Blog

OE7LZ00.jpg

3 Νοεμβρίου, 2017 Angelos KlitsasΔιαβήτης0

Η τακτική κατανάλωση σακχαρωδών αναψυκτικών όχι μόνο συντελούν σε αύξηση του σωματικού βάρους αλλά προάγουν την εκδήλωση διαβήτη τύπου 2 και μεταβολικού συνδρόμου, ένας συνδυασμός παθήσεων που αυξάνουν τον κίνδυνο καρδιακής νόσου. Στο συμπέρασμα αυτό κατέληξε νέα ανασκόπηση στοιχείων που δημοσιεύεται στο επιστημονικό έντυπο Journal of the Endocrine Society.

Με τον όρο μεταβολικό σύνδρομο οι επιστήμονες περιγράφουν την συνύπαρξη τριών ή περισσότερων εκ των ακολούθων παραγόντων κινδύνου: κοιλιακή παχυσαρκία, υψηλά επίπεδα τριγλυκεριδίων, μειώμενη HDL (καλή) χοληστερόλη, αυξημένα επίπεδα σακχάρου στο αίμα και υψηλότερα του φυσιολογικού επίπεδα γλυκόζης νηστείας (αλλά όχι επαρκώς υψηλά για την διάγνωση διαβήτη).

«Κάποιες μελέτες έχουν δείξει ότι η κατανάλωση μόλις δύο μερίδων αναψυκτικών με ζάχαρη την εβδομάδα σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο μεταβολικού συνδρόμου, διαβήτη, καρδιακής νόσου και εγκεφαλικού επεισοδίου», εξηγεί ο συγγραφέας της ανασκοπησης Φααντιελ Εσσοπ, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Stellenbosch της Νότιας Αφρικής.

Και προσθέτει ότι «άλλες έχουν διαπιστώσει ότι η κατανάλωση ενός μόνο αναψυκτικού με ζάχαρη την ημέρα σχετίζεται με αυξημένη αρτηριακή πίεση, ενώ ακόμα πιο ανησυχητικό είναι ότι άλλες μελέτες έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι τα σακχαρώδη ροφήματα αυξάνουν την αρτηριακή πίεση στους εφήβους».

Στο πλαίσιο της ανασκόπησης οι ερευνητές αξιολόγησαν στοιχεία από 36 μελέτες που είχαν εστιάσει στην επίδραση των σακχαρωδών αναψυκτικών στην καρδιακή και μεταβολική υγεία και οι οποίες είχαν γίνει την προηγούμενη δεκαετία.

Αν και τα αποτελέσματα των μελετών διέφεραν αρκετά μεταξύ του, οι περισσότερες αναδείκνυαν τη σχέση μεταξύ ποτών με ζάχαρη και εκδήλωσης μεταβολικού συνδρόμου.

Δεν είναι ξεκάθαρο πως τα σακχαρώδη αναψυκτικά αυξάνουν την πιθανότητα μεταβολικού συνδρόμου αλλά ο Δρ Εσσοπ εικάζει ότι η αυξημένη κατανάλωσή τους σχετίζεται σαφώς με αυξημένη περίμετρο της μέσης, παράγοντας μεταβολικού συνδρόμου, και αύξηση του σωματικού βάρους. Επίσης, τα αναψυκτικά έχουν σχετιστεί με μειωμένη ευαισθησία στην ινσουλίνη (άλλος ένας παράγοντας κινδύνου διαβήτη), φλεγμονή, μη φυσιολογικά επίπεδα χοληστερόλης και υπέρταση.

«Όσοι πίνουν αναψυκτικά με ζάχαρη δεν αισθάνονται κορεσμό όπως τα άτομα που τρώνε στέρεες τροφές, αν και μπορεί ουσιαστικά να έχουν πάρει τις ίδιες θερμίδες και αυτή η έλλειψη πληρότητας ενδεχομένως να τους ωθεί να φάνε ή να πιουν περισσότερο», εξηγεί ο ερευνητής.

Πηγή: health.in.gr
Photo credit: Freepik


Stroke-disease.jpg

30 Οκτωβρίου, 2017 Angelos KlitsasΆρθρα0

Τα αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια αποτελούν σημαντικό αίτιο αναπηρίας. Προκαλούνται όταν η ροή του αίματος στον εγκέφαλο ελαττώνεται σημαντικά ή διακόπτεται απότομα. Αν συμβεί λόγω αιμορραγίας, τότε κάνουμε λόγο για αιμορραγικό εγκεφαλικό επεισόδιο ή όπως αλλιώς λέγεται εγκεφαλική αιμορραγία. Αν οφείλεται δε σε απόφραξη ενός αγγείου, τότε ονομάζεται ισχαιμικό.

Το αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο είναι μία σχετικά συχνή και σοβαρή νόσος με συνέπειες για την ποιότητα της ζωής αλλά και απειλητική για την ίδια τη ζωή. Η αντιμετώπιση του πρέπει να γίνεται σε οργανωμένο νοσοκομείο με δυνατότητα για απεικονιστικές εξετάσεις (αξονική ή μαγνητική τομογραφία, αγγειογραφία), μονάδα εντατικής θεραπείας, νευροχειρουργό κ.λπ.

