Blog

Foot.jpg

3 Φεβρουαρίου, 2016 Angelos KlitsasΔιαβήτης0

Σε μείζονα «απειλή» για τη σωματική ακεραιότητα, αλλά και τη γενική υγεία του σύγχρονου ανθρώπου αναδεικνύεται στις μέρες μας μια από τις συχνότερες και σοβαρότερες επιπλοκές του σακχαρώδη διαβήτη: το διαβητικό πόδι. Οι αριθμοί είναι αμείλικτοι: σήμερα πραγματοποιείται σε παγκόσμιο επίπεδο ένας ακρωτηριασμός κάτω άκρου κάθε 20 δευτερόλεπτα!

Την ίδια στιγμή, όπως προκύπτει από τα διαθέσιμα επιστημονικά δεδομένα των ΗΠΑ, η συνολική θνησιμότητα από τις παθήσεις του διαβητικού ποδιού μπορεί να ανέλθει σε πολύ υψηλά επίπεδα, φτάνοντας ακόμα και το 45% μέσα στην πενταετία. Το ποσοστό αυτό είναι μεγαλύτερο από εκείνο του καρκίνου του προστάτη, του μαστού και του λεμφώματος Non Hodgkin, καθώς και παρόμοιο με εκείνο του καρκίνου του παχέος εντέρου.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Διεθνούς Ομοσπονδίας Διαβήτη (International Diabetes Federation – IDF), το 70% των ακρωτηριασμών που διενεργούνται σε όλο τον κόσμο αφορά διαβητικούς ασθενείς, οι οποίοι διατρέχουν 23 – 25 φορές μεγαλύτερο κίνδυνο να χάσουν το ένα ή και τα δύο πόδια τους σε σύγκριση με τους άλλους. Επιπλέον, περισσότερα από 1.000.000 άτομα με σακχαρώδη διαβήτη αναγκάζονται να υποβληθούν σε ακρωτηριασμό ενός άκρου τους σε ετήσια βάση.

Οι κύριοι παράγοντες που οδηγούν στον ακρωτηριασμό είναι τα έλκη των κάτω άκρων. Τόσο τα έλκη, όσο και οι ακρωτηριασμοί έχουν τεράστιο αντίκτυπο στη ζωή των πασχόντων, οδηγώντας τους συχνά σε περιορισμένη αυτονομία κινήσεων, κοινωνική απομόνωση και ψυχολογικό στρες. Υπολογίζεται ότι το 25% των ατόμων με διαβήτη θα εμφανίσει έλκος στα κάτω άκρα έστω και μία φορά κατά τη διάρκεια της ζωής τους.

Σε ό,τι αφορά τη χώρα μας, το 4-5% των διαβητικών ασθενών εμφανίζουν έλκη στα πόδια, γεγονός που σημαίνει ότι 40.000 – 50.000 άτομα με διαβήτη διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο ακρωτηριασμού. Στην Ελλάδα πραγματοποιούνται περίπου 2.000 – 3.000 ακρωτηριασμοί κάτω άκρων σε ετήσια βάση.

Εκτός από το τεράστιο κοινωνικό κόστος, στα προβλήματα του διαβητικού ποδιού έρχεται να προστεθεί και το υπέρογκο οικονομικό κόστος. Σύμφωνα με τους ειδικούς, το κόστος αυτό μπορεί να γίνει δυσβάστακτο για κάθε σύστημα υγείας, καθώς αναπαράγεται συνεχώς από τη μακροχρόνια παραμονή του ασθενούς στο νοσοκομείο, τα έξοδα αποκατάστασης και την αυξημένη ανάγκη οικιακής φροντίδας και κοινωνικών υπηρεσιών.

