Blog

Yourdoc-Articles-1024x536.png

26 Μαρτίου, 2021 Angelos KlitsasΠαχυσαρκία0

Γράφει ο Θανάσης Τσιούδας, διαιτολόγος – διατροφολόγος

Η μεγαλύτερη θρησκευτική γιορτή του εκκλησιαστικού ημερολογίου για τους Χριστιανούς είναι το Άγιο Πάσχα. Πολλοί είναι αυτοί που ξεκινούν νηστεία είτε για λίγες μέρες είτε σε όλη τη διάρκεια της Σαρακοστής.

Η νηστεία περιλαμβάνει την πνευματική και διατροφική αποχή από διάφορους «πειρασμούς». Διατροφικά τηρείται αποχή από το κρέας, το ψάρι, τα γαλακτοκομικά και τα αυγά. Η καθημερινή διατροφή περιλαμβάνει όσπρια, θαλασσινά, μαλάκια, λαχανικά, αμυλώδη λαχανικά κ.ά. Με τέτοιες ομάδες τροφών όμως, πώς γίνεται να βάζουμε κιλά στη νηστεία; Η απάντηση δεν είναι μόνο μία!

Party Υδατανθράκων

Να μην παρεξηγηθούμε. Οι υδατάνθρακες δεν είναι εχθρός μας αλλά μπορεί να γίνει λίγο άπιστος σαν φίλος μας. Η υπερβολική κατανάλωση υδατανθράκων την περίοδο αυτή, πέραν της κατακράτησης  που προκαλεί, μπορεί να μας οδηγήσει σε καθημερινό θερμιδικό πλεόνασμα το οποίο εν τέλει να συντελέσει στην αύξηση βάρους.

Ελλειψη Πρωτεΐνης

Λόγω της αποχής από βασικές πηγές πρωτεΐνης, π.χ. κοτόπουλο, αυγά, γάλα χωρίς την κατάλληλη καθοδήγηση και τη βοήθεια πιστοποιημένου διαιτολόγου, είναι δύσκολο να πάρεις την απαραίτητη τόσο σε ποσότητα όσο και σε ποιότητα πρωτεΐνη καθημερινά.

Το προφίλ αμινοξέων στα περισσότερα φυτικά τρόφιμα έχει σημαντικές ελλείψεις σε αρκετά αμινοξέα , ειδικά σε βασικά (λευκίνη, ισολευκίνη, βαλίνη). Με κατάλληλους συνδυασμούς το προφίλ αμινοξέων φυτικών πιάτων μπορεί να πλησιάσει ακόμα και την πρωτεΐνη του αυγού-η οποία θεωρείται η κορυφαία σε ποιότητα πρωτεΐνη.

Για παράδειγμα, συνδυάζοντας τη φακή με το ρύζι φτάνουμε σε  πρωτεϊνικό προφίλ με σχεδόν 100% σε όλα τα αμινοξέα. Επίσης, η έλλειψη πρωτεΐνης δυσκολεύει τη ικανοποίηση του κορεσμού καθώς πολλές φορές λείπει ένα βασικό αμινοξύ, η τρυπτοφάνη.

Η τρυπτοφάνη που χρειάζεται ο οργανισμός για να παράγει  σεροτονίνη αποκτιέται μόνο από τη διατροφή και συγκεκριμένα από τα πρωτεϊνούχα τρόφιμα όπως κρέας, ψάρι, όσπρια κτλ.

Η σεροτονίνη είναι ένας νευροδιαβιβαστής που παράγεται στον οργανισμό από την τρυπτοφάνη  και μας προκαλεί χαλάρωση, ηρεμία και καλή διάθεση.

Επομένως, πολλές φορές, λίγο λειψού πρωτεϊνικού προφίλ πεινάμε περισσότερο, άρα τρώμε και περισσότερο.

Λιπαρά

Στα φαγητά μας κατά την περίοδο της νηστείας πολλές φορές ξεφεύγουμε λίγο εως πολύ σε ποσότητες λιπαρών. Στην καλύτερη των περιπτώσεων αυτά τα λιπαρά θα είναι μονο- και πολυ-ακόρεστα από ελαιόλαδο, ξηρούς καρπούς, ταχίνι και ελιές αλλά τις περισσότερες φορές προέρχονται από φοινικέλαια, υδρογονοποιημένα λιπαρά οξέα από έτοιμα νηστίσιμα φαγητά κ.ά

Επίσης, δεν υπολογίζουμε την ποσότητα που προσθέτουμε στα φαγητά μας με αποτέλεσμα οι θερμίδες του τελικού μας πιάτου να ξεπερνούν τις προσδοκώμενες ακόμα και εάν χρησιμοποιούμε τα καλύτερα υλικά. Δεν υπάρχουν καλά και κακά τρόφιμα αλλά σωστή και πρακτική χρήση τους.

Αρτοσκευάσματα

Ο φούρνος της γειτονιάς γίνεται συνήθεια. Είναι διαφορετικό να πάρεις για πρωινό ένα κουλούρι με πάστα ελιάς από το αγοράσεις μια νηστίσιμη πίτα σφολιάτα με πατάτα. Δεν είναι εύκολο να αποφύγεις τους πειρασμούς αλλά η προσπάθεια ανταμείβεται! Τα προϊόντα που υπάρχουν στο εμπόριο μπορεί να κρύβουν πολλές θερμίδες οπότε καλό θα ήταν να έχεις τον νου σου για τις διατροφικές ετικέτες ή για την ποιότητα των προϊόντων.

Νηστίσιμα προϊόντα

Η ετικέτα « νηστίσιμο» δεν σημαίνει απαραίτητα ότι έχει λίγες θερμίδες. Νηστίσιμο τυρί, φυτική κρέμα κ.ά είναι τρόφιμα με αρκετές θερμίδες , διότι το ζωικό τους λίπος αντικαθίσταται με φυτικό δημιουργώντας ένα τελικό προϊόν με τα ίδια λιπαρά.

Ο ταραμάς και ο χαλβάς είναι χαρακτηριστικά τρόφιμα της νηστείας παρόλα αυτά είναι από τα πιο λιπαρά και έντονα θερμιδικά τρόφιμα  παρέχοντας πολύ ενέργεια σε μικρές ποσότητες, με αποτέλεσμα να ξεφεύγουμε εύκολα στην κατανάλωσή τους. Άλλωστε για αυτό είναι και πολύ νόστιμα!

Η περίοδος της νηστείας έχει διαφορετική σημασία για τον καθένα ξεχωριστά. Από διατροφικής άποψης αποτελεί μια ευκαιρία να δοκιμάσουμε τον εαυτό μας και να προσαρμοστούμε σε μια διαφορετική καθημερινότητα. Με προσοχή, υπομονή και σωστή καθοδήγηση όλα θα κυλίσουν ομαλά μέχρι το Πάσχα.


woman-holding-glass-filled-with-water-copy-space-1024x576.jpg

22 Μαρτίου, 2021 Angelos KlitsasΆρθρα0

Γράφει ο Θανάσης Τσιούδας, διαιτολόγος – διατροφολόγος

Το νερό αποτελεί το πιο βασικό και απαραίτητο συστατικό για όλους τους ζωντανούς οργανισμούς, ειδικά εάν σκεφτούμε πως το 60% περίπου του ανθρώπινου οργανισμού αποτελείται από νερό.

Ο κάθε οργανισμός χρειάζεται διαφορετική ποσότητα κατανάλωσης νερού, αφού μεγάλο ρόλο διαδραματίζει η ηλικία, η φυσική δραστηριότητα, το φύλο κ.α.

Πόσο νερό πρέπει να πίνω;

Τα παιδιά ηλικίας 1 -18 ετών θα πρέπει να καταναλώνουν από 3 μέχρι 8 ποτήρια νερό, οι ενήλικες από 6 έως 8 ποτήρια νερό, οι έγκυες από 7 έως 9  και οι θηλάζουσες από 9 έως 11. Να σημειωθεί ότι 1 ποτήρι νερό ισούται με 250 ml.

Για όσους δεν μπορούν να πιούν πολύ νερό, ένας ακόμη τρόπος κατανάλωσης υγρών εκτός του νερού είναι και τα ροφήματα που είναι φτωχά σε ζάχαρη και λιπαρά. Για παράδειγμα, το τσάι, οι φυσικοί χυμοί και τα smoothie αποτελούν μια δροσιστική επιλογή ενυδάτωσης.

Μπορείς επίσης να φας το νερό σου!

Πολλά τρόφιμα είναι πλούσια σε νερό. Τα φρούτα και τα λαχανικά είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα τέτοιων τροφίμων και αποτελούν έναν τρόπο για να προσλαμβάνουμε περισσότερο νερό μέσα στην ημέρα.

Λαχανικά όπως το αγγούρι, τα κολοκυθάκια, το iceberg, οι ντομάτες και τα ραπανάκια περιέχουν >95% νερό. Αντίστοιχα, το πορτοκάλι, το γκρέιπφρουτ, οι φράουλες, το πεπόνι και το καρπούζι είναι κάποια από τα φρούτα που έχουν περιεκτικότητα ~90% σε νερό.