Παράγοντες κινδύνου

Οι παράγοντες κινδύνου του ισχαιμικού αγγειακού εγκεφαλικού επεισοδίου:

  1. Η ύπαρξη ενός παρόμοιου επεισοδίου στο παρελθόν, είτε για τον ίδιο τον ασθενή είτε για έναν από τους γονείς.
  2. Η ύπαρξη παροδικού εγκεφαλικού επεισοδίου.
  3. Η ύπαρξη εμφράγματος του μυοκαρδίου (σημαίνει ότι όλο το αγγειακό σύστημα πάσχει).
  4. Η ηλικία: Αν είναι κανείς πάνω από 55 ετών αυξάνονται σαφώς οι πιθανότητες να προσβληθεί, αν και εγκεφαλικό επεισόδιο περιγράφεται σε κάθε ηλικία, ακόμα και σε παιδιά.
  5. Η αρτηριακή υπέρταση.
  6. Η στένωση των καρωτίδων από αθηροσκλήρωση.
  7. Το κάπνισμα.
  8. Η υψηλή χοληστερόλη αίματος.
  9. Ο αρρύθμιστος σακχαρώδης διαβήτης.
  10. Η παχυσαρκία.
  11. Η καθιστική ζωή.
  12. Άλλα νοσήματα της καρδιάς όπως καρδιακή ανεπάρκεια, αρρυθμίες, κολπική μαρμαρυγή, κ.λπ.
  13. Η θεραπεία με οιστρογόνα/αντισυλληπτικά.
  14. Ο αλκοολισμός.
  15. Παθήσεις που σχετίζονται με την πήξη του αίματος, πχ. θρομβοφιλία.
  16. Η χρήση ευφοριογόνων ουσιών.

Η μείωση της υψηλής αρτηριακής υπέρτασης ή/και της χοληστερόλης, καθώς και η διακοπή του καπνίσματος περιορίζουν σημαντικά τον κίνδυνο.

Συμπτώματα

Το ισχαιμικό εγκεφαλικό επεισόδιο εκδηλώνεται με απότομη έναρξη ενός ή περισσοτέρων συμπτωμάτων:

  1. Αδυναμία στα χέρια ή τα πόδια
  2. Μούδιασμα στα χέρια ή τα πόδια
  3. Δυσκολία στην ομιλία
  4. Δυσκολία στο περπάτημα (αστάθεια βάδισης)
  5. Ίλιγγος και ζάλη
  6. Ελάττωση της όρασης ή διπλωπία
  7. Πονοκέφαλος και εμετός
  8. Σε μεγάλα εγκεφαλικά επεισόδια, ο ασθενής χάνει τις αισθήσεις του και πέφτει σε κώμα.

Σημειωτέον ότι κάθε ένα από αυτά τα συμπτώματα μπορεί να οφείλεται και σε άλλες νευρολογικές καταστάσεις. Η απότομη έναρξη είναι εκείνη που «δείχνει» προς ένα αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο.

Αντιμετώπιση

Η αντιμετώπιση του εγκεφαλικού επεισοδίου γίνεται με τη χρήση φαρμάκων ή χειρουργικά. Μετά τις πρώτες 48 ώρες, και αφού έχει σταθεροποιηθεί ο ασθενής, αρχίζει πρόγραμμα παθητικής κινητοποίησης από φυσιοθεραπευτές, εργοθεραπευτές και λογοθεραπευτές όπου υπάρχει ανάγκη. Οι συνοδοί εκπαιδεύονται για την αναγκαιότητα της συνέχισης του προγράμματος και μετά τις συνεδρίες των ειδικών.

Στη συνέχεια και με την πρόοδο της αποκατάστασης το πρόγραμμα περιλαμβάνει ενεργητικές υποβοηθούμενες ασκήσεις επί κλίνης, ισορροπία σε καθιστή θέση με και χωρίς υποστήριξη, κινητοποίηση στο κρεβάτι, εκτίμηση από εργοθεραπευτή των ικανοτήτων για προσωπική φροντίδα και λήψη τροφής και από τον λογοθεραπευτή για δυνατότητα επικοινωνίας.

Προληψη

  1. Έλεγχος της αρτηριακής πίεσης.
  2. Σωστή ιατρική παρακολούθηση της ενδεχόμενης καρδιακής νόσου και ιδίως των αρρυθμιών.
  3. Έλεγχος των καρωτίδων με υπερηχογραφία (εφόσον κρίνει ο γιατρός ότι χρειάζεται).
  4. Αιματολογικές εξετάσεις σε συχνότητα ανάλογη με την ηλικία.
  5. Έλεγχος για σακχαρώδη διαβήτη.
  6. Έλεγχος της χοληστερίνης (διατροφή – άσκηση – φαρμακευτική αγωγή αν χρειάζεται)
  7. Περιορισμός της κατανάλωσης αλκοόλ.
  8. Διακοπή του καπνίσματος.
  9. Έλεγχος σωματικού βάρους.

OBFD2Y0.png

27 Οκτωβρίου, 2017 Angelos KlitsasΆρθρα0

Μακροχρόνια έρευνα που πραγματοποιήθηκε στον Καναδά το διάστημα 1952 – 2011, υποδεικνύει ότι υπάρχει ισχυρή σχέση μεταξύ της κατάθλιψης και του αυξημένου κινδύνου πρόωρης θνησιμότητας σε άντρες και γυναίκες, παρά τις βελτιώσεις στις γνώσεις για την ψυχική υγεία.

