Blog

Yourdoc-hypertension.png

1 Αυγούστου, 2018 Angelos KlitsasΥπέρταση0

Η μείωση της αρτηριακής πίεσης του αίματος όχι μόνο αποτρέπει τα καρδιακά προβλήματα αλλά επίσης μειώνει τον κίνδυνο γνωστικής εξασθένησης που συνήθως οδηγεί στη νόσο Αλτσχάιμερ.

Σε αυτό το συμπέρασμα καταλήγει μεγάλη αμερικανική μελέτη που παρουσιάστηκε στο πρόσφατο Διεθνές Συνέδριο της Εταιρείας Νόσου Αλτσχάιμερ στο Σικάγο.

Πρόκειται για μια μελέτη που ουσιαστικά δείχνει ποιο μπορεί να είναι ένα πρώτο βήμα για την πρόληψη της νευροεκφυλιστικής πάθησης, αφού στο δείγμα που εξετάστηκε διαπιστώθηκε ότι η μείωσης της αρτηριακής πίεσης στις 120 αντί για τις 140 mm Hg, συντελούσε σε 19% μικρότερο κίνδυνο εκδήλωσης ήπιας γνωστικής εξασθένησης. Επίσης, συνέβαλε σε λιγότερες ενδείξεις εγκεφαλικών βλαβών και σε μια τάση προς λιγότερες περιπτώσεις άνοιας.

Ο Δρ Τζεφ Γουίλιαμσον από το Ιατρικό Κέντρο Βαπτιστών του Wake Forest στη Βόρεια Καρολίνα, εξέτασε τον συσχετισμό σε δείγμα 9.300 ατόμων με υπέρταση. Οι μισοί έπαιρναν κατά μέσο όρο δύο αντιϋπερτασικά φάρμακα για να κρατούν την αρτηριακή πίεση τους κάτω από 140 mm Hg. Οι υπόλοιποι έπαιρναν τρία ή και περισσότερα φάρμακα για να πετύχουν μια τιμή της τάξης των 120 mm Hg.

Κατά τη διάρκεια της μελέτης, η μέση τιμή που επετεύχθη ήταν τα 121 mm Hg στην ομάδα εντατικής θεραπείας και 135 mm Hg στην άλλη ομάδα.

Η έρευνα σταμάτησε το 2015, δύο χρόνια νωρίτερα, όταν διαπιστώθηκε ότι όσο χαμηλότερη ήταν η αρτηριακή πίεση τόσο συνέβαλε στην πρόληψη καρδιακών προβλημάτων και θανάτων. Αλλά τα διαγνωστικά τεστ αναφορικά με τη μνήμη συνεχίστηκαν για δύο επιπλέον χρόνια και τα αποτελέσματα αυτά παρουσιάστηκαν στο πρόσφατο συνέδριο.

Οι ερευνητές παρατήρησαν 19% μείωση του κινδύνου ήπιας γνωστικής εξασθένησης στην ομάδα εντατικής θεραπείας της υπέρτασης, δηλαδή 285 περιπτώσεις έναντι 348 στην ομάδα σύγκρισης.

Περίπου οι μισοί στην ομάδα με ήπια γνωστική εξασθένηση εκδήλωσαν άνοια έπειτα από πέντε χρόνια.

Επίσης καταγράφηκαν λιγότερες περιπτώσεις άνοιας στην ομάδα εντατικής θεραπείας της αρτηριακής πίεσης αλλά όχι αρκετές για να πουν με βεβαιότητα οι επιστήμονες ότι η χαμηλότερη αρτηριακή πίεση συντελούσε σε αυτό.

Οι μαγνητικές τομογραφίες εγκεφάλου που έγιναν σε 454 άτομα έδειξαν ότι όσοι άνηκαν στην ομάδα με τη χαμηλότερη αρτηριακή πίεση είχαν λιγότερες αλλοιώσεις στη λευκή ουσία του εγκεφάλου, δηλαδή περιοχές με ουλές ή βλάβες από τραύματα, όπως η ανεπαρκής παροχή αίματος.

Πηγή: health.in.gr


5940.png

20 Ιουλίου, 2018 Angelos KlitsasΆρθρα0

Όσο περισσότερο καπνίζει κανείς, τόσο μεγαλύτερες οι πιθανότητες να εμφανίσει τη συχνότερη μορφή καρδιακής αρρυθμίας, κολπική μαρμαρυγή, η οποία συνδέεται με αυξημένο κίνδυνο εγκεφαλικού επεισοδίου και πρόωρου θανάτου.

Η κολπική μαρμαρυγή εκτιμάται ότι αφορά το ένα τέταρτο των μεσηλίκων ατόμων σε Ευρώπη και Αμερική και θεωρείται αιτία του 20-30% όλων των εγκεφαλικών επεισοδίων, ενώ ενισχύει τον κίνδυνο πρόωρου θανάτου.