Ωστόσο, με την εφαρμογή μιας πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας που θα περιλαμβάνει στρατηγικές επαρκούς πρόληψης και στη δευτεροβάθμια ή τριτοβάθμια περίθαλψη, τη θεραπευτική αντιμετώπιση των ελκών από πολλές ιατρικές ειδικότητες (εξειδικευμένα Ιατρεία Διαβητικού Ποδιού), την αποτελεσματική οργάνωση, τη συνεχή παρακολούθηση και την ειδική εκπαίδευση των πασχόντων, μπορεί να αποφευχθεί έως και το 85% των ακρωτηριασμών.

Οι βασικές αιτίες για τη δημιουργία έλκους στα πόδια είναι δυο σοβαρές επιπλοκές της νόσου, η νευροπάθεια και η περιφερική αρτηριοπάθεια. Η νευροπάθεια παρουσιάζεται στο 30% των διαβητικών αρρώστων, οι οποίοι στην Ελλάδα ανέρχονται σε 250.000 – 300.000 άτομα. Κατά την εμφάνισή της χάνεται η προστατευτική αίσθηση του πόνου και το σκέλος του διαβητικού ασθενούς δεν «πονάει» όταν κάποιο αιχμηρό αντικείμενο ή θερμό ερέθισμα του προκαλέσουν βλάβη.

Έτσι, μπορεί να δημιουργηθεί οποιαδήποτε πληγή, χωρίς ο ασθενής να την αντιληφθεί. Η πληγή, όμως, αυτή ταυτόχρονα θα συνεπάγεται και είσοδο μικροβίων στον οργανισμό. Με τον τρόπο αυτόν δημιουργείται φλεγμονή στο πόδι (μυϊκό ιστό και οστά), η οποία, εάν δεν αντιμετωπιστεί άμεσα και ορθολογικά, αφενός επεκτείνεται πολύ γρήγορα και, αφετέρου, καταλήγει σε ακρωτηριασμό.

Εάν «μαυρίσει» ή αλλάξει το χρώμα του ποδιού προς το σκούρο, υπάρχει συνήθως βλάβη των αγγείων, δηλαδή απόφραξη των αρτηριών που φέρνουν το αίμα στα κάτω άκρα. Αυτή η επιπλοκή ονομάζεται περιφερική αρτηριοπάθεια. Το άκρο που δεν αιματώνεται νεκρώνεται, ολόκληρο ή κάποια δάκτυλα.

Ενίοτε η άμεση παρέμβαση που θα ανοίξει την απόφραξη και θα αποκαταστήσει την κυκλοφορία του αίματος σώζει το πόδι. Σε αντίθετη περίπτωση (καθυστερημένη ενημέρωση του ιατρού), αυξάνεται κατά πολύ ο κίνδυνος διενέργειας ακρωτηριασμού. Στη χώρα μας το ποσοστό των διαβητικών ασθενών που εμφανίζουν αρτηριοπάθεια είναι περίπου 15%, δηλαδή 100.000 – 150.000 άτομα.

Το πλήρες άρθρο δημοσιεύτηκε στο Iatronet.gr.


diabetes-777001_1280.jpg

31 Ιανουαρίου, 2016 Angelos KlitsasΔιαβήτης0

Η Διαβητολογική Εταιρεία Βόρειας Ελλάδας (ΔΕΒΕ) στις 30 Ιανουαρίου πραγματοποίησε στο Makedonia Palace στη Θεσσαλονίκη μια ειδική  ημερίδα για νοσηλευτές και διαιτολόγους με τον τίτλο «Σακχαρώδης Διαβήτης: Ένα σύγχρονο πρόβλημα υγείας».

Ο σακχαρώδης διαβήτης είναι μια χρόνια μεταβολική νόσος, όπου το σώμα δεν είναι σε θέση να χρησιμοποιήσει αποτελεσματικά τη γλυκόζη που λαμβάνουμε από τα τρόφιμα για τη μετατροπή της σε ενέργεια. Χαρακτηρίζεται από αύξηση της συγκέντρωσης του σακχάρου στο αίμα (υπεργλυκαιμία) και διαταραχή του μεταβολισμού της γλυκόζης, είτε ως αποτέλεσμα ελαττωμένης έκκρισης της ινσουλίνης από το πάγκρεας, είτε λόγω ελάττωσης της ευαισθησίας των κυττάρων του σώματος στην ινσουλίνη.