Ποια είναι τα οφέλη του νερού;

Στο σημείο αυτό όμως είναι λογικό να αναρωτηθεί κάποιος ποια είναι τα οφέλη του νερού και γιατί πρέπει να πίνουμε τουλάχιστον 6 ποτήρια νερό ημερησίως; Η απάντηση είναι πως τα οφέλη του νερού είναι ποικίλα σε όλα τα όργανα του σώματος και στην σύσταση τους. Αναλυτικότερα:

ΟΡΓΑΝΑΟΦΕΛΗΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΑΦΥΔΑΤΩΣΗΣ
ΕγκέφαλοςΚαλύτερη λειτουργία εγκεφάλου/Ενίσχυση μνήμης

Βελτίωση διάθεσης

Πονοκέφαλος/Σύγχυση

/Ζαλάδες

ΈντεροΚαλύτερη κινητικότητα εντέρου/Βοηθάει στην δυσκοιλιότηταΔυσκοιλιότητα
ΝεφράΚαλύτερη λειτουργία νεφρών αυξάνοντας τον όγκο των ούρωνΠόνοι και Δυσφορία→

πέτρες στα νεφρά

ΔέρμαΕνυδάτωση & Ελαστικότητα δέρματοςΞηρότητα/Τραχύτητα

επιδερμίδας

Νερό & γυμναστική

Όταν κάποιος αθλείται είναι λογικό να υπάρχει απώλεια σωματικών υγρών και ηλεκτρολυτών με αποτέλεσμα να χρειάζεται παραπάνω ενυδάτωση από την συνιστώμενη. Η αφυδάτωση μπορεί να οδηγήσει σε μυϊκή αδυναμία και κόπωση μειώνοντας τις αθλητικές αποδόσεις.

Μείωση-Διαχείριση Βάρους

Η μειωμένη πρόσληψη νερού αποτελεί παράγοντα εμφάνισης της παχυσαρκίας. Πολύ γνωστή είναι η φράση «Δεν πεινάς , διψάς», η οποία αληθεύει. Πολλές φορές, δημιουργείται το αίσθημα της πείνας αλλά έχετε αναρωτηθεί ποτέ εάν έχετε πιει αρκετά υγρά και κυρίως νερό μέσα στην ημέρα; Αυτό που τελικά μπορεί να ευθύνεται για το αίσθημα της πείνας σας είναι μάλλον η ανεπαρκής πρόσληψη νερού. Ως λύση για να ενυδατωθείτε θα ήταν η κατανάλωση υγρών ή τροφίμων πλούσια σε νερό, διαχωρίζοντας ή και μειώνοντας με αυτό τον τρόπο το βάρος σας και αποφεύγοντας την κατανάλωση περιττών θερμίδων.

Ωστόσο, ακόμα και στην πρόσληψη νερού χρειάζεται μέτρο. Η υπερενυδάτωση λόγω μεγάλης πρόσληψης νερού και υγρών οδηγεί στην καταπόνηση των νεφρών και τα φυσιολογικά επίπεδα νατρίου διαταράσσονται με αποτέλεσμα να υπάρχει διόγκωση των κυττάρων.

Photo Credit: Water photo created by freepik – www.freepik.com


Diabetes-1024x536.png

Ο σακχαρώδης διαβήτης είναι μια χρόνια μεταβολική νόσος όπου το σώμα δεν είναι σε θέση να χρησιμοποιήσει αποτελεσματικά τη γλυκόζη, την οποία λαμβάνουμε από τα τρόφιμα για τη μετατροπή της σε ενέργεια. Χαρακτηρίζεται από αύξηση της συγκέντρωσης του σακχάρου στο αίμα και διαταραχή του μεταβολισμού της γλυκόζης, είτε ως αποτέλεσμα ελαττωμένης έκκρισης της ινσουλίνης από το πάγκρεας, είτε λόγω ελάττωσης της ευαισθησίας των κυττάρων του σώματος στην ινσουλίνη.

Τα τελευταία χρόνια είναι γεγονός ότι απασχολεί εκατομμύρια ανθρώπους σε ολόκληρο τον κόσμο και επηρεάζει σημαντικά πολιτικές και συστήματα Υγείας. Εκτιμάται ότι μέχρι το 2025 οι διαβητικοί θα ξεπεράσουν τα 600 εκατομμύρια, ενώ ήδη η Διεθνής Ομοσπονδίας Διαβήτη (IDF) υπολογίζει ότι σε ολόκληρο τον κόσμο τo 9-10% των ανθρώπων πάσχει από σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2. Στη χώρα μας οι τελευταίες μελέτες δείχνουν ότι τα ποσοστά του διαβήτη αγγίζουν το 9%-9,5%.

Το σημαντικό όμως στον διαβήτη δεν είναι τόσο η υψηλή τάση ανάπτυξής του όσο οι χρόνιες επιπλοκές που συνοδεύουν τη νόσο. Ο διαβήτης είναι το πρώτο αίτιο τύφλωσης των ενηλίκων, πρώτο αίτιο νεφρικής ανεπάρκειας που χρήζει αιμοκάθαρσης, πρώτο αίτιο εμφράγματος και εγκεφαλικού επεισοδίου, πρώτο αίτιο ακρωτηριασμού των κάτω άκρων, πρώτο αίτιο στυτικής δυσλειτουργίας.

Ποιοι είναι οι νέοι παράγοντες εμφάνισης του σακχαρώδη διαβήτη

Η ερευνητική κοινότητα στην προσπάθεια να εξηγήσει την υπερβολική αυτή αύξηση ανακάλυψε νέους προδιαθεσικούς παράγοντες, εκτός της κληρονομικότητας, της ηλικίας και της παχυσαρκίας, που ήταν γνωστοί μέχρι τώρα. Σύμφωνα με τη σχετική μελέτη, που δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό έντυπο Diabetologia, νέοι παράγοντες εμφάνισης του σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 είναι:

  • η παιδική παχυσαρκία
  • η υπέρταση
  • η υπερλιπιδαιμία
  • η κοιλιακή παχυσαρκία
  • το συνεχές «τσιμπολόγημα» χωρίς προγραμματισμό όλη την ημέρα
  • το κάπνισμα
  • η κατάθλιψη
  • προβλήματα και αστάθεια στην ψυχική διάθεση
  • η μεγάλη κατανάλωση οινοπνεύματος
  • η συστηματική αποφυγή του πρωινού γεύματος
  • η λιπώδης διήθηση ήπατος
  • η αϋπνία
  • το στρες
  • το άγχος
  • και η υπερβολική χρήση καφεΐνης.

Πρόληψη

Το πρώτο βήμα για την πρόληψη είναι να γνωρίζουμε τι κίνδυνο έχουμε να αναπτύξουμε διαβήτη.

Αφενός γνωρίζοντας τους προδιαθεσικούς παράγοντες μπορούμε να κάνουμε τις απαραίτητες αλλαγές στις καθημερινές μας συνήθειες, οι οποίες αυξάνουν το ρίσκο. Αφετέρου στις περιπτώσεις όπου ο τρόπος ζωής δε σχετίζεται με την εμφάνιση του διαβήτη, είναι σημαντικό να γνωρίζουμε το πότε πρέπει και να κάνουμε προληπτικό έλεγχο σε συνεννόηση με τον γιατρό.

Οι παράγοντες αυτοί είναι:

  • Η ηλικία άνω των 45 ετών
  • Το οικογενειακό ιστορικό διαβήτη ανεξάρτητα από την ηλικία
  • Η καθιστική ζωή σε συνδυασμό με τη σπάνια σωματική άσκηση
  • Τα χαμηλά επίπεδα «καλής» (HDL) χοληστερόλης στο αίμα
  • Τα υψηλά τριγλυκερίδια αίματος
  • Ο διαβήτης κατά την εγκυμοσύνη
  • Το σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών
  • Το ιστορικό με παθήσεις της καρδιάς, του εγκεφάλου ή των κάτω μελών
  • Ορισμένες δερματικές παθήσεις όπως η μελανίζουσα ακάνθωση.

Βιταμίνη-D-1024x536.png

10 Μαρτίου, 2021 Angelos KlitsasΆρθρα0

Γράφει ο Θανάσης Τσιούδας, διαιτολόγος – διατροφολόγος

Τα υγιεινά λιπαρά, επίσης γνωστά και ως “καλά” λιπαρά διαδραματίζουν ζωτικό ρόλο στην υγεία μας – παρόλα αυτά υπάρχει μια σύγχυση όσον αφορά ποια είναι και την κατανάλωσή τους.

Οι περισσότεροι άνθρωποι πιστεύουν ότι πρέπει η διατροφή τους να μην περιέχει πολλά λιπαρά και άλλοι δεν είναι αρκετά σίγουροι για το ποια τρόφιμα αποτελούν πηγές υγιεινών λιπαρών και πόσο πρέπει να καταναλώνουν. Δυστυχώς το λίπος είναι το πιο παρεξηγημένο από όλα τα μακροθρεπτικά συστατικά!

Είναι σημαντικό ωστόσο να καταλάβουμε γιατί τα “καλά” λιπαρά πρέπει να συμπεριλαμβάνονται στα γεύματά μας και να ανακαλύψουμε ορισμένα φυτικά τρόφιμα – πηγές υγιεινών λιπαρών – που μπορούμε να χρησιμοποιούμε κατά την προετοιμασία ενός πιάτου.

Γιατί χρειάζονται τα “καλά” λιπαρά στη διατροφή μας;

Τα λιπαρά είναι σημαντικά για την κυτταρική και ορμονική υγεία, και σε αντίθεση με τους υδατάνθρακες και τις πρωτεΐνες, παρέχουν στο σώμα μας ένα στρώμα προστασίας, μονώνοντας κυριολεκτικά τα όργανα μας και βοηθώντας επίσης στη διατήρηση μιας φυσιολογικής θερμοκρασίας στον πυρήνα του σώματος.

Τα λιπαρά μας βοηθούν επίσης να αφομοιώσουμε τις σημαντικές λιποδιαλυτές βιταμίνες A, D, E και K, οι οποίες είναι απαραίτητες για την υγεία του εγκεφάλου, των κυττάρων, των ορμονών, των ιστών, των μαλλιών, του δέρματος και των νυχιών.

