν στο χάσιμο περιττού σωματικού βάρους, χάνονται όμως έτσι σημαντικές θρεπτικές ουσίες ενώ μπορεί να συμβάλλουν και στη μείωση της μυϊκής μάζας.

Πρωτεΐνη

Το σώμα μας καίει περισσότερες θερμίδες κατά τη διαδικασία της πέψης των πρωτεϊνών σε σύγκριση με τους υδατάνθρακες και το λίπος. Στα πλαίσια μιας ισορροπημένης διατροφής η αντικατάσταση ορισμένων υδατανθράκων με τροφές πλούσιες σε πρωτεΐνες μπορεί να ενισχύσει το μεταβολισμό. Καλές πηγές πρωτεϊνών είναι το άπαχο βοδινό κρέας, η γαλοπούλα, το ψάρι, το κοτόπουλο, τα φασόλια, τα αυγά, κλπ.

Ας έχουμε λοιπόν υπ’ όψιν ότι ο μεταβολισμός μας μπορεί να ενεργοποιηθεί με μια ολοκληρωμένη διατροφή, σωστή ενυδάτωση και συχνή σωματική δραστηριότητα.


1528.jpg

Ο σακχαρώδης διαβήτης είναι μία χρόνια μεταβολική νόσος η οποία στις μέρες μας, κυρίως λόγω του δυτικού τρόπου ζωής, επηρεάζει μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού.

Ο διαβήτης παρουσιάζεται όταν ο οργανισμός αδυνατεί να παράγει μια ορμόνη που ονομάζεται ινσουλίνη, η οποία μεταξύ άλλων ρυθμίζει την ποσότητα σακχάρου που λαμβάνεται από τα τρόφιμα και κυκλοφορεί στο αίμα. Χαρακτηρίζεται από αύξηση της συγκέντρωσης του σακχάρου στο αίμα (υπεργλυκαιμία) και διαταραχή του μεταβολισμού της γλυκόζης, είτε ως αποτέλεσμα ελαττωμένης έκκρισης ινσουλίνης είτε λόγω ελάττωσης της ευαισθησίας των κυττάρων του σώματος στην ινσουλίνη.

Ο διαβήτης ποικίλει σε μορφή και σοβαρότητα, αλλά ανεξάρτητα από αυτό, όλοι οι τύποι διαβήτη μπορούν να θέσουν την υγεία μας σε κίνδυνο. Εάν μείνει για αρκετό χρονικό διάστημα αρρύθμιστος, μπορεί να προκαλέσει μια σειρά σοβαρών επιπλοκών όπως καρδιαγγειακή νόσο, χρόνια νεφρική ανεπάρκεια, βλάβες του αμφιβληστροειδούς, βλάβες των νεύρων, κ.ά.

Για την ρύθμιση της νόσου το άτομο χρειάζεται να παρακολουθεί σε τακτά χρονικά διαστήματα τα επίπεδα της γλυκόζης στο αίμα, να λάβει φαρμακευτική αγωγή ανάλογα με τον τύπο και το στάδιό του, αλλά και να ακολουθεί ένα πρόγραμμα διατροφής και σωματικής άσκησης.

Ειδικά στο κεφάλαιο της διατροφής είναι εξαιρετικά σημαντικό να δοθεί προσοχή, καθώς μπορούν να επηρεαστούν οι διακυμάνσεις της γλυκόζης. Φυσικά αυτό δεν σημαίνει ότι ο ασθενής θα στερηθεί όλες τις αγαπημένες του επιλογές, ωστόσο θα χρειαστεί να μάθει πώς να σχεδιάζει ένα υγιεινό και ισορροπημένο διατροφικό μενού ως ένα σημαντικό κομμάτι της θεραπείας, γεγονός που σημαίνει ότι θα πρέπει να γνωρίζει τι περιέχεται στο φαγητό.

Ποσότητα

Η ποσότητα τροφής που χρειάζεται καθημερινά ένας διαβητικός εξαρτάται από πολλούς παράγοντες. Ένας εξ αυτών είναι το βάρος του ατόμου σε σχέση με το ύψος του, ενώ ένας άλλος είναι το επίπεδο της σωματικής δραστηριότητάς του. Σε γενικές γραμμές, τα άτομα που ασκούνται πολύ ή που έχουν έντονη σωματική δραστηριότητα κατά την εργασία τους, καταναλώνουν περισσότερη ενέργεια και χρειάζονται περισσότερο φαγητό.

Συχνότητα

Επίσης, η συχνότητα των γευμάτων εξαρτάται από τον τύπο ινσουλίνης ή δισκίων που λαμβάνονται, το επίπεδο της δραστηριότητας και το πόσον καταβάλλονται προσπάθειας για το χάσιμο περιττού βάρους. Τα περισσότερα άτομα τρέφονται καλύτερα, αισθάνονται καλύτερα και έχουν περισσότερη ενέργεια όταν έχουν τακτικά γεύματα. Η κατανομή του φαγητού σε μικρότερα γεύματα σε ολόκληρη τη διάρκεια της ημέρας μπορεί να βοηθήσει στον έλεγχο του βάρους και στην πρόσληψη των βιταμινών και των χρήσιμων μεταλλικών στοιχείων.