Τα αποτελέσματα, που δημοσιεύτηκαν στο περιοδικό Canadian Medical Association Journal, δείχνουν ότι η σχέση έχει αυξηθεί πρόσφατα, ιδιαίτερα στις γυναίκες.

Ερευνητές εξέτασαν στοιχεία 3.410 ενηλίκων και ανακάλυψαν ότι ενώ η σχέση στους άντρες υπήρχε σε κάθε δεκαετία της έρευνας. στις γυναίκες ξεκίνησε το 1990. Γενικά ο κίνδυνος θνησιμότητας που συνδέεται με την κατάθλιψη είναι ισχυρότερος στα χρόνια που ακολουθούν το καταθλιπτικό επεισόδιο. Το εύρημα οδήγησε τους ερευνητές να εικάσουν ότι ο κίνδυνος θα μπορούσε να μειωθεί με την επίτευξη ύφεσης της νόσου.

Σύμφωνα με τους ερευνητές. η κατάθλιψη συνδέεται και με τη φτωχή διατροφή. την έλλειψη άσκησης. το κάπνισμα και την αυξημένη κατανάλωση αλκοόλ. που μπορούν να οδηγήσουν σε χρόνια προβλήματα υγείας. αλλά οι συγκεκριμένοι παράγοντες δεν εξηγούν τον αυξημένο κίνδυνο που φάνηκε στη συγκεκριμένη έρευνα.

Πηγή: iatronet.gr


Blood-tests.jpg

23 Οκτωβρίου, 2017 Angelos KlitsasΆρθρα0

Η γενική εξέταση αίματος είναι μια εξέταση ρουτίνας και ταυτόχρονα μια από τις σημαντικότερες, καθώς τα ευρήματα της δίνουν διαγνωστικές πληροφορίες για τη συνολική κατάσταση και εικόνα της υγείας μας.

Είναι απαραίτητη για τον έλεγχο νοσημάτων όπως μικροβιακές και ιογενείς λοιμώξεις, αιμοσφαιρινοπάθειες και αναιμίες, αιμορραγίες ή θρομβώσεις και λευχαιμίες. Χάρη σε αυτήν προσδιορίζονται η αιμοσφαιρίνη, ο αιματοκρίτης, ο αριθμός των ερυθροκυττάρων, των λευκοκυττάρων και των αιμοπεταλίων, καθώς και σειρά άλλων αιματολογικών παραμέτρων, ενώ βοηθάει και στην παρακολούθηση της πορείας πολλών παθήσεων και νοσημάτων καθώς και στην αποτελεσματικότητα της χορηγούμενης θεραπείας.

Πολλοί ασθενείς χρειάζονται τις μετρήσεις της εξέτασης για να εκτιμηθεί η γενική κατάσταση της υγείας τους. Εάν είναι υγιείς και έχουν μετρήσεις μέσα στα φυσιολογικά όρια, τότε συνήθως δεν χρειάζεται νέα γενική αίματος, εκτός αν κάτι αλλάξει στην υγεία τους ή το ζητήσει ο γιατρός.

Πότε πρέπει να γίνεται

Αν ο ασθενής παρουσιάζει συμπτώματα κούρασης, αδυναμίας ή έχει κάποια λοίμωξη, φλεγμονή η αιμορραγία, τότε η γενική αίματος μπορεί να βοηθήσει στη διάγνωση. Σημαντικά αυξημένα λευκά αιμοσφαίρια επιβεβαιώνουν την παρουσία λοίμωξης και καθοδηγούν την περαιτέρω διερεύνηση για την ταυτοποίηση της υποκείμενης αιτίας.

Όταν τα ερυθρά αιμοσφαίρια είναι μειωμένα (αναιμία) απαιτείται και η μελέτη του μεγέθους και του σχήματος τους για να μπορεί να προσδιορισθεί η αιτία. Ο αριθμός των αιμοπεταλίων που είναι χαμηλός ή υπερβολικά μεγάλος πιθανά εξηγεί μια μεγάλη αιμορραγία ή θρόμβωση ή συνδέεται και με ασθένεια στον μυελό των οστών.

Πολλές καταστάσεις έχουν ως αποτέλεσμα την αύξηση ή την ελάττωση σε κάποιον από τους κυτταρικούς πληθυσμούς του αίματος. Ορισμένες απαιτούν θεραπεία, ενώ άλλες αποκαθίστανται από μόνες τους. Ασθένειες όπως ο καρκίνος (και η αντιμετώπισή του με χημειοθεραπεία), μεταβάλλουν την παραγωγή κυττάρων από το μυελό των οστών και είτε αυξάνουν την παραγωγή της μιας κατηγορίας σε βάρος των υπολοίπων είτε ελαττώνουν τη συνολική παραγωγή. Κάποια φάρμακα μειώνουν των αριθμό των λευκών αιμοσφαιρίων, ενώ ακόμη και η έλλειψη σε βιταμίνες ή ιχνοστοιχεία μπορεί να προκαλέσει αναιμία.

