Blog

2754.jpg

Ο σακχαρώδης διαβήτης είναι μια χρόνια μεταβολική νόσος, όπου το σώμα δεν είναι σε θέση να χρησιμοποιήσει αποτελεσματικά τη γλυκόζη που λαμβάνουμε από τα τρόφιμα για τη μετατροπή της σε ενέργεια. Χαρακτηρίζεται από αύξηση της συγκέντρωσης του σακχάρου στο αίμα και διαταραχή του μεταβολισμού της γλυκόζης, είτε ως αποτέλεσμα ελαττωμένης έκκρισης της ινσουλίνης από το πάγκρεας, είτε λόγω ελάττωσης της ευαισθησίας των κυττάρων του σώματος στην ινσουλίνη.

Ο διαβήτης είναι μια νόσος η οποία δεν επηρεάζει τον οργανισμό μόνο σε σχέση με την απορύθμιση των επιπέδων του σακχάρου, αλλά συνοδεύεται και από μια αυξημένη προδιάθεση ανάπτυξης λοιμώξεων.

Η επιρρέπεια αυτή αποδίδεται σε δύο βασικούς παράγοντες: Πρώτον, στη δυσαρμονία που προκαλεί η νόσος στη λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος και δεύτερον στην αγγειοπάθεια και στη νευροπάθεια του διαβήτη που δημιουργούν εστίες εισόδου μικροβίων στον οργανισμό.

Ο ασθενής με διαβήτη είναι επιρρεπής σε μολύνσεις οι οποίες μερικές φορές δεν έχουν τη θορυβώδη κλινική συμπτωματολογία που παρατηρείται σε μη διαβητικά άτομα. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να αναζητεί καθυστερημένα ιατρική βοήθεια, με σοβαρές συνέπειες για την υγεία του. Έτσι στον διαβητικό επιβάλλεται η πρώιμη ιατρική αξιολόγηση, ανεξαρτήτως είδους και εντάσεως συμπτωμάτων.

Είδη λοιμώξεων

Τρία είναι τα είδη λοιμώξεων τα οποία εκδηλώνονται πιο συχνά στους διαβητικούς: οι λοιμώξεις δέρματος και μαλακών μορίων, οι ουρολοιμώξεις και οι συστηματικές λοιμώξεις.

Οι λοιμώξεις δέρματος και μαλακών μορίων εκδηλώνονται κυρίως στα πόδια και σημείο εισόδου των μικροβίων είναι τα βακτήρια της φυσιολογικής χλωρίδας του δέρματος.

Πολλοί διαβητικοί εμφανίζουν το λεγόμενο «διαβητικό πόδι» δηλαδή δυσμορφία που προκαλείται από την διαταραχή της αγγείωσης και της νεύρωσης λόγω του διαβήτη. Σε πολλές περιπτώσεις τα νύχια πορεύονται λοξά προκαλώντας μη ορατή ρήξη της συνέχειας του δέρματος, ενώ σε πιο βαριές περιπτώσεις δημιουργούνται έλκη. Οι βλάβες αυτές αποτελούν πύλη εισόδου μικροοργανισμών προκαλώντας κυτταρίτιδα.

Οι ουρολοιμώξεις είναι ιδιαίτερα συχνές στις γυναίκες και εκδηλώνονται με έντονη δυσουρία και έπειξη για ούρηση, ενώ μερικές φορές μπορεί να υπάρχει και πυρετός. Αρκετές γυναίκες έχουν θετική καλλιέργεια ούρων για μικρόβια χωρίς να εκδηλώνουν κάποια συμπτώματα. Η κατάσταση αυτή ονομάζεται «ασυμπτωματική βακτηριουρία» και δεν απαιτεί κάποια θεραπεία. Επίσης στις γυναίκες εκδηλώνονται συχνά μυκητιάσεις του κόλπου, οι οποίες γίνονται αντιληπτές από τον έντονο κνησμό ή από την έκκριση στο εσώρουχο.

Πολλοί ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη έχουν και άλλα χρόνια νοσήματα όπως η χρόνια καρδιακή ανεπάρκεια, η χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια και η χρόνια νεφρική ανεπάρκεια. Τα νοσήματα αυτά σε συνδυασμό με τη διαταραχή του ανοσιακού συστήματος που προκαλεί ο διαβήτης αυξάνουν σημαντικά τον κίνδυνο για συστηματικές λοιμώξεις όπως η πνευμονία. Αυτή εκδηλώνεται συνήθως τους χειμερινούς μήνες με πυρετό, βήχα, έντονη απόγχρεμψη με πυώδη πτύελα και μερικές φορές δύσπνοια.

Πρόληψη

Σε κάθε περίπτωση λοίμωξης ο ασθενής πρέπει να επισκέπτεται άμεσα τον γιατρό του, διότι όλες αυτές οι λοιμώξεις είναι δυσίατες και μπορούν ταχύτατα να θέσουν ακόμα και τη ζωή του σε κίνδυνο.

Όσες από αυτές είναι επικίνδυνες έχουν ως χαρακτηριστικό ότι οι τιμές του τριχοειδικού σακχάρου αυξάνονται πολύ περισσότερο από το σύνηθες και ότι απαιτούν μεγαλύτερη δόση ινσουλίνης για να ρυθμιστούν.

Ο ασθενής πρέπει να λάβει όλα τα μέτρα που θα βοηθήσουν τον οργανισμό να διατηρείται σε άριστη φυσική κατάσταση και άριστη άμυνα για να εξουδετερώσει τους λοιμογόνους παράγοντες χωρίς κατάλοιπα.

