Ο σακχαρώδης διαβήτης είναι μια χρόνια νόσος όπου το σώμα δεν είναι σε θέση να χρησιμοποιήσει αποτελεσματικά τη γλυκόζη που λαμβάνουμε από τα τρόφιμα για τη μετατροπή της σε ενέργεια. Χαρακτηρίζεται από αύξηση της συγκέντρωσης του σακχάρου στο αίμα (υπεργλυκαιμία) και διαταραχή του μεταβολισμού της γλυκόζης, είτε ως αποτέλεσμα ελαττωμένης έκκρισης της ινσουλίνης (ορμόνη η οποία βοηθά τη γλυκόζη να εισέλθει από το αίμα στα κύτταρα) από το πάγκρεας, είτε λόγω ελάττωσης της ευαισθησίας των κυττάρων του σώματος στην ινσουλίνη.
Η γενικευμένη αυτή διαταραχή του μεταβολισμού μπορεί να προκαλέσει βλάβες σε αρκετούς ιστούς του σώματος καθώς και μια σειρά δυσλειτουργιών που επηρεάζουν μεταξύ άλλων το ουροποιογεννητικό σύστημα. Σε αυτές περιλαμβάνονται διαταραχές στην ουροδόχο κύστη και στο νεφρό, καθώς και η σεξουαλική δυσλειτουργία.
Οι διαταραχές στην ουροδόχο κύστη εκδηλώνονται συνήθως με αδυναμία πλήρους κένωσης, ανάπτυξη ουρολοιμώξεων και πύου στα ούρα, ενώ ακόμη μπορεί να εμφανιστούν και συμπτώματα όπως συχνουρία και δυσουρία. Ορισμένοι διαβητικοί ωστόσο παρουσιάζουν συχνά επεισόδια πυουρίας χωρίς συμπτώματα.
Όσον αφορά τις διαταραχές στο νεφρό, κατά τα πρώτα χρόνια εμφάνισης της νόσου εκδηλώνονται ορισμένες οργανικές διεργασίες, μεταξύ των οποίων πάχυνση της βασικής μεμβράνης και υπερτροφία των νεφρικών σπειραμάτων (μικροσκοπικά φίλτρα που κρατούν τις πρωτεΐνες εντός του σώματος). Προοδευτικά αναπτύσσεται και έκκριση λευκωματίνης στα ούρα, η οποία οδηγεί ορισμένους ασθενείς σε αιμοκάθαρση. Μερικές φορές μάλιστα αναπτύσσεται νεφρική σωληναριακή οξέωση (διαταραχή στα ουροφόρα σωληνάρια) και υπερκαλιαιμία (αυξημένη συγκέντρωση Καλίου στον οργανισμό), με το νεφρό να γίνεται ιδιαίτερα ευαίσθητο σε φάρμακα και τοξικές ουσίες.
Τέλος, η σεξουαλική δυσλειτουργία εκδηλώνεται με αδυναμία ικανοποιητικής στύσης και εκδηλώσεις παλίνδρομης εκσπερμάτισης στον άνδρα, καθώς και με ξηρότητα κόλπου και πόνου κατά τη συνουσία στη γυναίκα.
Κατά τις ανωτέρω περιπτώσεις ο βαθμός της κακής ρύθμισης του σακχαρώδη διαβήτη και η διάρκεια της υπερκαλιαιμίας είναι μεταξύ των παραγόντων που συμβάλλουν στην αύξηση του κινδύνου χρόνιων επιπλοκών.
Οι ασθενείς με διαβήτη που εμφανίζουν ουροποιογεννητικά συμπτώματα θα πρέπει να γνωρίζουν ότι το κάπνισμα, η υψηλή πίεση και η υψηλή χοληστερόλη επιδεινώνουν τα βλαπτικά αποτελέσματα του αυξημένου σακχάρου. Θα πρέπει επίσης να λάβουν υπ’ όψιν ότι είναι απαραίτητη η επαρκής πρόσληψη νερού και η περιοδική εξέταση των ούρων (ενίοτε και των γεννητικών υγρών) για μικρόβια και μικρολευκωματίνη.
Η αντιμετώπιση των ουροποιογεννητικών συμπτωμάτων γίνεται μέσω φαρμακευτικής αγωγής, ωστόσο είναι απαραίτητη και η σωστή αγωγή για τη θεραπεία του διαβήτη.
Leave a Reply