Η γενική εξέταση αίματος απαιτείται να γίνεται σε τακτική βάση για να παρακολουθούνται αυτές οι καταστάσεις και οι θεραπείες ή και μία φορά τον χρόνο για προληπτικούς λόγους όταν δεν υφίσταται κάποιο νόσημα.

Μπορεί ο τρόπος ζωής να επηρεάσει τις τιμές;

Έχει διαπιστωθεί ότι ο τρόπος ζωής δεν επηρεάζει τις τιμές της γενικής αίματος, σε αντίθεση με ότι ισχύει για την «καλή» και την «κακή» χοληστερίνη, παρά μόνο εάν υπάρχει μια υποκείμενη έλλειψη όπως βιταμίνης Β12, φολικού οξέως ή σιδήρου. Ένας ασθενής δεν έχει τη δυνατότητα να αυξήσει άμεσα τον αριθμό των λευκών αιμοσφαιρίων ή να μεταβάλλει το μέγεθος και το σχήμα των ερυθρών του αιμοσφαιρίων.

Γενικότερα δεν απαιτείται κάποια ειδική δίαιτα, ωστόσο είναι καλό να αποφεύγεται το λιπαρό γεύμα πριν την εξέταση.


HSP_15607_CornPlaster_Application_no_packaging_PR_Screen.jpg

9 Οκτωβρίου, 2017 Angelos KlitsasΔιαβήτης0

Η διαβητική νευροπάθεια είναι μια επιπλοκή που προκαλείται από τον σακχαρώδη διαβήτη, μια χρόνια μεταβολική νόσο όπου το σώμα δεν είναι σε θέση να χρησιμοποιήσει αποτελεσματικά τη γλυκόζη που λαμβάνουμε από τα τρόφιμα για τη μετατροπή της σε ενέργεια.

Η λειτουργία των νεύρων στην περίπτωση που εκδηλωθεί η σοβαρή αυτή επιπλοκή, επηρεάζεται με αποτέλεσμα να μη μεταδίδουν σωστά τους ερεθισμούς από το σώμα προς τον εγκέφαλο. Προκαλείται έτσι μείωση της δύναμης και της αίσθησης σε διάφορα μέρη του σώματος.

Τα άτομα με σακχαρώδη διαβήτη οι οποίοι δεν ελέγχουν κανονικά τη γλυκόζη στο αίμα τους για να την διατηρούν σε χαμηλά επίπεδα, διατρέχουν περισσότερο κίνδυνο να παρουσιάσουν διαβητική νευροπάθεια.

Συμπτώματα

Η διαβητική νευροπάθεια μπορεί να επηρεάσει πολλά σημεία και λειτουργίες του σώματος. Σε πολλές περιπτώσεις δημιουργείται μούδιασμα με απώλεια της αίσθησης και οδυνηρό μυρμήγκιασμα στα μέρη του σώματος, που επηρεάζονται από το νεύρο που πάσχει.

Στα συχνότερα συμπτώματα περιλαμβάνονται:

– Μούδιασμα στα πόδια και στα δάκτυλα
– Πληγές –συνήθως στα πόδια– που δημιουργούνται από κοψίματα ή τραύματα που δεν επουλώνονται εύκολα, αλλά και δεν προκαλούν τόσο πόνο όσο θα αναμενόταν
– Μείωση της δύναμης και της αίσθησης σε διάφορα μέρη του σώματος
– Διάρροια ή δυσκοιλιότητα που οφείλονται στις λειτουργικές ανωμαλίες που προκαλεί η νευροπάθεια στο έντερο
– Προβλήματα και δυσκολίες της στύσης στους άνδρες

Τα άτομα που έχουν προσβληθεί από διαβητική νευροπάθεια δεν νιώθουν κανονικά τον πόνο στην περιοχή που έχει επηρεαστεί. Εάν πληγωθούν ή τραυματιστούν στο σημείο που επηρεάστηκε δεν το αντιλαμβάνονται διότι απουσιάζει το χρήσιμο για την περίπτωση μήνυμα που στέλλει ο πόνος.

Επιπρόσθετα, μπορεί να δημιουργηθεί μυϊκή ατροφία και σταδιακά να υπάρξει δυσκολία στο περπάτημα. Το δέρμα στα πόδια αδυνατίζει και μπορεί να δημιουργήσει ραγάδες που εξελίσσονται σε πληγές. Εάν οι πληγές που αναπτύσσονται στο μέρος του σώματος που επηρεάζεται από τη διαβητική νευροπάθεια μολυνθούν και χειροτερεύσουν είναι δύσκολο να αποθεραπευτούν. Το αποτέλεσμα αυτό κάποια στιγμή μπορεί να οδηγήσει στον ακρωτηριασμό.

Πρόληψη

Όπως ισχύει σε όλα τα προβλήματα υγείας, η καλύτερη θεραπεία της διαβητικής νευροπάθειας είναι η πρόληψη. Ο καλός μεταβολικός έλεγχος του διαβήτη, η επίτευξη δηλαδή τιμών σακχάρου αίματος νηστείας ή μετά τα γεύματα που να προσεγγίζουν κατά το δυνατό τις αντίστοιχες τιμές των μη διαβητικών ατόμων, αποτελεί σημαντικό στοιχείο αποφυγής επιπλοκών.

