Blog

Blog-posts-Yourdoc-1024x536.jpg

Η απώλεια βάρους δεν είναι απλή υπόθεση. Πολλοί άνθρωποι προσπαθούν ξανά και ξανά, ακολουθώντας διαφορετικές δίαιτες και τρόπους ζωής, χωρίς να επιτύχουν μόνιμα αποτελέσματα.

Αυτό συμβαίνει γιατί η παχυσαρκία δεν είναι απλώς ένα ζήτημα θέλησης ή πειθαρχίας – είναι μια πολύπλοκη, χρόνια κατάσταση που επηρεάζεται από γενετικούς, μεταβολικούς, ορμονικούς και περιβαλλοντικούς παράγοντες.

Ο οργανισμός μας διαθέτει μηχανισμούς που τείνουν να διατηρούν το βάρος σταθερό, γεγονός που κάνει τη μακροχρόνια απώλεια βάρους ακόμα πιο δύσκολη.

Πώς μπορούμε να αντιμετωπίσουμε αποτελεσματικά την παχυσαρκία

Για να αντιμετωπίσουμε αποτελεσματικά την παχυσαρκία, χρειάζεται μια ολιστική και εξατομικευμένη προσέγγιση από μια διεπιστημονική ομάδα που να λαμβάνει υπόψη όλες τις παραμέτρους της υγείας μας.

  1. Η διαδικασία ξεκινά με την αρχική κλινική αξιολόγηση από εξειδικευμένο ιατρό, που περιλαμβάνει λήψη ιατρικού ιστορικού, φυσική εξέταση και αξιολόγηση του τρόπου ζωής. Σε αυτό το στάδιο γίνεται μια πρώτη εκτίμηση των παραγόντων που ενδέχεται να επηρεάζουν το βάρος και την υγεία συνολικά.
  2. Στη συνέχεια, ακολουθεί ένας εξειδικευμένος εργαστηριακός έλεγχος που μπορεί να περιλαμβάνει ορμονικές, μεταβολικές και γενετικές εξετάσεις. Αυτά τα δεδομένα προσφέρουν μια πιο εμπεριστατωμένη εικόνα για τις ιδιαιτερότητες του οργανισμού και επιτρέπουν τη διαμόρφωση μιας στοχευμένης προσέγγισης θεραπείας.
  3. Έπειτα, δημιουργείται ένα εξατομικευμένο πλάνο διατροφής, προσαρμοσμένο στις ανάγκες, τις προτιμήσεις και τις ιδιαιτερότητες του οργανισμού μας. Η διατροφή δεν είναι μόνο θέμα θερμίδων, αλλά και ποιότητας των τροφών, τρόπου κατανάλωσης και ισορροπίας μακροθρεπτικών συστατικών.
  4. Σε αυτή την κατεύθυνση, αναπόσπαστο κομμάτι για τη διαχείριση της παχυσαρκίας αποτελεί και η σωματική δραστηριότητα. Η άσκηση όχι μόνο αυξάνει την κατανάλωση θερμίδων, αλλά βελτιώνει τον μεταβολισμό, ενισχύει τη μυϊκή μάζα και συμβάλλει στη διατήρηση της απώλειας βάρους μακροπρόθεσμα. Ένα αποτελεσματικό πρόγραμμα άσκησης περιλαμβάνει συνδυασμό αερόβιας άσκησης (περπάτημα, κολύμβηση, ποδηλασία) και ασκήσεων ενδυνάμωσης, προσαρμοσμένο στις δυνατότητες και προτιμήσεις του κάθε ατόμου.

Ιατρικές παρεμβάσεις

Σε περιπτώσεις σοβαρής παχυσαρκίας ή όταν υπάρχουν συνοδά προβλήματα υγείας, ο γιατρός μπορεί να συστήσει φαρμακευτικές θεραπείες που συμβάλλουν στην απώλεια βάρους ή, σε επιλεγμένες περιπτώσεις, χειρουργικές επεμβάσεις όπως η βαριατρική χειρουργική. Αυτές οι επιλογές πρέπει πάντα να συζητούνται με τον θεράποντα ιατρό, αξιολογώντας προσεκτικά τα οφέλη και τους πιθανούς κινδύνους.

Η αντιμετώπιση της παχυσαρκίας δεν είναι μια απλή, γρήγορη διαδικασία. Απαιτεί προσαρμογή, υπομονή και μια εξατομικευμένη προσέγγιση που σέβεται τις ανάγκες του σώματός μας. Με τη σωστή καθοδήγηση και την επιστημονική υποστήριξη, μπορούμε να πετύχουμε βιώσιμα αποτελέσματα και να βελτιώσουμε τη συνολική μας υγεία.

Άγγελος Κλείτσας, Ειδικός Παθολόγος – Διαβητολόγος

 

Βιβλιογραφία:

  1. American Medical Association. (2020). Obesity and Overweight. JAMA, 324(5), 436-445. https://doi.org/10.1001/jama.2020.11509
  2. Mechanick, J. I., & Apovian, C. M. (2018). Clinical Management of Obesity. Endocrinology and Metabolism Clinics of North America, 47(1), 1-22. https://doi.org/10.1016/j.ecl.2017.09.003
  3. McGowan, B. M., & Williams, P. G. (2017). Management of Obesity: The Role of Medical Therapy. The Lancet Diabetes & Endocrinology, 5(1), 45-59. https://doi.org/10.1016/S2213-8587(16)30062-9
  4. Garvey, W. T., & Mechanick, J. I. (2016). The Obesity Medicine Association’s Obesity Algorithm: A Comprehensive Approach to Obesity Treatment. Obesity Medicine, 6, 1-7. https://doi.org/10.1016/j.obmed.2016.06.001
  5. Rubino, F., & Cummings, D. E. (2019). Diabetes and Obesity: Current Status and Future Directions. The Lancet, 393(10174), 2436-2448. https://doi.org/10.1016/S0140-6736(19)31267-7
  6. World Health Organization (WHO). (2020). Obesity and Overweight. WHO Fact Sheet. https://www.who.int/news-room/fact-sheets/detail/obesity-and-overweight
  7. Sorensen, L. B., & Haugaard, S. B. (2018). Obesity Management: A Comprehensive Approach for the 21st Century. Diabetes & Metabolism Journal, 42(4), 319-328. https://doi.org/10.4093/dmj.2018.0075

Featured article image designed by Freepik.


close-up-legs-weight-machine-1024x536.jpg

Η παχυσαρκία είναι μια πολύπλοκη κατάσταση που επηρεάζεται από πολλούς παράγοντες, όπως η διατροφή, η φυσική δραστηριότητα, τα γονίδια και το περιβάλλον. Ωστόσο, ένας από τους πιο σημαντικούς αλλά συχνά παραμελημένους παράγοντες είναι η επίδραση των ορμονών στο βάρος. Οι ορμόνες ρυθμίζουν την όρεξη, τον μεταβολισμό, την αποθήκευση λίπους και την κατανομή του στο σώμα. Όταν υπάρχει διαταραχή στην ορμονική ισορροπία, μπορεί να δημιουργηθεί ένα περιβάλλον που ευνοεί την αύξηση του σωματικού βάρους.

Οι βασικές ορμόνες που επηρεάζουν το βάρος

1. Λεπτίνη: Η ορμόνη του κορεσμού

Η λεπτίνη παράγεται από τα λιποκύτταρα και στέλνει σήμα στον εγκέφαλο ότι το σώμα έχει αρκετά αποθέματα ενέργειας, μειώνοντας έτσι την όρεξη. Στην παχυσαρκία, συχνά παρατηρείται «αντίσταση στη λεπτίνη», δηλαδή ο εγκέφαλος δεν ανταποκρίνεται σωστά στα σήματα κορεσμού, με αποτέλεσμα την υπερκατανάλωση τροφής.