Το λίπος αποτελεί δομικό συστατικό των κυτταρικών μεμβρανών που είναι απαραίτητες για την κυτταρική ανάπτυξη και μεταφέρουν διάφορα μηνύματα στο σώμα μας γρήγορα μέσω ορμονών.
Το λίπος είναι επίσης μια αποθήκη ενέργειας από όπου απελευθερώνεται ενέργεια με πιο αργό ρυθμό στο σώμα μας.

Επιπλέον, είναι αυτό που μας βοηθά να παραμείνουμε χορτάτοι για περισσότερη ώρα, επειδή χρειάζεται περισσότερος χρόνος για να το πέψουμε. Η κατανάλωση λίπους με κάθε γεύμα μπορεί να βοηθήσει την δράση ορισμένων ορμονών που σχετίζονται με την πείνα, για παράδειγμα, η κατανάλωση ω-3 λιπαρών οξέων μπορεί να βοηθήσει στη μείωση των επιπέδων ινσουλίνης και η κατανάλωση λίπους απελευθερώνει χολοκυστοκινίνη (CCK), που είναι ορμόνη κορεσμού που παράγεται στο έντερο.

Έχετε φτιάξει ποτέ μια σαλάτα μόνο με μαρούλι και κάποιο dressing με χαμηλή περιεκτικότητα σε λιπαρά και λίγες ώρες αργότερα λιμοκτονούσατε, αλλά όταν φτιάχνετε μια σαλάτα ως πλήρες γεύμα με διάφορα υλικά όπως κάποια πηγή πρωτεΐνης, άλλα λαχανικά και dressing, αισθάνεστε πλήρεις και χορτάτοι;

Αυτό συμβαίνει επειδή μια τέτοια πλήρης σαλάτα περιλαμβάνει και τα τέσσερα από τα παρακάτω απλά στοιχεία: πρωτεΐνες, “καλά” λιπαρά (όπως κάποιο dressing με ελαιόλαδο ή αβοκάντο), μη αμυλώδεις υδατάνθρακες (δηλαδή λαχανικά) και αμυλώδεις υδατάνθρακες (όπως παξιμάδια, καλαμπόκι, κρουτόν, φρυγανιές κ.λπ.).

Αυτοί είναι μόνο μερικοί από τους λόγους για τους οποίους τα “καλά” λιπαρά είναι τόσο σημαντικό να καταναλώνονται καθημερινά.

Υπάρχουν δύο τύπη λιπαρών

Υπάρχουν δύο βασικά είδη λίπους που πρέπει να γνωρίζετε, τα κορεσμένα και τα ακόρεστα.

Ακόρεστα ή αλλιώς “καλά” λιπαρά

Τα ακόρεστα λιπαρά θεωρούνται “υγιεινά ή καλά λίπαρά” συμπεριλαμβανομένων των πολυακόρεστων και των μονοακόρεστων λιπαρών. Αυτοί οι τύποι λιπών βρίσκονται συνήθως στα φυτικά έλαια που είναι υγρά σε θερμοκρασία δωματίου, στα λιπαρά ψάρια, (σολομός, πέστροφα, σκουμπρί), στους ξηρούς καρπούς και τους σπόρους.

Πολυακόρεστα λιπαρά

Τα πολυακόρεστα λίπη περιλαμβάνουν τα Ωμέγα-3 που είναι τα δομικά στοιχεία των κυτταρικών μεμβρανών που αναφέρθηκαν προηγουμένως. Τα ωμέγα-3 παρέχουν επίσης ενέργεια στο σώμα μας, βοηθούν στην υποστήριξη των ορμονών, την υγεία του εγκεφάλου και στην ανοσοποιητική υγεία. Ο άγριος σολομός, το ελαιόλαδο, το αβοκάντο, τα καρύδια, ο λιναρόσπορος και οι σπόροι chia περιέχουν ωμέγα-3 λιπαρά οξέα.

Ιδανικά, είναι καλύτερο να λαμβάνετε ω-3 λιπαρά οξέα από τα ψάρια, που περιέχουν περισσότερο βιοδιαθέσιμες μορφές. Τα φυτικά τρόφιμα που είναι πλούσια σε ωμέγα-3, όπως ο λιναρόσπορος και οι σπόροι chia πρέπει να υποστούν μια μετατροπή στο σώμα, ωστόσο η μετατροπή αυτή δεν αποδίδει τα βέλτιστα επίπεδα ω-3 λιπαρών σε σύγκριση με τρόφιμα, όπως ο σολομός, το σκουμπρί και άλλα ψάρια.

Μονοακόρεστα λιπαρά

Τα μονοακόρεστα λίπη θεωρούνται υγιεινά λιπαρά και είναι επίσης μια καλή πηγή βιταμίνης Ε. Τρόφιμα που περιέχουν μονοακόρεστα λιπαρά είναι οι ελιές, το αβοκάντο, τα φουντούκια, τα αμύγδαλα, τα καρύδια Βραζιλίας, τα κάσιους, το σουσάμι, οι κολοκυθόσποροι και το ελαιόλαδο.

Κορεσμένα λιπαρά

Το κορεσμένο λίπος είναι συνήθως αυτό που θεωρείται “ανθυγιεινό” και περιλαμβάνει τα ζωικά λίπη (κρέας, πουλερικά, γαλακτοκομικά προϊόντα) και τα φυτικά έλαια που είναι στερεά σε θερμοκρασίες δωματίου όπως το έλαιο καρύδας και το φοινικέλαιο.

Ωστόσο υπάρχουν περισσότερες έρευνες που καθημερινά αλλάζουν σχετικά με τα κορεσμένα λιπαρά και αν επηρεάζουν, είτε μακροπρόθεσμα είτε όχι, αρνητικά την καρδιαγγειακή υγεία. Για παράδειγμα, παρόλο που το λάδι καρύδας θεωρείται από όλους ανθυγιεινό, επειδή ανήκει στα κορεσμένα λιπαρά, στην πραγματικότητα δεν είναι καθόλου κακό για την υγεία και μπορεί να χρησιμοποιείται άφοβα κατά το μαγείρεμα.

Το 65% των λιπαρών οξέων που υπάρχουν στο λάδι καρύδας είναι τριγλυκερίδια μέσης αλυσίδας (MCT). Σε αντίθεση με τα λιπαρά οξέα μακράς αλυσίδας (η πλειονότητα των λιπών στη διατροφή μας), τα οποία πρέπει να υποστούν τροποποίηση προτού αφομοιωθούν και απορροφηθούν στο σώμα μας, τα τριγλυκερίδια μέσης αλυσίδας διαχέονται παθητικά από το γαστρεντερικό μας σωλήνα στην πυλαία κυκλοφορία. Με άλλα λόγια, το σώμα μας μπορεί εξαιρετικά εύκολα να διασπάσει το λίπος, πριν απορροφηθεί γρήγορα και χρησιμοποιηθεί ως ενέργεια από το σώμα.

Πόσα “καλά” λιπαρά πρέπει να τρώω σε μια μέρα;

Η ακριβής ποσότητα εξαρτάται από τον τρόπο ζωής σας, τους στόχους υγείας και φυσικής κατάστασης, την πέψη, το επίπεδο δραστηριότητας και το γονιδιακό σας προφίλ. Αλλά ένας γενικός κανόνας είναι ότι πρέπει να καταναλώνετε μια μερίδα “καλών” λιπαρών σε κάθε γεύμα σας. Μια μερίδα ισούται περίπου με 1 κουταλιά της σούπας ή όσο το ο μήκος του αντίχειρά σας.

Photo credit: Food photo created by freepik – www.freepik.com


1528.jpg

24 Φεβρουαρίου, 2021 Angelos KlitsasΆρθρα0

Γράφει ο Θανάσης Τσιούδας, διαιτολόγος – διατροφολόγος

Οι μεγάλες διακυμάνσεις του σακχάρου στο αίμα μπορεί να οδηγήσουν σε μια σειρά από όχι και τόσο ευχάριστα συμπτώματα.

Πιάνετε τον εαυτό σας να λαχτάρα περισσότερο αμυλούχα τρόφιμα ή τρόφιμα με υψηλή περιεκτικότητα σε ζάχαρη; Νιώθετε λήθαργο ή αντιμετωπίζετε ομίχλη εγκεφάλου, πονοκεφάλους, ζάλη ή πείνα πιο συχνά από το συνηθισμένο; Αυτά τα συμπτώματα μπορεί να οφείλονται σε μη ισορροπημένα επίπεδα σακχάρου στο αίμα σας.

Πως λειτουργεί το σάκχαρο στο αίμα;

Όλα ξεκινούν με τους υδατάνθρακες

Όλοι οι υδατάνθρακες – είτε από φρούτα και λαχανικά είτε από γλυκά και μπισκότα – διασπόνται σε ζάχαρη στο σώμα, αλλιώς γνωστή ως γλυκόζη. Υπάρχει ένα βασικό στοιχείο που συμβάλλει στο σάκχαρο του αίματος, οι αμυλώδεις υδατάνθρακες.

Η πρόσληψη υδατανθράκων είναι αυτή που εισάγει την ζάχαρη στην κυκλοφορία του αίματος. Ο τύπος, ο χρόνος και η ποσότητα των υδατανθράκων που καταναλώνονται καθορίζουν πόση ζάχαρη εισάγεται στην κυκλοφορία του αίματος κάθε φορά.

Πιο περίπλοκες, φυσικές πηγές υδατανθράκων (όπως τα δημητριακά ολικής αλέσεως, τα φασόλια, τα όσπρια ή τα φρούτα) εισάγουν την ζάχαρη στην κυκλοφορία του αίματος με πιο αργό και σταδιακό ρυθμό, ενώ οι απλούστερες και επεξεργασμένες πηγές υδατανθράκων την εισάγουν στην κυκλοφορία με ταχύτερο ρυθμό.