Καθοριστικά σημεία πρόληψης όλων των λοιμώξεων είναι η σωστή γλυκαιμική ρύθμιση, αφού μειώνεται η επιρρέπεια του οργανισμού σε λοιμώξεις, η περιποίηση της υγιεινής των ποδιών με την τακτική κοπή των νυχιών με τρόπο που να μην παραμένουν αιχμηρά άκρα, τα οποία τραυματίζουν το δέρμα, καθώς και ο εμβολιασμός για τον πνευμονιόκοκκο και για την εποχική γρίπη σε ασθενείς ηλικίας μεγαλύτερης των 65 ετών.

Είναι απαραίτητο σε αυτή την κατεύθυνση ο ασθενής να φροντίζει τον εαυτό του με διατροφή πλούσια σε φυτικές ίνες, όσπρια, λαχανικά και γαλακτοκομικά προϊόντα χαμηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά. Θα πρέπει επίσης να αποφύγει την κατάχρηση κρέατος, να διακόψει το κάπνισμα και ενταχθεί σε προγράμματα άσκησης, τα οποία δεν είναι απαραίτητο να είναι οργανωμένα, αλλά να περιλαμβάνουν συστηματικό γρήγορο περπάτημα.

Η διατήρηση του φυσιολογικού βάρους, ο επαρκής ύπνος και η αποφυγή ψυχολογικών επιβαρύνσεων βοηθούν επίσης σε αυτή την κατεύθυνση.

Τέλος, οι κανόνες που ισχύουν σε όλους για την προστασία από λοιμώξεις, έχουν εφαρμογή και στην περίπτωση των διαβητικών. Οι κλειστοί χώροι πρέπει να αερίζονται επαρκώς και τα χέρια να πλένονται συχνά.

Photo credit: Freepik


Diabetes-letters.jpg

6 Νοεμβρίου, 2017 Angelos KlitsasΔιαβήτης0

Ο σακχαρώδης διαβήτης είναι ένα χρόνιο μεταβολικό νόσημα το οποίο χαρακτηρίζεται από υψηλές τιμές γλυκόζης στο αίμα —το απλό σάκχαρο που δίνει ενέργεια στα κύτταρα του ανθρώπινου οργανισμού. Αναπτύσσεται όταν ο οργανισμός δεν παράγει ή δεν χρησιμοποιεί αποτελεσματικά μια ορμόνη που ονομάζεται ινσουλίνη, η οποία βοηθά στην απομάκρυνση του πλεονάσματος γλυκόζης από το αίμα.

Η υπογλυκαιμία είναι ένα από τα προβλήματα που μπορεί να αντιμετωπίζει στην καθημερινότητά του το άτομο με σακχαρώδη διαβήτη. Συμβαίνει όταν τα επίπεδα του σακχάρου στο αίμα μειώνονται κάτω από τα φυσιολογικά επίπεδα (συνήθως κάτω από 70 mg/dl) και εμφανίζεται σε άτομα που λαμβάνουν θεραπεία με ινσουλίνη ή αντιδιαβητικά φάρμακα.

Οι περιπτώσεις στις οποίες η υπογλυκαιμία εμφανίζεται συχνότερα, είναι όταν:

– Το άτομο παραλείψει ή καθυστερήσει κάποιο από τα γεύματα της ημέρας ή η ποσότητα του φαγητού του είναι λιγότερη από το συνηθισμένο.
– Καταναλώσει αλκοόλ, ακόμη και σε μέτρια ποσότητα.
– Κάνει έντονη άσκηση, χωρίς να ελαττώσει τη δόση της ινσουλίνης ή να αυξήσει την ποσότητα του φαγητού.
– Για οποιονδήποτε λόγο κάνει περισσότερη ινσουλίνη απ’ ό,τι χρειάζεται ή παίρνει μεγαλύτερη δόση αντιδιαβητικών δισκίων.

Συμπτώματα

Στα πιο κοινά συμπτώματα της υπογλυκαιμίας, τα οποία μπορεί να ποικίλουν από άτομο σε άτομο, περιλαμβάνονται η πείνα, εφίδρωση, πονοκέφαλος, ζάλη, θολή όραση, τρέμουλο, ναυτία, ταχυκαρδία, υπνηλία, έλλειψη συγκέντρωσης, νευρικότητα, συμπεριφορά μεθυσμένου, αδυναμία και ξαφνική κούραση.

Ορισμένα άτομα με σακχαρώδη διαβήτη αισθάνονται κάποια από τα συμπτώματα της υπογλυκαιμίας, όταν το σάκχαρό τους είναι σε υψηλότερα επίπεδα από τα 70 mg/dl. Συνήθως έχουν υψηλές τιμές σακχάρου για μεγάλα χρονικά διαστήματα και αρχίζουν να νιώθουν άσχημα όταν το σάκχαρό τους είναι κοντά στα 100 mg/dl. Η καλύτερη ρύθμιση του σακχάρου θα βοηθήσει τα άτομα αυτά να νιώθουν τα συμπτώματα της υπογλυκαιμίας σε χαμηλότερες τιμές σακχάρου.

Ανεπίγνωστη υπογλυκαιμία

Ανεπίγνωστη υπογλυκαιμία είναι η κατάσταση εκείνη κατά την οποία ένα άτομο έχει χαμηλό σάκχαρο, αλλά δεν το αντιλαμβάνεται. Από τη στιγμή που η υπογλυκαιμία δεν γίνεται αντιληπτή, δεν γίνεται προσπάθεια για να διορθωθεί, η κατάσταση εξελίσσεται και επιδεινώνεται και είναι πολύ πιθανό να καταλήξει σε κώμα.