Ακόμη και στη θεραπεία όμως κάθε μορφής διαβητικής νευροπάθειας η άριστη ρύθμιση του διαβήτη αποτελεί τον κοινό παρανομαστή των θεραπευτικών σχημάτων. Χορηγούνται επίσης αναλγητικά ή και άλλα φάρμακα κατά περίπτωση, ενώ το άτομο θα πρέπει επίσης να σταματήσει την κατανάλωση αλκοόλ και το κάπνισμα. Τέλος, συνίσταται να μην παραλείπεται ο προληπτικός έλεγχος, συνήθως κάθε χρόνο, διότι η αντιμετώπιση είναι ευκολότερη όσο πιο νωρίς αποκαλυφθούν οι τυχόν βλάβες.


943.jpg

6 Οκτωβρίου, 2017 Angelos KlitsasΔιαβήτης0

Νέες αναλύσεις της μελέτης DEVOTE, μια πολυεθνική κλινική μελέτη η οποία διερεύνησε την καρδιαγγειακή ασφάλεια ανάμεσα σε σκευάσματα ινσουλίνης, έδειξαν ότι τα άτομα με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 τα οποία βιώνουν σοβαρή υπογλυκαιμία (χαμηλά επίπεδα γλυκόζης πλάσματος) εμφανίζουν μεγαλύτερο κίνδυνο θανάτου.

Ο κίνδυνος ήταν τέσσερις φορές υψηλότερος 15 ημέρες μετά από ένα επεισόδιο και 2,5 φορές υψηλότερος οποιαδήποτε στιγμή μετά από ένα επεισόδιο σοβαρής υπογλυκαιμίας. Επιπρόσθετα, τα αποτελέσματα έδειξαν ότι οι ημερήσιες διακυμάνσεις στα επίπεδα γλυκόζης πλάσματος σε άτομα με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 σχετίζονται με υψηλότερο κίνδυνο θανάτου.

Τα αποτελέσματα παρουσιάστηκαν στο πρόσφατο ετήσιο συνέδριο της Ευρωπαϊκής Εταιρείας για τη Μελέτη του Διαβήτη (EASD) και δημοσιεύτηκαν ταυτόχρονα στο επιστημονικό περιοδικό Diabetologia.

«Τα επεισόδια σοβαρής υπογλυκαιμίας δεν αποτελούν μόνο πηγή άγχους και δυνητικό κίνδυνο για τους ασθενείς αλλά συνδέονται επίσης με αυξημένο κίνδυνο θανάτου. Τα αποτελέσματα αυτά υπογραμμίζουν τη σημασία της διατήρησης χαμηλής διακύμανσης στα επίπεδα γλυκόζης πλάσματος και της μείωσης του κινδύνου εμφάνισης σοβαρής υπογλυκαιμίας κατά τη θεραπεία ατόμων με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2», τόνισε ο δρ Μπερναρντ Ζινμαν από το Ερευνητικό Ινστιτούτο Lunenfeld-Tanenbaum του Νοσοκομείου Όρος Σινά, και του Πανεπιστημίου του Τορόντο, μέλος της διευθύνουσας επιτροπής της DEVOTE.

H DEVOTE ήταν η πρώτη μελέτη καρδιαγγειακής έκβασης (CVOT) η οποία σύγκρινε δύο βασικές ινσουλίνες για περισσότερες από 104 εβδομάδες και στην οποία τυχαιοποιήθηκαν περισσότερα από 7.500 άτομα με Σακχαρώδη Διαβήτη τύπου 2.

Όλοι οι συμμετέχοντες στη μελέτη είχαν υψηλό κίνδυνο για καρδιαγγειακή νόσο ή προϋπάρχουσα καρδιαγγειακή νόσο και λάμβαναν ήδη τη συνήθη αγωγή ώστε να μειώσουν τον καρδιαγγειακό κίνδυνο.

Με πληροφορίες από health.in.gr.

Photo credit: Freepik


2908.jpg

Ο όρος «υπερινσουλιναιμία» περιγράφει μια κατάσταση κατά την οποία ο οργανισμός παράγει μεγαλύτερες ποσότητες ινσουλίνης σε σχέση με αυτές που έχει ανάγκη.

Η ινσουλίνη είναι μία ορμόνη που παράγεται στο πάγκρεας επιτελώντας διάφορες λειτουργίες, εκ των οποίων μία από τις βασικότερες είναι η διοχέτευση της γλυκόζης, που λαμβάνεται από τα τρόφιμα, στα κύτταρα. Τα κύτταρα την χρησιμοποιούν για να παραγάγουν ενέργεια και για να αποθηκεύσουν την περισσευούμενη για μελλοντική χρήση.

Η πιο κοινή αιτία που προκαλεί υπερινσουλιναιμία είναι η ινσουλινοαντίσταση, μια κατάσταση όπου τα κύτταρα αντιστέκονται στο να προσλάβουν την ινσουλίνη και συνεπώς αδυνατούν να χρησιμοποιήσουν τη γλυκόζη.