Όπως αναφέρει σχετικό άρθρο του επιστημονικού εντύπου  European Journal of Preventive Cardiology, επιστημονική ομάδα του Κολεγίου Imperial του Λονδίνου εξέτασε στοιχεία από 29 ήδη δημοσιευμένες μελέτες στις οποίες είχαν λάβει μέρος συνολικά 678.000 άτομα από τη Βόρεια Αμερική, την Ευρώπη, την Αυστραλία και την Ιαπωνία.

Από την ανάλυση προέκυψε ότι συγκριτικά με την αποχή από το τσιγάρο, το κάπνισμα 5, 10, 20, 25, ή 29 τσιγάρων την ημέρα σχετιζόταν με 9%, 17%, 25%, 32%, 39% και 45% αυξημένο κίνδυνο εκδήλωσης κολπικής μαρμαρυγής, αντίστοιχα.

Για κάθε 10 πακέτα-έτη καπνίσματος αυξανόταν κατά 16% ο κίνδυνος εκδήλωσης κολπικής μαρμαρυγής. Με τον όρο «πακέτα-έτη» καθορίζεται ο αριθμός των πακέτων τσιγάρων που καπνίζει κανείς καθημερινά πολλαπλασιαζόμενα με τον αριθμό των ετών που είναι κάποιος καπνιστής.

Συγκριτικά με τα άτομα που δεν έχουν καπνίσει ποτέ, ο κίνδυνος εκδήλωσης κολπικής μαρμαρυγής ήταν 32% αυξημένος στους ενεργούς καπνιστές, 21% στους νυν και πρώην καπνιστές συνδυαστικά και 9% μεταξύ των πρώην καπνιστών.

Πηγή: health.in.gr
Photo credit: Freepik


9020.png

16 Ιουλίου, 2018 Angelos KlitsasΠαχυσαρκία0

Η κατανάλωση γευμάτων με χαμηλούς υδατάνθρακες μπορεί ενδεχομένως να οδηγήσει σε υγιείς αλλαγές στο μεταβολισμό μιας γυναίκας, που δεν συμβαίνουν όταν καταναλώνει γεύματα πλούσια σε υδατάνθρακες, υποδεικνύει μικρή έρευνα.

Οι ερευνητές ανακάλυψαν επίσης ότι η στιγμή της άσκησης ενδεχομένως παίζει ρόλο στο πόσο ωφέλιμη είναι για το μεταβολισμό. Η ερευνήτρια Katarina Borer, δήλωσε ότι η έρευνα δείχνει ότι μικρές αλλαγές μπορούν να κάνουν τη διαφορά, όπως το να προσέχουμε τα είδη τροφίμων που καταναλώνουμε και να μην ασκούμαστε σε ακατάλληλη χρονική στιγμή.

Η έρευνα ανέφερε ότι όταν οι άνθρωποι κατανάλωναν 3 γεύματα που περιείχαν μόλις 30% υδατάνθρακες σε 24ωρο διάστημα είχαν 30% μείωση στην αντίσταση στην ινσουλίνη μετά το γεύμα. Όταν οι άνθρωποι κατανάλωναν 3 γεύματα που περιείχαν 60% υδατάνθρακες σε 24 ώρες, δεν υπήρχε τέτοια μείωση στην αντίσταση στην ινσουλίνη ή στα επίπεδά της. Η έρευνα περιέλαβε 32 υγιείς μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες, 50 έως 65 ετών. Καμία δεν είχε σημάδια διαβήτη ή προδιαβήτη.

Οι γυναίκες χωρίστηκαν σε 4 ομάδες-υψηλή ή χαμηλή διατροφή, και με ή χωρίς άσκηση πριν τα γεύματα. Οι γυναίκες είχαν ένα γεύμα στο εργαστήριο το βράδυ πριν την έρευνα και 2 γεύματα την επόμενη ημέρα-ένα το πρωί και το δεύτερο στις 5.00 το απόγευμα. Κάθε γεύμα περιείχε περίπου 800 θερμίδες. Το γεύμα με τους χαμηλούς υδατάνθρακες περιείχε 30% υδατάνθρακες, 25% πρωτεΐνες και 45% λιπαρά.

Ωστόσο, οι ερευνητές εστίασαν στα καλά λιπαρά. Το γεύμα που περιείχε υψηλότερα επίπεδα υδατανθράκων περιλάμβανε 60% υδατάνθρακες, 15% πρωτεΐνες και 25% λιπαρά.

Οι ομάδες άσκησης ήταν μετρίως δραστήριες για 2 ώρες και η διάρκεια της άσκησης τελείωνε μια ώρα πριν το γεύμα. Φυσιολογικά, η άσκηση θεωρείται ότι βοηθά στον περιορισμό της αντίστασης στην ινσουλίνη και μειώνει τα επίπεδα σακχάρου. Ωστόσο, στη νέα έρευνα η άσκηση πριν το φαγητό αύξανε τα επίπεδα σακχάρου το βράδυ.