Αυτού του είδους η υπογλυκαιμία συμβαίνει συνήθως σε ινσουλινοθεραπευόμενα άτομα που έχουν αυστηρούς στόχους. Επίσης, η ανεπίγνωστη υπογλυκαιμία συμβαίνει συχνότερα σε άτομα με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 1 που έχουν τη νόσο αρκετό καιρό και εκδηλώνουν συχνά υπογλυκαιμίες.

Το άτομο θα πρέπει να συμβουλευτεί τον γιατρό του όταν δεν καταλαβαίνει τις υπογλυκαιμίες ή με την πάροδο του χρόνου γίνονται λιγότερο αντιληπτές και σε χαμηλότερες τιμές σακχάρου στο αίμα.

Νυχτερινή υπογλυκαιμία

Η νυχτερινή υπογλυκαιμία συμβαίνει κατά τη διάρκεια του ύπνου και συχνά δεν γίνεται αντιληπτή. Το άτομο στην περίπτωση αυτή μπορεί να ξυπνήσει με έντονο πονοκέφαλο και ιδρώτα, ενώ ο ύπνος του μπορεί να ήταν ανήσυχος και με εφιάλτες. Το επόμενο πρωί μάλιστα μπορεί να δει πολύ υψηλό σάκχαρο ως αποτέλεσμα της νυχτερινής υπογλυκαιμίας.

Πρόληψη

Ο καλύτερος τρόπος πρόληψης των υπογλυκαιμιών είναι ο συχνός έλεγχος των επιπέδων σακχάρου, αλλά και η σωστή προετοιμασία για την αντιμετώπισή τους. Ο συχνός έλεγχος του σακχάρου είναι απαραίτητος ιδιαίτερα σε άτομα που έχουν χάσει βάρος ή είναι σε σχήματα εντατικής ινσουλινοθεραπείας και έχουν αυστηρούς στόχους ρύθμισης ή ασκούνται έντονα και τακτικά.

Επίσης, σημαντικό είναι το άτομο να ακολουθεί ένα σταθερό πρόγραμμα διατροφής και άσκησης και να προσαρμόζει κατάλληλα τη διατροφή και τη δόση της ινσουλίνης ή των δισκίων τις ημέρες που προβλέπεται έντονη σωματική κόπωση, σε συνεννόηση πάντα με τον γιατρό.

Photo credit: PracticalCures via Foter.com / CC BY


OE7LZ00.jpg

3 Νοεμβρίου, 2017 Angelos KlitsasΔιαβήτης0

Η τακτική κατανάλωση σακχαρωδών αναψυκτικών όχι μόνο συντελούν σε αύξηση του σωματικού βάρους αλλά προάγουν την εκδήλωση διαβήτη τύπου 2 και μεταβολικού συνδρόμου, ένας συνδυασμός παθήσεων που αυξάνουν τον κίνδυνο καρδιακής νόσου. Στο συμπέρασμα αυτό κατέληξε νέα ανασκόπηση στοιχείων που δημοσιεύεται στο επιστημονικό έντυπο Journal of the Endocrine Society.

Με τον όρο μεταβολικό σύνδρομο οι επιστήμονες περιγράφουν την συνύπαρξη τριών ή περισσότερων εκ των ακολούθων παραγόντων κινδύνου: κοιλιακή παχυσαρκία, υψηλά επίπεδα τριγλυκεριδίων, μειώμενη HDL (καλή) χοληστερόλη, αυξημένα επίπεδα σακχάρου στο αίμα και υψηλότερα του φυσιολογικού επίπεδα γλυκόζης νηστείας (αλλά όχι επαρκώς υψηλά για την διάγνωση διαβήτη).

«Κάποιες μελέτες έχουν δείξει ότι η κατανάλωση μόλις δύο μερίδων αναψυκτικών με ζάχαρη την εβδομάδα σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο μεταβολικού συνδρόμου, διαβήτη, καρδιακής νόσου και εγκεφαλικού επεισοδίου», εξηγεί ο συγγραφέας της ανασκοπησης Φααντιελ Εσσοπ, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Stellenbosch της Νότιας Αφρικής.

Και προσθέτει ότι «άλλες έχουν διαπιστώσει ότι η κατανάλωση ενός μόνο αναψυκτικού με ζάχαρη την ημέρα σχετίζεται με αυξημένη αρτηριακή πίεση, ενώ ακόμα πιο ανησυχητικό είναι ότι άλλες μελέτες έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι τα σακχαρώδη ροφήματα αυξάνουν την αρτηριακή πίεση στους εφήβους».

Στο πλαίσιο της ανασκόπησης οι ερευνητές αξιολόγησαν στοιχεία από 36 μελέτες που είχαν εστιάσει στην επίδραση των σακχαρωδών αναψυκτικών στην καρδιακή και μεταβολική υγεία και οι οποίες είχαν γίνει την προηγούμενη δεκαετία.

Αν και τα αποτελέσματα των μελετών διέφεραν αρκετά μεταξύ του, οι περισσότερες αναδείκνυαν τη σχέση μεταξύ ποτών με ζάχαρη και εκδήλωσης μεταβολικού συνδρόμου.

Δεν είναι ξεκάθαρο πως τα σακχαρώδη αναψυκτικά αυξάνουν την πιθανότητα μεταβολικού συνδρόμου αλλά ο Δρ Εσσοπ εικάζει ότι η αυξημένη κατανάλωσή τους σχετίζεται σαφώς με αυξημένη περίμετρο της μέσης, παράγοντας μεταβολικού συνδρόμου, και αύξηση του σωματικού βάρους. Επίσης, τα αναψυκτικά έχουν σχετιστεί με μειωμένη ευαισθησία στην ινσουλίνη (άλλος ένας παράγοντας κινδύνου διαβήτη), φλεγμονή, μη φυσιολογικά επίπεδα χοληστερόλης και υπέρταση.