2. Γκρελίνη: Η ορμόνη της πείνας

Η γκρελίνη εκκρίνεται από το στομάχι και αυξάνει την όρεξη. Τα επίπεδά της αυξάνονται πριν από τα γεύματα και μειώνονται μετά από αυτά. Ωστόσο, σε άτομα με παχυσαρκία, η ρύθμιση της γκρελίνης μπορεί να είναι διαταραγμένη, οδηγώντας σε αυξημένη αίσθηση πείνας και μεγαλύτερη κατανάλωση τροφής.

3. Ινσουλίνη: Η ορμόνη της αποθήκευσης λίπους

Η ινσουλίνη εκκρίνεται από το πάγκρεας και είναι υπεύθυνη για τη ρύθμιση των επιπέδων γλυκόζης στο αίμα. Σε άτομα με αυξημένο σωματικό βάρος, η αντίσταση στην ινσουλίνη είναι συχνή, γεγονός που οδηγεί σε αυξημένη αποθήκευση λίπους και δυσκολία στη ρύθμιση του βάρους.

4. Κορτιζόλη: Η ορμόνη του στρες

Η κορτιζόλη αυξάνεται σε περιόδους έντονου στρες και προάγει την αποθήκευση λίπους, ιδιαίτερα στην κοιλιακή χώρα. Τα χρόνια αυξημένα επίπεδα κορτιζόλης σχετίζονται με υπερφαγία και αύξηση του σωματικού βάρους.

5. Θυρεοειδικές ορμόνες: Ο ρυθμιστής του μεταβολισμού

Ο υποθυρεοειδισμός μπορεί να οδηγήσει σε μείωση του μεταβολικού ρυθμού, προκαλώντας αύξηση βάρους και δυσκολία στην απώλεια κιλών. Η έλλειψη θυρεοειδικών ορμονών μπορεί επίσης να προκαλέσει κατακράτηση υγρών και κόπωση, επηρεάζοντας τη συνολική ενέργεια του ατόμου.

Πώς να υποστηρίξετε την ορμονική ισορροπία για καλύτερο έλεγχο του βάρους

Υιοθετήστε μια ισορροπημένη διατροφή

  • Καταναλώστε πρωτεΐνες, φυτικές ίνες και υγιεινά λίπη για τη ρύθμιση της όρεξης και της ινσουλίνης.
  • Αποφύγετε τη ζάχαρη και τους επεξεργασμένους υδατάνθρακες, που οδηγούν σε αιχμές ινσουλίνης και λιπώδη αποθήκευση.

Εντάξτε τη φυσική δραστηριότητα στην καθημερινότητά σας

  • Η αερόβια άσκηση και η προπόνηση με αντιστάσεις βοηθούν στη ρύθμιση των επιπέδων ινσουλίνης και κορτιζόλης.
  • Η άσκηση μειώνει τα επίπεδα στρες και υποστηρίζει την καλή λειτουργία του μεταβολισμού.

Διαχειριστείτε το στρες

  • Οι τεχνικές χαλάρωσης, όπως η γιόγκα και ο διαλογισμός, μειώνουν την κορτιζόλη και βοηθούν στην αποτροπή της συναισθηματικής υπερφαγίας.

Φροντίστε να έχετε επαρκή και ποιοτικό ύπνο

  • Η έλλειψη ύπνου αυξάνει τη γκρελίνη (πεινά) και μειώνει τη λεπτίνη (κορεσμός), οδηγώντας σε μεγαλύτερη κατανάλωση τροφής.

Ρυθμίστε τις ορμονικές διαταραχές με ιατρική παρακολούθηση

  • Αν υποψιάζεστε ότι κάποια ορμονική ανισορροπία επηρεάζει το βάρος σας, συμβουλευτείτε έναν ειδικό για κατάλληλες εξετάσεις και θεραπευτικές παρεμβάσεις.

Η ορμονική ισορροπία παίζει καθοριστικό ρόλο στη ρύθμιση του βάρους. Παρότι η διατροφή και η άσκηση είναι κλειδιά για τον έλεγχο της παχυσαρκίας, η κατανόηση της επίδρασης των ορμονών μπορεί να δώσει πολύτιμες πληροφορίες για την πρόληψη και τη διαχείριση του βάρους. Με έναν ολιστικό τρόπο ζωής και την κατάλληλη ιατρική καθοδήγηση, είναι εφικτό να διατηρήσουμε ένα υγιές βάρος και να βελτιώσουμε τη μεταβολική μας υγεία.

Άγγελος Κλείτσας, Ειδικός Παθολόγος – Διαβητολόγος

 

Βιβλιογραφία

  1. Bray, G. A., & Heisel, W. E. (2020). The Role of the Endocrine System in Obesity. The Journal of Clinical Endocrinology & Metabolism, 105(6), 1753-1765. https://doi.org/10.1210/clinem/dgaa205
  2. Schwartz, M. W., Seeley, R. J., Tschöp, M. H., et al. (2017). Cooperation between Brain and Islet in Glucose Homeostasis and Diabetes. Nature, 548(7665), 34-42. https://doi.org/10.1038/nature23285
  3. Rosenbaum, M., & Leibel, R. L. (2016). Role of Leptin in Energy Homeostasis in Humans. The Journal of Endocrinology, 230(1), R67-R79. https://doi.org/10.1530/JOE-16-0113
  4. Friedman, J. (2019). Leptin and the Endocrine Control of Energy Balance. Nature Medicine, 25(8), 1164-1172. https://doi.org/10.1038/s41591-019-0508-1
  5. Lustig, R. H. (2021). The Role of Insulin in Energy Balance and Obesity. Pediatric Endocrinology Reviews, 18(3), 140-153. https://doi.org/10.3173/per-2021-0156

Featured article image designed by Freepik


Blog-posts-Yourdoc-1024x536.png

Η νοσογόνος παχυσαρκία αποτελεί τη σοβαρότερη μορφή παχυσαρκίας και συνδέεται με σημαντικούς κινδύνους για την υγεία. Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (WHO), ένας ενήλικας χαρακτηρίζεται ως νοσογόνα παχύσαρκος όταν ο Δείκτης Μάζας Σώματος (ΔΜΣ) είναι 40 kg/m² ή υψηλότερος, ή όταν είναι τουλάχιστον 35 kg/m² και συνοδεύεται από σοβαρά προβλήματα υγείας, όπως ο διαβήτης τύπου 2 ή η υπέρταση.

Πότε η παχυσαρκία χαρακτηρίζεται ως νοσογόνος;

Η παχυσαρκία χαρακτηρίζεται ως νοσογόνος όταν φτάνει σε επίπεδο που το υπερβολικό βάρος αυξάνει σημαντικά τον κίνδυνο ή έχει ήδη προκαλέσει σοβαρές επιπλοκές στην υγεία.

Δεν σημαίνει ότι κάθε περίπτωση παχυσαρκίας είναι αυτομάτως νοσογόνος – η διάγνωση βασίζεται τόσο στον Δείκτη Μάζας Σώματος (ΔΜΣ) ≥40 (ή ≥35 με συνυπάρχουσες παθήσεις) όσο και στην παρουσία συνοδών νοσημάτων όπως σακχαρώδης διαβήτης τύπου 2, υπέρταση, αποφρακτική υπνική άπνοια, καρδιαγγειακές παθήσεις, ορθοπεδικά προβλήματα (π.χ. οστεοαρθρίτιδα γονάτων) κ.ά.

Επομένως, η παχυσαρκία από μόνη της δεν είναι πάντα νοσογόνος, αλλά γίνεται όταν προκαλεί ή ενισχύει σημαντικά προβλήματα υγείας.