Πρέπει επίσης να λάβουμε υπόψη εάν οι υδατάνθρακες καταναλώθηκαν μόνοι τους ή συνδυάστηκαν με κάτι άλλο. Όταν καταναλώνονται μόνοι τους, ο ρυθμός απορρόφησης είναι λίγο πιο γρήγορος. Ωστόσο, όταν καταναλώνονται σε συνδυασμό με πρωτεΐνες, καλά λιπαρά ή φυτικές ίνες, ο ρυθμός απορρόφησης επιβραδύνεται.

Γιατί χρειαζόμαστε τη ζάχαρη από τους υδατάνθρακες;

Αυτή η ζάχαρη (η γλυκόζη) από τους υδατάνθρακες είναι ζωτικής σημασίας για τη σωστή λειτουργία του σώματος. Από τις συσπάσεις των μυών μέχρι τα όργανα που χρησιμοποιούν την ζάχαρη ως πηγή ενέργειας, χρειαζόμαστε την γλυκόζη ώστε να διατηρούνται τα πάντα ομαλά. Με λίγα λόγια, οι υδατάνθρακες είναι η κύρια πηγή ενέργειας του σώματος.

Αλλά πριν η γλυκόζη μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως ενέργεια από τα όργανα, πρέπει να μεταφερθεί από την κυκλοφορία του αίματος στα κύτταρα. Εδώ μπαίνει στο παιχνίδι η ινσουλίνη.

Η ινσουλίνη μετατρέπει τη ζάχαρη σε ενέργεια

Αφού καταναλώσουμε τους υδατάνθρακες, το πάγκρεας, ως απόκριση, παράγει μια ορμόνη που ονομάζεται ινσουλίνη. Η δουλειά της ινσουλίνης είναι να καθαρίσει την κυκλοφορία του αίματος από το σάκχαρο. Καθορίζει επίσης εάν πρόκειται να χρησιμοποιήσουμε τη ζάχαρη από τους υδατάνθρακες που καταναλώσαμε άμεσα ως ενέργεια ή αν πρόκειται να την αποθηκεύσουμε για μελλοντική χρήση.

Φανταστείτε την ινσουλίνη σαν ένα μικρό αυτοκίνητο που παίρνει τη ζάχαρη από την κυκλοφορία του αίματός σας και, στη συνέχεια, την μεταφέρει στο κύτταρο για να απορροφηθεί και να χρησιμοποιηθεί ως ενέργεια.

Όταν για παράδειγμα, υπάρχει πάρα πολύ γλυκόζη στο αίμα σας, η ινσουλίνη δεν μπορεί να την μεταφέρει όλη από το αίμα στα κύτταρα και έτσι αποθηκεύει την περίσσεια γλυκόζης στο συκώτι για μελλοντική χρήση.

Πότε και πώς η γλυκόζη φτάνει στα μέγιστα επίπεδα;

Χωρίς την ινσουλίνη, η γλυκόζη απλώς θα παρέμενε και θα επέπλεε στην κυκλοφορία του αίματός σας. Όταν η ινσουλίνη είτε δεν είναι παρούσα ή δεν είναι σε θέση να κάνει σωστά τη δουλειά της, το αποτέλεσμα είναι τα υψηλά επίπεδα σακχάρου στο αίμα (αιχμές). Αυτό μπορεί να προκαλέσει μερικά από αυτά τα δυσάρεστα συμπτώματα που αναφέρθηκαν προηγουμένως και μπορεί επίσης να οδηγήσει σε μακροχρόνιες βλάβες.

Επιπλέον, όταν οι υδατάνθρακες καταναλώνονται συχνά σκέτοι ή προέρχονται από πιο επεξεργασμένες τροφές, είναι λίγο πιο δύσκολο για την ινσουλίνη να διατηρήσει τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα φυσιολογικά.

Χαμηλές τιμές σακχάρου στο αίμα

Επειδή το υψηλό σάκχαρο στο αίμα δεν είναι ιδανικό, μπορεί λανθασμένα να πιστέψετε ότι ο στόχος είναι το χαμηλό σάκχαρο – αυτό όμως δεν ισχύει. Πρέπει να επιτύχουμε μια ισορροπία στις τιμές.

Τα χαμηλά επίπεδα σακχάρου στο αίμα συμβαίνουν όταν υπάρχει μια αύξηση της ινσουλίνης ή μια έλλειψη στην συνολική πρόσληψη υδατανθράκων.

Σε περίπτωση αύξησης της ινσουλίνης, πάρα πολύ σάκχαρο μεταφέρεται έξω από την κυκλοφορία του αίματος, με αποτέλεσμα να λαχταρούμε τρόφιμα όπως σοκολάτα ή κέικ για να το αντισταθμίσουμε.

Διακυμάνσεις του σακχάρου στο αίμα

Συνήθως, η απάντηση μας στα σημάδια ότι το σάκχαρο στο αίμα έχει μειωθεί, είναι να τροφοδοτήσουμε το σώμα μας με ζάχαρη. Το πρόβλημα είναι ότι τρόφιμα όπως η σοκολάτα και το κέικ ανήκουν στην κατηγορία των απλών και επεξεργασμένων υδατανθράκων, με αποτέλεσμα το σάκχαρο να εκτοξεύεται πάλι στα ύψη.

Με την πάροδο του χρόνου, αυτό μπορεί να οδηγήσει σε ατελείωτες διακυμάνσεις του σακχάρου.

Ο στόχος είναι να βρεθεί μια ισορροπία μεταξύ των αιχμών και των χαμηλών τιμών του σακχάρου στο αίμα. Αυτή η ισορροπία εμποδίζει το υπερβολικό σάκχαρο ή την υπερβολική ινσουλίνη στο αίμα, με αποτέλεσμα να αισθανόμαστε καλύτερα.

Ποια είναι τα σημάδια και τα συμπτώματα της υπεργλυκαιμίας;

Όταν αντιμετωπίζουμε συχνά υψηλές τιμές σακχάρου, ερχόμαστε αναπόφευκτα αντιμέτωποι και με χαμηλά επίπεδα σακχάρου στο αίμα. Τα συμπτώματα της υπογλυκαιμίας είναι ενδείξεις ότι το σάκχαρο στο αίμα σας έχει συχνά διακυμάνσεις.

Τα κοινά σημάδια και συμπτώματα της υπογλυκαιμίας είναι: τρεμάμενα χέρια, αυξημένος καρδιακός ρυθμός, ομίχλη εγκεφάλου, σύγχυση, ζάλη, ευερεθιστότητα, άγχος, υγρά χέρια, κρυάδες.

Πως να προλάβετε την υπεργλυκαιμία

Τώρα που ξέρετε γιατί είναι σημαντικό να προσέχετε το σάκχαρό σας, ακολουθούν μερικές απλές συμβουλές για τη σταθεροποίηση του σακχάρου στο αίμα.

1. Επικεντρωθείτε στα “καλά” λιπαρά

Τα υγιεινά λιπαρά χρειάζονται περισσότερο χρόνο για την πέψη από τους υδατάνθρακες. Επομένως, όταν καταναλώνονται σε συνδυασμό με υδατάνθρακες, επιβραδύνουν τον ρυθμό απορρόφησης των υδατανθράκων. Επιπλέον, τα “καλά” λιπαρά δεν επηρεάζουν άμεσα τα επίπεδα ινσουλίνης ή σακχάρου στο αίμα μας.

Κατά την κατανάλωση αμυλούχων υδατανθράκων, προσθέστε μερικά “καλά” λιπαρά, όπως ξηρούς καρπούς, σπόρους, αβοκάντο ή ελαιόλαδο για να επιβραδύνετε την απορρόφηση και να αποτρέψετε την αύξηση του σακχάρου στο αίμα.

2. Βεβαιωθείτε ότι καταναλώνετε αρκετές φυτικές ίνες

Οι φυτικές ίνες, όπως και τα “καλά” λιπαρά, επιβραδύνουν τον ρυθμό απορρόφησης των υδατανθράκων. Εάν καταναλώνετε μια δίαιτα με υψηλή περιεκτικότητα σε τρόφιμα όπως λαχανικά, φρούτα, ξηρούς καρπούς, σπόρους και όσπρια, τότε λαμβάνετε αρκετές φυτικές ίνες. Κατά μέσο όρο, στοχεύστε περίπου σε 25-35g / ημέρα. Η ποσότητα αυτή διαφέρει ανάλογα με το φύλο, το πεπτικό σύστημα και την πρόσληψη ενέργειας.

3. Καταναλώστε καλά ισορροπημένα γεύματα

Ένας γενικός κανόνας είναι κάθε γεύμα να αποτελείται από τα παρακάτω τέσσερα απλά στοιχεία: πρωτεΐνες, “καλά” λιπαρά, μη αμυλώδεις υδατάνθρακες (δηλαδή λαχανικά) και αμυλώδεις υδατάνθρακες (όπως πατάτες, ζυμαρικά, ρύζι κλπ.).  Και τα τέσσερα αυτά στοιχεία είναι απαραίτητα για τη δημιουργία ενός ισορροπημένου γεύματος με όλα τα θρεπτικά συστατικά που χρειάζεστε, ενώ ταυτόχρονα σταθεροποιεί το σάκχαρο στο αίμα σας.

4. Καταναλώστε αρκετή πρωτεΐνη

Η πρωτεΐνη, όπως και οι φυτικές ίνες και τα υγιεινά λιπαρά, επιβραδύνει το ρυθμό απορρόφησης των υδατανθράκων. Εξαιτίας αυτού, η πρωτεΐνη (τόσο η φυτική όσο και η ζωική) μπορεί επίσης να σας βοηθήσει να αισθανθείτε χορτάτοι. Στοχεύστε ώστε το μεγαλύτερο μέρος της πρωτεΐνης που καταναλώνετε να προέρχεται από άπαχες πηγές, όπως για παράδειγμα από όσπρια, ξηρούς καρπούς, κοτόπουλο, γαλοπούλα.