Τα τελευταία χρόνια ο δυτικός τρόπος ζωής και τα αυξημένα ποσοστά παχυσαρκίας που παρατηρούνται ανά το ευρύτερο κοινό, έχουν πυροδοτήσει μια επιδημική τάση ανάπτυξης του διαβήτη τύπου ΙΙ. Ο συγκεκριμένος τύπος θεωρείται το πιο σοβαρό χρόνιο νόσημα στην Ευρώπη, ενώ στις ΗΠΑ χαρακτηρίστηκε το πιο επικίνδυνο μαζί με την υπέρταση και τη στεφανιαία νόσο.

Για τα άτομα με σακχαρώδη διαβήτη η εύρεση της σωστής ισορροπίας ανάμεσα στο φαγητό, στην άσκηση και στην ινσουλίνη είναι μείζονος σημασίας για να έχουν μια καλή και υγιεινή ζωή, ενώ ο συχνός έλεγχος των επιπέδων του σακχάρου στο αίμα είναι απαραίτητος για τη σωστή ρύθμιση της νόσου.

Για το θέμα αυτό, καθώς και για τους γλυκαιμικούς στόχους, μίλησα στη συγκεκριμένη ημερίδα, όπου με χαρά δέχτηκα την ευγενική πρόσκληση του διοικητικού συμβουλίου της ΔΕΒΕ προκειμένου να καταθέσω την εμπειρία μου.

Με κλικ στην παρακάτω εικόνα παραπέμπεστε στο βίντεο της ομιλίας.

Video


FORA-CARE-005-e14111144942451.jpg

29 Ιανουαρίου, 2016 Angelos KlitsasΔιαβήτης0

Η υπογλυκαιμία είναι μια παθολογική κατάσταση, η οποία οφείλεται στην ελάττωση του σακχάρου του αίματος σε επίπεδα που να προκαλούν την εκδήλωση συμπτωμάτων.

Τα επίπεδα στα οποία θα εκδηλωθούν τα συμπτώματα δεν είναι τα ίδια για όλους. Ο καθένας μας έχει διαφορετική ευαισθησία στη μείωση των επιπέδων του σακχάρου με αποτέλεσμα ένα άτομο να εμφανίζει συμπτώματα σε τιμές υψηλότερες ή χαμηλότερες από ένα άλλο.

Στη συντριπτική της πλειοψηφία η υπογλυκαιμία παρουσιάζεται σε άτομα που πάσχουν από σακχαρώδη διαβήτη, τα οποία είτε κάνουν υπέρβαση της δόσεως της λαμβανόμενης ινσουλίνης ή των αντιδιαβητικών δισκίων για τη θεραπεία τους είτε σε καθυστέρηση της λήψεως γεύματος ή σε έντονη σωματική άσκηση.

Σε άλλες περιπτώσεις οι οποίες δεν οφείλονται στο διαβήτη, η υπογλυκαιμία μπορεί να συνοδεύει ποικίλες παθήσεις, από τις πιο καλοήθεις, όπως η υπογλυκαιμία της νηστείας, μέχρι τις πιο κακοήθεις, όπως οι ουσίες που εκκρίνονται από διάφορους όγκους και προκαλούν υπογλυκαιμία.

Πώς προκαλείται

Η υπογλυκαιμία γενικά προκαλείται από δύο βασικούς μηχανισμούς: α) από την μειωμένη παροχής γλυκόζης στο αίμα και β) από την αυξημένη απομάκρυνση της γλυκόζης από το αίμα λόγω αυξημένης κατανάλωσης.