Η Borer εξήγησε ότι κατά την άσκηση χρειαζόμαστε ενέργεια και ορμόνες προάγουν την απελευθέρωση σακχάρου από το ήπαρ. Οι περισσότεροι ιστοί γίνονται ανθεκτικοί στην ινσουλίνη για να επιτρέπουν στον εγκέφαλο και τους μυς να χρησιμοποιήσουν το παραπάνω σάκχαρο. Αν οι ιστοί δεν χρησιμοποιούν όλο το σάκχαρο για την άσκηση, το σάκχαρο στο αίμα θα παραμείνει αυξημένο.

Ωστόσο, αν κάποιος ασκηθεί μετά το φαγητό, το γεύμα του παρέχει το ‘’καύσιμο’’ αντί για το ήπαρ και το επιπλέον σάκχαρο από το γεύμα πιθανόν έχει εξαντληθεί. Η ερευνήτρια συνιστά άσκηση εντός 40 λεπτών από το γεύμα. Η Borer αναγνωρίζει ότι τα αποτελέσματα της έρευνας ήταν βραχυπρόθεσμα.

Τα ευρήματα δημοσιεύτηκαν πρόσφατα στο περιοδικό PLOS One.

Πηγή: iatronet.gr
Photo credit: Freepik


2.png

13 Ιουλίου, 2018 Angelos KlitsasΥπέρταση0

Η αρτηριακή πίεση όσων ανθρώπων παρουσιάζει μεγάλες διακυμάνσεις από ημέρα σε ημέρα συνδέεται με αυξημένο κίνδυνο άνοιας αργότερα στη ζωή, σύμφωνα με μια νέα μελέτη.

Επιστήμονες από την Ιαπωνία κατέγραφαν καθημερινά και επί ένα μήνα την αρτηριακή πίεση 1.674 ηλικιωμένων δίχως άνοια και στη συνέχεια παρακολούθησαν επί μία πενταετία την πορεία της υγείας τους, συγκρίνοντας όσους είχαν μεγάλες διακυμάνσεις της αρτηριακής πίεσης με όσους είχαν σχετικά σταθερή πίεση.

Όπως διαπίστωσαν, οι πρώτοι είχαν υπερδιπλάσιες πιθανότητες να έχουν διαγνωστεί με άνοια πριν περάσουν τα πέντε έτη της παρακολούθησης.

Μάλιστα αυτό ίσχυε τόσο για την αγγειακή άνοια, που έχει τους ίδιους παράγοντες κινδύνου με την καρδιοπάθεια, όσο και για τη νόσο Αλτσχάιμερ, δήλωσε ο επικεφαλής ερευνητής δρ Τομογιούκι Οχάρα, από τη Σχολή Ιατρικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Kyushu, στην πόλη Φουκουόκα.

Όπως εξηγούν οι ερευνητές, οι οποίοι δημοσιεύουν τα ευρήματά τους στην επιθεώρηση Circulation, η αρτηριακή πίεση δεν είναι στατική, αλλά αυξομειώνεται ακατάπαυστα στη διάρκεια της ημέρας. Ωστόσο αυτό δεν είναι ανεξέλεγκτο αλλά συμβαίνει έως ενός ορίου. Όταν οι διακυμάνσεις είναι υπερβολικά μεγάλες, «ίσως επιφέρουν αλλαγές στη δομή και τη λειτουργία του εγκεφάλου, οι οποίες συμβάλλουν στην ανάπτυξη άνοιας», είπε ο δρ Οχάρα.

Οι συμμετέχοντες στην παρούσα μελέτη ήσαν άνδρες και γυναίκες ηλικίας 71 ετών κατά μέσον όρο. Επί 28 ημέρες μετρούσαν την αρτηριακή τους πίεση στο σπίτι τρεις φορές το πρωί, πριν φάνε πρωινό ή πάρουν τα φάρμακά τους (το 43% είχαν υπέρταση και έπαιρναν φάρμακα για να την ρυθμίζουν).

Έως το τέλος της περιόδου παρακολουθήσεως, οι 134 από αυτούς είχαν εκδηλώσει νόσο Αλτσχάιμερ, ενώ 47 είχαν παρουσιάσει αγγειακή άνοια, η οποία είναι απόρροια μειωμένης ροής αίματος στον εγκέφαλο, συχνά εξαιτίας μικρών εγκεφαλικών επεισοδίων.

Όσοι είχαν τις μεγαλύτερες διακυμάνσεις στην αρτηριακή πίεση, είχαν υπερδιπλάσιες πιθανότητες να εκδηλώσουν νόσο Αλτσχάιμερ και σχεδόν τριπλάσιες πιθανότητες να παρουσιάσουν αγγειακή άνοια.

Μάλιστα ο κίνδυνος αγγειακής άνοιας ήταν ιδιαιτέρως αυξημένος όταν η υπερβολική διακύμανση αφορούσε την συστολική πίεση (είναι ο μεγάλος αριθμός στη μέτρηση).