5. Διαχειριστείτε το άγχος σας

Το άγχος εκτός από την ορμονική απόκριση και την αύξηση των επιπέδων κορτιζόλης που μπορεί να προκαλέσει, μπορεί επίσης να οδηγήσει σε μεγάλη επιθυμία για ζάχαρη.

Η κορτιζόλη είναι μια ορμόνη που μπορεί να απελευθερωθεί ως απάντηση στο στρες. Έχει επίσης τη δυνατότητα να χρησιμοποιεί την αποθηκευμένη γλυκόζη από το ήπαρ για να αυξήσει το σάκχαρο στο αίμα. Σε περιόδους σημαντικού άγχους, αυτό μπορεί να είναι χρήσιμο, γιατί βοηθάει το άτομο να «πολεμήσει» μια αγχωτική κατάσταση. Ωστόσο, όταν το άγχος είναι παρατεταμένο ή χρόνιο, η γλυκόζη μπορεί να απελευθερώνεται συνεχώς από το ήπαρ με αποτέλεσμα μακροπρόθεσμα υψηλά επίπεδα σακχάρου στο αίμα.

Λόγω του γεγονότος ότι η επιθυμία για ζάχαρη αυξάνεται όταν υπάρχει άγχος, η κατανάλωση ζάχαρης αυξάνεται και αυτή. Αυτό φυσικά θα συμβάλει σε αυξημένα και ανισόρροπα επίπεδα σακχάρου στο αίμα.

6. Απολαύστε έναν καλό ύπνο

Όλοι γνωρίζουμε πόσο σημαντικός είναι ο ύπνος. Αλλά σκεφτείτε τι συμβαίνει όταν δεν κοιμόμαστε αρκετά – τείνουμε να αναζητούμε τρόφιμα και ποτά με ζάχαρη για να αυξήσουμε την ενέργειά μας και να καταφέρουμε να ανταπεξέλθουμε για την υπόλοιπη ημέρα. Επομένως, την επόμενη φορά, μην πέσετε με τα μούτρα στη ζάχαρη. Απλά φροντίστε καλύτερα τον ύπνο σας.


Screen-Shot-2021-02-22-at-18.00.18-1024x681.png

Τα άτομα με σακχαρώδη διαβήτη είναι γνωστό πως είναι πιο ευάλωτα στις λοιμώξεις και ειδικότερα έχει διαπιστωθεί πως έχουν 2-3 φορές μεγαλύτερο κίνδυνο να νοσήσουν από τον κορονοϊό, ανεξάρτητα από το αν συνυπάρχουν ή όχι άλλα προβλήματα υγείας.

Μπορεί όμως η COVID-19 με τη σειρά της να προκαλέσει σακχαρώδη διαβήτη; Είναι ένα από τα βασικά ερωτήματα που τίθενται το τελευταίο διάστημα, το οποίο απασχολεί την ιατρική κοινότητα, με αφορμή τα πρόσφατα ερευνητικά δεδομένα.

Ο λόγος για μία μελέτη που δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό Diabetes, Obesity and Metabolism, η οποία έδειξε ότι το 14% των ασθενών σε σύνολο άνω των 3700 ατόμων που νοσηλεύτηκαν για COVID-19, παρουσίασαν διαβήτη μετά το πέρας της νοσηλείας τους.

Πώς συνδέεται η COVID-19 με το διαβήτη

Ο μηχανισμός της παραπάνω σύνδεσης δεν έχει ακόμα αποσαφηνιστεί, ωστόσο οι θεωρίες που διατυπώνονται, επικεντρώνονται στους υποδοχείς του ACE2, μέσω των οποίων είναι γνωστό ότι ο ιός εισέρχεται στα κύτταρα του αναπνευστικού συστήματος. Η σύνδεση αυτή αποδίδεται στο ότι τους ίδιους υποδοχείς φέρουν και τα β κύτταρα του παγκρέατος που παράγουν ινσουλίνη και έτσι η είσοδος του ιού στα κύτταρα αυτά μπορεί να επηρεάσει τη λειτουργία τους ή ακόμα και να τα καταστρέψει.

Υπενθυμίζεται ότι ο διαβήτης εμφανίζεται όταν διαταράσσονται τα επίπεδα της γλυκόζης στο αίμα. Η ινσουλίνη βοηθά στη ρύθμιση των επιπέδων της γλυκόζης. Στους ασθενείς με διαβήτη τύπου 1 ο οργανισμός παράγει πολύ χαμηλές ποσότητες ή καθόλου ινσουλίνη, ενώ στον διαβήτη τύπου 2 ο οργανισμός δεν μπορεί να χρησιμοποιήσει την ινσουλίνη με σωστό τρόπο (αντίσταση στην ινσουλίνη).

Αυτό που συμπεραίνεται από τα μέχρι σήμερα δεδομένα είναι ότι η σύνδεση ανάμεσα στην COVID-19 και το διαβήτη είναι αμφίδρομη. Οι ασθενείς δηλαδή με διαβήτη διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο COVID-19, αλλά και οι ασθενείς με COVID-19 διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο να εμφανίσουν διαβήτη.

Μετά την ανάρρωση από την COVID-19

Υπάρχουν ακόμα αρκετά αναπάντητα ερωτήματα σήμερα σχετικά με την πιθανότητα εμφάνισης διαβήτη κατά την ανάρρωση από COVID-19.

Οι ασθενείς που αναρρώνουν από COVID-19 θα πρέπει να βρίσκονται σε επαγρύπνηση για την εμφάνιση χρονίων συμπτωμάτων από τη λοίμωξη. Διότι δεν αποκλείεται η παραγωγή ινσουλίνης να είναι περιορισμένη τις πρώτες εβδομάδες μετά το εξιτήριο και έτσι ορισμένοι ασθενείς να χρειαστεί να περιορίσουν την κατανάλωση υδατανθράκων.

Background photo created by xb100 – www.freepik.com


Espress-1024x536.png

19 Φεβρουαρίου, 2021 Angelos KlitsasΆρθρα0

Γράφει ο Θανάσης Τσιούδας, διαιτολόγος – διατροφολόγος

Ο καφές αποτελεί ένα από τα δημοφιλέστερα ροφήματα παγκοσμίως. Οι λάτρεις του καφέ σε όλο τον κόσμο, που θα “σκότωναν” για την αγαπημένη τους πρωινή – και όχι μόνο – απόλαυση, πιθανώς δεν έχουν μπει ποτέ στην διαδικασία να σκεφτούν τα οφέλη ή τους κινδύνους που μπορεί να έχει το αγαπημένο τους ρόφημα για την υγεία.

Ωστόσο, ο καφές έχει αποτελέσει αντικείμενο πολλών ερευνών και συζητήσεων εδώ και πολλά χρόνια, καθώς το 1991 συμπεριλήφθηκε σε μια λίστα πιθανά καρκινογόνων ουσιών από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας. Παρόλο που το 2016 κατάφερε να απαλλαχθεί από την κατηγορία για πιθανή αύξηση του κινδύνου εμφάνισης καρκίνου, η διαμάχη για το αν η κατανάλωση του ή όχι αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου, συνεχίστηκε μέχρι πολύ πρόσφατα.

Τι προκαλεί η καφεΐνη στον οργανισμό;

Ο καφές είναι ένα περίπλοκο μείγμα με περισσότερες από χίλιες χημικές ουσίες. Είναι πλούσιος σε καφεΐνη, πολυφαινόλες, θεοβρωμίνη, μαγνήσιο, βιταμίνη Β2 (ριβοφλαβίνη) και φυτοοιστρογόνα. Η πιο διάσημη ουσία του, η καφεΐνη, έχεις διάφορες επιδράσεις στην υγεία.

  • Διεγείρει το κεντρικό νευρικό σύστημα. Σε φυσιολογική ποσότητα αυξάνει την εγρήγορση, την ετοιμότητα και την συγκέντρωση και βελτιώνει την μνήμη, ενώ σε υπερβολική ποσότητα μπορεί να προκαλέσει νευρικότητα, άγχος και αϋπνία.
  • Αυξάνει την αρτηριακή πίεση και τον καρδιακό ρυθμό, καθώς διεγείρει την παραγωγή κορτιζόλης και αδρεναλίνης.
  • Αυξάνει την παραγωγή οξέος στο στομάχι, για αυτό πρέπει να αποφεύγεται από άτομα με στομαχικές διαταραχές.
  • Μειώνει την όρεξη και αυξάνει τον μεταβολικό ρυθμό, ενώ έχει και διουρητικές ιδιότητες.
  • Αυξάνει την αθλητική απόδοση και προσφέρει τόνωση και εγρήγορση, εάν καταναλωθεί πριν το γυμναστήριο.

Πόση καφεΐνη περιέχει μια κούπα καφέ;

Μια κούπα 200 ml καφέ περιέχει κατά μέσο όρο περίπου 95 mg καφεΐνης. Ωστόσο, ο τύπος του καφέ σε συνδυασμό με τον τρόπο παρασκευής του, είναι οι παράγοντες που καθορίζουν την ποσότητα της καφεΐνης που περιέχεται στην κούπα σας.

Ωστόσο, η καφεΐνη δεν υπάρχει μόνο στον καφέ, αλλά και στο τσάι, την σοκολάτα, το κακάο, σε αναψυκτικά τύπου cola και ενεργειακά ποτά, επομένως πρέπει και αυτή η ποσότητα να λαμβάνεται υπόψη.