Μειωμένη παροχή γλυκόζης στον οργανισμό υπάρχει στην περίπτωση του παρατεταμένου υποσιτισμού, της κακής απορρόφησης της γλυκόζης από το έντερο, των παθήσεων του ήπατος (π.χ. χρόνια ηπατίτιδα ή κίρρωση του ήπατος), καθώς και σε καταστάσεις που προκαλούν μειωμένη σύνθεση γλυκόζης μέσα στον οργανισμό από άλλες θρεπτικές ουσίες (νεογλυκογένεση).

Αυξημένη απομάκρυνση γλυκόζης από το αίμα υπάρχει στην περίπτωση της αυξημένης παραγωγής μυϊκού έργου (π.χ. έντονη σωματική άσκηση ή βαριά χειρωνακτική εργασία) και του υπερινσουλινισμού (αυξημένες τιμές ινσουλίνης στο αίμα).

Ο υπερινσουλινισμός συνηθέστερα οφείλεται σε υπερβολική χορήγηση ινσουλίνης σε διαβητικά άτομα και αποτελεί τη συνηθέστερη αιτία της υπογλυκαιμίας. Ο υπερινσουλινισμός όμως μπορεί να οφείλεται και σε αυξημένη παραγωγή ινσουλίνης είτε από όγκους του παγκρέατος είτε από όγκους διαφόρων άλλων οργάνων  που παράγουν ουσίες που μιμούνται τη δράση της ινσουλίνης.

Συμπτώματα

Τα συμπτώματα που προκαλούνται από την υπογλυκαιμία είναι συνάρτηση τόσο των επιπέδων του σακχάρου του αίματος όσο και της ταχύτητας με την οποία αυτό μειώνεται. Η γλυκόζη αποτελεί την κύρια και μοναδική πηγή ενεργείας των νευρικών κυττάρων και έτσι ένα μεγάλο μέρος των συμπτωμάτων της οφείλεται στη δυσλειτουργία του νευρικού συστήματος. Τα συμπτώματα αυτά μπορούν να διακριθούν σε οξέα, υποξέα και χρόνια.

Στα οξέα συμπτώματα περιλαμβάνονται η εφίδρωση, το αίσθημα πείνας, άγχους, τρεμούλας, μουδιάσματα των δακτύλων και διαταραχές από την όραση, τα οποία συνήθως παρουσιάζονται σε άτομα που κάνουν υπέρβαση της δόσης της ινσουλίνης. Κάθε διαβητικό άτομο θα πρέπει να μπορεί να διακρίνει εύκολα τα συμπτώματα της υπογλυκαιμίας ώστε να τα αντιμετωπίζει έγκαιρα.

Τα υποξέα συμπτώματα είναι λιγότερο έκδηλα. Σε αυτά κυρίως περιλαμβάνονται η υπνηλία και η ελάττωση της ικανότητας για αυτόματες αντιδράσεις, ωστόσο μπορεί να υπάρχουν και εκδηλώσεις κακής συμπεριφοράς τις οποίες το άτομο δεν είναι σε θέση να καταλάβει. Η ανάρμοστη αυτή συμπεριφορά αρκετές φορές αποδίδεται σε λήψη αλκοόλ επειδή ακριβώς η συμπεριφορά του ατόμου μοιάζει με αυτή του μεθυσμένου. Στα υποξέα συμπτώματα περιλαμβάνεται και ο αρνητισμός καθώς και η ανικανότητα χειρισμού ατομικών υποθέσεων.

Τα χρόνια συμπτώματα συνήθως παρουσιάζονται σε άτομα που πάσχουν από όγκους που εκκρίνουν ινσουλίνη. Τα συμπτώματα αυτά είναι ύπουλα, διαδράμουν χρονίως χωρίς να είναι έντονα και πολύ συχνά διαγιγνώσκονται δύσκολα και κυρίως καθυστερημένα. Τα χρόνια συμπτώματα της υπογλυκαιμίας συνίστανται σε βραδεία προοδευτική διανοητική έκπτωση, η οποία πολλές φορές έχει και στοιχεία ψυχοπάθειας και η οποία καταλήγει τελικά σε εγκεφαλική άνοια.