Το πάγκρεας για να το αντισταθμίσει αυτό παράγει περισσότερη ινσουλίνη. Όσο όμως αυξάνεται η έκκριση ινσουλίνης, εμφανίζεται και αντίσταση στη δράση της. Και έτσι, εφόσον το πάγκρεας έχει τη συνεχή δυνα­τότητα έκκρισης μεγάλων ποσοτήτων ινσουλίνης ώστε να διατηρεί φυσιολογική τη γλυκόζη αίματος, δεν εμφανίζεται σακχαρώδης διαβήτης, υπάρχει όμως ελαττωμένη ανοχή στη γλυκόζη. Επειδή το πάγκρεας δεν μπορεί να διατηρήσει απε­ριόριστα τη συνεχή έκκριση μεγάλων ποσοτήτων ιν­σουλίνης, η «εξάντλησή» του μπορεί να οδηγήσει τελικά σε διαβήτη.

Άλλες καταστάσεις με τις οποίες συνδέεται η αντίσταση στην ινσουλίνη είναι η παχυσαρκία, η δυσανεξία στη γλυκόζη (προδιαβήτης) και το μεταβολικό σύνδρομο, η κακή διατροφή, η έλλειψη φυσικής άσκησης, διάφορες φαρμακευτικές αγωγές και η ηλικία.

Πώς εκδηλώνεται

Η υπερινσουλιναιμία χωρίς παθολογικές τιμές σακχάρου ευθύνεται για τις ωριαίες μεταβολές της ενεργητικότητας και της διάθεσής μας, που εκδηλώνεται με εξάντληση, αδυναμία, καταβολή, διαταραχές μνήμης, ευερεθιστικότητα, αδυναμία συγκέντρωσης και εναλλαγή νύστας – πείνας, τα οποία βελτιώνονται άμεσα με τη λήψη τροφής ή καφέ. Η υπερινσουλιναιμία με ή χωρίς παχυσαρκία οδηγεί στην εξάντληση του παγκρέατος με συνέπεια την εμφάνιση πολλά χρόνια αργότερα του σακχαρώδους διαβήτη.

Αντιμετώπιση

Δεδομένου ότι η υπερινσουλιναιμία συχνά συνδέεται με την αντίσταση στην ινσουλίνη και την παχυσαρκία, η μείωση του σωματικού βάρους αποτελεί έναν από τους καλύτερους τρόπους για να βελτιωθεί η ευαισθησία στην ινσουλίνη.

Όταν δεν συντρέχει κάποια άλλη νόσος, η περιορισμένη κατανάλωση θερμίδων καθώς και η μείωση της κατανάλωσης λιπαρών, αλατιού και αλκοόλ, μπορούν να βοηθήσουν. Τέλος, συνίσταται η διακοπή του καπνίσματος και η αύξηση της σωματικής δραστηριότητας περίπου 30 με 60 λεπτά μέτριας άσκησης τη μέρα.

Photo credit: Freepik


Blood-Sugar.jpg

11 Σεπτεμβρίου, 2017 Angelos KlitsasΔιαβήτης0

Ο σακχαρώδης διαβήτης είναι μια χρόνια πάθηση που χαρακτηρίζεται από υψηλές τιμές γλυκόζης στο αίμα, το απλό δηλαδή σάκχαρο που δίνει ενέργεια στα κύτταρα του  οργανισμού. Αναπτύσσεται όταν το σώμα δεν παράγει ή δεν χρησιμοποιεί αποτελεσματικά μια ορμόνη που ονομάζεται ινσουλίνη, η οποία βοηθά στην απομάκρυνση του πλεονάσματος γλυκόζης από το αίμα.

Η υπογλυκαιμία είναι μία από τις καταστάσεις που θα πρέπει να προσέξει ένας διαβητικός. Εκδηλώνεται όταν το σάκχαρο του αίματος πέφτει κάτω από 70ml/dl μαζί με μια σειρά από ορισμένα συμπτώματα: πείνα, εφίδρωση, πονοκέφαλος, ζάλη, θολή όραση, τρέμουλο, ναυτία, ταχυκαρδία, υπνηλία, έλλειψη συγκέντρωσης, νευρικότητα, συμπεριφορά μεθυσμένου, αδυναμία και ξαφνική κούραση. Τα συμπτώματα αυτά είναι τα πιο κοινά, ωστόσο μπορεί να ποικίλουν από άτομο σε άτομο.

Στην περίπτωση της υπογλυκαιμίας ο ασθενής μπορεί να εφαρμόσει τον λεγόμενο «κανόνα του 15» για να την αντιμετωπίσει, χωρίς όμως να φτάσει στο άλλο άκρο, την υπεργλυκαιμία:

1. Μετρήστε το σάκχαρό σας και βεβαιωθείτε ότι η τιμή είναι κάτω από 70ml/dl, γιατί πολλές φορές τα συμπτώματα δεν είναι πάντα αντιληπτά.
2. Καταναλώστε αμέσως 15 γρ. γρήγορου υδατάνθρακα.
3. Περιμένετε 15 λεπτά και μετρήστε ξανά το σάκχαρό σας. Αν και πάλι το σάκχαρο αίματος είναι κάτω από 70ml/dl καταναλώστε άλλα 15 γρ. γρήγορου υδατάνθρακα και ξαναπάτε στο βήμα 1.