Παρακάτω ακολουθεί ένας πίνακας με τα διάφορα είδη καφέ αλλά και άλλων ροφημάτων και την περιεκτικότητά τους σε καφεΐνη:

Είδος καφέΠεριεκτικότητα σε καφεΐνη (mg)
Καφές φίλτρου 200 ml145
Fredo espresso / cappuccino 200 ml120
Ελληνικός διπλός 140 ml115
Στιγμιαίος ζεστός 200 ml110
Φραπέ 200 ml106
Cappuccino 150 ml60
Espresso 30 ml60
Decafeine 200 ml2 – 12
Άλλα ροφήματα
Τσάι 200 ml50
Κακάο ρόφημα 200 ml16
Αναψυκτικά τύπου cola 200 ml30
Ενεργειακά ποτά 250 ml75 – 80

Πόση καφεΐνη μπορώ να καταναλώνω;

Η συνιστώμενη ημερήσια πρόσληψη καφεΐνης σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφάλειας Τροφίμων (EFSA) είναι 400 mg για τους ενήλικες, που αντιστοιχούν σε 3 – 4 φλιτζάνια καφέ την ημέρα.

Όσον αφορά τις εγκύους, η ποσότητα αυτή μειώνεται στο μισό. Δεν πρέπει να ξεπερνούν τα 200 mg καφεΐνης την ημέρα, δηλαδή τα 2 φλιτζάνια καφέ, επειδή η καφεΐνη περνά μέσω του πλακούντα στο έμβρυο και έχει συσχετιστεί με αποβολές και χαμηλό βάρος γέννησης. Η ίδια ποσότητα ισχύει και για τις γυναίκες που θηλάζουν.

Για τους ανηλίκους, δεν υπάρχουν αρκετά δεδομένα, ωστόσο φαίνεται μια κατανάλωση καφεΐνης έως 3 mg / kg σωματικού βάρους, θεωρείται ασφαλής.

Ωστόσο, είναι σημαντικό σε αυτή την ποσότητα να συνυπολογίζονται και οι υπόλοιπες πηγές καφεΐνης που καταναλώνονται κατά την διάρκεια της ημέρας, εκτός από τον καφέ.

Η ανταπόκριση του ανθρώπινου οργανισμού στον καφέ ή την καφεΐνη μπορεί επίσης να ποικίλει σημαντικά μεταξύ των ατόμων, καθώς κάθε οργανισμός έχει διαφορετική ευαισθησία στην καφεΐνη, που εξαρτάται από τα γονίδια του και από το πόσο αργά ή γρήγορα μπορεί να την μεταβολίσει. Χαμηλές έως μέτριες δόσεις καφεΐνης (50 – 300 mg) μπορεί να προκαλέσουν αυξημένη εγρήγορση, ενέργεια και ικανότητα συγκέντρωσης, ενώ υψηλότερες δόσεις μπορεί να έχουν αρνητικά αποτελέσματα όπως άγχος, ανησυχία, αϋπνία και αυξημένο καρδιακό ρυθμό.

Αν ανήκετε σε αυτούς που την μεταβολίζουν αργά και ένας καφές επιδρά έντονα στο νευρικό τους σύστημα, είναι καλό να ξέρετε πως κάθε είδος καφέ, περιέχει διαφορετική ποσότητα καφεΐνης.

Κατανάλωση καφέ & υγεία

Καρκίνος

Παρόλο που ο καφές έχει κατηγορηθεί ως καρκινογόνος, επειδή όταν οι κόκκοι του ψήνονται δημιουργείται η χημική ουσία ακρυλαμίδιο, μελέτες έχουν δείξει ότι οι αντιοξειδωτικές δράσεις των πολυφαινολών που περιέχει εμποδίζουν την ανάπτυξη καρκινικών κυττάρων. Επίσης, η κατανάλωσή του έχει συσχετιστεί με μειωμένα επίπεδα οιστρογόνων, ορμονών που συνδέονται με διάφορους τύπους καρκίνου, καθώς και μείωση της φλεγμονής, που αποτελεί παράγοντα κινδύνου για πολλούς καρκίνους.

Διαβήτης τύπου 2

Αν και η πρόσληψη καφεΐνης μπορεί να αυξήσει το σάκχαρο στο αίμα βραχυπρόθεσμα, μακροπρόθεσμες μελέτες έχουν δείξει ότι όσοι καταναλώνουν καφέ συστηματικά έχουν χαμηλότερο κίνδυνο εμφάνισης διαβήτη τύπου 2 σε σύγκριση με όσους δεν πίνουν. Οι πολυφαινόλες και τα μέταλλα, όπως το μαγνήσιο στον καφέ μπορούν να βελτιώσουν την αποτελεσματικότητα της ινσουλίνης και τον μεταβολισμό της γλυκόζης στο σώμα.

Υγεία της καρδιάς

Η καφεΐνη είναι ένα διεγερτικό που επηρεάζει το κεντρικό νευρικό σύστημα και μπορεί να προκαλέσει διαφορετικές αντιδράσεις στους ανθρώπους. Σε ευαίσθητα άτομα, οι υψηλές ποσότητες καφεΐνης μπορεί να αυξήσουν την αρτηριακή πίεση και τον καρδιακό ρυθμό. Ακόμη, ο καφές περιέχει κάποιες ουσίες, τα διτερπένια, που μπορούν να αυξήσουν την κακή LDL χοληστερόλη και τα τριγλυκερίδια.

*Ο ελληνικός καφές περιέχει την μεγαλύτερη ποσότητα από διτερπένια, ο espresso περιέχει μέτριες ποσότητες διτερπενίων, ενώ ο καφές φίλτρου και ο στιγμιαίος καφές δεν περιέχουν σχεδόν καθόλου διτερπένια, καθώς το φιλτράρισμα και η επεξεργασία αυτών των τύπων καφέ τα αφαιρεί. Παρόλα αυτά έρευνες έχουν συνδέσει την καθημερινή κατανάλωση ελληνικού καφέ με καλύτερη υγεία της καρδιάς και μακροζωία!

Κατάθλιψη

Ο καφές μπορεί να έχει νευρολογικά οφέλη σε μερικούς ανθρώπους και δρα ως αντικαταθλιπτικό,αυξάνοντας την εγρήγορση και την προσοχή, μειώνοντας το άγχος και βελτιώνοντας την διάθεση. Η μέτρια πρόσληψη καφεΐνης (2 – 3 φλιτζάνια την ημέρα) έχει συσχετιστεί με χαμηλότερο κίνδυνο κατάθλιψης και αυτοκτονίας.

Πότε δεν κάνει να πίνω καφέ;

Η φυσιολογική κατανάλωση καφέ, σύμφωνα με τις συστάσεις, δεν έχει καμία αρνητική επίδραση. Όμως, εάν έχετε ευαισθησία στην καφεΐνη, είστε έγκυος ή θηλάζουσα ή πάσχετε από καρδιαγγειακές νόσους ή ασθένειες του στομάχου, τότε ο ντεκαφεϊνέ καφές αποτελεί μια καλή επιλογή, ενώ παράλληλα προσφέρει παρόμοια οφέλη υγεία με τον καφέ που περιέχει καφεΐνη.

Τέλος, μην ξεχνάτε ότι σημαντικό ρόλο παίζει και το πως πίνετε τον καφέ σας. Η ζάχαρη, η κρέμα γάλακτος ή το αφρόγαλα που προσθέτετε στον καφέ σας, αυξάνουν το περιεχόμενό του σε θερμίδες και κορεσμένο λίπος, όμως τα οφέλη της καφεΐνης και των αντιοξειδωτικών που περιέχει ο καφές δεν χάνονται!

 

Featured image by valeria_aksakova on Freepik

lentils-3-wooden-spoons-with-top-view-wooden-table-1024x536.jpg

8 Φεβρουαρίου, 2021 Angelos KlitsasΆρθρα0

Γράφει ο Θανάσης Τσιούδας, διαιτολόγος – διατροφολόγος

Ο σίδηρος είναι απαραίτητος για την ανάπτυξη, την άρτια κυτταρική λειτουργία και την παραγωγή πολλών ορμονών, νευροδιαβιβαστών και του συνδετικού ιστού. Περίπου τα 2/3 του σιδήρου του οργανισμού βρίσκονται στην αιμοσφαιρίνη, που αποτελεί την πρωτεΐνη των ερυθρών αιμοσφαιρίων και επιτρέπει τη μεταφορά οξυγόνου από τους πνεύμονες στους ιστούς. Ακόμη, ο σίδηρος αποτελεί μέρος της μυοσφαιρίνης, η οποία βρίσκεται στους μύες και επιτρέπει την μεταφορά και αποθήκευση οξυγόνου στα μυϊκά κύτταρα. 

Ποιες οι κατηγορίες του διαιτητικού σιδήρου;

Ο σίδηρος της διατροφής, που προσλαμβάνεται και είναι διαθέσιμος για απορρόφηση από το έντερο, διαχωρίζεται σε δύο κατηγορίες:

Αιμικός σίδηρος

Περιέχεται στο κρέας και απορροφάται σε αρκετά σημαντικό βαθμό, έως και 25%.

Μη αιμικός (ελεύθερος) σίδηρος

Περιέχεται στα τρόφιμα φυτικής προέλευσης (στα λαχανικά, στα φρούτα, στα όσπρια, στους ξηρούς καρπούς), καθώς και στο γάλα και στα αυγά. Αυτή η μορφή σιδήρου δεν απορροφάται σε ικανοποιητικό βαθμό (γύρω στο 5%). Συνδυάζοντας τα τρόφιμα αυτά με τρόφιμα πλούσια σε βιταμίνη C ή με μικρές ποσότητες κρέατος βελτιώνεται η απορρόφηση του σιδήρου. Λίγο πιο αναλυτικά… Ο βαθμός απορρόφησης του σιδήρου στο σώμα εξαρτάται από τη βιοδιαθεσιμότητα του. Ο αιμικός σίδηρος έχει μεγαλύτερη βιοδιαθεσιμότητα από ότι ο μη αιμικός. Τα άτομα που ακολουθούν μικτή διατροφή (κατανάλωση ζωικών και φυτικών τροφίμων), συμπεριλαμβανομένου δηλαδή του αιμικού σιδήρου, μπορούν να απορροφήσουν το 14% έως 18%, ενώ εκείνοι που ακολουθούν χορτοφαγική διατροφή μπορούν να αναμένουν να απορροφήσουν περίπου το 5% έως 12% του διαιτητικού σιδήρου.