Οι κίνδυνοι για την υγεία

Η νοσογόνος παχυσαρκία αυξάνει τον κίνδυνο ανάπτυξης σοβαρών παθήσεων, όπως:

  • Καρδιαγγειακές νόσοι (υπέρταση, στεφανιαία νόσος, εγκεφαλικά επεισόδια)
  • Διαβήτης τύπου 2
  • Αναπνευστικά προβλήματα (άπνοια ύπνου, χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια)
  • Ορθοπεδικά προβλήματα (οστεοαρθρίτιδα, χρόνιος πόνος στις αρθρώσεις)
  • Ορισμένες μορφές καρκίνου (μαστού, παχέος εντέρου, ήπατος)
  • Ψυχικές διαταραχές (κατάθλιψη, άγχος, χαμηλή αυτοεκτίμηση)

Αιτίες και Παράγοντες Κινδύνου

Η νοσογόνος παχυσαρκία δεν είναι απλά αποτέλεσμα υπερβολικής πρόσληψης θερμίδων. Παίζουν ρόλο πολλοί παράγοντες, όπως:

  • Γενετική προδιάθεση
  • Ορμονικές διαταραχές (αντίσταση στην ινσουλίνη, διαταραχές θυρεοειδούς)
  • Τρόπος ζωής (κακή διατροφή, έλλειψη φυσικής δραστηριότητας, καθιστική ζωή)
  • Ψυχολογικοί παράγοντες (συναισθηματική υπερφαγία, στρες)
  • Φαρμακευτική αγωγή (κορτικοστεροειδή, αντικαταθλιπτικά)

Αντιμετώπιση και Θεραπευτικές Επιλογές

Η θεραπεία της νοσογόνου παχυσαρκίας απαιτεί μια πολυδιάστατη προσέγγιση που περιλαμβάνει:

  • Διατροφή & Άσκηση: Προσαρμοσμένα προγράμματα διατροφής και αύξηση της φυσικής δραστηριότητας.
  • Ιατρική παρακολούθηση: Φαρμακευτική αγωγή όταν κρίνεται απαραίτητη.
  • Βαριατρική χειρουργική: Σε περιπτώσεις όπου άλλες μέθοδοι δεν είναι αποτελεσματικές, μπορεί να προταθεί χειρουργική επέμβαση όπως γαστρική παράκαμψη ή γαστρικό μανίκι.
  • Ψυχολογική Υποστήριξη: Συμβουλευτική και ψυχολογική παρέμβαση για αλλαγή της σχέσης με το φαγητό.

Εν κατακλείδι, η νοσογόνος παχυσαρκία είναι μια σοβαρή κατάσταση που επηρεάζει πολλαπλά την υγεία και την ποιότητα ζωής. Η έγκαιρη διάγνωση και η σωστή προσέγγιση θεραπείας μπορούν να συμβάλουν σημαντικά στη βελτίωση της υγείας και στη μείωση των επιπλοκών.

Άγγελος Κλείτσας, Ειδικός Παθολόγος – Διαβητολόγος

 

Βιβλιογραφία

  1. World Health Organization. Obesity and overweight. https://www.who.int
  2. National Institutes of Health. Clinical guidelines on the identification, evaluation, and treatment of overweight and obesity in adults. https://www.nih.gov
  3. Bray GA, Kim KK, Wilding JPH. Obesity: a chronic relapsing progressive disease process. Endocrine Reviews. 2017;38(1):1-17.
  4. Mechanick JI, Apovian C, Brethauer S, et al. Clinical practice guidelines for the perioperative nutrition, metabolic, and nonsurgical support of patients undergoing bariatric procedures. Obesity (Silver Spring). 2019;27(3):1-19.

Sinaisthimatiki-Yperfagia-1024x536.jpg

Η τροφή είναι απαραίτητη για την επιβίωσή μας, αλλά δεν τρώμε πάντα μόνο για να καλύψουμε τις ενεργειακές μας ανάγκες. Πολλές φορές, το φαγητό γίνεται μηχανισμός αντιμετώπισης των συναισθημάτων μας, από το άγχος και τη θλίψη μέχρι την πλήξη και τη χαρά. Αυτό το φαινόμενο ονομάζεται συναισθηματική υπερφαγία και επηρεάζει ένα μεγάλο ποσοστό ανθρώπων, συχνά χωρίς να το αντιλαμβάνονται. Ας εξετάσουμε τι είναι η συναισθηματική υπερφαγία, γιατί συμβαίνει και πώς μπορούμε να την αντιμετωπίσουμε.

Τι είναι η συναισθηματική υπερφαγία;

Η συναισθηματική υπερφαγία αναφέρεται στην κατανάλωση τροφής ως απάντηση σε συναισθήματα και όχι σε πραγματική πείνα. Τα άτομα που βιώνουν αυτή τη συμπεριφορά συχνά αναζητούν τροφές πλούσιες σε ζάχαρη, λίπος και αλάτι, καθώς αυτές ενεργοποιούν το κέντρο ανταμοιβής του εγκεφάλου, παρέχοντας μια προσωρινή αίσθηση ανακούφισης ή ευχαρίστησης.

Τι προκαλεί τη συναισθηματική υπερφαγία;

Υπάρχουν διάφοροι παράγοντες που συμβάλλουν σε αυτή τη συμπεριφορά:

  1. Στρες και Άγχος: Το χρόνιο στρες αυξάνει τα επίπεδα κορτιζόλης, μιας ορμόνης που σχετίζεται με την αύξηση της όρεξης και την επιθυμία για ανθυγιεινά τρόφιμα.
  2. Θλίψη και Μοναξιά: Το φαγητό μπορεί να λειτουργήσει ως μέσο παρηγοριάς και προσωρινής ανακούφισης από αρνητικά συναισθήματα.
  3. Βαρεμάρα: Πολλοί άνθρωποι τρώνε όταν δεν έχουν κάτι να κάνουν, απλά για να απασχολήσουν τον εαυτό τους.
  4. Συνήθειες από την παιδική ηλικία: Αν μεγαλώσαμε σε περιβάλλον όπου το φαγητό χρησιμοποιούνταν ως ανταμοιβή ή παρηγοριά, μπορεί να αναπτύξουμε αντίστοιχες συνήθειες στην ενήλικη ζωή.
  5. Ορμονικές διακυμάνσεις: Οι αλλαγές σε ορμόνες όπως η ινσουλίνη, η γκρελίνη (ορμόνη της πείνας) και η λεπτίνη (ορμόνη του κορεσμού) μπορούν να επηρεάσουν την όρεξη και την τάση για υπερκατανάλωση τροφής.