Εάν εντός της ημέρας το άτομο έχει μόνο ένα μεγάλο γεύμα, ο οργανισμός του θα δυσκολεύεται στην εξισορρόπηση των σακχάρων στο αίμα. Επίσης, εάν λαμβάνει ινσουλίνη ή αντιδιαβητικά δισκία, μπορεί να εμφανιστούν προβλήματα χαμηλού σακχάρου στο αίμα εάν γίνει παράλειψη ή καθυστέρηση ενός γεύματος.

Σε γενικές γραμμές συνίσταται το γεύμα να γίνεται κάθε τέσσερις έως πέντε ώρες, συμπεριλαμβανομένων των ελαφρών γευμάτων (σνακ). Ένας διατροφολόγος μπορεί να δώσει συμβουλές σχετικά με τον καλύτερο χρονικό προγραμματισμό των γευμάτων.

Photo credit: Freepik


Diabetes-Sugar.png

Ο σακχαρώδης διαβήτης είναι μια χρόνια μεταβολική νόσος, η οποία χαρακτηρίζεται ως «ύπουλη» διότι εξελίσσεται χωρίς να εκδηλώνονται συμπτώματα, τουλάχιστον στα αρχικά στάδια.

Χαρακτηρίζεται από υψηλές τιμές γλυκόζης στο αίμα, το απλό σάκχαρο δηλαδή που δίνει ενέργεια στα κύτταρα του ανθρώπινου οργανισμού, και αναπτύσσεται όταν ο οργανισμός δεν παράγει ή δεν χρησιμοποιεί αποτελεσματικά μια ορμόνη που ονομάζεται ινσουλίνη, η οποία βοηθά στην απομάκρυνση του πλεονάσματος γλυκόζης από το αίμα.

Όσο η νόσος περνά απαρατήρητη, τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα αυξάνονται και παραμένουν υψηλότερα από τις φυσιολογικές τιμές. Χωρίς κατάλληλη θεραπεία μπορεί να προκαλέσει σοβαρές επιπλοκές, όπως υπέρταση, που μπορεί να οδηγήσει σε αθηροσκλήρυνση και έμφραγμα, καθώς και σε διαβητική νευροπάθεια η οποία αποτελεί την 1η αιτία ακρωτηριασμού κάτω άκρου.

Είναι λοιπόν πολύ σημαντικό να ανιχνεύεται νωρίς και να αντιμετωπίζεται αποτελεσματικά και ο καλύτερος τρόπος για να γίνει αυτό είναι ο τακτικός προληπτικός έλεγχος.

Πρόσφατα μια διεθνής επιστημονική εταιρεία που μελετά τον διαβήτη και τις επιπλοκές του (United States Preventative Services Task Force) εξέδωσε νεότερες οδηγίες για το πως πρέπει να γίνεται ο προληπτικός έλεγχος του διαβήτη.

Σύμφωνα με αυτές θα πρέπει να γίνεται έλεγχος για όλες τις διαταραχές του μεταβολισμού της γλυκόζης πριν την εκδήλωση της νόσου. Οι διαταραχές αυτές περιλαμβάνουν την αυξημένη τιμή γλυκόζης νηστείας (100 mg/dl-125 mg/dl) και την αυξημένη τιμή γλυκόζης 2 ώρες μετά τη λήψη 75 γραμμαρίων γλυκόζης (140 mg/dl-199 mg/dl), κατά τη διάρκεια εξέτασης ανοχής στη γλυκόζη.

Στις δύο αυτές περιπτώσεις μιλάμε για προδιαβήτη, μια μεταβολική διαταραχή κατά την οποία οι τιμές γλυκόζης στο αίμα βρίσκονται πάνω από το φυσιολογικό, αλλά όχι σε επίπεδα που να τίθεται η διάγνωση του σακχαρώδη διαβήτη.

Όσοι εμφανίζουν αυτές τις διαταραχές, διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο να αναπτύξουν τη νόσο. Υπολογίζεται ότι το 30% των ατόμων αυτών εάν δεν αλλάξει τρόπο ζωής, θα αναπτύξει διαβήτη τα επόμενα 5 χρόνια. Κίνδυνος όμως υπάρχει και για την ανάπτυξη των επιπλοκών του, καθώς αυτές αναπτύσσονται ήδη από το στάδιο του προδιαβήτη.

Τιμές μεγαλύτερες από αυτές που αναφέρονται παραπάνω, δηλαδή γλυκόζη νηστείας μεγαλύτερη από 126 mg/dl και τιμή γλυκόζης 2 ώρες μετά τη λήψη 75 γραμμαρίων γλυκόζης μεγαλύτερη από 200 mg/dl, αποτελούν διάγνωση διαβήτη.

Είναι λοιπόν σημαντικό να ελέγχονται όσοι είναι υπέρβαροι και έχουν ηλικία μεγαλύτερη των 40 ετών έως την ηλικία των 70, όσοι έχουν υπέρταση και όσοι έχουν οικογενειακό ιστορικό διαβήτη.