«Όσοι πίνουν αναψυκτικά με ζάχαρη δεν αισθάνονται κορεσμό όπως τα άτομα που τρώνε στέρεες τροφές, αν και μπορεί ουσιαστικά να έχουν πάρει τις ίδιες θερμίδες και αυτή η έλλειψη πληρότητας ενδεχομένως να τους ωθεί να φάνε ή να πιουν περισσότερο», εξηγεί ο ερευνητής.

Πηγή: health.in.gr
Photo credit: Freepik


HSP_15607_CornPlaster_Application_no_packaging_PR_Screen.jpg

9 Οκτωβρίου, 2017 Angelos KlitsasΔιαβήτης0

Η διαβητική νευροπάθεια είναι μια επιπλοκή που προκαλείται από τον σακχαρώδη διαβήτη, μια χρόνια μεταβολική νόσο όπου το σώμα δεν είναι σε θέση να χρησιμοποιήσει αποτελεσματικά τη γλυκόζη που λαμβάνουμε από τα τρόφιμα για τη μετατροπή της σε ενέργεια.

Η λειτουργία των νεύρων στην περίπτωση που εκδηλωθεί η σοβαρή αυτή επιπλοκή, επηρεάζεται με αποτέλεσμα να μη μεταδίδουν σωστά τους ερεθισμούς από το σώμα προς τον εγκέφαλο. Προκαλείται έτσι μείωση της δύναμης και της αίσθησης σε διάφορα μέρη του σώματος.

Τα άτομα με σακχαρώδη διαβήτη οι οποίοι δεν ελέγχουν κανονικά τη γλυκόζη στο αίμα τους για να την διατηρούν σε χαμηλά επίπεδα, διατρέχουν περισσότερο κίνδυνο να παρουσιάσουν διαβητική νευροπάθεια.

Συμπτώματα

Η διαβητική νευροπάθεια μπορεί να επηρεάσει πολλά σημεία και λειτουργίες του σώματος. Σε πολλές περιπτώσεις δημιουργείται μούδιασμα με απώλεια της αίσθησης και οδυνηρό μυρμήγκιασμα στα μέρη του σώματος, που επηρεάζονται από το νεύρο που πάσχει.

Στα συχνότερα συμπτώματα περιλαμβάνονται:

– Μούδιασμα στα πόδια και στα δάκτυλα
– Πληγές –συνήθως στα πόδια– που δημιουργούνται από κοψίματα ή τραύματα που δεν επουλώνονται εύκολα, αλλά και δεν προκαλούν τόσο πόνο όσο θα αναμενόταν
– Μείωση της δύναμης και της αίσθησης σε διάφορα μέρη του σώματος
– Διάρροια ή δυσκοιλιότητα που οφείλονται στις λειτουργικές ανωμαλίες που προκαλεί η νευροπάθεια στο έντερο
– Προβλήματα και δυσκολίες της στύσης στους άνδρες

Τα άτομα που έχουν προσβληθεί από διαβητική νευροπάθεια δεν νιώθουν κανονικά τον πόνο στην περιοχή που έχει επηρεαστεί. Εάν πληγωθούν ή τραυματιστούν στο σημείο που επηρεάστηκε δεν το αντιλαμβάνονται διότι απουσιάζει το χρήσιμο για την περίπτωση μήνυμα που στέλλει ο πόνος.

Επιπρόσθετα, μπορεί να δημιουργηθεί μυϊκή ατροφία και σταδιακά να υπάρξει δυσκολία στο περπάτημα. Το δέρμα στα πόδια αδυνατίζει και μπορεί να δημιουργήσει ραγάδες που εξελίσσονται σε πληγές. Εάν οι πληγές που αναπτύσσονται στο μέρος του σώματος που επηρεάζεται από τη διαβητική νευροπάθεια μολυνθούν και χειροτερεύσουν είναι δύσκολο να αποθεραπευτούν. Το αποτέλεσμα αυτό κάποια στιγμή μπορεί να οδηγήσει στον ακρωτηριασμό.

Πρόληψη

Όπως ισχύει σε όλα τα προβλήματα υγείας, η καλύτερη θεραπεία της διαβητικής νευροπάθειας είναι η πρόληψη. Ο καλός μεταβολικός έλεγχος του διαβήτη, η επίτευξη δηλαδή τιμών σακχάρου αίματος νηστείας ή μετά τα γεύματα που να προσεγγίζουν κατά το δυνατό τις αντίστοιχες τιμές των μη διαβητικών ατόμων, αποτελεί σημαντικό στοιχείο αποφυγής επιπλοκών.

Ακόμη και στη θεραπεία όμως κάθε μορφής διαβητικής νευροπάθειας η άριστη ρύθμιση του διαβήτη αποτελεί τον κοινό παρανομαστή των θεραπευτικών σχημάτων. Χορηγούνται επίσης αναλγητικά ή και άλλα φάρμακα κατά περίπτωση, ενώ το άτομο θα πρέπει επίσης να σταματήσει την κατανάλωση αλκοόλ και το κάπνισμα. Τέλος, συνίσταται να μην παραλείπεται ο προληπτικός έλεγχος, συνήθως κάθε χρόνο, διότι η αντιμετώπιση είναι ευκολότερη όσο πιο νωρίς αποκαλυφθούν οι τυχόν βλάβες.