Πώς να ξεχωρίσουμε τη συναισθηματική από τη φυσική πείνα;

Για να αναγνωρίσουμε αν η πείνα μας είναι πραγματική ή συναισθηματική, μπορούμε να αναρωτηθούμε τα εξής:

  • Η πείνα ήρθε ξαφνικά ή σταδιακά; (Η φυσική πείνα εμφανίζεται σταδιακά, ενώ η συναισθηματική πείνα είναι ξαφνική και έντονη.)
  • Θέλω συγκεκριμένες τροφές (π.χ. γλυκά, junk food) ή οποιοδήποτε γεύμα θα με ικανοποιούσε;
  • Νιώθω ικανοποίηση μετά το φαγητό ή ενοχές και απογοήτευση;
  • Τρώω επειδή πραγματικά πεινάω ή για να νιώσω καλύτερα συναισθηματικά;

Πώς να διαχειριστούμε τη συναισθηματική υπερφαγία;

Η συναισθηματική υπερφαγία δεν είναι εύκολο να ξεπεραστεί, αλλά υπάρχουν στρατηγικές που μπορούν να βοηθήσουν:

  1. Καταγραφή Συναισθημάτων και Διατροφικών Συνηθειών: Η καταγραφή των σκέψεων και των συναισθημάτων μας πριν και μετά το φαγητό μπορεί να μας βοηθήσει να αναγνωρίσουμε μοτίβα συναισθηματικής υπερφαγίας.
  2. Εύρεση Εναλλακτικών Τρόπων Διαχείρισης των Συναισθημάτων: Δραστηριότητες όπως η γυμναστική, ο διαλογισμός, η μουσική ή η επικοινωνία με αγαπημένα πρόσωπα μπορούν να αντικαταστήσουν το φαγητό ως μηχανισμό ανακούφισης.
  3. Ενσυνείδητη Διατροφή (Mindful Eating): Το να τρώμε αργά, απολαμβάνοντας κάθε μπουκιά και αναγνωρίζοντας τα σήματα πείνας και κορεσμού του σώματός μας, μπορεί να μας βοηθήσει να αποφεύγουμε την παρορμητική κατανάλωση φαγητού.
  4. Απομάκρυνση των “πειρασμών”: Αν δεν έχουμε εύκολη πρόσβαση σε ανθυγιεινά τρόφιμα στο σπίτι, μειώνεται η πιθανότητα να τα καταναλώσουμε παρορμητικά.
  5. Υποστήριξη: Η συζήτηση με έναν διατροφολόγο, ψυχολόγο ή ομάδα υποστήριξης μπορεί να προσφέρει πολύτιμη καθοδήγηση και ενθάρρυνση.

Εν κατακλείδι, η συναισθηματική υπερφαγία είναι μια συχνή συμπεριφορά που μπορεί να επηρεάσει αρνητικά τη σωματική και ψυχική μας υγεία. Ωστόσο, με αναγνώριση, κατανόηση και εφαρμογή στρατηγικών αντιμετώπισης, μπορούμε να ανακτήσουμε τον έλεγχο της διατροφής μας και να βελτιώσουμε τη σχέση μας με το φαγητό. Εάν δυσκολεύεστε να διαχειριστείτε τη συναισθηματική υπερφαγία, μην διστάσετε να ζητήσετε βοήθεια από ειδικούς. Η αλλαγή είναι εφικτή και μπορεί να οδηγήσει σε μια πιο ισορροπημένη και υγιή ζωή.

Άγγελος Κλείτσας, Ειδικός Παθολόγος – Διαβητολόγος

 

Βιβλιογραφία

  1. Heatherton, T. F., & Baumeister, R. F. (1991). “Binge eating as escape from self-awareness.” Psychological Bulletin, 110(1), 86-108.
  2. Macht, M. (2008). “How emotions affect eating: A five-way model.” Appetite, 50(1), 1-11.
  3. Torres, S. J., & Nowson, C. A. (2007). “Relationship between stress, eating behavior, and obesity.” Nutrition, 23(11-12), 887-894.
  4. van Strien, T. (2018). “Causes of emotional eating and matched treatment of obesity.” Current Diabetes Reports, 18(6), 1-8.

Blog-posts-Yourdoc-1-1024x536.jpg

Η παχυσαρκία δεν είναι απλώς ένα ζήτημα αισθητικής. Πρόκειται για μια πολύπλοκη μεταβολική διαταραχή που επηρεάζει σχεδόν κάθε σύστημα του οργανισμού. Η σύνδεσή της με τη μεταβολική υγεία είναι καθοριστική, καθώς αυξάνει τον κίνδυνο για χρόνιες παθήσεις όπως ο διαβήτης τύπου 2, η υπέρταση και τα καρδιαγγειακά νοσήματα.

Τι σημαίνει μεταβολική υγεία;

Η μεταβολική υγεία αφορά τη σωστή λειτουργία των συστημάτων που ρυθμίζουν την ενέργεια και τον μεταβολισμό των θρεπτικών συστατικών. Παράγοντες όπως η ινσουλινοευαισθησία, τα επίπεδα γλυκόζης, η χοληστερόλη και η αρτηριακή πίεση παίζουν καθοριστικό ρόλο.

Ένα άτομο θεωρείται μεταβολικά υγιές όταν έχει φυσιολογικές τιμές σε αυτά τα βασικά βιοδείκτες, χωρίς τη χρήση φαρμακευτικής αγωγής.

Πώς η παχυσαρκία επηρεάζει τη μεταβολική υγεία;

  1. Αντίσταση στην ινσουλίνη και διαβήτης τύπου 2:Η συσσώρευση λίπους, ιδιαίτερα στο σπλαχνικό (κοιλιακό) λίπος, συμβάλλει στην ανάπτυξη αντίστασης στην ινσουλίνη. Αυτό σημαίνει ότι τα κύτταρα δεν ανταποκρίνονται αποτελεσματικά στην ινσουλίνη, οδηγώντας σε αυξημένα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα και αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης διαβήτη τύπου 2.
  2. Δυσλιπιδαιμία και Καρδιαγγειακές Παθήσεις:Η παχυσαρκία συχνά συνοδεύεται από αυξημένη LDL («κακή» χοληστερόλη), μειωμένη HDL («καλή» χοληστερόλη) και αυξημένα τριγλυκερίδια, αυξάνοντας σημαντικά τον κίνδυνο αθηροσκλήρωσης και καρδιαγγειακών παθήσεων.
  3. Υπέρταση:Η περίσσεια σωματικού βάρους συμβάλλει στην αύξηση της αρτηριακής πίεσης μέσω μηχανισμών όπως η αυξημένη παραγωγή αγγειοτενσίνης και η κατακράτηση νατρίου. Αυτό οδηγεί σε αυξημένο καρδιαγγειακό κίνδυνο.
  4. Μη Αλκοολική Λιπώδης Νόσος του Ήπατος (NAFLD):Η παχυσαρκία αυξάνει την πιθανότητα συσσώρευσης λίπους στο ήπαρ, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει σε ηπατική δυσλειτουργία και, σε σοβαρές περιπτώσεις, σε ηπατική ίνωση ή κίρρωση.
  5. Χρόνια Φλεγμονή και Οξειδωτικό Στρες:Το υπερβολικό σωματικό λίπος σχετίζεται με χρόνια φλεγμονή, η οποία μπορεί να συμβάλει στην ανάπτυξη μεταβολικών και καρδιαγγειακών διαταραχών.

Μπορεί κάποιος να είναι παχύσαρκος αλλά μεταβολικά υγιής;

Υπάρχει η έννοια της «μεταβολικά υγιούς παχυσαρκίας», ωστόσο, οι έρευνες δείχνουν ότι αυτά τα άτομα έχουν αυξημένο κίνδυνο για χρόνιες παθήσεις σε βάθος χρόνου. Η διατήρηση φυσιολογικού μεταβολικού προφίλ δεν αναιρεί τις μακροπρόθεσμες επιπτώσεις του υπερβάλλοντος βάρους.

Πώς μπορεί να βελτιωθεί η μεταβολική υγεία;

  • Ισορροπημένη διατροφή: Αποφυγή επεξεργασμένων τροφίμων, αύξηση φυτικών ινών και υγιεινών λιπαρών.
  • Άσκηση: Αερόβια άσκηση και προπόνηση ενδυνάμωσης για τη βελτίωση της ινσουλινοευαισθησίας.
  • Διαχείριση βάρους: Ακόμα και μια μικρή απώλεια βάρους 5-10% μπορεί να έχει σημαντικά μεταβολικά οφέλη.
  • Έλεγχος ύπνου και στρες: Η κακή ποιότητα ύπνου και το χρόνιο στρες επηρεάζουν την ινσουλινοευαισθησία και την όρεξη.