Οι φυσιολογικές τιμές για την γλυκόζη νηστείας είναι οι τιμές μικρότερες από 100 mg/dl, για την γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη μικρότερες από 5,7% και για το τεστ ανοχής στη γλυκόζη μικρότερες από 140 mg/dl, 2 ώρες μετά τη λήψη των 75 γραμμαρίων γλυκόζης. Εφόσον ο τριπλός αυτός έλεγχος είναι φυσιολογικός, θα πρέπει να επαναλαμβάνεται κάθε 3 χρόνια.


Nature.png

11 Ιανουαρίου, 2018 Angelos KlitsasΥπέρταση0

Η επαφή με τη φύση είναι γνωστό πως έχει “θεραπευτικές” ιδιότητες. Οι περισσότεροι από εμάς άλλωστε νιώθουμε όλες εκείνες τις μικρές αλλαγές στη διάθεσή μας κάθε φορά που περνάμε μία μέρα ή ίσως και κάποιες ώρες σε ένα ωραίο, πράσινο περιβάλλον, μακριά από το διαμέρισμά μας ή το γραφείο.

Αυτό όμως που δεν γνωρίζαμε μέχρι σήμερα είναι ότι ακόμη μία μικρή βόλτα, μισής ώρας, κάθε εβδομάδα σε ένα πάρκο μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο για υψηλή αρτηριακή πίεση, αλλά κακή ψυχική υγεία.

Πιο συγκεκριμένα, μία νέα έρευνα η οποία εκπονήθηκε από το Πανεπιστήμιο του Queensland (UQ) και το ARC Centre of Excellence for Environmental Decisions (CEED) ήρθε να πάει ένα βήμα παρακάτω τα ευρήματα προηγούμενων μελετών, οι οποίες είχαν ανακαλύψει τη διασύνδεση μεταξύ της μακροζωίας και του να ζει κάποιος κοντά σε χώρους πρασίνου. Κι αυτό διότι από τις μελέτες εκείνες δεν είχε προκύψει κάποιο συμπέρασμα σχετικά με το κάθε πότε είναι ωφέλιμο να επισκέπτεται κάποιος τη φύση, προκειμένου να έχει βελτίωση της υγείας του.

Σύμφωνα όμως με τη νέα μελέτη, η οποία δημοσιεύεται στο περιοδικό Journal Nature Scientific Reports, φαίνεται ότι τα άτομα που επισκέπτονται χώρους πρασίνου για 30 λεπτά ή περισσότερο κάθε εβδομάδα τείνουν να έχουν χαμηλότερα ποσοστά κατάθλιψης και υψηλής αρτηριακής πίεσης. Μάλιστα η μείωση της συχνότητας αυτών των δύο ασθενειών για τους επισκέπτες των πάρκων ήταν κατά 7% και 9% πιο χαμηλή για την κατάθλιψη και την πίεση, αντίστοιχα.

“Γνωρίζαμε για πολύ καιρό ότι η επίσκεψη σε πάρκα είναι επωφελής για την υγεία μας, αλλά τώρα ξεκινάμε να χτίζουμε τις γνώσεις μας γύρω από το πόση ακριβώς ώρα χρειαζόμαστε να περάσουμε σε πάρκο, προκειμένου να αποκομίσουμε τα θετικά αυτά αποτελέσματα” εξηγεί ο Αναπληρωτής Καθηγητής και ερευνητής για το UQ CEED, Richard Fuller. Σύμφωνα με τον ίδιο, μέχρι στιγμής “έχουμε συγκεκριμένες ενδείξεις ότι χρειαζόμαστε τακτικές επισκέψεις, τουλάχιστον μισής ώρας, ώστε να διασφαλίσουμε πως θα μειώσουμε τον κίνδυνο για υψηλή πίεση και κατάθλιψη”.

Στο πλαίσιο της μελέτης, σημειώνεται, οι ερευνητές ανέλυσαν δεδομένα από περίπου 1.538 κατοίκους του Μπρίσμπεϊν, στην Αυστραλία. Κάθε κάτοικος ρωτήθηκε σχετικά με 4 θέματα σχετικά με την υγεία του. Αυτά τα ζητήματα αφορούσαν την ύπαρξη μέτριας ή σοβαρής κατάθλιψης, αν βρίσκονταν υπό θεραπεία για υπέρταση, τις αντιλήψεις τους σχετικά με την κοινωνική συνοχή, και τον αριθμό των ημερών κατά τη διάρκεια των οποίων είχαν φυσική δραστηριότητα για πάνω από 30 λεπτά (κατά την εβδομάδα της έρευνας).

Μέσα από αυτή τη διαδικασία, οι ερευνητές ανακάλυψαν ότι τα άτομα που πραγματοποιούσαν μεγαλύτερους περιπάτους σε χώρους πρασίνου είχαν χαμηλότερα ποσοστά κατάθλιψης και πίεσης, ενώ αυτοί που έκαναν πιο συχνά βόλτες είχαν μεγαλύτερα ποσοστά κοινωνικής ενσωμάτωσης. Παρατηρήθηκε επίσης ότι εκτός από την κατάθλιψη και την υπέρταση, οι τακτικές επισκέψεις σε χώρους πρασίνου, όπως είναι τα πάρκα, μπορεί επίσης να σχετίζεται και με την πρόληψη των καρδιακών παθήσεων, του άγχους και του στρες.