943.jpg

6 Οκτωβρίου, 2017 Angelos KlitsasΔιαβήτης0

Νέες αναλύσεις της μελέτης DEVOTE, μια πολυεθνική κλινική μελέτη η οποία διερεύνησε την καρδιαγγειακή ασφάλεια ανάμεσα σε σκευάσματα ινσουλίνης, έδειξαν ότι τα άτομα με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 τα οποία βιώνουν σοβαρή υπογλυκαιμία (χαμηλά επίπεδα γλυκόζης πλάσματος) εμφανίζουν μεγαλύτερο κίνδυνο θανάτου.

Ο κίνδυνος ήταν τέσσερις φορές υψηλότερος 15 ημέρες μετά από ένα επεισόδιο και 2,5 φορές υψηλότερος οποιαδήποτε στιγμή μετά από ένα επεισόδιο σοβαρής υπογλυκαιμίας. Επιπρόσθετα, τα αποτελέσματα έδειξαν ότι οι ημερήσιες διακυμάνσεις στα επίπεδα γλυκόζης πλάσματος σε άτομα με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 σχετίζονται με υψηλότερο κίνδυνο θανάτου.

Τα αποτελέσματα παρουσιάστηκαν στο πρόσφατο ετήσιο συνέδριο της Ευρωπαϊκής Εταιρείας για τη Μελέτη του Διαβήτη (EASD) και δημοσιεύτηκαν ταυτόχρονα στο επιστημονικό περιοδικό Diabetologia.

«Τα επεισόδια σοβαρής υπογλυκαιμίας δεν αποτελούν μόνο πηγή άγχους και δυνητικό κίνδυνο για τους ασθενείς αλλά συνδέονται επίσης με αυξημένο κίνδυνο θανάτου. Τα αποτελέσματα αυτά υπογραμμίζουν τη σημασία της διατήρησης χαμηλής διακύμανσης στα επίπεδα γλυκόζης πλάσματος και της μείωσης του κινδύνου εμφάνισης σοβαρής υπογλυκαιμίας κατά τη θεραπεία ατόμων με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2», τόνισε ο δρ Μπερναρντ Ζινμαν από το Ερευνητικό Ινστιτούτο Lunenfeld-Tanenbaum του Νοσοκομείου Όρος Σινά, και του Πανεπιστημίου του Τορόντο, μέλος της διευθύνουσας επιτροπής της DEVOTE.

H DEVOTE ήταν η πρώτη μελέτη καρδιαγγειακής έκβασης (CVOT) η οποία σύγκρινε δύο βασικές ινσουλίνες για περισσότερες από 104 εβδομάδες και στην οποία τυχαιοποιήθηκαν περισσότερα από 7.500 άτομα με Σακχαρώδη Διαβήτη τύπου 2.

Όλοι οι συμμετέχοντες στη μελέτη είχαν υψηλό κίνδυνο για καρδιαγγειακή νόσο ή προϋπάρχουσα καρδιαγγειακή νόσο και λάμβαναν ήδη τη συνήθη αγωγή ώστε να μειώσουν τον καρδιαγγειακό κίνδυνο.

Με πληροφορίες από health.in.gr.

Photo credit: Freepik


2908.jpg

Ο όρος «υπερινσουλιναιμία» περιγράφει μια κατάσταση κατά την οποία ο οργανισμός παράγει μεγαλύτερες ποσότητες ινσουλίνης σε σχέση με αυτές που έχει ανάγκη.

Η ινσουλίνη είναι μία ορμόνη που παράγεται στο πάγκρεας επιτελώντας διάφορες λειτουργίες, εκ των οποίων μία από τις βασικότερες είναι η διοχέτευση της γλυκόζης, που λαμβάνεται από τα τρόφιμα, στα κύτταρα. Τα κύτταρα την χρησιμοποιούν για να παραγάγουν ενέργεια και για να αποθηκεύσουν την περισσευούμενη για μελλοντική χρήση.

Η πιο κοινή αιτία που προκαλεί υπερινσουλιναιμία είναι η ινσουλινοαντίσταση, μια κατάσταση όπου τα κύτταρα αντιστέκονται στο να προσλάβουν την ινσουλίνη και συνεπώς αδυνατούν να χρησιμοποιήσουν τη γλυκόζη.

Το πάγκρεας για να το αντισταθμίσει αυτό παράγει περισσότερη ινσουλίνη. Όσο όμως αυξάνεται η έκκριση ινσουλίνης, εμφανίζεται και αντίσταση στη δράση της. Και έτσι, εφόσον το πάγκρεας έχει τη συνεχή δυνα­τότητα έκκρισης μεγάλων ποσοτήτων ινσουλίνης ώστε να διατηρεί φυσιολογική τη γλυκόζη αίματος, δεν εμφανίζεται σακχαρώδης διαβήτης, υπάρχει όμως ελαττωμένη ανοχή στη γλυκόζη. Επειδή το πάγκρεας δεν μπορεί να διατηρήσει απε­ριόριστα τη συνεχή έκκριση μεγάλων ποσοτήτων ιν­σουλίνης, η «εξάντλησή» του μπορεί να οδηγήσει τελικά σε διαβήτη.

Άλλες καταστάσεις με τις οποίες συνδέεται η αντίσταση στην ινσουλίνη είναι η παχυσαρκία, η δυσανεξία στη γλυκόζη (προδιαβήτης) και το μεταβολικό σύνδρομο, η κακή διατροφή, η έλλειψη φυσικής άσκησης, διάφορες φαρμακευτικές αγωγές και η ηλικία.

Πώς εκδηλώνεται

Η υπερινσουλιναιμία χωρίς παθολογικές τιμές σακχάρου ευθύνεται για τις ωριαίες μεταβολές της ενεργητικότητας και της διάθεσής μας, που εκδηλώνεται με εξάντληση, αδυναμία, καταβολή, διαταραχές μνήμης, ευερεθιστικότητα, αδυναμία συγκέντρωσης και εναλλαγή νύστας – πείνας, τα οποία βελτιώνονται άμεσα με τη λήψη τροφής ή καφέ. Η υπερινσουλιναιμία με ή χωρίς παχυσαρκία οδηγεί στην εξάντληση του παγκρέατος με συνέπεια την εμφάνιση πολλά χρόνια αργότερα του σακχαρώδους διαβήτη.