Γρήγοροι υδατάνθρακες είναι εκείνοι που ανεβάζουν πολύ γρήγορα το σάκχαρο. Τα 15γρ γρήγορου υδατάνθρακα αντιστοιχούν στα εξής:

– Δεκαπέντε γραμμάρια λευκή ζάχαρη ή μέλι (3 κουταλάκια του γλυκού ή 1 κουταλιά της σούπας ή 2 – 3 φακελάκια)
– Μισό ποτήρι χυμό (120ml)
– Τρία με τέσσερα δισκία γλυκόζης (κάθε δισκίο περιέχει 4γρ.)
– Μισό κουτάκι αναψυκτικό με προσθήκη ζάχαρης
– Ένα αθλητικό ποτό (1 κουτάκι περιέχει περίπου 16γρ.)

Για άμεση αντιμετώπιση μιας σοβαρής υπογλυκαιμίας χορηγείται 1mg γλυκαγόνης ενδομυϊκά ή υποδόρια. Συνεπώς είναι σημαντικό οι φίλοι και η οικογένεια του ατόμου να μπορούν να αναγνωρίσουν τα συμπτώματα της υπογλυκαιμίας, καθώς και να γνωρίζουν πώς να την αντιμετωπίσουν.

Photo credit: Freepik


pexels-photo-332784.jpeg

8 Σεπτεμβρίου, 2017 Angelos KlitsasΔιαβήτης0

Νέα έρευνα αναφέρει ότι άνθρωποι που αγαπούν το κρέας και τα πουλερικά ενδεχομένως αυξάνουν σημαντικά τον κίνδυνο εμφάνισης διαβήτη.

Ερευνητές του Duke-NUS Medical School ανακάλυψαν ότι η πρόσληψη κόκκινου κρέατος και πουλερικών συνδεόταν με σημαντικά αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης διαβήτη, που μερικώς αποδίδεται στο υψηλότερο περιεχόμενο αίμης σιδήρου σε αυτά τα κρέατα.

Οι ερευνητές εξέτασαν 63.257 ενήλικες 45-74 ετών μεταξύ 1993 και 1998 και τους παρακολούθησαν έως 11 χρόνια. Ανακάλυψαν θετική σχέση μεταξύ της πρόσληψης κόκκινου κρέατος και πουλερικών και του κινδύνου για διαβήτη.

Συγκεκριμένα, σε σύγκριση με όσους ανήκαν στο χαμηλότερο τεταρτημόριο πρόσληψης όσοι ανήκαν στο υψηλότερο τεταρτημόριο πρόσληψης κόκκινου κρέατος και πουλερικών είχαν 23% και 15% αύξηση του κινδύνου διαβήτη αντίστοιχα, ενώ η πρόσληψη ψαριών/θαλασσινών δεν συνδεόταν με κίνδυνο διαβήτη. Ο συνδεόμενος με το κόκκινο κρέας και τα πουλερικά κίνδυνος μειώθηκε, με υποκατάσταση ψαριών/ θαλασσινών.

Η έρευνα επίσης εξέτασε τη σχέση μεταξύ περιεχομένου αίμης σιδήρου  από όλα τα κρέατα και του κινδύνου για διαβήτη και ανακάλυψε δοσοεξαρτώμενη σχέση,

Μετά την προσαρμογή για περιεχόμενο αίμης σιδήρου στη διατροφή, η σχέση κόκκινου κρέατος και διαβήτη ήταν ακόμα παρούσα, υποδεικνύοντας ότι άλλες χημικές ουσίες που περιέχονται στο κόκκινο κρέας θα μπορούσαν να ευθύνονται για την αύξηση του κινδύνου εμφάνισης διαβήτη.

Πηγή: iatronet.gr


O6RAK90-1024x536.jpg

4 Σεπτεμβρίου, 2017 Angelos KlitsasΆρθρα0

Η σχολική περίοδος πλησιάζει και πολύ συχνά γονείς αναρωτιούνται για το αν οι ιατρικές εξετάσεις για το παιδί τους είναι σημαντικές πριν ξεκινήσει, για το ποιες είναι αυτές αλλά και κάθε πότε πρέπει να γίνονται.

Οι προληπτικές ιατρικές εξετάσεις είναι αρκετά σημαντικές τόσο για τους ενήλικους, οι οποίες καλό είναι να γίνονται μια φορά το χρόνο, όσο και για τα παιδιά. Για τα παιδιά όμως γενικότερα δεν είναι μόνο η προσχολική περίοδος που έχει σημασία.

Από τη στιγμή που γεννιέται το παιδί μέχρι περίπου τα 12-14 χρόνια ο οργανισμός του αναπτύσσεται ραγδαία. Λόγω αυτών των ρυθμών ανάπτυξης οι προληπτικές εργαστηριακές εξετάσεις είναι απαραίτητες, διότι αυξάνουν τις πιθανότητες να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά τυχόν διαταραχές πριν προλάβουν να προκαλέσουν σοβαρότερα προβλήματα.

Οι συχνότερες παθήσεις που μπορούν να προληφθούν είναι αρκετές και σοβαρές, ωστόσο οι γονείς δεν θα πρέπει να αγχωθούν και να τις ξεκινήσουν όλες μαζί.