Πηγή: kalikardia.gr
Photo credit: Freepik.com


pexels-photo-104986.jpeg

10 Ιανουαρίου, 2018 Angelos KlitsasΔιαβήτης0

Ο σακχαρώδης διαβήτης είναι μια χρόνια διαταραχή του μεταβολισμού που χαρακτηρίζεται από αύξηση του σακχάρου (γλυκόζης) στο αίμα, δηλαδή υπεργλυκαιμία, και οφείλεται σε απόλυτη ή σχετική έλλειψη ινσουλίνης ή και μειονεκτική δράση της.

Η αντιμετώπιση της νόσου βασίζεται στον τρόπο ζωής του ατόμου και κυρίως στις διατροφικές συνήθειές του. Γενικότερα τα άτομα με σακχαρώδη διαβήτη είναι χρήσιμο να τρέφονται υγιεινά, να έχουν φυσιολογικό βάρος και να διατηρούν σε φυσιολογικά επίπεδα το σάκχαρο, τα λιπίδια αίματος και την αρτηριακή πίεση. Η σωστή επιλογή των τροφών σε συνδυασμό με τη συχνή σωματική δραστηριότητα βοηθούν στην επίτευξη των στόχων του ατόμου.

Υπάρχουν δέκα συγκεκριμένες τροφές, οι οποίες είναι σημαντικό να περιλαμβάνονται στο διαιτολόγιο ενός ατόμου με διαβήτη:

– Όσπρια
– Σκούρα πράσινα φυλλώδη λαχανικά (σπανάκι, μαρούλι, ραδίκι, μαϊντανός, άνιθος)
– Εσπεριδοειδή φρούτα (πορτοκάλι, λεμόνι, μανταρίνι, νεράντζι,)
– Γλυκοπατάτα
– Μούρα (βατόμουρα, φράουλες, μύρτιλα, γκότζι)
– Ντομάτα
– Ψάρια πλούσια σε ω-3 λιπαρά οξέα (σολομός, σκουμπρί, σαρδέλα, ρέγγα, κολιός κ.ά.)
– Δημητριακά ολικής αλέσεως (νιφάδες βρώμης, πλιγούρι βρώμης, καστανό ρύζι, ψωμί ολικής αλέσεως)
– Ανάλατοι ξηροί καρποί (καρύδια και αμύγδαλα) και λιναρόσπορος
– Άπαχο γάλα και γιαούρτι (ιδιαίτερα εμπλουτισμένα σε βιταμίνη D).

Οι τροφές αυτές είναι απαραίτητες για τη διαχείριση του διαβήτη καθώς έχουν χαμηλό γλυκαιμικό δείκτη, δηλαδή οι υδατάνθρακες που περιέχουν απορροφούνται αργά στην κυκλοφορία του αίματος, βοηθώντας στην καλύτερη ρύθμιση του σακχάρου. Είναι επίσης πλούσιες σε φυτικές ίνες, αντιοξειδωτικά, ασβέστιο, κάλιο, μαγνήσιο, βιταμίνη Α, C και Ε προάγοντας την υγεία του ατόμου.

Παρόλα τα ευεργετικά αποτελέσματά τους και τα συστατικά που περιέχουν συνιστάται να καταναλώνονται με μέτρο.


pexels-photo-534285.jpeg

10 Ιανουαρίου, 2018 Angelos KlitsasΠαχυσαρκία0

Όλοι γνωρίζουμε ότι το ανθυγιεινό φαγητό κάνει κακό στο πεπτικό σύστημα, αλλά τώρα μια νέα μελέτη έρχεται να δείξει ότι το στρες μπορεί να είναι εξίσου κακό, σύμφωνα με στοιχεία που δημοσιεύονται στο επιστημονικό έντυπο Scientific Reports.

Επιστημονική ομάδα του Πανεπιστημίου Brigham Young στις ΗΠΑ, με επικεφαλής την Δρ Λάουρα Μπριτζγουότερ, διαπίστωσε ότι όταν θηλυκά ποντίκια εκτέθηκαν σε στρες το μικροβίωμα του εντέρου τους, δηλαδή οι μικροοργανισμοί που είναι ζωτικοί για την πεπτική και μεταβολική υγεία, άλλαξαν και έδιναν την εικόνα τρωκτικών που έκαναν διατροφή πλούσια σε λιπαρά.

«Το στρες μπορεί να είναι επιβλαβές με πολλούς τρόπους, αλλά η συγκεκριμένη μελέτη είναι καινοτόμος ως προς το ότι συνδέει το στρες με συγκεκριμένες αλλαγές στο εντερικό μικροβίωμα. Μερικές φορές θεωρούμε το στρες ως κατ’ εξοχήν ψυχολογικό φαινόμενο αλλά προκαλεί διακριτές σωματικές αλλαγές», σχολιάζει η Δρ Μπριτζγουότερ.