Η παχυσαρκία αποτελεί βασικό παράγοντα κινδύνου για μεταβολικές διαταραχές, όμως με τις κατάλληλες παρεμβάσεις μπορούμε να βελτιώσουμε τη μεταβολική υγεία και να μειώσουμε τις επιπλοκές. Η υιοθέτηση ενός υγιεινού τρόπου ζωής είναι η πιο αποτελεσματική στρατηγική για τη διατήρηση της μεταβολικής ισορροπίας.

Άγγελος Κλείτσας, Ειδικός Παθολόγος – Διαβητολόγος

 

Βιβλιογραφικές Αναφορές

  • Kahn, S. E., Hull, R. L., & Utzschneider, K. M. (2006). Mechanisms linking obesity to insulin resistance and type 2 diabetes. Nature, 444(7121), 840-846.
  • Bays, H. E., et al. (2013). Adiposopathy and metabolic syndrome: Implications for primary care. Postgraduate Medicine, 125(5), 7-15.
  • Stefan, N., Häring, H. U., Hu, F. B., & Schulze, M. B. (2013). Metabolically healthy obesity: Epidemiology, mechanisms, and clinical implications. The Lancet Diabetes & Endocrinology, 1(2), 152-162.

Featured article image designed by Freepik


Blog-posts-Yourdoc-1024x536.jpg

Ο σακχαρώδης διαβήτης τύπου 2 (ΣΔ2) και η παχυσαρκία αποτελούν δύο παγκόσμιες επιδημίες που συνδέονται στενά. Η παχυσαρκία είναι ένας από τους κύριους παράγοντες κινδύνου για την ανάπτυξη ΣΔ2, ενώ ο διαβήτης, με τη σειρά του, δυσχεραίνει τη διαχείριση του βάρους. Ας δούμε πώς συνδέονται και τι μπορούμε να κάνουμε για την πρόληψη και αντιμετώπισή τους.

Πώς η παχυσαρκία οδηγεί σε διαβήτη τύπου 2;

Η υπερβολική συσσώρευση λίπους, ιδιαίτερα στην κοιλιακή χώρα, επηρεάζει αρνητικά τον μεταβολισμό και συμβάλλει στην εμφάνιση αντίστασης στην ινσουλίνη, μιας κατάστασης κατά την οποία τα κύτταρα του σώματος δεν ανταποκρίνονται αποτελεσματικά στην ινσουλίνη. Αυτό οδηγεί σε αύξηση των επιπέδων γλυκόζης στο αίμα και, με την πάροδο του χρόνου, στην ανάπτυξη ΣΔ2.

Οι βασικοί μηχανισμοί που συνδέουν την παχυσαρκία με τον διαβήτη περιλαμβάνουν:

  • Αντίσταση στην ινσουλίνη: Το πλεονάζον λίπος επηρεάζει τη λειτουργία της ινσουλίνης, καθιστώντας την λιγότερο αποτελεσματική στη μείωση του σακχάρου στο αίμα.
  • Φλεγμονή: Ο λιπώδης ιστός παράγει φλεγμονώδεις ουσίες (κυτταροκίνες) που παρεμβαίνουν στη δράση της ινσουλίνης.
  • Λιπώδες ήπαρ: Η υπερβολική αποθήκευση λίπους στο ήπαρ οδηγεί σε ηπατική αντίσταση στην ινσουλίνη και αύξηση της γλυκόζης στο αίμα.
  • Δυσλειτουργία των β-κυττάρων του παγκρέατος: Με την πάροδο του χρόνου, το πάγκρεας δεν μπορεί να παράγει επαρκή ποσότητα ινσουλίνης για να αντισταθμίσει την αντίσταση στην ινσουλίνη.

Γιατί είναι σημαντική η απώλεια βάρους;

Μελέτες έχουν δείξει ότι η απώλεια μόλις 5-10% του σωματικού βάρους μπορεί να βελτιώσει σημαντικά τον γλυκαιμικό έλεγχο και να μειώσει τον κίνδυνο εμφάνισης διαβήτη. Ορισμένα από τα οφέλη περιλαμβάνουν:

  • Βελτίωση της ευαισθησίας στην ινσουλίνη
  • Μείωση των επιπέδων γλυκόζης και της HbA1c
  • Καλύτερος έλεγχος της αρτηριακής πίεσης και της χοληστερόλης
  • Μείωση του κινδύνου καρδιαγγειακών επιπλοκών

Στρατηγικές για τη διαχείριση του βάρους και του διαβήτη

Η πρόληψη και η διαχείριση του ΣΔ2 βασίζεται σε συνδυασμό υγιεινών επιλογών:

  • Υγιεινή διατροφή: Ένα διατροφικό πλάνο πλούσιο σε φυτικές ίνες, καλά λιπαρά και πρωτεΐνες μπορεί να βοηθήσει στη ρύθμιση του σακχάρου και στη διατήρηση υγιούς βάρους.
  • Τακτική σωματική δραστηριότητα: Ακόμα και 30 λεπτά μέτριας έντασης άσκησης την ημέρα μπορούν να βελτιώσουν την ευαισθησία στην ινσουλίνη.
  • Φαρμακευτική αγωγή: Σε ορισμένες περιπτώσεις, φάρμακα όπως η μετφορμίνη ή οι GLP-1 αγωνιστές βοηθούν στη ρύθμιση του σακχάρου και στην απώλεια βάρους.
  • Συμπεριφορική θεραπεία: Η διαχείριση του στρες και η αλλαγή διατροφικών συνηθειών είναι ζωτικής σημασίας για τη μακροπρόθεσμη επιτυχία.

Η παχυσαρκία και ο διαβήτης τύπου 2 είναι άρρηκτα συνδεδεμένοι, αλλά δεν είναι αναπόφευκτοι. Μέσω στοχευμένων αλλαγών στον τρόπο ζωής και, όπου χρειάζεται, φαρμακευτικής παρέμβασης, είναι δυνατή η πρόληψη και η αποτελεσματική διαχείριση της νόσου. Η διατήρηση ενός υγιούς βάρους είναι το κλειδί για την καλή μεταβολική υγεία και την πρόληψη των επιπλοκών του διαβήτη.

Άγγελος Κλείτσας, Ειδικός Παθολόγος – Διαβητολόγος

Βιβλιογραφικές Αναφορές

  • Lean, M. E., et al. (2018). Primary care-led weight management for remission of type 2 diabetes (DiRECT): an open-label, cluster-randomised trial. The Lancet, 391(10120), 541-551.
  • Taylor, R. (2013). Type 2 diabetes: etiology and reversibility. Diabetes Care, 36(4), 1047-1055.
  • Magkos, F., et al. (2020). Effects of weight loss on glucose homeostasis and insulin action. Obesity, 28(S1), S5-S9.

Article image by Freepik


Farmaka-kai-paxisarkia-1024x536.jpg

Η παχυσαρκία είναι μια χρόνια, πολυπαραγοντική νόσος που απαιτεί εξατομικευμένη διαχείριση. Εκτός από τη διατροφή, την άσκηση και τις αλλαγές στον τρόπο ζωής, η φαρμακευτική αγωγή μπορεί να αποτελέσει ένα σημαντικό εργαλείο για την απώλεια βάρους. Ωστόσο, πολλοί αναρωτιούνται: Είναι τα φάρμακα για την παχυσαρκία αποτελεσματικά και, το πιο σημαντικό, είναι ασφαλή;

Πότε προτείνεται η φαρμακευτική αγωγή για την παχυσαρκία;

Η φαρμακευτική αγωγή συνιστάται συνήθως σε άτομα με:

  • Δείκτη Μάζας Σώματος (ΔΜΣ) ≥30 kg/m² (παχυσαρκία) ή
  • ΔΜΣ ≥27 kg/m² με συνοδές παθήσεις, όπως διαβήτη τύπου 2, υπέρταση ή δυσλιπιδαιμία.