Πηγή: www.ygeia.tanea.gr
Photo credit: Freepik


Diabetes.png

11 Ιουλίου, 2018 Angelos KlitsasΔιαβήτης0

Ο σακχαρώδης διαβήτης είναι μια πάθηση που χαρακτηρίζεται από υψηλές τιμές γλυκόζης στο αίμα (το απλό σάκχαρο που δίνει ενέργεια στα κύτταρα του ανθρώπινου οργανισμού) και αναπτύσσεται όταν ο οργανισμός δεν παράγει ή δεν χρησιμοποιεί αποτελεσματικά την ινσουλίνη. Η ινσουλίνη είναι μια ορμόνη που βοηθά στην απομάκρυνση του πλεονάσματος γλυκόζης από το αίμα.

Οι δύο πιο συνηθισμένες επείγουσες διαβητικές καταστάσεις είναι η υπογλυκαιμία (χαμηλή γλυκόζη αίματος) και η υπεργλυκαιμία (υψηλή γλυκόζη αίματος). Οι καταστάσεις αυτές μπορεί να εμφανιστούν τόσο σε άτομα με διαβήτη τύπου 1 όσο και σε άτομα με διαβήτη τύπου 2, με εξαίρεση τους πάσχοντες από διαβήτη τύπου 2 που αντιμετωπίζονται με δίαιτα και άσκηση μόνο, οι οποίοι δεν εμφανίζουν υπογλυκαιμία.

Ο λόγος που η υπεργλυκαιμία χαρακτηρίζεται ως επείγουσα διαβητική κατάσταση είναι γιατί αποτελεί κύρια αιτία πρόκλησης σοβαρών και επικίνδυνων για τη ζωή επιπλοκών.

Μπορεί να οφείλεται σε διάφορους παράγοντες, μεταξύ των οποίων η ανεπαρκής ινσουλίνη, το έντονο στρες, η υπερβολική συναισθηματική φόρτιση, κάποια λοίμωξη, ο πυρετός, η διατροφή με πολλούς υδατάνθρακες καθώς και η ελάχιστη σωματική άσκηση (λιγότερο απ’ ό, τι συνήθως).

Συμπτώματα υπεργλυκαιμίας

Οι υπογλυκαιμία συνήθως εκδηλώνεται με τα παρακάτω σημεία:

  1. Υψηλό σάκχαρο (γλυκόζη) στο αίμα
  2. Υψηλό επίπεδο γλυκόζης στα ούρα
  3. Πολυφαγία
  4. Πολυδιψία
  5. Πολυουρία
  6. Θολότητα όρασης
  7. Απώλεια Βάρους
  8. Αργή επούλωση τραυμάτων
  9. Ξηροστομία (στεγνό στόμα)
  10. Καρδιακή αρρυθμία
  11. Βαθιά και συχνή αναπνοή
  12. Ανικανότητα
  13. Κνησμός (φαγούρα) και ξηρό δέρμα
  14. Κόπωση / κούραση
  15. Καταπληξία (shock)
  16. Κώμα

Αντιμετώπιση της υπεργλυκαιμίας

Έαν το άτομο αισθανθεί τα συμπτώματα της υπεργλυκαιμίας θα πρέπει να ελέγξει τα επίπεδα του σακχάρου του και σε περίπτωση που είναι εξαιρετικά αυξημένα να αναζητήσει άμεσα ιατρική βοήθεια.

Η άσκηση μπορεί να μειώσει τα επίπεδα του σακχάρου στο αίμα. Προσοχή όμως στην περίπτωση που υπάρχουν κετονικά σωμάτια στα ούρα, διότι η άσκηση μπορεί να ανεβάσει τα επίπεδα σακχάρου πολύ περισσότερο.

Σε γενικές γραμμές η υπεργλυκαιμία αντιμετωπίζεται με την έγκαιρη πρόληψη. Απαιτούνται τακτικές εξετάσεις αίματος και ούρων ώστε να ελέγχονται τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα. Επίσης, το άτομο που λαμβάνει ινσουλίνη δεν θα πρέπει να αμελεί τη δόση του. Τα αφεψήματα χωρίς ζάχαρη και η προσεγμένη διατροφή, σύμφωνα με τις οδηγίες του θεράποντος ιατρού, μπορούν να βοηθήσουν.


Weight.png

27 Ιουνίου, 2018 Angelos KlitsasΠαχυσαρκία0

Τα υπέρβαρα και παχύσαρκα άτομα έχουν εντελώς διαφορετικές απόψεις για τη διατροφή και την άθληση από τα άτομα με φυσιολογικό σωματικό βάρος και γι’ αυτό δυσκολεύονται τελικά να αδυνατίσουν και να πετύχουν ένα φυσιολογικό σωματικό βάρος.