Η ερευνήτρια και οι συνεργάτες της στο Πανεπιστήμιο Shanghai Jiao Tong της Κίνας μελέτησαν μια μεγάλη ομάδα ποντικιών ηλικίας οκτώ εβδομάδων, όπου τα μισά αρσενικά και τα μισά θηλυκά είχαν κάνει διατροφή με πολλά λιπαρά. Μετά από 16 εβδομάδες, όλα τα πειραματόζωα εκτέθηκαν σε ήπιο στρες για 18 ημέρες.

Στην συνέχεια οι επιστήμονες εξήγαγαν μικροβιακό DNA από τα κόπρανα των τρωκτικών, πριν και μετά την έκθεση στο στρες για να δουν πως επηρεαζόταν το εντερικό μικροβίωμα. Επίσης, μέτρησαν την αγωνία που βίωναν τα ποντίκια βάσει του πόσο και που «ταξίδευαν» σε μια ανοιχτή περιοχή.

Οι ειδικοί παρατήρησαν σημαντικές διαφορές μεταξύ των δύο φύλων: τα αρσενικά ποντίκια που είχαν κάνει διατροφή με πολλά λιπαρά εμφάνισαν περισσότερη αγωνία από τα θηλυκά που είχαν κάνει την ίδια διατροφή, ενώ τα αρσενικά που είχαν καταναλώσει πολλά λιπαρά εμφάνιζαν μειωμένη δραστηριότητα εις ανταπόκριση στο στρες.

Όμως, μόνο στα θηλυκά ποντίκια το στρες προκάλεσε αλλαγή στη σύσταση του εντερικού μικροβιώματος ώστε να μοιάζει με αυτό των πειραματόζωων που είχαν κάνει διατροφή με πολλά λιπαρά.

Αν και η μελέτη έγινε σε πειραματόζωα, οι ερευνητές έχουν κάθε λόγο να πιστεύουν ότι τα αποτελέσματα αφορούν και τους ανθρώπους.

«Οι γυναίκες τείνουν να έχουν υψηλότερα επίπεδα αγωνίας και κατάθλιψης, τα οποία σχετίζονται με το στρες. Η μελέτη δείχνει ότι μια πιθανή αιτία της διαφοράς μεταξύ των δύο φύλων μπορεί να είναι η διαφορά στον τρόπο αντίδρασης του εντερικού μικροβιώματος αρσενικών και θηλυκών ποντικιών», εξηγεί η Δρ Μπριτζγουότερ.

Πηγή: health.in.gr


2754.jpg

Ο σακχαρώδης διαβήτης είναι μια χρόνια μεταβολική νόσος, όπου το σώμα δεν είναι σε θέση να χρησιμοποιήσει αποτελεσματικά τη γλυκόζη που λαμβάνουμε από τα τρόφιμα για τη μετατροπή της σε ενέργεια. Χαρακτηρίζεται από αύξηση της συγκέντρωσης του σακχάρου στο αίμα και διαταραχή του μεταβολισμού της γλυκόζης, είτε ως αποτέλεσμα ελαττωμένης έκκρισης της ινσουλίνης από το πάγκρεας, είτε λόγω ελάττωσης της ευαισθησίας των κυττάρων του σώματος στην ινσουλίνη.

Ο διαβήτης είναι μια νόσος η οποία δεν επηρεάζει τον οργανισμό μόνο σε σχέση με την απορύθμιση των επιπέδων του σακχάρου, αλλά συνοδεύεται και από μια αυξημένη προδιάθεση ανάπτυξης λοιμώξεων.

Η επιρρέπεια αυτή αποδίδεται σε δύο βασικούς παράγοντες: Πρώτον, στη δυσαρμονία που προκαλεί η νόσος στη λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος και δεύτερον στην αγγειοπάθεια και στη νευροπάθεια του διαβήτη που δημιουργούν εστίες εισόδου μικροβίων στον οργανισμό.

Ο ασθενής με διαβήτη είναι επιρρεπής σε μολύνσεις οι οποίες μερικές φορές δεν έχουν τη θορυβώδη κλινική συμπτωματολογία που παρατηρείται σε μη διαβητικά άτομα. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να αναζητεί καθυστερημένα ιατρική βοήθεια, με σοβαρές συνέπειες για την υγεία του. Έτσι στον διαβητικό επιβάλλεται η πρώιμη ιατρική αξιολόγηση, ανεξαρτήτως είδους και εντάσεως συμπτωμάτων.

Είδη λοιμώξεων

Τρία είναι τα είδη λοιμώξεων τα οποία εκδηλώνονται πιο συχνά στους διαβητικούς: οι λοιμώξεις δέρματος και μαλακών μορίων, οι ουρολοιμώξεις και οι συστηματικές λοιμώξεις.

Οι λοιμώξεις δέρματος και μαλακών μορίων εκδηλώνονται κυρίως στα πόδια και σημείο εισόδου των μικροβίων είναι τα βακτήρια της φυσιολογικής χλωρίδας του δέρματος.