Η χορήγηση φαρμάκων πρέπει να γίνεται πάντα υπό την επίβλεψη γιατρού και να συνοδεύεται από υγιεινοδιαιτητικές παρεμβάσεις.

Ποια φάρμακα χρησιμοποιούνται σήμερα;

Τα εγκεκριμένα φάρμακα για την παχυσαρκία δρουν μέσω διαφορετικών μηχανισμών:

  1. Γλυκαγόνο-όμοια πεπτίδια-1 (GLP-1) αγωνιστές (π.χ. λιραγλουτίδη, σεμαγλουτίδη)
  • Δρουν στον εγκέφαλο, μειώνοντας την όρεξη.
  • Βελτιώνουν τον γλυκαιμικό έλεγχο και έχουν καρδιοπροστατευτικές ιδιότητες.
  1. Αναστολείς απορρόφησης λίπους (π.χ. ορλιστάτη)
  • Αναστέλλουν τη διάσπαση και απορρόφηση του λίπους στο έντερο.
  • Μπορεί να προκαλέσουν γαστρεντερικές διαταραχές.
  1. Συνδυαστικές θεραπείες (π.χ. ναλτρεξόνη-βουπροπιόνη)
  • Επηρεάζουν τον εγκέφαλο και μειώνουν το αίσθημα της πείνας και την επιθυμία για φαγητό.
  1. Συμπαθητικομιμητικά (π.χ. φεντερμίνη)
  • Αυξάνουν τον μεταβολισμό και μειώνουν την όρεξη.
  • Περιορίζονται σε βραχυχρόνια χρήση λόγω πιθανών καρδιαγγειακών επιδράσεων.

Νεότερες φαρμακευτικές επιλογές: Η περίπτωση της Τιρζεπατίδης

Πέρα από τα υπάρχοντα σκευάσματα, ένα νέο υποσχόμενο φάρμακο για την παχυσαρκία είναι η Τιρζεπατίδη. Η δραστική αυτή ουσία λειτουργεί διαφορετικά από τα υπόλοιπα φάρμακα, καθώς δρα ταυτόχρονα στους υποδοχείς GLP-1 και GIP, δύο φυσικές ορμόνες που ρυθμίζουν τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα και τον μεταβολισμό ως απόκριση στην κατανάλωση τροφής.

Η Τιρζεπατίδη χορηγείται ως ένεση μία φορά την εβδομάδα και έχει δείξει ότι επιτυγχάνει σημαντική απώλεια βάρους σε κλινικές δοκιμές. Οι μελέτες δείχνουν ότι η διπλή αυτή στόχευση οδηγεί σε αυξημένη έκκριση ινσουλίνης, μείωση της γλυκόζης του αίματος και μεγαλύτερο αίσθημα κορεσμού.

Η Τιρζεπατίδη κυκλοφόρησε για πρώτη φορά στις Ηνωμένες Πολιτείες τον Ιούνιο του 2022, ενώ έγινε διαθέσιμη στην Ευρώπη το 2023. Στην Ελλάδα, το φάρμακο είναι διαθέσιμο από τα μέσα του προηγούμενου Νοέμβρη.

Είναι αποτελεσματικά τα φάρμακα;

Μελέτες δείχνουν ότι η χρήση φαρμάκων μπορεί να οδηγήσει σε απώλεια 5-15% του σωματικού βάρους σε διάστημα 6-12 μηνών, όταν συνδυάζεται με αλλαγές στον τρόπο ζωής. Αυτή η απώλεια βάρους έχει σημαντικά οφέλη, όπως:

  • Καλύτερη ρύθμιση του σακχάρου και της αρτηριακής πίεσης
  • Μείωση του κινδύνου καρδιαγγειακών παθήσεων
  • Βελτίωση της ποιότητας ζωής και της κινητικότητας

Τι γίνεται με την ασφάλεια;

Όπως κάθε φαρμακευτική αγωγή, έτσι και τα φάρμακα για την παχυσαρκία έχουν πιθανές παρενέργειες:

  • Ναυτία, έμετος και διάρροια (κυρίως με τους GLP-1 αγωνιστές)
  • Γαστρεντερικά προβλήματα (με την ορλιστάτη)
  • Αυξημένος καρδιακός ρυθμός και αρτηριακή πίεση (με τα συμπαθητικομιμητικά)
  • Αλλαγές στη διάθεση (με τη ναλτρεξόνη-βουπροπιόνη)

Γι’ αυτόν τον λόγο, απαιτείται προσεκτική επιλογή της θεραπείας και τακτική ιατρική παρακολούθηση.

Είναι η φαρμακευτική αγωγή η λύση από μόνη της;

Όχι! Τα φάρμακα λειτουργούν καλύτερα όταν συνδυάζονται με αλλαγές στη διατροφή, την άσκηση και τη συμπεριφορά. Η φαρμακευτική αγωγή βοηθά στη διαχείριση της πείνας και στη ρύθμιση των μηχανισμών του σώματος που δυσκολεύουν την απώλεια βάρους, αλλά δεν αντικαθιστά έναν υγιεινό τρόπο ζωής.

Εν κατακλείδι, η φαρμακευτική αγωγή μπορεί να είναι ένα χρήσιμο εργαλείο για την αντιμετώπιση της παχυσαρκίας, αλλά δεν αποτελεί πανάκεια. Κάθε θεραπεία πρέπει να είναι εξατομικευμένη, λαμβάνοντας υπόψη τις ανάγκες και τις συννοσηρότητες του ασθενούς. Η απώλεια βάρους είναι ένας μαραθώνιος και όχι ένα σπριντ – και τα καλύτερα αποτελέσματα έρχονται μέσα από έναν συνδυασμό στρατηγικών.

Άγγελος Κλείτσας, Ειδικός Παθολόγος – Διαβητολόγος

 

 

Βιβλιογραφικές Αναφορές

  1. Wilding, J. P., et al. (2021). Once-weekly semaglutide in adults with overweight or obesity. New England Journal of Medicine, 384(11), 989-1002.
  2. Wadden, T. A., et al. (2019). Effects of intensive lifestyle intervention on weight and cardiovascular risk factors in individuals with type 2 diabetes. Diabetes Care, 42(7), 1209-1215.
  3. Kushner, R. F., & Ryan, D. H. (2014). Treatment strategies for obesity. JAMA, 312(4), 443-444.

Blog-posts-Yourdoc-1-1024x536.jpg

Όταν έχουμε αντίσταση στην ινσουλίνη, το σώμα μας δυσκολεύεται να χρησιμοποιήσει την ινσουλίνη για να μεταφέρει τη γλυκόζη στα κύτταρα. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε υψηλότερα επίπεδα σακχάρου στο αίμα και να αυξήσει τον κίνδυνο εμφάνισης διαβήτη τύπου 2. Ευτυχώς, η σωστή διατροφή μπορεί να παίξει καθοριστικό ρόλο στη βελτίωση της ευαισθησίας στην ινσουλίνη και στη διαχείριση της κατάστασης.

Τι είναι η ινσουλίνη και ποιος είναι ο ρόλος της;

Η ινσουλίνη είναι μια ορμόνη που παράγεται από το πάγκρεας και βοηθά στη ρύθμιση των επιπέδων σακχάρου στο αίμα. Ο κύριος ρόλος της είναι να επιτρέπει στη γλυκόζη από την τροφή να εισέλθει στα κύτταρα, όπου χρησιμοποιείται για ενέργεια ή αποθηκεύεται για μελλοντική χρήση.