Ποιες είναι οι ανάγκες μας σε σίδηρο;

  • 8-10 mg καθημερινά για τους άντρες και τις γυναίκες μετά την εμμηνόπαυση.
  • 16-18 mg καθημερινά για τις γυναίκες κατά την εμμηνόρροια.
  • 20-22 mg καθημερινά για τις εγκυμονούσες και τις θηλάζουσες γυναίκες.

Η συνιστώμενη πρόσληψη σιδήρου για τους χορτοφάγους είναι 1,8 φορές μεγαλύτερη από αυτή των μη χορτοφάγων. Αρκετές μάλιστα μελέτες υποδεικνύουν ότι τα επίπεδα σιδήρου των χορτοφάγων είναι χαμηλά λόγω της απουσίας σιδήρου υψηλής βιοδιαθεσιμότητας και της ανασταλτικής επίδρασης ορισμένων συστατικών, που υπάρχουν στα φυτικά τρόφιμα, στη βιοδιαθεσιμόττηα του μη αιμικού σιδήρου!

Πόσο επηρεάζει η έλλειψη σιδήρου την υγεία μας;

Η έλλειψη σιδήρου (σιδηροπενία) αποτελεί την πλέον συνηθισμένη διατροφική ανεπάρκεια, που επηρεάζει κυρίως βρέφη, παιδιά, εφήβους και γυναίκες πριν την εμμηνόπαυση. Στα πρώτα στάδια έλλειψης σιδήρου παρατηρούνται αδυναμία, κόπωση, τριχόπτωση, εύθραυστα νύχια, ενώ σοβαρή έλλειψη σιδήρου οδηγεί σε σιδηροπενική αναιμία, μειωμένη απόδοση σε αερόβιες δραστηριότητες, καθυστέρηση στην ανάπτυξη, γνωσιακή και διανοητική δυσλειτουργία, διαταραχές στο ανοσοποιητικό σύστημα και προβλήματα στην κύηση.

Φρούτα και λαχανικά πλούσια σε σίδηρο

Παρόλο που συνήθως συνδέουμε την πρόσληψη σιδήρου με τα τρόφιμα ζωικής προέλευσης (αιμικός σίδηρος), όπως το κρέας, τα πουλερικά και τα ψάρια, υπάρχουν αρκετά τρόφιμα φυτικής προέλευσης (μη αιμικός σίδηρος) που αποτελούν εναλλακτικές πηγές πλούσιες σε σίδηρο. Πιο συγκεκριμένα υπάρχουν:

Φρέσκα φρούτα & χυμοί: ροδάκινα, δαμάσκηνα, ρόδι, μπανάνες, μήλα, ακτινίδια, φράουλες, πορτοκάλια, γκρέιπφρουτ. Αποτελούν ένα πολύ καλό τρόπο για να αυξήσετε την ημερήσια πρόσληψη του σιδήρου. Τα περισσότερα από αυτά περιέχουν και βιταμίνη C που βοηθά το σώμα να απορροφήσει περισσότερο σίδηρο.

Αποξηραμένα φρούτα: βερίκοκα, δαμάσκηνα, ροδάκινα, ξηρές σταφίδες, σύκα. Επιλέξτε αυτά που δεν έχουν επιπλέον ζάχαρη.

Λαχανικά: σπανάκι (6,43 mg ανά 1 φλιτζάνι), σέσκουλα (4 mg ανά 1 φλιτζάνι), φασόλια (3-4 mg ανά φλιτζάνι), αρακάς (1,4 mg ανά 100 γραμμάρια), γογγύλι (1,15-2 mg ανά φλιτζάνι), κέιλ (1,2 mg ανά κούπα), λαχανάκια Βρυξελλών (1,23 mg ανά φλιτζάνι), μπρόκολο, πιπεριές, ντομάτα (και λιαστή), μανιτάρια και ο μαϊντανός.

Τα λαχανικά περιέχουν περισσότερο σίδηρο όταν μαγειρεύονται παρά όταν τρώγονται ωμά.

Για καλύτερη απορρόφηση του σιδήρου

  • Όπως έχει τονιστεί παραπάνω τόσο στις ζωικές όσο και στις φυτικές πηγές που περιέχουν σίδηρο συνιστάται ο συνδυασμός τους με τρόφιμα / αφεψήματα που περιέχουν βιταμίνη C. Για παράδειγμα μπορείτε να καταναλώσετε 1 ποτήρι φυσικό χυμό πορτοκάλι παράλληλα με το γεύμα σας.
  • Προσθέστε στις πράσινες σαλάτες χυμό λεμονιού. Η βιταμίνη C που περιέχει θα βοηθήσει σημαντικά στην απορρόφηση του σιδήρου που περιέχεται αντίστοιχα στις σαλάτες αυτές. Ειδικά για το σπανάκι: Προτιμήστε να το καταναλώνετε αποκλειστικά μαγειρεμένο, καθώς ο σίδηρος γίνεται έτσι πιο εύκολα διαθέσιμος στον οργανισμό.
  • Καταναλώστε τσάι ή καφέ ενδιάμεσα στα γεύματα και όχι μαζί με αυτά, μιας και περιέχουν ουσίες που παρεμποδίζουν την απορρόφηση του σιδήρου. Καλό είναι να μεσολαβούν 2 ώρες πριν ή μετά το γεύμα προτού καταναλώσετε καφέ ή τσάι.
  • Αποφύγετε την κατανάλωση γαλακτοκομικών (τυρί, γιαούρτι ή γάλα) παράλληλα ή 2 ώρες μετά τα γεύματα, καθώς το ασβέστιο που περιέχουν μειώνει την απορρόφηση ακόμη και του σιδήρου που προέρχεται από τις ζωικές τροφές.

Photo credit: Food photo created by 8photo – www.freepik.com


portrait-puzzled-woman-looking-upward-holding-green-fresh-apple-thinking-about-healthy-food-isolated-white-1024x536.png

3 Φεβρουαρίου, 2021 Angelos KlitsasΆρθραΠαχυσαρκία0

Γράφει ο Θανάσης Τσιούδας, διαιτολόγος – διατροφολόγος

Είναι ένα ερώτημα που απασχολεί πολύ κόσμο και κυρίως εκείνους που προσπαθούν να χάσουν τα περιττά κιλά. Η απάντηση στο ερώτημα βρίσκεται στην λεπτίνη και τον μηχανισμό δράσης της.

Η λεπτίνη είναι μια ορμόνη που παράγεται από το σωματικό λίπος και ελέγχει το αίσθημα της πληρότητας μετά το γεύμα. Ένας άνθρωπος στον οποίο η λεπτίνη λειτουργεί φυσιολογικά, δεν έχει το αίσθημα της πείνας μεταξύ των γευμάτων. Αυτό συμβαίνει επειδή το σώμα εκκρίνει λεπτίνη όταν έχει καταναλωθεί επαρκής ποσότητα φαγητού και στέλνει μήνυμα στον εγκέφαλο ότι ο οργανισμός είναι πλήρης.

Ποιος είναι ο μηχανισμός δράσης της λεπτίνης;

Αφού η λεπτίνη εκκρίνεται από τα λιπώδη κύτταρα, είναι λογικό να πιστεύουμε ότι ένα άτομο με αυξημένο σωματικό βάρος θα έχει άφθονη λεπτίνη και επομένως ποτέ δεν αισθάνεται πείνα. Δυστυχώς όμως αυτό δεν ισχύει. Το υπερβολικό λίπος στο σώμα δημιουργεί περίσσεια λεπτίνης και οδηγεί σε αντίσταση στη λεπτίνη, η οποία προκαλεί το αίσθημα της πείνας, ακόμη και αν κάποιος έχει ήδη καταναλώσει αρκετό φαγητό.

Με άλλα λόγια υπάρχει μεγάλη ποσότητα λεπτίνης στην κυκλοφορία του αίματος, που υπερχειλίζει τα κύτταρα του σώματος. Τα κύτταρα, λοιπόν, στην προσπάθεια τους να προστατευτούν από την υπερβολική ποσότητα λεπτίνης, κλείνουν τους υποδοχείς που έχουν για την λεπτίνη, προκαλώντας έτσι αντίσταση στην λεπτίνη. Εφόσον, η λεπτίνη δεν εισέρχεται στα κύτταρα ο εγκέφαλος δεν λαμβάνει ποτέ το μήνυμα κορεσμού και έτσι το άτομο υπερκαταναλώνει φαγητό.

Η λεπτίνη είναι επίσης σημαντική για τη γονιμότητα, τη λίμπιντο και την πρόωρη ήβη, καθώς και για την ανάπτυξη των παιδιών. Στην πραγματικότητα, η αντίσταση στην λεπτίνη θα μπορούσε να εξηγήσει γιατί τα παχύσαρκα κορίτσια έχουν 80% περισσότερες πιθανότητες να ξεκινήσουν την εφηβεία νωρίτερα από το κανονικό.

Ωστόσο, η αντίσταση στη λεπτίνη δεν είναι η μόνη μάχη στον αγώνα ενάντια της υπερφαγίας. Τα υψηλά τριγλυκερίδια έχει αποδειχθεί ότι εμποδίζουν την ικανότητα της λεπτίνης να διασχίσει τον αιματοεγκεφαλικό φραγμό (μια λεπτή επένδυση που προστατεύει τον εγκέφαλο) και να παραδώσει το σήμα κορεσμού στον εγκέφαλο.