Πολλοί διαβητικοί εμφανίζουν το λεγόμενο «διαβητικό πόδι» δηλαδή δυσμορφία που προκαλείται από την διαταραχή της αγγείωσης και της νεύρωσης λόγω του διαβήτη. Σε πολλές περιπτώσεις τα νύχια πορεύονται λοξά προκαλώντας μη ορατή ρήξη της συνέχειας του δέρματος, ενώ σε πιο βαριές περιπτώσεις δημιουργούνται έλκη. Οι βλάβες αυτές αποτελούν πύλη εισόδου μικροοργανισμών προκαλώντας κυτταρίτιδα.

Οι ουρολοιμώξεις είναι ιδιαίτερα συχνές στις γυναίκες και εκδηλώνονται με έντονη δυσουρία και έπειξη για ούρηση, ενώ μερικές φορές μπορεί να υπάρχει και πυρετός. Αρκετές γυναίκες έχουν θετική καλλιέργεια ούρων για μικρόβια χωρίς να εκδηλώνουν κάποια συμπτώματα. Η κατάσταση αυτή ονομάζεται «ασυμπτωματική βακτηριουρία» και δεν απαιτεί κάποια θεραπεία. Επίσης στις γυναίκες εκδηλώνονται συχνά μυκητιάσεις του κόλπου, οι οποίες γίνονται αντιληπτές από τον έντονο κνησμό ή από την έκκριση στο εσώρουχο.

Πολλοί ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη έχουν και άλλα χρόνια νοσήματα όπως η χρόνια καρδιακή ανεπάρκεια, η χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια και η χρόνια νεφρική ανεπάρκεια. Τα νοσήματα αυτά σε συνδυασμό με τη διαταραχή του ανοσιακού συστήματος που προκαλεί ο διαβήτης αυξάνουν σημαντικά τον κίνδυνο για συστηματικές λοιμώξεις όπως η πνευμονία. Αυτή εκδηλώνεται συνήθως τους χειμερινούς μήνες με πυρετό, βήχα, έντονη απόγχρεμψη με πυώδη πτύελα και μερικές φορές δύσπνοια.

Πρόληψη

Σε κάθε περίπτωση λοίμωξης ο ασθενής πρέπει να επισκέπτεται άμεσα τον γιατρό του, διότι όλες αυτές οι λοιμώξεις είναι δυσίατες και μπορούν ταχύτατα να θέσουν ακόμα και τη ζωή του σε κίνδυνο.

Όσες από αυτές είναι επικίνδυνες έχουν ως χαρακτηριστικό ότι οι τιμές του τριχοειδικού σακχάρου αυξάνονται πολύ περισσότερο από το σύνηθες και ότι απαιτούν μεγαλύτερη δόση ινσουλίνης για να ρυθμιστούν.

Ο ασθενής πρέπει να λάβει όλα τα μέτρα που θα βοηθήσουν τον οργανισμό να διατηρείται σε άριστη φυσική κατάσταση και άριστη άμυνα για να εξουδετερώσει τους λοιμογόνους παράγοντες χωρίς κατάλοιπα.

Καθοριστικά σημεία πρόληψης όλων των λοιμώξεων είναι η σωστή γλυκαιμική ρύθμιση, αφού μειώνεται η επιρρέπεια του οργανισμού σε λοιμώξεις, η περιποίηση της υγιεινής των ποδιών με την τακτική κοπή των νυχιών με τρόπο που να μην παραμένουν αιχμηρά άκρα, τα οποία τραυματίζουν το δέρμα, καθώς και ο εμβολιασμός για τον πνευμονιόκοκκο και για την εποχική γρίπη σε ασθενείς ηλικίας μεγαλύτερης των 65 ετών.

Είναι απαραίτητο σε αυτή την κατεύθυνση ο ασθενής να φροντίζει τον εαυτό του με διατροφή πλούσια σε φυτικές ίνες, όσπρια, λαχανικά και γαλακτοκομικά προϊόντα χαμηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά. Θα πρέπει επίσης να αποφύγει την κατάχρηση κρέατος, να διακόψει το κάπνισμα και ενταχθεί σε προγράμματα άσκησης, τα οποία δεν είναι απαραίτητο να είναι οργανωμένα, αλλά να περιλαμβάνουν συστηματικό γρήγορο περπάτημα.

Η διατήρηση του φυσιολογικού βάρους, ο επαρκής ύπνος και η αποφυγή ψυχολογικών επιβαρύνσεων βοηθούν επίσης σε αυτή την κατεύθυνση.

Τέλος, οι κανόνες που ισχύουν σε όλους για την προστασία από λοιμώξεις, έχουν εφαρμογή και στην περίπτωση των διαβητικών. Οι κλειστοί χώροι πρέπει να αερίζονται επαρκώς και τα χέρια να πλένονται συχνά.

Photo credit: Freepik


2242-1024x536.png

17 Νοεμβρίου, 2017 Angelos KlitsasΛοιμώξεις0

Ο όρος «αντίσταση στα αντιβιοτικά» παραπέμπει στην ικανότητα των διαφόρων μικροοργανισμών (βακτηρίδια, ιοί, παράσιτα, μύκητες) να πολλαπλασιάζονται όταν έχουν εγκατασταθεί μέσα στον οργανισμό, παρά την παρουσία ενός αντιβιοτικού φαρμάκου το οποίο κανονικά θα τα σκότωνε ή θα τα περιόριζε.