Σε αυτό το συμπέρασμα καταλήγει αμερικανική μελέτη που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό έντυπο  Hudson Institute Report.

Η γεύση φαίνεται να παίζει καθοριστικό ρόλο όταν επιλέγουν τί θα φάνε και σπανίως διαβάζουν τις ετικέτες με τη σύσταση των τροφίμων, ενώ η σχέση τους με το φαγητό φαίνεται να είναι παρορμητική και συναισθηματική. Κι ενώ πολλοί είναι ανοιχτοί στην ιδέα μιας μικρότερης μερίδας φαγητού απ’ την άλλη είναι λιγότερο πιθανόν να γυμνάζονται, συγκριτικά με άτομα που έχουν φυσιολογικό σωματικό βάρος. Το κόστος επίσης φαίνεται να είναι ένας σημαντικός παράγοντας, αφού πιστεύουν ότι τα υγιεινά τρόφιμα είναι πιο ακριβά.

Η ερευνητική ομάδα του Κέντρου Πολιτικής Διατροφής του Ινστιτούτου Hudson στην Ουάσινγκτον πραγματοποίησε έρευνα σε δείγμα 2.000 ατόμων που εντάσσονταν σε τέσσερις κατηγορίες: φυσιολογικό βάρος (ΔΜΣ 18,5-24,9), σχεδόν υπέρβαρο (ΔΜΣ 25-27), υπέρβαρο (27,1-29,9) και παχυσαρκία (ΔΜΣ 30 και άνω).

Οι απόψεις για το φαγητό διέφεραν αρκετά μεταξύ των ομάδων. Ενώ το 44% των ατόμων με φυσιολογικό βάρος δήλωσε ότι η υγεία και η διατροφή ήταν μεταξύ των τριών κύριων προτεραιοτήτων τους όταν αγόραζαν τρόφιμα, η προτεραιότητα αυτή έπεφτε στη λίστα όσο αυξανόταν στο σωματικό βάρος. Μόνο ένα τρίτο των παχύσαρκων ατόμων συμφωνούσε με τα άτομα φυσιολογικού βάρους.

Το 62% των παχύσαρκων παραδέχονταν ότι γνώριζαν πως έπρεπε να τρώνε πιο υγιεινά απ’ ότι έκαναν. Και ήταν πιθανότερο να αγνοούν τις ετικέτες των τροφίμων και να επιδιώκουν να αγοράζουν σνακς, πατατάκια, γλυκά, αρτοσκευάσματα, παγωτά, μπισκότα και αναψυκτικά. Επίσης ήταν λιγότερο πιθανό να προσπαθούν να αποφύγουν τις γλυκαντικές ουσίες ή να αναζητούν φυσικές γλυκαντικές χωρίς θερμίδες. Κι ενώ το 60% δήλωσαν ότι δεν θα σταματούσαν να τρώνε σνακ και να πίνουν αναψυκτικά, εμφανίστηκαν όμως διαθέσιμοι να φάνε μικρότερες μερίδες φαγητού.

Οι μισοί υπέρβαροι και παχύσαρκοι συμμετέχοντες είπαν ακόμα ότι το κόστος ήταν σημαντικός παράγοντας για την αγορά υγιεινότερων τροφίμων. Ενώ τα άτομα με φυσιολογικό σωματικό βάρος ήταν πιο υγιή και ευκατάστατα οικονομικά.

Η σωματική δραστηριότητα τέλος αποτελούσε σοβαρό ζήτημα, αφού το ένα τέταρτο των παχύσαρκων δεν γυμνάζονταν ποτέ, συγκριτικά με το 15% αυτών με φυσιολογικό σωματικό βάρος.

Πηγή: www.health.in.gr
Photo credit: Freepik


pexels-photo-259363.png

Όταν καταναλώνουμε τρόφιμα που περιλαμβάνουν υδατάνθρακες, αυτά με τη σειρά τους διασπώνται από το πεπτικό σύστημα και μετατρέπονται σε γλυκόζη για την παροχή ενέργειας στα κύτταρα του σώματος.

Παράλληλα, ο οργανισμός με τη λήψη της τροφής παράγει ινσουλίνη, μια ορμόνη που είναι υπεύθυνη για τη ρύθμιση των επιπέδων σακχάρου στο αίμα. Η ινσουλίνη εκκρίνεται από το πάγκρεας όταν η γλυκόζη εισέλθει στην κυκλοφορία του αίματος, από όπου στη συνέχεια με τη βοήθεια της θα εισχωρήσει στα κύτταρα. Όταν όμως ο μηχανισμός αυτός υπολειτουργεί, τότε το άτομο πάσχει από σακχαρώδη διαβήτη.

Κατά την εγκυμοσύνη το σώμα χρειάζεται μεγαλύτερη ποσότητα ινσουλίνης και εάν αυτή δεν είναι επαρκής (είτε λόγω ελαττωματικής παραγωγής από το πάγκρεας, είτε λόγω ελαττωματικής δραστικότητας), τότε τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα ανεβαίνουν. Αυτό ακριβώς είναι ο σακχαρώδης διαβήτης της κύησης.