Ποιοι είναι οι παράγοντες κινδύνου;

Η αντίσταση στην ινσουλίνη είναι μια περίπλοκη κατάσταση που μπορεί να προκύψει από διάφορους παράγοντες. Μερικές από τις κύριες αιτίες περιλαμβάνουν:

  • Υπερβολικό σωματικό βάρος και παχυσαρκία
  • Καθιστική ζωή
  • Γενετική προδιάθεση
  • Διατροφή υψηλή σε ζάχαρη και επεξεργασμένους υδατάνθρακες
  • Ορμονικές διαταραχές
  • Χρόνιο στρες
  • Γήρανση
  • Διαταραχές ύπνου
  • Κάπνισμα

Ποιες τροφές μας βοηθούν;

Η διατροφή που επικεντρώνεται σε τροφές με χαμηλό γλυκαιμικό δείκτη, υψηλή περιεκτικότητα σε φυτικές ίνες και καλά λιπαρά είναι ιδιαίτερα ωφέλιμη. Ας δούμε ποιες κατηγορίες τροφών είναι σημαντικές:

1. Πλήρη δημητριακά και φυτικές ίνες

Τα τρόφιμα που είναι πλούσια σε φυτικές ίνες βοηθούν στη σταδιακή απελευθέρωση της γλυκόζης στο αίμα. Παραδείγματα:

  • Βρώμη
  • Κινόα
  • Καφέ ρύζι
  • Ψωμί ολικής άλεσης

2. Λαχανικά χαμηλού αμύλου

Προτιμάμε λαχανικά όπως:

  • Μπρόκολο
  • Κουνουπίδι
  • Σπανάκι
  • Πιπεριές

Αυτά προσφέρουν βιταμίνες, μέταλλα και αντιοξειδωτικά χωρίς να ανεβάζουν το σάκχαρο.

3. Πηγές πρωτεΐνης

Η πρωτεΐνη συμβάλλει στη σταθεροποίηση του σακχάρου και στη μείωση της πείνας. Προτιμούμε:

  • Κοτόπουλο
  • Ψάρια (π.χ. σολομός, σαρδέλες)
  • Όσπρια (φακές, ρεβίθια)
  • Αυγά

4. Υγιεινά λιπαρά

Τα καλά λιπαρά υποστηρίζουν την υγεία της καρδιάς και την ευαισθησία στην ινσουλίνη. Παραδείγματα:

  • Ελαιόλαδο
  • Αβοκάντο
  • Ξηροί καρποί (αμύγδαλα, καρύδια)
  • Σπόροι (λιναρόσπορος, chia)

5. Φρούτα με μέτρο

Προτιμάμε φρούτα με χαμηλό γλυκαιμικό δείκτη, όπως:

  • Μήλα
  • Αχλάδια
  • Μούρα (φράουλες, μύρτιλα)

Τι πρέπει να περιορίσουμε;

Για να μειώσουμε την επιβάρυνση της υγείας μας, καλό είναι να αποφεύγουμε:

  • Ζάχαρη και γλυκά: Ανεβάζουν απότομα το σάκχαρο.
  • Λευκά άλευρα και επεξεργασμένα δημητριακά: Όπως το λευκό ψωμί και τα ζυμαρικά.
  • Τρόφιμα πλούσια σε κορεσμένα και τρανς λιπαρά: Όπως τα τηγανητά και τα επεξεργασμένα τρόφιμα.
  • Αναψυκτικά και ζαχαρούχα ποτά: Είναι γεμάτα με “κενές” θερμίδες και ζάχαρη.

Χρήσιμες συνήθειες

Εκτός από την επιλογή των σωστών τροφών, υπάρχουν μερικές συνήθειες που μας βοηθούν:

  1. Μικρά και συχνά γεύματα: Για να διατηρούμε σταθερό το σάκχαρο.
  2. Ενυδάτωση: Προτιμάμε το νερό ή αφεψήματα χωρίς ζάχαρη.
  3. Κίνηση μετά τα γεύματα: Ακόμα και 10 λεπτά περπάτημα μπορούν να βελτιώσουν την ευαισθησία στην ινσουλίνη.
  4. Μείωση του στρες: Το χρόνιο στρες επηρεάζει την αντίσταση στην ινσουλίνη. Η γιόγκα, ο διαλογισμός ή ακόμα και η χαλαρωτική μουσική βοηθούν.

Η διατροφή για την αντίσταση στην ινσουλίνη δεν είναι περιοριστική, αλλά επικεντρώνεται σε θρεπτικές τροφές που υποστηρίζουν την υγεία μας. Με μερικές αλλαγές στις καθημερινές μας επιλογές και με συνδυασμό φυσικής δραστηριότητας, μπορούμε να διαχειριστούμε αποτελεσματικά την κατάσταση και να προλάβουμε μελλοντικές επιπλοκές.

Ας θυμόμαστε πως κάθε βήμα προς μια υγιεινή διατροφή είναι ένα βήμα προς μια καλύτερη ποιότητα ζωής!

Άγγελος Κλείτσας, Ειδικός Παθολόγος – Διαβητολόγος

 

Βιβλιογραφικές αναφορές

  • DeFronzo, R. A., Ferrannini, E., Zimmet, P., & Alberti, G. (Eds.). (2015). International Textbook of Diabetes Mellitus. Wiley-Blackwell.
  • Reaven, G. M. (1988). Banting lecture 1988. Role of insulin resistance in human disease. Diabetes, 37(12), 1595–1607. https://doi.org/10.2337/diab.37.12.1595
  • Wilcox, G. (2005). Insulin and insulin resistance. The Clinical Biochemist Reviews, 26(2), 19–39.
  • American Diabetes Association. (2023). Insulin resistance and prediabetes. org. Retrieved from https://www.diabetes.org
  • National Institute of Diabetes and Digestive and Kidney Diseases. (2023). Insulin resistance: What it is and how it relates to diabetes. gov. Retrieved from https://www.niddk.nih.gov

Blog-posts-Yourdoc.jpg

Η διάκριση ανάμεσα στη γρίπη τύπου Α και το κοινό κρυολόγημα μπορεί να είναι δύσκολη μερικές φορές, καθώς πολλά από τα συμπτώματα τους είναι παρόμοια. Ωστόσο, υπάρχουν κάποιες βασικές διαφορές που μπορούν να μας βοηθήσουν να κατανοήσουμε τι συμβαίνει.

Έναρξη των συμπτωμάτων:

  • Γρίπη τύπου Α: Τα συμπτώματα της γρίπης συνήθως εμφανίζονται απότομα και ενδέχεται να είναι πιο έντονα. Ένα ξαφνικό αίσθημα κόπωσης, υψηλός πυρετός και πόνοι στο σώμα είναι χαρακτηριστικά.
  • Κοινό κρυολόγημα: Τα συμπτώματα του κοινού κρυολογήματος αναπτύσσονται συνήθως πιο σταδιακά και είναι λιγότερο σοβαρά. Δεν έχουμε τόσο απότομη επιδείνωση της υγείας.

Πυρετός:

  • Γρίπη τύπου Α: Είναι συχνό να εμφανιστεί υψηλός πυρετός (πάνω από 38,5°C), και μπορεί να διαρκέσει αρκετές ημέρες.
  • Κοινό κρυολόγημα: Ο πυρετός είναι σπάνιος ή πολύ ήπιος και σπάνια ξεπερνά τους 38°C.

Βήχας και καταρροή:

  • Γρίπη τύπου Α: Ο βήχας συνήθως είναι ξηρός και έντονος, ενώ η καταρροή (ρινική συμφόρηση)μπορεί να εμφανιστεί αλλά δεν είναι πάντα τόσο έντονη.
  • Κοινό κρυολόγημα: Ο βήχας είναι συνήθως ήπιος και η καταρροή είναι πιο έντονη, με υγρη μύτη και συχνά φτέρνισμα.