Πρόκειται για ένα ζήτημα το οποίο τα τελευταία χρόνια έχει λάβει σημαντικές διαστάσεις, αφού η εξάλειψη των λοιμώξεων από το σώμα καθίσταται δυσκολότερη, ενώ παράλληλα υφίστανται και περισσότερη οικονομική επιβάρυνση τα Συστήματα Υγείας.

Η αιτία για την οποία συμβαίνει αυτό το φαινόμενο είναι ότι τα μικρόβια, καθώς εξελίσσονται, προσαρμόζονται προς το περιβάλλον τους. Αν κάτι τα εμποδίζει να αυξηθούν και να εξαπλωθούν –όπως είναι ένα αντιβιοτικό– τότε αναπτύσσονται νέοι μηχανισμοί μέσω γονιδιακών αλλαγών, οι οποίοι είναι ικανοί να αντιστέκονται στην δράση των αντιβιοτικών. Μέσω αυτής της αλλαγής της δομής των γονιδίων του μικροβίου, εξασφαλίζεται ότι και οι απόγονοι του ανθεκτικού μικροβίου θα είναι και αυτοί ανθεκτικοί.

Η διασπορά στελεχών ανθεκτικών στα περισσότερα αντιβιοτικά ευθύνεται για την πρόκληση σοβαρών λοιμώξεων, ιδίως σε βαρέως πάσχοντες ασθενείς με αποτέλεσμα την παράταση της νοσηλείας τους, την αύξηση της θνητότητας και την αύξηση του κόστους νοσηλείας για τα ιδρύματα.

Η Ελλάδα συγκαταλέγεται στις ευρωπαϊκές χώρες με τα υψηλότερα επίπεδα μικροβιακής αντοχής.

Ευθύνη όλων

Η ευαισθητοποίηση του κοινού είναι απαραίτητη ώστε να περιοριστεί η υπερκατανάλωση των αντιβιοτικών με απώτερο στόχο τον περιορισμό της μικροβιακής αντοχής.

Είναι σημαντικό να γνωρίζουμε ότι τα αντιβιοτικά είναι χημικές ουσίες που χορηγούνται για την αντιμετώπιση βακτηριακών και όχι ιογενών λοιμώξεων που προσβάλλουν τον ανθρώπινο οργανισμό. Για παράδειγμα, δεν είναι αποτελεσματικά στο κοινό κρυολόγημα, στη γρίπη, στη βρογχίτιδα και στην πλειονότητα των ωτιτίδων.

Η ξεκούραση, η καλή διατροφή και τα πολλά υγρά είναι μέτρα που μπορούν να ενισχύσουν το ανοσοποιητικό μας σύστημα. Συνίσταται επίσης να αποφεύγεται η προμήθεια ή η φύλαξη των αντιβιοτικών για μελλοντική χρήση, ενώ –τέλος– η υγιεινή των χεριών και ο προληπτικός εμβολιασμός είναι οι πλέον ενδεδειγμένοι και αποτελεσματικοί τρόποι πρόληψης της νόσησης και της διασποράς λοιμώξεων.

Photo credit: Freepik


Diabetes-letters.jpg

6 Νοεμβρίου, 2017 Angelos KlitsasΔιαβήτης0

Ο σακχαρώδης διαβήτης είναι ένα χρόνιο μεταβολικό νόσημα το οποίο χαρακτηρίζεται από υψηλές τιμές γλυκόζης στο αίμα —το απλό σάκχαρο που δίνει ενέργεια στα κύτταρα του ανθρώπινου οργανισμού. Αναπτύσσεται όταν ο οργανισμός δεν παράγει ή δεν χρησιμοποιεί αποτελεσματικά μια ορμόνη που ονομάζεται ινσουλίνη, η οποία βοηθά στην απομάκρυνση του πλεονάσματος γλυκόζης από το αίμα.

Η υπογλυκαιμία είναι ένα από τα προβλήματα που μπορεί να αντιμετωπίζει στην καθημερινότητά του το άτομο με σακχαρώδη διαβήτη. Συμβαίνει όταν τα επίπεδα του σακχάρου στο αίμα μειώνονται κάτω από τα φυσιολογικά επίπεδα (συνήθως κάτω από 70 mg/dl) και εμφανίζεται σε άτομα που λαμβάνουν θεραπεία με ινσουλίνη ή αντιδιαβητικά φάρμακα.

Οι περιπτώσεις στις οποίες η υπογλυκαιμία εμφανίζεται συχνότερα, είναι όταν:

– Το άτομο παραλείψει ή καθυστερήσει κάποιο από τα γεύματα της ημέρας ή η ποσότητα του φαγητού του είναι λιγότερη από το συνηθισμένο.
– Καταναλώσει αλκοόλ, ακόμη και σε μέτρια ποσότητα.
– Κάνει έντονη άσκηση, χωρίς να ελαττώσει τη δόση της ινσουλίνης ή να αυξήσει την ποσότητα του φαγητού.
– Για οποιονδήποτε λόγο κάνει περισσότερη ινσουλίνη απ’ ό,τι χρειάζεται ή παίρνει μεγαλύτερη δόση αντιδιαβητικών δισκίων.