Οι παράγοντες κινδύνου ποικίλουν, ωστόσο αυξημένο (σε ποσοστό έως και 14%) έχουν μεταξύ άλλων οι περιπτώσεις όπου η έγκυος είναι ηλικίας άνω των 25 και ιδιαίτερα άνω των 35 ετών, έχει παχυσαρκία ή αυξάνεται υπερβολικά το βάρος της κατά τη διάρκεια της κύησης ή ακόμη έχει ιστορικό που σχετίζεται με τη νόσο.

Ο –μη ρυθμισμένος– σακχαρώδης διαβήτης της εγκυμοσύνης αυξάνει τους κινδύνους για εμφάνιση επιπλοκών τόσο στο έμβρυο όσο και στη μητέρα (όπως η ανάπτυξη υπέρτασης ή προεκλαμψίας) και για το λόγο αυτό θα πρέπει να παρακολουθείται συχνά κατά τη διάρκειά της. Επίσης, μετά τον τοκετό θα πρέπει να επανεκτιμηθεί η κατάσταση της μητέρας, διότι υπολογίζεται ότι 40% των γυναικών αυτών μπορεί να αναπτύξουν σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 μέσα στην επόμενη δεκαετία.

Ασυμπτωματική νόσος

Το μεγαλύτερο μέρος του προβλήματος έγκειται στο γεγονός ότι οι γυναίκες με σακχαρώδη διαβήτη εγκυμοσύνης δεν παρουσιάζουν συμπτώματα και γι’ αυτό είναι σημαντικό να ελέγχονται.

Ένας απλός τρόπος είναι κατά τον 6ο μήνα της εγκυμοσύνης, ανεξάρτητα από την ώρα της ημέρας και τη λήψη τροφής, η λήψη 50 γραμμαρίων γλυκόζης και ο προσδιορισμός σακχάρου αίματος μια ώρα μετά. Αν τα επίπεδα σακχάρου του αίματος είναι υψηλότερα των 140 mg/dl, τότε πρέπει να γίνει μια εξέταση με την ονομασία «καμπύλη γλυκόζης» σύμφωνα με τις οδηγίες του ειδικού.

Οι επιπλοκές του διαβήτη κύησης

Ο σακχαρώδης διαβήτης της κύησης αυξάνει τον κίνδυνο για μια σειρά από επιπλοκές. Σε αυτές περιλαμβάνονται η εμφάνιση υπερτασικής νόσου στη μητέρα, ο ενδομήτριος θάνατος του εμβρύου, το υδράμνιο (πλεονάζον αμνιακό υγρό γύρω από το έμβρυο), η εμφάνιση συγγενών ανωμαλιών και η μακροσωμία του εμβρύου.

Μετά τον τοκετό μπορεί επίσης να εμφανιστεί στη μητέρα υπογλυκαιμία, υπασβεστιαιμία, καθώς και σύνδρομο αναπνευστικής δυσχέρειας στο έμβρυο.

Αντιμετώπιση

Είναι σημαντικό αν όχι όλες, οι έγκυοι υψηλού κινδύνου να ελέγχονται για διαβήτη εγκυμοσύνης, γιατί είναι μια κατάσταση που αν διαγνωστεί έγκαιρα και δοθεί κατάλληλη θεραπεία μηδενίζονται οι κίνδυνοι για τη μητέρα και το παιδί.

Η θεραπεία περιλαμβάνει την εκπαίδευση σε θέματα διατροφής, στον τρόπο παρακολούθησης της γλυκόζης αίματος και ούρων καθώς και στον έλεγχο του σωματικού βάρους μέσω καθημερινής άσκησης. Στην περίπτωση που η διατροφή και η άσκηση δεν αρκούν, μπορεί να χρειαστούν ινσουλίνη ή φάρμακα για τον έλεγχό του σακχάρου.

Σημειωτέον ότι θα πρέπει να ξαναγίνει μια καμπύλη γλυκόζης σε 6 εβδομάδες μετά τον τοκετό για να επιβεβαιωθεί το αν ο διαβήτης υποχώρησε.

Τέλος, κάθε γυναίκα που παρουσιάζει διαβήτη στην εγκυμοσύνη θα πρέπει να θυμάται πως έχει μεγάλες πιθανότητες να αναπτύξει διαβήτη αργότερα στη ζωή της.


OI4S7E0.png

20 Ιουνίου, 2018 Angelos KlitsasΠαχυσαρκία0

Ο σύγχρονος τρόπος ζωής που επιβάλλει την κατανάλωση γρήγορων και επεξεργασμένων τροφών, το άγχος και η καθιστική ζωή συγκαταλέγονται μεταξύ άλλων στους παράγοντες που επηρεάζουν αρνητικά το συκώτι (ήπαρ), καθώς μπορούν να προκαλέσουν τη συσσώρευση λίπους σε αυτό.