Πόνοι στο σώμα:

  • Γρίπη τύπου Α: Οι πόνοι στο σώμα, ιδιαίτερα στους μυς και στις αρθρώσεις, είναι συνηθισμένοι και συνήθως πιο έντονοι.
  • Κοινό κρυολόγημα: Συνήθως δεν έχουμε έντονους πόνους στο σώμα ή μυϊκούς πόνους, παρά μόνο ήπια αίσθηση κακουχίας.

Αίσθημα κόπωσης και αδυναμίας:

  • Γρίπη τύπου Α: Ένα αίσθημα έντονης κόπωσης είναι συχνό και μπορεί να διαρκέσει αρκετές ημέρες, ακόμα και μετά την υποχώρηση των υπολοίπων συμπτωμάτων.
  • Κοινό κρυολόγημα: Η κόπωση είναι ήπια και δεν διαρκεί πολύ.

Πονόλαιμος και πονοκέφαλος:

  • Γρίπη τύπου Α: Ο πονοκέφαλος είναι συνήθως έντονος και μπορεί να συνοδεύεται από πονόλαιμο.
  • Κοινό κρυολόγημα: Ο πονοκέφαλος είναι συνήθως ήπιος και λιγότερο συχνός.

Διάρκεια συμπτωμάτων:

  • Γρίπη τύπου Α: Τα συμπτώματα της γρίπης μπορεί να διαρκέσουν από 5 έως 7 ημέρες, με την κόπωση να παραμένει για περισσότερο.
  • Κοινό κρυολόγημα: Συνήθως τα συμπτώματα του κρυολογήματος είναι λιγότερο έντονα και διαρκούν περίπου 3-5 ημέρες.

Η διάγνωση του τύπου της λοίμωξης μπορεί να απαιτεί και ιατρική εκτίμηση, καθώς τα συμπτώματα είναι παρόμοια. Εάν υποπτευόμαστε γρίπη τύπου Α, και ειδικά αν έχουμε άλλες υγειονομικές καταστάσεις (όπως ο διαβήτης), καλό είναι να συμβουλευτούμε τον γιατρό μας για να διασφαλίσουμε τη σωστή διάγνωση και φροντίδα.

Άγγελος Κλείτσας, Ειδικός Παθολόγος – Διαβητολόγος

 

Βιβλιογραφικές αναφορές

  • Centers for Disease Control and Prevention (CDC). (2020). “Seasonal Influenza (Flu).” CDC – Seasonal Influenza
  • World Health Organization (WHO). (2019). “Influenza (Seasonal).” WHO – Influenza
  • Principles and Practice of Infectious Diseases (6th ed.). Mandell, G. L., Bennett, J. E., & Dolin, R. (2015). ISBN: 978-1-4557-7421-9
  • “The Common Cold and the Flu: Differences and Similarities”. Harvard Health Publishing (2020).Harvard Health – Cold vs. Flu

Sxeseis-1024x536.jpg

Οι άνθρωποι είναι εκ φύσεως κοινωνικά όντα. Οι σχέσεις μας με τους άλλους, είτε πρόκειται για την οικογένεια, τους φίλους ή τους συναδέλφους, παίζουν καθοριστικό ρόλο στη συνολική μας ευεξία. Οι θετικές κοινωνικές σχέσεις δεν είναι απλώς μια πηγή συναισθηματικής ικανοποίησης, αλλά συνδέονται και με σημαντικά οφέλη για τη σωματική και ψυχική υγεία.

Ας εξερευνήσουμε τον τρόπο με τον οποίο οι κοινωνικές σχέσεις επηρεάζουν την υγεία μας και πώς μπορούμε να ενδυναμώσουμε τους δεσμούς μας, δημιουργώντας πιο ουσιαστικές και βαθιές συνδέσεις.

H σημασία των θετικών σχέσεων για τη σωματική υγεία

  1. Βελτίωση του ανοσοποιητικού συστήματος: Οι άνθρωποι με ισχυρούς κοινωνικούς δεσμούς έχουν αποδειχθεί ότι διαθέτουν πιο ανθεκτικό ανοσοποιητικό σύστημα. Έρευνες δείχνουν ότι η μοναξιά και η απομόνωση αυξάνουν τα επίπεδα στρες, το οποίο αποδυναμώνει την ικανότητα του οργανισμού να καταπολεμά ασθένειες.
  2. Μείωση του κινδύνου καρδιαγγειακών παθήσεων: Οι υγιείς σχέσεις μειώνουν την αρτηριακή πίεση και τα επίπεδα της ορμόνης του στρες, κορτιζόλης. Αντίθετα, οι συγκρούσεις και οι τοξικές σχέσεις μπορούν να αυξήσουν τον κίνδυνο καρδιαγγειακών προβλημάτων.
  3. Μακροζωία: Μελέτες έχουν δείξει ότι οι άνθρωποι που διατηρούν στενές και θετικές σχέσεις ζουν περισσότερα χρόνια από εκείνους που νιώθουν μοναξιά. Μάλιστα, η ποιότητα των σχέσεων φαίνεται να είναι πιο σημαντική από την ποσότητα.

Η σημασία των σχέσεων για την ψυχική υγεία

  1. Ενίσχυση της ανθεκτικότητας: Οι θετικές σχέσεις λειτουργούν ως «δίχτυ ασφαλείας» σε περιόδους στρες ή δυσκολιών. Η παρουσία ενός υποστηρικτικού περιβάλλοντος μπορεί να μειώσει τον αντίκτυπο του άγχους και να ενισχύσει την ψυχική ανθεκτικότητα.
  2. Πρόληψη κατάθλιψης και άγχους: Η μοναξιά συνδέεται με υψηλότερα ποσοστά κατάθλιψης και άγχους. Αντίθετα, οι ποιοτικές σχέσεις προσφέρουν συναισθηματική ασφάλεια, αίσθημα αυτοεκτίμησης και έναν λόγο να αισθανόμαστε ευγνωμοσύνη και χαρά.
  3. Αίσθηση σκοπού: Η σύνδεση με άλλους, ειδικά μέσω οικογένειας, φίλων ή κοινοτήτων, δίνει νόημα στη ζωή μας και μας παρακινεί να φροντίζουμε τον εαυτό μας και τους γύρω μας.

Η δύναμη της σύνδεσης δεν πρέπει να υποτιμάται. Οι θετικές κοινωνικές σχέσεις είναι εξίσου σημαντικές για την υγεία μας όσο και η διατροφή, η άσκηση και ο ύπνος. Ενισχύστε τους δεσμούς σας με τους γύρω σας, επενδύστε χρόνο και προσπάθεια στις σχέσεις σας και απολαύστε τα οφέλη που αυτές προσφέρουν στη ζωή σας.

Η υγεία δεν είναι μόνο θέμα ατομικής ευθύνης, αλλά και αποτέλεσμα της αγάπης, της φροντίδας και της σύνδεσης που μοιραζόμαστε με τους άλλους.

Άγγελος Κλείτσας,
Ειδικός Παθολόγος – Διαβητολόγος

 

Βιβλιογραφικές αναφορές



ΕΝΗΜΕΡΩΜΕΝΟΣ ΑΣΘΕΝΗΣ ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΥΓΕΙΑ





ΕΝΗΜΕΡΩΜΕΝΟΣ ΑΣΘΕΝΗΣ, ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΥΓΕΙΑ






Copyright by Yourdoc.gr 2025. All rights reserved.





Copyright by Yourdoc.gr 2025. All rights reserved.