Συμπτώματα

Στα πιο κοινά συμπτώματα της υπογλυκαιμίας, τα οποία μπορεί να ποικίλουν από άτομο σε άτομο, περιλαμβάνονται η πείνα, εφίδρωση, πονοκέφαλος, ζάλη, θολή όραση, τρέμουλο, ναυτία, ταχυκαρδία, υπνηλία, έλλειψη συγκέντρωσης, νευρικότητα, συμπεριφορά μεθυσμένου, αδυναμία και ξαφνική κούραση.

Ορισμένα άτομα με σακχαρώδη διαβήτη αισθάνονται κάποια από τα συμπτώματα της υπογλυκαιμίας, όταν το σάκχαρό τους είναι σε υψηλότερα επίπεδα από τα 70 mg/dl. Συνήθως έχουν υψηλές τιμές σακχάρου για μεγάλα χρονικά διαστήματα και αρχίζουν να νιώθουν άσχημα όταν το σάκχαρό τους είναι κοντά στα 100 mg/dl. Η καλύτερη ρύθμιση του σακχάρου θα βοηθήσει τα άτομα αυτά να νιώθουν τα συμπτώματα της υπογλυκαιμίας σε χαμηλότερες τιμές σακχάρου.

Ανεπίγνωστη υπογλυκαιμία

Ανεπίγνωστη υπογλυκαιμία είναι η κατάσταση εκείνη κατά την οποία ένα άτομο έχει χαμηλό σάκχαρο, αλλά δεν το αντιλαμβάνεται. Από τη στιγμή που η υπογλυκαιμία δεν γίνεται αντιληπτή, δεν γίνεται προσπάθεια για να διορθωθεί, η κατάσταση εξελίσσεται και επιδεινώνεται και είναι πολύ πιθανό να καταλήξει σε κώμα.

Αυτού του είδους η υπογλυκαιμία συμβαίνει συνήθως σε ινσουλινοθεραπευόμενα άτομα που έχουν αυστηρούς στόχους. Επίσης, η ανεπίγνωστη υπογλυκαιμία συμβαίνει συχνότερα σε άτομα με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 1 που έχουν τη νόσο αρκετό καιρό και εκδηλώνουν συχνά υπογλυκαιμίες.

Το άτομο θα πρέπει να συμβουλευτεί τον γιατρό του όταν δεν καταλαβαίνει τις υπογλυκαιμίες ή με την πάροδο του χρόνου γίνονται λιγότερο αντιληπτές και σε χαμηλότερες τιμές σακχάρου στο αίμα.

Νυχτερινή υπογλυκαιμία

Η νυχτερινή υπογλυκαιμία συμβαίνει κατά τη διάρκεια του ύπνου και συχνά δεν γίνεται αντιληπτή. Το άτομο στην περίπτωση αυτή μπορεί να ξυπνήσει με έντονο πονοκέφαλο και ιδρώτα, ενώ ο ύπνος του μπορεί να ήταν ανήσυχος και με εφιάλτες. Το επόμενο πρωί μάλιστα μπορεί να δει πολύ υψηλό σάκχαρο ως αποτέλεσμα της νυχτερινής υπογλυκαιμίας.

Πρόληψη

Ο καλύτερος τρόπος πρόληψης των υπογλυκαιμιών είναι ο συχνός έλεγχος των επιπέδων σακχάρου, αλλά και η σωστή προετοιμασία για την αντιμετώπισή τους. Ο συχνός έλεγχος του σακχάρου είναι απαραίτητος ιδιαίτερα σε άτομα που έχουν χάσει βάρος ή είναι σε σχήματα εντατικής ινσουλινοθεραπείας και έχουν αυστηρούς στόχους ρύθμισης ή ασκούνται έντονα και τακτικά.

Επίσης, σημαντικό είναι το άτομο να ακολουθεί ένα σταθερό πρόγραμμα διατροφής και άσκησης και να προσαρμόζει κατάλληλα τη διατροφή και τη δόση της ινσουλίνης ή των δισκίων τις ημέρες που προβλέπεται έντονη σωματική κόπωση, σε συνεννόηση πάντα με τον γιατρό.

Photo credit: PracticalCures via Foter.com / CC BY




ΕΝΗΜΕΡΩΜΕΝΟΣ ΑΣΘΕΝΗΣ ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΥΓΕΙΑ





ΕΝΗΜΕΡΩΜΕΝΟΣ ΑΣΘΕΝΗΣ, ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΥΓΕΙΑ





ΑΦΗΣΤΕ ΜΑΣ ΤΗΝ ΓΝΩΜΗ ΣΑΣ




Κλείτσας Άγγελος Παθολόγος Καλαμαριά - Σήμα αναγνώρισης ασθενών από Doctoranytime



Copyright by Yourdoc.gr 2025. All rights reserved.



Web design by Siteworks



Copyright by Yourdoc.gr 2025. All rights reserved. Web design by Siteworks