Οι γυναίκες που εκδηλώνουν υπέρταση ή διαβήτη κατά την διάρκεια της εγκυμοσύνης μπορεί να έχουν μεγαλύτερες πιθανότητες να έχουν αυτές τις παθήσεις και αργότερα στη ζωή τους, σύμφωνα με ολλανδική μελέτη που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό έντυπο Hypertension.
Επιστημονική ομάδα του Πανεπιστημιακού Ιατρικού Κέντρου της Ουτρέχτης, με επικεφαλής τον δρ. Καρστ Χέιντα, θέλησε να μελετήσει πως οι συγκεκριμένες επιπλοκές κύησης επιδρούν στη μετέπειτα ζωή της γυναίκας. Έθεσε υπό ιατρική παρακολούθηση περισσότερες από 22.000 γυναίκες όταν ήταν 27-29 ετών, και αφού είχαν γεννήσει το πρώτο τους παιδί.
Σχεδόν 6.200 γυναίκες (28%) είχαν υπέρτασης κύησης και σχεδόν 1.100 (5%) είχαν διαβήτη κύησης. Επίσης κατά τη διάρκεια της μελέτης εντοπίστηκαν περισσότερα από 2.500 καρδιαγγειακά επεισόδια, περιλαμβανομένων περίπου 1.500 που οφείλονταν σε καρδιακή νόσο και 720 σε εγκεφαλικό επεισόδιο.
Από την επεξεργασία των δεδομένων, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι οι γυναίκες που είχαν υπέρταση κύησης είχαν διπλάσιες πιθανότητες να έχουν και μετέπειτα υπέρταση. Επίσης οι γυναίκες με υπέρταση κύησης είχαν περισσότερες πιθανότητες να εκδηλώσουν καρδιαγγειακή νόσο. Επιπλέον, οι γυναίκες που εκδήλωσαν διαβήτη κύησης είχαν τετραπλάσιο κίνδυνο να έχουν διαβήτη και αργότερα. Και μεταξύ των γυναικών που εκδήλωσαν διαβήτη ή υπέρταση μετέπειτα, οι παθήσεις είχαν εντοπιστεί νωρίτερα αν είχαν εκδηλωθεί και κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης.
Να σημειωθεί ότι οι γυναίκες με υπέρταση κύησης διαγνώστηκαν πάλι με υπέρταση περίπου σε ηλικία 44 ετών κατά μέσο όρο, δηλαδή οκτώ χρόνια νωρίτερα από τις γυναίκες που εκδήλωσαν υπέρταση άσχετη με την εγκυμοσύνη. Επίσης, οι γυναίκες που είχαν διαβήτη κύησης διαγνώστηκαν και πάλι με διαβήτη τύπου ΙΙ, περίπου όταν ήταν 53 ετών, δηλαδή και πάλι οκτώ χρόνια νωρίτερα από γυναίκες χωρίς ανάλογο ιστορικό κύησης.
«Αν κατανοήσουμε ότι οι γυναίκες με υπέρταση κύησης διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο εκδήλωσης υπέρτασης και υποκείμενης καρδιαγγειακής νόσου και ότι γυναίκες με διαβήτη κύησης έχουν αυξημένο κίνδυνο διαβήτη τύπου ΙΙ αργότερα, τότε μπορούμε να ανασχεδιάσουμε τα προγράμματα ελέγχου υγείας ώστε να εντοπίζουμε εγκαίρως τις ομάδες υψηλού κινδύνου», σημειώνει ο δρ. Χέιντα.
Ο ερευνητής προσθέτει ότι οι γυναίκες μπορούν να ελαχιστοποιήσουν τον κίνδυνο τέτοιων επιπλοκών κατά την κύηση, ξεκινώντας με ένα υγιές βάρος την εγκυμοσύνη και βελτιώνοντας τη διατροφή και τον τρόπο ζωής τους.
Πηγή: health.in.gr
Leave a Reply