Αντιμετώπιση

Η αντιμετώπιση της υπογλυκαιμίας επικεντρώνεται στο αίτιο που την προκαλεί, οπότε ανάλογη είναι και η θεραπεία. Συνήθως όμως αντιμετωπίζεται με τη χορήγηση γλυκόζης είτε υπό τη μορφή της ενδοφλέβιας χορήγησης είτε στις πιο ελαφριές περιπτώσεις με την κατανάλωση ζάχαρης ή γλυκού.


woman-791541_1280-1024x682.jpg

27 Ιανουαρίου, 2016 Angelos KlitsasΔιαβήτης0

Οι ηλικιωμένες γυναίκες που κινδυνεύουν να εκδηλώσουν διαβήτη τύπου ΙΙ ενδεχομένως μπορούν να βελτιώσουν τον έλεγχο του σακχάρου τους βάζοντας περισσότερη κίνηση στη ζωή τους.

Όπως αναφέρεται σε σχετικό άρθρο του επιστημονικού εντύπου Diabetes Care, επιστημονική ομάδα του Πανεπιστημίου του Λανκαστερ, με επικεφαλής τον Δρ Τζοζεφ Χενσον, παρατήρησε ότι οι γυναίκες που σηκώνοντας ή περπατούσαν για λίγο ανά τακτά διαστήματα είχαν βελτιωμένα επίπεδα σακχάρου στο αίμα, συγκριτικά με όσες κάθονταν συνεχόμενα για 7,5 ώρες.

Οι επιστήμονες επικεντρώθηκαν σε 22 υπέρβαρες μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες που κινδύνευαν να εκδηλώσουν διαβήτη και τις υπέβαλαν σε τρία ημερήσια προγράμματα. Είτε μπορούσαν να κάθονται για 7,5 ώρες διαρκώς, είτε να διακόπτουν αυτό το διάστημα, με το να σηκώνονται ανά μισή ώρα και να στέκονται όρθιες για πέντε λεπτά ή να περπατάνε για πέντε λεπτά ανά μισή ώρα.

Οι γυναίκες έτρωγαν ένα συγκεκριμένο πρωινό και μεσημεριανό γεύμα και οι ερευνητές συνέλεγαν δείγματα αίματος καθημερινά.

Συγκριτικά με όσες κάθονταν συνεχόμενα 7,5 ώρες, εκείνες που σηκώνονταν όρθιες ανά μισή ώρα είχαν 34% μικρότερη αύξηση της γλυκόζης μετά το φαγητό. Επίσης, η αύξηση της γλυκόζης ήταν μειωμένη κατά 28% στις γυναίκες που περπατούσαν πέντε λεπτά ανά μισή ώρα.

Οι αυξημένες συγκεντρώσεις ινσουλίνης, ένδειξη διαβήτη, ήταν επίσης μικρότερες στις γυναίκες που στέκονταν ή περπατούσαν ανά μισή ώρα.

«Δεν παρατηρήσαμε διαφορά ανάμεσα σε εκείνες που στέκονταν και σε αυτές που περπατούσαν. Σημασία είχε μόνο ότι δεν παρέμεναν ακίνητες. Βέβαια θα πρέπει να συνεχίσουμε τη μελέτη για να δώσουμε απάντηση στο ερώτημα γιατί η κίνηση βελτιώνει τα επίπεδα της γλυκόζης και της ινσουλίνης. Ίσως η μυική δραστηριότητα να στέλνει μήνυμα στον οργανισμό ότι πρέπει να χρησιμοποιήσει το σάκχαρο που έχει ως ενεργειακή πηγή» εξηγεί ο Δρ Χενσον.

Αξίζει πάντως να σημειωθεί ότι και άλλες μελέτες έχουν δείξει παρόμοια οφέλη. Τον περασμένο Μάρτιο ερευνητές ανακοίνωσαν ότι όσοι ανέφεραν κάποια σωματική δραστηριότητα ανά 30 λεπτά είχαν μείωση σωματικού βάρους και περιμέτρου μέσης.