Αντιμετώπιση

Δεδομένου ότι η υπερινσουλιναιμία συχνά συνδέεται με την αντίσταση στην ινσουλίνη και την παχυσαρκία, η μείωση του σωματικού βάρους αποτελεί έναν από τους καλύτερους τρόπους για να βελτιωθεί η ευαισθησία στην ινσουλίνη.

Όταν δεν συντρέχει κάποια άλλη νόσος, η περιορισμένη κατανάλωση θερμίδων καθώς και η μείωση της κατανάλωσης λιπαρών, αλατιού και αλκοόλ, μπορούν να βοηθήσουν. Τέλος, συνίσταται η διακοπή του καπνίσματος και η αύξηση της σωματικής δραστηριότητας περίπου 30 με 60 λεπτά μέτριας άσκησης τη μέρα.

Photo credit: Freepik


Blood-Sugar.jpg

11 Σεπτεμβρίου, 2017 Angelos KlitsasΔιαβήτης0

Ο σακχαρώδης διαβήτης είναι μια χρόνια πάθηση που χαρακτηρίζεται από υψηλές τιμές γλυκόζης στο αίμα, το απλό δηλαδή σάκχαρο που δίνει ενέργεια στα κύτταρα του  οργανισμού. Αναπτύσσεται όταν το σώμα δεν παράγει ή δεν χρησιμοποιεί αποτελεσματικά μια ορμόνη που ονομάζεται ινσουλίνη, η οποία βοηθά στην απομάκρυνση του πλεονάσματος γλυκόζης από το αίμα.

Η υπογλυκαιμία είναι μία από τις καταστάσεις που θα πρέπει να προσέξει ένας διαβητικός. Εκδηλώνεται όταν το σάκχαρο του αίματος πέφτει κάτω από 70ml/dl μαζί με μια σειρά από ορισμένα συμπτώματα: πείνα, εφίδρωση, πονοκέφαλος, ζάλη, θολή όραση, τρέμουλο, ναυτία, ταχυκαρδία, υπνηλία, έλλειψη συγκέντρωσης, νευρικότητα, συμπεριφορά μεθυσμένου, αδυναμία και ξαφνική κούραση. Τα συμπτώματα αυτά είναι τα πιο κοινά, ωστόσο μπορεί να ποικίλουν από άτομο σε άτομο.

Στην περίπτωση της υπογλυκαιμίας ο ασθενής μπορεί να εφαρμόσει τον λεγόμενο «κανόνα του 15» για να την αντιμετωπίσει, χωρίς όμως να φτάσει στο άλλο άκρο, την υπεργλυκαιμία:

1. Μετρήστε το σάκχαρό σας και βεβαιωθείτε ότι η τιμή είναι κάτω από 70ml/dl, γιατί πολλές φορές τα συμπτώματα δεν είναι πάντα αντιληπτά.
2. Καταναλώστε αμέσως 15 γρ. γρήγορου υδατάνθρακα.
3. Περιμένετε 15 λεπτά και μετρήστε ξανά το σάκχαρό σας. Αν και πάλι το σάκχαρο αίματος είναι κάτω από 70ml/dl καταναλώστε άλλα 15 γρ. γρήγορου υδατάνθρακα και ξαναπάτε στο βήμα 1.

Γρήγοροι υδατάνθρακες είναι εκείνοι που ανεβάζουν πολύ γρήγορα το σάκχαρο. Τα 15γρ γρήγορου υδατάνθρακα αντιστοιχούν στα εξής:

– Δεκαπέντε γραμμάρια λευκή ζάχαρη ή μέλι (3 κουταλάκια του γλυκού ή 1 κουταλιά της σούπας ή 2 – 3 φακελάκια)
– Μισό ποτήρι χυμό (120ml)
– Τρία με τέσσερα δισκία γλυκόζης (κάθε δισκίο περιέχει 4γρ.)
– Μισό κουτάκι αναψυκτικό με προσθήκη ζάχαρης
– Ένα αθλητικό ποτό (1 κουτάκι περιέχει περίπου 16γρ.)

Για άμεση αντιμετώπιση μιας σοβαρής υπογλυκαιμίας χορηγείται 1mg γλυκαγόνης ενδομυϊκά ή υποδόρια. Συνεπώς είναι σημαντικό οι φίλοι και η οικογένεια του ατόμου να μπορούν να αναγνωρίσουν τα συμπτώματα της υπογλυκαιμίας, καθώς και να γνωρίζουν πώς να την αντιμετωπίσουν.

Photo credit: Freepik


pexels-photo-332784.jpeg

8 Σεπτεμβρίου, 2017 Angelos KlitsasΔιαβήτης0

Νέα έρευνα αναφέρει ότι άνθρωποι που αγαπούν το κρέας και τα πουλερικά ενδεχομένως αυξάνουν σημαντικά τον κίνδυνο εμφάνισης διαβήτη.

Ερευνητές του Duke-NUS Medical School ανακάλυψαν ότι η πρόσληψη κόκκινου κρέατος και πουλερικών συνδεόταν με σημαντικά αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης διαβήτη, που μερικώς αποδίδεται στο υψηλότερο περιεχόμενο αίμης σιδήρου σε αυτά τα κρέατα.