Τα σάκχαρα και τα πλούσια σε υδατάνθρακες τρόφιμα όπως το ψωμί, τα ζυμαρικά, το ρύζι και οι πατάτες αυξάνουν σημαντικά τα τριγλυκερίδια, εμποδίζοντας έτσι την ικανότητα της λεπτίνης να στέλνει σήμα στον εγκέφαλο ότι ο οργανισμός είναι πλήρης.

Πώς ρυθμίζονται τα επίπεδα της λεπτίνης;

Το πρώτο βήμα που μπορείτε να κάνετε για να ομαλοποιήσετε τα επίπεδα λεπτίνης είναι να αλλάξετε τη διατροφή σας. Η υπερκατανάλωση τροφής και η κατανάλωση πάρα πολλών γλυκών και αμυλούχων τροφών μπορεί να οδηγήσει σε αντίσταση στη λεπτίνη, υψηλά τριγλυκερίδια και, στο αίσθημα πείνας και επιθυμίας για φαγητό. Ως εκ τούτου, το κλειδί για να καταπολεμήσετε την αντίσταση στην λεπτίνη είναι να υιοθετήσετε μια διατροφή που προάγει την ευαισθησία στην λεπτίνη, που μπορεί επίσης να σας βοηθήσει να απαλλαχτείτε από τα ανεπιθύμητα κιλά.

Αν θέλετε να ξεπεράσετε την αντίσταση στην λεπτίνη, λάβετε υπόψη τις παρακάτω τακτικές που την μειώνουν :

  • Βγάλτε τα γλυκά και τα αναψυκτικά από την καθημερινότητα σας. Η ζάχαρη έχει αποδειχθεί ότι κάνει απευθείας τον εγκέφαλο ανθεκτικό στη λεπτίνη. Τα γλυκά αυξάνουν επίσης τα τριγλυκερίδια, και έτσι η λεπτίνη δεν μπορεί να φτάσει στον εγκέφαλο.
  • Καταναλώνετε υδατάνθρακες με μέτρο. Τα αμυλώδη τρόφιμα (ζυμαρικά, ρύζι, ψωμί, πατάτες, καλαμπόκι, αρτοσκευάσματα, κ.λπ.) αυξάνουν το επίπεδο σακχάρου στο αίμα και τα επίπεδα ινσουλίνης. Αυτά με τη σειρά του αυξάνουν τη λεπτίνη.
  • Καταναλώνετε «καλά» λιπαρά, όπως το ελαιόλαδο, το αβοκάντο, ο σολομός κλπ. Οι επαρκής ποσότητα «καλών» λιπαρών, ενεργοποιούν τον διακόπτη κορεσμού της λεπτίνης.
  • Εναλλακτικά, μπορείτε να λάβετε συμπληρώματα με ωμέγα-3 λιπαρά οξέα, τα οποία ρυθμίζουν τη λεπτίνη.
  • Θυμηθείτε ότι η υπερκατανάλωση φαγητού προκαλεί αντίσταση στη λεπτίνη, η οποία μπορεί να σας κάνει να πεινάτε συνεχώς. Κόβοντας τα αναψυκτικά, τα γλυκά, την υψηλή κατανάλωση υδατανθράκων και τα επεξεργασμένα τρόφιμα, θα βοηθήσετε στον περιορισμό του αισθήματος πείνας.
  • Επίσης, μην ξεχνάτε να ασκείστε τακτικά. Η άσκηση και ιδιαίτερα η προπόνηση δύναμης, βοηθά στη μείωση της λεπτίνης.

Photo credit: Food photo created by drobotdean – www.freepik.com


Screen-Shot-2021-01-29-at-19.04.11-1024x682.png

29 Ιανουαρίου, 2021 Angelos KlitsasΔιαβήτης0

Περισσότερη ευκολία για τον ασθενή στη διαχείριση του σακχαρώδη διαβήτη έχει επιφέρει τα τελευταία χρόνια η έλευση μιας νέας θεραπείας με την ονομασία ντουλαγλουτίδη.

Πρόκειται για μία φαρμακευτική ουσία, που ανήκει στην οικογένεια των GLP1 αγωνιστών, η οποία χορηγείται σε ενέσιμη μορφή μια φορά την εβδομάδα. Χρησιμοποιείται για τη μείωση των επιπέδων σακχάρου (γλυκόζης) του αίματος σε ενήλικες με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 και μπορεί να βοηθήσει στην πρόληψη των καρδιακών παθήσεων.

Η επιλογή της γίνεται από τον επιβλέποντα γιατρό και εξαρτάται από το εξατομικευμένο θεραπευτικό πλάνο, καθώς στην ελληνική αγορά διατίθενται και άλλοι αγωνιστές με διαφορετικά χαρακτηριστικά, όπως διάρκεια δράσης και χρόνο λήψης, αλλά εξίσου χρήσιμοι.

Στην περίπτωση της ντουλαγλουτίδης, αυτό που την κάνει ελκυστική είναι η εβδομαδιαία χορήγησή της. Ο ασθενής μπορεί να ανεχτεί καλύτερα την ενέσιμη θεραπεία και να επωφεληθεί της μεγάλης αντιδιαβητικής δράσης της.

Ο γιατρός τη συστήνει στον ασθενή που έχει αρρύθμιστο σάκχαρο, ενώ ακολουθεί κάποιο πρόγραμμα δίαιτας-άσκησης και λαμβάνει άλλα αντιδιαβητικά φάρμακα.

Ποιος είναι ο μηχανισμός δράσης της ντουλαγλουτίδης

Ο διαβήτης τύπου 2 είναι μία πάθηση κατά την οποία ο οργανισμός δεν παράγει αρκετή ινσουλίνη και η ινσουλίνη που παράγει ο οργανισμός δεν είναι τόσο αποτελεσματική όσο θα έπρεπε. Όταν συμβαίνει αυτό, συσσωρεύεται σάκχαρο (γλυκόζη) στο αίμα, γεγονός το οποίο σε μακροχρόνιο επίπεδο μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρές για την υγεία επιπτώσεις.

Η ντουλαγλουτίδη μιμείται τη φυσιολογική δράση του αγωνιστή GLP1 που παράγει ο οργανισμός:

  • Το GLP1 εκκρίνεται από κύτταρα του εντερικού σωλήνα όταν η τροφή φτάσει σε αυτά.
  • Μετά την έκκρισή του, μέσω της αιματικής κυκλοφορίας, κατευθύνεται στο πάγκρεας και ενεργοποιεί τα β-κύτταρα.
  • Αυτά με τη σειρά τους, υπό την επίδραση του GLP1, εκκρίνουν ινσουλίνη άμεσα και σε υψηλή ποσότητα, λειτουργία η οποία επιτρέπει στον οργανισμό να έχει επάρκεια ινσουλίνης, πριν ακόμα η γλυκόζη της τροφής εισέλθει στο αίμα. Με την αύξηση της συγκέντρωσης της γλυκόζης μετά το φαγητό ο οργανισμός είναι σε θέση να διαχειριστεί αποτελεσματικά την κατάσταση σε πρώτη φαση.
  • Σε δεύτερη φάση το β-κύτταρο εκκρίνει νέα ινσουλίνη, υπό την επίδραση της ίδιας της γλυκόζης.

Το σημαντικό όφελος της ντουλαγλουτίδης είναι ότι με αυτή η έκκριση της ινσουλίνης γίνεται έγκαιρα και συμβαίνει μόνο όταν οι τιμές της γλυκόζης ανεβαίνουν. Η δράση του φαρμάκου δηλαδή είναι γλυκοζοεξαρτώμενη, καθιστώντας το ασφαλές όσον αφορά την ανάπτυξη υπογλυκαιμιών.

Οι παρενέργειες της ντουλαγλουτίδης

Όπως ισχύει σε κάθε φάρμακο, έτσι και η ντουλαγλουτίδη μπορεί να προκαλέσει παρενέργειες, οι οποίες όμως δεν είναι σοβαρές όπως διαπιστώθηκε στις κλινικές μελέτες. Όσες αναφέρθηκαν σχετίζονταν με συμπτώματα από το γαστρεντερικό, όπως μετεωρισμός και διάρροιες. Συμπτώματα, δηλαδή, αντίστοιχα με άλλους GLP1 αγωνιστές.

Σημειωτέο είναι όμως ότι η ντουλαγλουτίδη θα πρέπει να αποφεύγεται σε άτομα που έχουν ιστορικό παγκρεατίτιδος αλλά και σε οικογένειες που έχουν ιστορικό σύνδρομο ΜΕΝ. Επιπλέον, η ντουλαγλουτίδη δεν είναι κατάλληλη για την θεραπεία του διαβήτη τύπου 1, της διαβητικής κετοξέωσης και δεν μπορεί να υποκαταστήσει την ινσουλίνη.

Photo credit: jcomp – www.freepik.com




ΕΝΗΜΕΡΩΜΕΝΟΣ ΑΣΘΕΝΗΣ ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΥΓΕΙΑ





ΕΝΗΜΕΡΩΜΕΝΟΣ ΑΣΘΕΝΗΣ, ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΥΓΕΙΑ





ΑΦΗΣΤΕ ΜΑΣ ΤΗΝ ΓΝΩΜΗ ΣΑΣ




Κλείτσας Άγγελος Παθολόγος Καλαμαριά - Σήμα αναγνώρισης ασθενών από Doctoranytime



Copyright by Yourdoc.gr 2025. All rights reserved.



Web design by Siteworks



Copyright by Yourdoc.gr 2025. All rights reserved. Web design by Siteworks