Πηγή: health.in.gr


17337713225_85ef5a039c_b.jpg

Πολλοί άνθρωποι ενδεχομένως γνωρίζουν ότι ο σακχαρώδης διαβήτης τύπου 2 είναι μια δια βίου νόσος η οποία μπορεί να ελεγχθεί, αλλά όχι να θεραπευτεί πλήρως. Οι ασθενείς χρειάζεται να ξεκινήσουν – παράλληλα με τη λήψη ειδικών φαρμάκων – έναν διαφορετικό τρόπο ζωής, εντάσσοντας στην καθημερινότητά τους τη σωματική άσκηση και την υγιεινή διατροφή, ώστε να ελέγξουν μια νόσο που σε πολλές περιπτώσεις είναι προοδευτική.

Νέα δεδομένα ωστόσο δείχνουν ότι η εξέλιξη αυτή δεν είναι υποχρεωτικά προς το χειρότερο, καθώς έχουν καταγραφεί περιπτώσεις όπου ο διαβήτης κατάφερε να υποστρέψει τόσο ώστε να μην χρειάζονται φάρμακα.

Τις περισσότερες φορές αυτό συμβαίνει σε άτομα που έχουν υποβληθεί σε χειρουργική επέμβαση απώλειας βάρους. Σπάνια έχει επίσης αναφερθεί και σε άτομα που έχουν κάνει μόνο αλλαγές στον τρόπο ζωής. Έτσι, η χειρουργική επέμβαση μπορεί να μην είναι ο μόνος δρόμος για την ύφεση της νόσου.

Στις περιπτώσεις όπου οι μετρήσεις των επιπέδων του σακχάρου για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα είναι χαμηλότερες των ενδείξεων του διαβήτη, το οποίο επιτεύχθηκε χωρίς τη λήψη φαρμάκων ή τη χειρουργική επέμβαση, τότε κάνουμε λόγο για υποστροφή του διαβήτη.

Η Αμερικανική Διαβητολογική Εταιρεία (American Diabetes Association) έχει εκδώσει τους παρακάτω ορισμούς:

– Μερική υποστροφή διαβήτη υπάρχει όταν πετύχουμε σάκχαρο νηστείας από 100 μέχρι 125mg/dL ή γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη 6,0% μέχρι 6,5% για 1 χρόνο χωρίς φάρμακα.

– Ολική υποστροφή διαβήτη υπάρχει όταν πετύχουμε σάκχαρο νηστείας μικρότερο από 100mg/dL ή γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη μικρότερη από 6,0% για 1 χρόνο χωρίς φάρμακα.

– Παρατεινόμενη υποστροφή υπάρχει όταν πετύχουμε σάκχαρο νηστείας μικρότερο από 100mg/dL, ή γλυκοζυλιωμένη μικρότερη από 6.0% για 5 χρόνια χωρίς φάρμακα.

Ποιος μπορεί να πετύχει υποστροφή του διαβήτη

Το ποιος μπορεί να πετύχει μερική ή ολική υποστροφή του διαβήτη δεν έχει απαντηθεί ακόμα από την ιατρική κοινότητα, ωστόσο η έρευνα κινείται προς αυτήν την κατεύθυνση.

Σύμφωνα πάντως με τις σημερινές ενδείξεις, υποστροφή του διαβήτη δεν μπορούν να πετύχουν όσοι έχουν βεβαιωμένη διάγνωση διαβήτη τύπου 1, αλλά είναι πιθανό για όσους έχουν βεβαιωμένη διάγνωση διαβήτη τύπου 2.

Μεγαλύτερες πιθανότητες έχουν όσοι έχουν πρόσφατη διάγνωση διαβήτη, έχουν αυξημένο σωματικό βάρος, είναι νέα ή μεσήλικα άτομα, δεν έχουν άλλα νοσήματα ή επιπλοκές από τη νόσο και ακολουθούν τις οδηγίες για τη ρύθμισή του.