Οι ερευνητές εξέτασαν 63.257 ενήλικες 45-74 ετών μεταξύ 1993 και 1998 και τους παρακολούθησαν έως 11 χρόνια. Ανακάλυψαν θετική σχέση μεταξύ της πρόσληψης κόκκινου κρέατος και πουλερικών και του κινδύνου για διαβήτη.

Συγκεκριμένα, σε σύγκριση με όσους ανήκαν στο χαμηλότερο τεταρτημόριο πρόσληψης όσοι ανήκαν στο υψηλότερο τεταρτημόριο πρόσληψης κόκκινου κρέατος και πουλερικών είχαν 23% και 15% αύξηση του κινδύνου διαβήτη αντίστοιχα, ενώ η πρόσληψη ψαριών/θαλασσινών δεν συνδεόταν με κίνδυνο διαβήτη. Ο συνδεόμενος με το κόκκινο κρέας και τα πουλερικά κίνδυνος μειώθηκε, με υποκατάσταση ψαριών/ θαλασσινών.

Η έρευνα επίσης εξέτασε τη σχέση μεταξύ περιεχομένου αίμης σιδήρου  από όλα τα κρέατα και του κινδύνου για διαβήτη και ανακάλυψε δοσοεξαρτώμενη σχέση,

Μετά την προσαρμογή για περιεχόμενο αίμης σιδήρου στη διατροφή, η σχέση κόκκινου κρέατος και διαβήτη ήταν ακόμα παρούσα, υποδεικνύοντας ότι άλλες χημικές ουσίες που περιέχονται στο κόκκινο κρέας θα μπορούσαν να ευθύνονται για την αύξηση του κινδύνου εμφάνισης διαβήτη.

Πηγή: iatronet.gr


OLD91Y0.jpg

Πολυπαραγοντικός και συχνότερος από ποτέ, ο σακχαρώδης διαβήτης σήμερα συνδέεται με μία σειρά από κοινωνικούς, οικονομικούς, διατροφολογικούς και γονιδιακούς παράγοντες, ο καθένας εκ των οποίων παίζει καθοριστικό ρόλο για τον τρόπο με τον οποίο θα πρέπει να γίνει η θεραπευτική προσέγγιση ανά πάσχοντα.

Με ποιόν τρόπο όμως τρόπος ζωής και γενετικοί παράγοντες αλληλοεπιδρούν μεταξύ τους, δημιουργώντας εκείνον τον μηχανισμό που τελικά οδηγεί σε εμφάνιση σακχαρώδους διαβήτη; Την απάντηση προσπάθησαν να δώσουν σε σχετική ανασκόπηση που δημοσιεύεται στο περιοδικό Science, ο καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, Mark McCarthy και ο καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Lund, στη Σουηδία, Paul Franks.

Ξεκινώντας λοιπόν από τους περιβαλλοντικούς παράγοντες, οι ερευνητές αναφέρουν πως πρόκειται για ένα στοιχείο που διαταράσσει τις κυτταρικές και φυσιολογικές διαδικασίες του οργανισμού, μέσα από την ενεργή, και αντιδραστική, διαμόρφωση του γονιδιώματος. Γι΄ αυτό -και παρότι δεν γνωρίζουμε επακριβώς τον μηχανισμό με τον οποίο δρουν- ξέρουμε πλέον πως κατέχουν ρόλο κλειδί στην προδιάθεση κάποιου να εμφανίσει παθήσεις όπως ο διαβήτης τύπου 2.

Επιπλέον, έχει αποδειχθεί ότι ορισμένες επιγονιδιωματικές αλλαγές, όπως η μεθυλίωση του DNA και οι τροποποιήσεις των ιστονών εμπλέκονται στην διαδικασία εμφάνισης διαβήτη καθώς επηρεάζουν τους τρόπους με τους οποίους τα γονίδια μεταγράφονται και μεταφράζονται σε πρωτεΐνες.

Προηγούμενες μελέτες, επίσης, έχουν ασχοληθεί με τον ρόλο της διατροφής μας και για το ποια διατροφικά μοντέλα θα μπορούσαν να μειώσουν τον κίνδυνο εκδήλωσης διαβήτη τύπου 2. Ωστόσο ακόμη και τώρα, όπως επισημαίνουν οι δύο επιστήμονες, δεν υπάρχουν σαφή στοιχεία από επιδημιολογικές ή κλινικές έρευνες που θα μας επέτρεπαν να αναδείξουμε κάποιο πρόγραμμα διατροφής ως άριστο, σε μακροχρόνια βάση, τόσο για απώλεια βάρους όσο και για τη μείωση του κινδύνου εμφάνισης διαβήτη. Επισημαίνουν πάντως πως η ευρέως διαδεδομένη άποψη ότι η βιταμίνη D μπορεί να ελαττώσει τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα είναι μάλλον απίθανο να είναι ακριβής.

Τα τελευταία χρόνια πάντως έντονο ενδιαφέρον έχει προκληθεί και γύρω από τον ρόλο του μικροβιόματος του εντέρου και πως αυτό μπορεί να συμβάλλει στην ανάπτυξη παχυσαρκίας και διαβήτη τύπου 2.

“Αρκετές μελέτες έχουν εντοπίσει διαφορές στην σύνθεση του εντερικού μικροβιόματος μεταξύ των υγιών ατόμων και αυτών με διαβήτη τύπου 2, αλλά τα αίτια και τα αποτελέσματα παραμένουν ασαφή” αναφέρει ο Mark McCarthy, προσθέτοντας παράλληλα ότι από το μικροσκόπιο των ειδικών δεν έχει εξαιρεθεί ούτε η παράμετρος που αφορά στο χαμηλό ή υψηλό βάρος με το οποίο γεννιούνται τα παιδιά.