Η κατάσταση αυτή ονομάζεται μη αλκοολική λιπώδης νόσος του ήπατος και χαρακτηρίζεται από τη συγκέντρωση λίπους στα κύτταρα του ήπατος, η οποία δεν οφείλεται στην υπέρμετρη κατανάλωση αλκοόλ. Σχετίζεται σημαντικά με την παχυσαρκία και μπορεί να προκαλέσει σοβαρά προβλήματα υγείας, ενώ αποτελεί σήμερα μία από τις συχνότερες αιτίες χρόνιας ηπατοπάθειας παγκοσμίως.

Οι περισσότεροι άνθρωποι δεν αναπτύσσουν σοβαρά προβλήματα με το ήπαρ, αλλά έχουν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρδιαγγειακών προβλημάτων, όπως έμφραγμα, αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο και σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2. Σε ορισμένα άτομα όμως το συσσωρευμένο λίπος μπορεί να προκαλέσει φλεγμονή και ουλές στο ήπαρ, ενώ σε πιο σοβαρές περιπτώσεις μπορεί να εξελιχθεί και σε ηπατική ανεπάρκεια.

Συμπτώματα

Στην πλειονότητά τους οι πάσχοντες είναι ασυμπτωματικοί ή εμφανίζουν ελάχιστα σημεία. Η νόσος αποκαλύπτεται τυχαία σε κάποιο βιοχημικό ή απεικονιστικό έλεγχο ρουτίνας, για τη διάγνωση της οποίας απαραίτητη προϋπόθεση είναι η αποχή από την κατανάλωση αλκοόλ σε ποσότητα πέραν των ασφαλών ορίων.

Πιο σπάνια όμως μπορεί να προκαλέσει συμπτώματα που είναι μη ειδικά: εξασθένιση, ηπατομεγαλία (αύξηση του μεγέθους του συκωτιού), πόνος στο δεξιό υποχόνδριο του ήπατος ή και σημεία πυλαίας υπέρτασης (αύξηση της πίεσης μέσα στο πυλαίο σύστημα).

Αντιμετώπιση

Σε ό,τι αφορά την αντιμετώπιση της νόσου, δεν υπάρχει ακόμη κάποια ειδική θεραπεία, ωστόσο η προσπάθεια επικεντρώνεται στη ρύθμιση των παραγόντων κινδύνου. Οι οδηγίες που παρέχονται στους ασθενείς συνήθως περιλαμβάνουν την απώλεια σωματικού βάρους, την υγιεινή διατροφή που είναι πλούσια σε φρούτα, λαχανικά και δημητριακά ολικής αλέσεως και την αύξηση της σωματικής δραστηριότητας υπό τη μορφή μέτριας αερόβιας άσκησης 30 λεπτών, 3-6 φορές την εβδομάδα.

Εάν συνυπάρχει σακχαρώδης διαβήτης, είναι απαραίτητη η σωστή ρύθμιση των επιπέδων σακχάρου για τη μείωση του λίπους στο ήπαρ, ενώ αν είναι αυξημένα και τα επίπεδα της χοληστερίνης, η σωστή διατροφή, η άσκηση και η φαρμακευτική αγωγή μπορούν να βοηθήσουν.

Τέλος, απαραίτητη είναι η προστασία του ήπατος από παράγοντες που επιβαρύνουν τη λειτουργία του, όπως είναι το αλκοόλ και τα περιττά φάρμακα.

Photo credit: Freepik


930.png

11 Ιουνίου, 2018 Angelos KlitsasΔιαβήτης0

Άνθρωποι που ζουν με διαβήτη τύπου 1 για πολύ μεγάλο διάστημα, μπορεί ενδεχομένως να έχουν ελαφρά μείωση των νοητικών ικανοτήτων-κυρίως στη μνήμη, σε σύγκριση με όσους δεν έχουν διαβήτη, αναφέρει νέα έρευνα.

Σύμφωνα με την έρευνα, που δημοσιεύτηκε στο Diabetes Care, οι αλλαγές στη μνήμη συνδέονται με την καρδιαγγειακή νόσο. Η έρευνα συνέκρινε τις νοητικές ικανότητες 82 συμμετεχόντων ηλικίας 50 ετών, που ζούσαν με διαβήτη τύπου 1 για μεγάλο διάστημα, με άλλους παρόμοιας ηλικίας με διαβήτη τύπου 2 ή χωρίς διαβήτη.

Οι ελαφρές νοητικές εκπτώσεις δεν φαίνονται σε κλινικά συμπτώματα σε αυτούς τους ασθενείς, που παραμένουν στο φυσιολογικό εύρος λειτουργίας ανθρώπων της ηλικίας τους, δήλωσε ο ερευνητής Gail Musen, του Joslin Diabetes Centre στη Βοστόνη.