Αξίζει να σημειωθεί ότι κάθε προσπάθεια για ρύθμιση του σακχάρου και απώλεια βάρους μπορεί να φρενάρει την εξέλιξη του διαβήτη. Αυτό σημαίνει ότι μπορεί να αντιμετωπισθεί χωρίς να χρειαστεί να αυξηθεί η φαρμακευτική αγωγή στο μέλλον, αλλά και ότι μπορεί να αντιστραφεί η πορεία του, δηλαδή να πετύχουμε καλύτερη ρύθμιση με λιγότερα φάρμακα.

Photo credit: davis.steve32 via Foter.com / CC BY

Walk.jpg

Οι ασθενείς με διαβήτη τύπου ΙΙ θα πρέπει να λαμβάνουν σαφείς οδηγίες σωματικής άσκησης, ώστε να καθορίζεται ξεκάθαρα η διάρκεια, το είδος, η ένταση και η συχνότητα των προπονήσεων για κάθε άτομο ξεχωριστά, σύμφωνα με ανασκόπηση που δημοσιεύεται στο επιστημονικό έντυπο British Journal of Sports Medicine.

Ως γνωστόν η γυμναστική βελτιώνει τον έλεγχο του σακχάρου του αίματος, την ευαισθησία στην ινσουλίνη, την αρτηριακή πίεση και τα επίπεδα της χοληστερόλης στο αίμα. Όμως οι περισσότεροι ασθενείς με διαβήτη δεν γυμνάζονται τακτικά.

Επιστημονική ομάδα με επικεφαλής τον δρ. Ρομέου Μεντες από τη Μονάδα Δημόσιας Υγείας των Κέντρων Υγείας της Βίλα Ρεαλ στην Πορτογαλία επανεξέτασε όλες τις δημοσιευμένες συστάσεις ή κατευθυντήριες οδηγίες για την άθληση σε άτομα με διαβήτη τύπου ΙΙ, που είχαν εκδοθεί από διεθνείς επιστημονικούς φορείς της διαβητολογίας, ενδοκρινολογίας, καρδιολογίας, δημόσιας υγείας και αθλητικής ιατρικής.

Τελικά εντόπισαν 11 δημοσιεύσεις από φορείς, όπως η Ευρωπαϊκή Εταιρεία για τη Μελέτη του Διαβήτη, η Αμερικανική Διαβητολογική Εταιρεία και το Σουηδικό Εθνικού Ινστιτούτο Υγείας.

Όλοι οι φορείς συμφωνούσαν ότι τα άτομα με διαβήτη τύπου ΙΙ θα πρέπει να γυμνάζονται αθροιστικά τουλάχιστον 150 λεπτά την εβδομάδα, σε τρεις διαφορετικές ημέρες με αερόβια έντονη ή μέτρια άσκηση και επίσης δύο φορές την εβδομάδα ασκήσεις αντίστασης.

Η αερόβια γυμναστική περιλάμβανε ζωηρό περπάτημα, τρέξιμο, ποδήλατο, κολύμπι ή άλλες δραστηριότητες και οι ασκήσεις αντίστασης έπρεπε να επικεντρώνονται σε μεγάλες μυϊκές ομάδες με ελεύθερα βάρη ή χρήση μηχανημάτων.

«Ωστόσο, η επιστήμη διαρκώς τάσσεται υπέρ των φαρμακευτικών παρεμβάσεων στην διαχείριση του διαβήτη, αντί να προτείνει στρατηγικές βελτίωσης του τρόπου ζωής. Έτσι, η πλειοψηφία των ασθενών με διαβήτη τύπου ΙΙ δεν ενθαρρύνεται να γυμνάζεται τακτικά. Αυτό εν μέρει εξηγεί γιατί δεν υπάρχει ευαισθητοποίηση και ενημέρωση για τα οφέλη της άθλησης, καθώς και για τις ισχύουσες κατευθυντήριες οδηγίες» εξηγεί ο δρ. Μεντες.