Σε κάθε περίπτωση πάντως μεγαλύτερη πρόκληση αυτή τη στιγμή παραμένει το να έρθουμε πιο κοντά στην μηχανιστική κατανόηση του γιατί εμφανίζεται ο διαβήτης τύπου 2 και η παχυσαρκία, αλλά και για ποιον λόγο έχουν γίνει τόσο κοινές παθήσεις τα τελευταία 40-50 χρόνια. Κι αυτό διότι μπορεί να κατηγορούμε τον δυτικό τρόπο ζωής, αλλά οι συγκεκριμένες συνιστώσες της σύγχρονης ζωής που οδηγούν στην προδιάθεση των νόσων αυτών δεν έχουν ταυτοποιηθεί ακόμη και σήμερα.

Πηγή: kalikardia.gr

Photo credit: Freepik


Peanuts.png

Η ρεσβερατρόλη, ένα αντιοξειδωτικό που περιέχει το κόκκινο κρασί, τα φιστίκια και τα μούρα, μπορεί να αποδειχθεί ο καλύτερος σύμμαχος για την προστασία των αιμοφόρων αγγείων των ανθρώπων που πάσχουν από διαβήτη τύπου 2.

Σύμφωνα με μελέτη που παρουσιάστηκε σε συνέδριο της Αμερικανικής Καρδιολογικής Εταιρείας στη Μινεάπολις, ερευνητές της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Βοστόνης, με επικεφαλής τη Δρ Ναόμι Χαμπουργκ, διαπίστωσαν ότι τα συμπληρώματα ρεσβερατρόλης άμβλυναν την αρτηριακή σκλήρυνση σε ορισμένους πάσχοντες από διαβήτη τύπου 2. Η αθηροσκλήρωση είναι γνωστός παράγοντας κινδύνου για έμφραγμα και εγκεφαλικό επεισόδιο.

Η σκλήρυνση των αρτηριών είναι φυσιολογική καθώς ο άνθρωπος μεγαλώνει. Αλλά στα άτομα με διαβήτη τύπου 2 και παχυσαρκία, η αθηροσκλήρωση ξεκινά από πολύ νωρίς και έχει πολύ σοβαρότερες συνέπειες για την υγεία τους.

Οι ερευνητές μέτρησαν το πάχος της αορτής (της μεγαλύτερης αρτηρίας του σώματος που μεταφέρει αίμα από την καρδιά προς τα υπόλοιπα όργανα) σε 57 άτομα με διαβήτη τύπου 2, 56 ετών με παχυσαρκία. Ενώ έκαναν και άλλες εξετάσεις για να δουν την υγεία των αιμοφόρων αγγείων.

Ορισμένοι ασθενείς πήραν συμπληρώματα ρεσβερατρόλης, ενώ άλλοι εικονικό συμπλήρωμα.

Οι ερευνητές παρατήρησαν μια τάση προς λιγότερη αορτική σκλήρυνση στην πρώτη ομάδα, αλλά χωρίς στατιστική σημασία.

Σε μια υποομάδα όμως 23 ατόμων που είχαν σημαντικά άκαμπτη αορτή από την αρχή της μελέτης, μια ημερήσια δόση 100 mg ρεσβερατρόλης για δύο εβδομάδες, μείωσε την ακαμψία σχεδόν 5%. Στη συνέχεια πήραν 300 mg για δύο εβδομάδες και η σκληρότητα μειώθηκε κατά 9%.

Αντιθέτως, η αορτική σκλήρυνση επιτάθηκε στην ομάδα ελέγχου.

Από πειράματα σε ζώα έχει διαπιστωθεί ότι η ρεσβερατρόλη ενεργοποιεί το γονίδιο SIRT1 που καθυστερεί τα γήρανση και την εκδήλωσης σοβαρών παθήσεων.

Για το επιβεβαιώσουν οι επιστήμονες πήραν δείγματα από τα τοιχώματα των αιμοφόρων αγγείων επτά ασθενών και εξέτασαν τη δραστηριότητα του SIRT1. Και όντως διαπίστωσαν ότι η δραστηριότητα του γονιδίου αυξήθηκε σημαντικά μετά τη λήψη των συμπληρωμάτων ρεσβερατρόλης.

«Αυτό δεν αποδεικνύει ότι η ρεσβερατρόλη ενεργοποιεί το γονίδιο της μακροζωίας, αλλά υπάρχει σίγουρα συσχετισμός», σημειώνουν οι ερευνητές.

Και συμπληρώνουν ότι θα πρέπει ο συσχετισμός να μελετηθεί περαιτέρω για να αποφανθούν αν όντως η ρεσβερατρόλη βελτιώνει τις αγγειακές ανωμαλίες στα άτομα με διαβήτη τύπου 2 και αν μειώνει τον μακροπρόθεσμο κίνδυνο για έμφραγμα και εγκεφαλικό επεισόδιο.

Πηγή: health.in.gr

Photo credit: Freepik




ΕΝΗΜΕΡΩΜΕΝΟΣ ΑΣΘΕΝΗΣ ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΥΓΕΙΑ





ΕΝΗΜΕΡΩΜΕΝΟΣ ΑΣΘΕΝΗΣ, ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΥΓΕΙΑ





ΑΦΗΣΤΕ ΜΑΣ ΤΗΝ ΓΝΩΜΗ ΣΑΣ




Κλείτσας Άγγελος Παθολόγος Καλαμαριά - Σήμα αναγνώρισης ασθενών από Doctoranytime



Copyright by Yourdoc.gr 2025. All rights reserved.



Web design by Siteworks



Copyright by Yourdoc.gr 2025. All rights reserved. Web design by Siteworks