Οι ερευνητές επίσης εξέτασαν πώς διάφορα μέτρα νοητικής υγείας μεταξύ των συμμετεχόντων θα μπορούσαν να ανταποκρίνονται σε συνήθεις επιπλοκές διαβήτη. Η επίδοση ήταν σημαντικά αλλά όχι υπερβολικά χαμηλότερη σε ανθρώπους με κάποιας μορφής διαβήτη σε σχέση με ανθρώπους χωρίς τη νόσο.

Ενώ αυτό είναι γνωστό για ανθρώπους με διαβήτη τύπου 2, οι αλλαγές στη μνήμη σε ηλικιωμένους με διαβήτη τύπου 1 δεν είχαν περιγραφεί με σαφήνεια. Στα τεστ οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι οι συμμετέχοντες είχαν κατά μέσον όρο ελαφρώς χειρότερη επίδοση σε σχέση με ανθρώπους χωρίς διαβήτη.

Πηγή: www.iatronet.gr
Photo credit: Freepik


Article-Walking.png

Το έντονο περπάτημα μπορεί ενδεχομένως να παρατείνει τη ζωή, αναφέρει νέα έρευνα. Σε σύγκριση με τον αργό βηματισμό, το περπάτημα με μέσο ρυθμό φάνηκε να μειώνει τον κίνδυνο πρόωρου θανάτου κατά 20%, ενώ ο γρηγορότερος ρυθμός φάνηκε να μειώνει τον κίνδυνο κατά 24%.

Ο ερευνητής Εμμανουήλ Σταματάκης, του University of Sydney, δήλωσε ότι ο γρήγορος βηματισμός είναι 5-7 χιλιόμετρα την ώρα αλλά εξαρτάται από τα επίπεδα φόρμας. Άλλος δείκτης είναι το βάδισμα σε ρυθμό που μας κάνει ελαφρώς να χάνουμε την αναπνοή μας ή να ιδρώνουμε.

Οι ερευνητές ανακάλυψαν επίσης ότι οι άνθρωποι φαίνεται να μειώνουν τον κίνδυνο πρόωρου θανάτου από καρδιακή νόσο κατά 24% περιπατώντας με μέτριο ρυθμό και κατά 21% περιπατώντας γρήγορα, σε σύγκριση με το βάδισμα με αργό ρυθμό.

Επιπλέον, το όφελος της έντονης βάδισης ήταν ιδιαίτερα ενισχυμένο σε ηλικιωμένους. Όσοι ήταν άνω των 60 ετών και περπατούσαν με μέτριο ρυθμό είχαν 46% μείωση του κινδύνου πρόωρου θανάτου από καρδιοπάθεια και όσοι περπατούσαν γρήγορα είχαν 53% μείωση. Οι ερευνητές ανακάλυψαν σχέση αλλά δεν απέδειξαν ότι είναι αιτιατή.

Οι ερευνητές ανέλυσαν στοιχεία θανάτου και τα συνέδεσαν με αποτελέσματα 11 ερευνών στη Βρετανία και τη Σκοτία, μεταξύ 1994 και 2008. Σε αυτές, οι συμμετέχοντες ανέφεραν το ρυθμό βηματισμού. Ο ερευνητής δήλωσε ότι αν και το φύλο και ο ΔΜΣ δεν φάνηκε να επηρεάζουν το αποτέλεσμα, το περπάτημα με μέτριο ρυθμό συνδεόταν με σημαντικά μειωμένο κίνδυνο θνησιμότητας από όλα τα αιτία και καρδιαγγειακή νόσο. Δεν υπήρχαν ενδείξεις να υποδεικνύουν ότι ο βηματισμός είχε σημαντική επίδραση στη θνησιμότητα από καρκίνο.

Η ανάλυση έδειξε ότι η αύξηση του ρυθμού βάδισης μπορεί ενδεχομένως να είναι σωστός τρόπος βελτίωσης της υγείας της καρδιάς. Ειδικά σε καταστάσεις στις οποίες το περισσότερο περπάτημα δεν είναι εφικτό, το να περπατά κάποιος γρηγορότερα μπορεί ενδεχομένως να είναι καλή επιλογή αύξησης του καρδιακού ρυθμού-που οι περισσότεροι μπορούν να εντάξουν στη ζωή τους.

Η έρευνα δημοσιεύτηκε στο περιοδικό British Journal of Sports Medicine.

Πηγή: www.iatronet.gr
Photo credit: Freepik




ΕΝΗΜΕΡΩΜΕΝΟΣ ΑΣΘΕΝΗΣ ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΥΓΕΙΑ





ΕΝΗΜΕΡΩΜΕΝΟΣ ΑΣΘΕΝΗΣ, ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΥΓΕΙΑ






Copyright by Yourdoc.gr 2025. All rights reserved.





Copyright by Yourdoc.gr 2025. All rights reserved.