H χρονική στιγμή μεταξύ των πρώτων γενεθλίων του παιδιού και του ξεκινήματος του παιδικού σταθμού, γύρω δηλαδή στα 2,5 με 3 του χρόνια είναι συνήθως η πιο κατάλληλη για να γίνει ο πρώτος προληπτικός έλεγχος της υγείας του. Ένας δεύτερος μπορεί να γίνει στα 6-8 χρόνια και αργότερα μεταξύ 12-16 ετών, εφόσον βέβαια τα αποτελέσματα κάθε φορά κινούνται μεταξύ των φυσιολογικών αποκλίσεων.

Οι σημαντικότερες εξετάσεις

  1. Καρδιολογικός έλεγχος: Οι εξετάσεις αυτές είναι απαραίτητες τόσο σε παιδιά που έχουν πρόβλημα, όσο και στα υγιή παιδιά προσχολικής και σχολικής ηλικίας που συμμετέχουν σε αθλητικές δραστηριότητες, όπως το ποδόσφαιρο ή ο στίβος.
  2. Έλεγχος αρτηριακής πίεσης: Είναι πολύ σημαντική η καταγραφή της στην παιδική ηλικία, τουλάχιστον μία φορά το χρόνο από την ηλικία των 3 ετών και μετά, διότι σε κάποιες περιπτώσεις παρατηρείται ασυμπτωματική υπέρταση, για την οποία είναι απαραίτητο να ληφθούν μέτρα.
  3. Οφθαλμολογικός έλεγχος: H πρώτη εξέταση των ματιών σε υγιή παιδιά γίνεται συνήθως στα 2 τους χρόνια και επαναλαμβάνεται μεταξύ 4 και 6, καθώς και μεταξύ 8 και 10 ετών. Είναι ιδιαίτερη η σημασία της στην προσχολική ηλικία προκειμένου να εντοπιστούν έγκαιρα διαθλαστικές διαταραχές της όρασης, όπως η μυωπία ή ο αστιγματισμός.
  4. Έλεγχος ακοής: Η έγκαιρη διάγνωση διαταραχών της ακοής συμβάλλει σημαντικά στη θεραπευτική αντιμετώπισή τους. Σε υγιή παιδιά μεγαλύτερης ηλικίας ο επαναληπτικός έλεγχος ακοής συνιστάται να γίνεται μεταξύ 4 και 6 ετών.
  5. Εξέταση δέρματος: Ο έλεγχος του δέρματος αποσκοπεί στον εντοπισμό πιθανών σημείων από μυκητιάσεις, αλλεργίες ή τσιμπήματα.
  6. Οδοντιατρικός έλεγχος: Μία επίσκεψη σε παιδο-οδοντίατρο είναι σημαντική μόλις ολοκληρωθεί η πρώτη οδοντοφυΐα για την πρόληψη της τερηδόνας. Πρόκειται για μια πολύ συχνή πάθηση που επηρεάζει και την υγεία των μόνιμων δοντιών.
  7. Εξέταση αίματος: Απαραίτητη εξέταση προκειμένου να διαπιστωθεί αν υπάρχει αναιμία. Σημαντική περίοδος είναι η προεφηβεία και η εφηβεία, ιδιαίτερα για τα κορίτσια που εξαιτίας της εμμήνου ρύσεως μπορεί να εμφανίσουν ελαφριά αναιμία. Επιπλέον, με την εξέταση αίματος μπορεί να διαπιστωθεί αν υπάρχει υπερχοληστερολαιμία ή υπερτριγλυκεριδαιμία, ένα αρκετά συνηθισμένο πρόβλημα στη χώρα μας ακόμη και για τα παιδιά. Ειδικότερα τα υπέρβαρα παιδιά ή όσα προέρχονται από οικογένεια με ιστορικό παχυσαρκίας ή καρδιαγγειακών νοσημάτων σε νεαρή ηλικία είναι απαραίτητο να υποβάλλονται σε εξετάσεις για τον έλεγχο της χοληστερίνης.
  8. Έλεγχος του σκελετού: Η εξέταση αυτή αποσκοπεί στον εντοπισμό της σκολίωσης, μια αναπτυξιακή διαταραχή που προκαλεί παραμόρφωση, στροφή και πλάγια κλίση των σπονδύλων. Πολλά παιδιά την εμφανίζουν στη σχολική τους ηλικία.
  9. Εμβόλια: Τέλος, είναι σημαντικό να διαπιστωθεί ποια εμβόλια πρέπει να γίνουν για πρώτη φορά ή και επαναληπτικά.

Σημειώνεται ότι η συμβολή του παιδιάτρου είναι απαραίτητη για παιδιά έως 14 ετών.




ΕΝΗΜΕΡΩΜΕΝΟΣ ΑΣΘΕΝΗΣ ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΥΓΕΙΑ





ΕΝΗΜΕΡΩΜΕΝΟΣ ΑΣΘΕΝΗΣ, ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΥΓΕΙΑ





ΑΦΗΣΤΕ ΜΑΣ ΤΗΝ ΓΝΩΜΗ ΣΑΣ




Κλείτσας Άγγελος Παθολόγος Καλαμαριά - Σήμα αναγνώρισης ασθενών από Doctoranytime



Copyright by Yourdoc.gr 2025. All rights reserved.



Web design by Siteworks



Copyright by Yourdoc.gr 2025. All rights reserved. Web design by Siteworks