Ο ερευνητής μάλιστα προτείνει να δίνονται στους ασθενείς συγκεκριμένες πληροφορίες για το είδος, τη διάρκεια, την ένταση και τη συχνότητα της άθλησης, ανάλογα με τις ανάγκες του καθενός καθώς και συναρτήσει των υπολοίπων παραμέτρων υγείας.

Πηγή: health.in.gr


Gastroparesis.png

11 Δεκεμβρίου, 2015 Angelos KlitsasΔιαβήτης0

Ο σακχαρώδης διαβήτης είναι μια χρόνια μεταβολική νόσος, όπου το σώμα δεν είναι σε θέση να χρησιμοποιήσει αποτελεσματικά τη γλυκόζη που λαμβάνουμε από τα τρόφιμα για τη μετατροπή της σε ενέργεια. Χαρακτηρίζεται από αύξηση της συγκέντρωσης του σακχάρου στο αίμα (υπεργλυκαιμία) και διαταραχή του μεταβολισμού της γλυκόζης, είτε ως αποτέλεσμα ελαττωμένης έκκρισης της ινσουλίνης από το πάγκρεας, είτε λόγω ελάττωσης της ευαισθησίας των κυττάρων του σώματος στην ινσουλίνη.

Πρόκειται για μια νόσο, η οποία εάν δεν ρυθμιστεί έγκαιρα, μπορεί να προκαλέσει σοβαρές επιπλοκές στην υγεία του ασθενούς.

Μία από τις διαταραχές αυτές είναι η διαβητική γαστροπάρεση, η οποία χαρακτηρίζεται από μειωμένη κινητικότητα του στομάχου και ελαττωμένη έκκριση υδροχλωρικού οξέος. Η γαστροπάρεση γενικότερα ορίζεται ως η παραμονή του φαγητού στο στομάχι για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα από το φυσιολογικό, λόγω απουσίας ή ανεπαρκούς λειτουργίας του μυϊκού συστήματος του στομάχου.

Μπορεί να προκληθεί τόσο από τον διαβήτη τύπου 1 όσο και τον τύπου 2, ενώ μπορεί να εκδηλωθεί τουλάχιστον 10 χρόνια μετά την εμφάνιση του διαβήτη.

Συμπτώματα

Στα συμπτώματα της γαστροπάρεσης περιλαμβάνονται η πρωινή ναυτία, το αίσθημα πρώιμης πλήρωσης του στομάχου, ο πόνος στο επιγάστριο, οι εμετοί μετά τη λήψη τροφής, οι ερυγές και ο μετεωρισμός.

Το πιο κλασσικό σύμπτωμα της γαστροπάρεσης είναι η έμεση άπεπτων τροφών που καταναλώθηκαν πριν από 8 με 12 ώρες ή και μερικές ημέρες. Τα συμπτώματα μπορεί να έχουν εξάρσεις ή και να λάβουν τη μορφή της ανορεξίας και της ναυτίας που διαρκεί από λίγες ημέρες μέχρι μήνες και υποτροπιάζει σε άλλο χρονικό διάστημα, οδηγώντας σε απώλεια βάρους και υποθρεψία.

Η κλινική εικόνα της γαστροπάρεσης περιλαμβάνει και απορρύθμιση του μεταβολικού ελέγχου με επέλευση υπογλυκαιμίας και υπεργλυκαιμίας, λόγω της καθυστερημένης μεταγευματικής θερμιδικής απορρόφησης.

Ακόμη και όταν τα συμπτώματα είναι ήπια, η ακανόνιστη προώθηση της τροφής από το στομάχι προς το έντερο δεν συντονίζεται με τη χορήγηση ινσουλίνης που πραγματοποιεί ο ασθενής, με αποτέλεσμα να υπάρχουν μεγάλες αυξομειώσεις του σακχάρου στο αίμα και ανεξήγητες υπογλυκαιμίες μετά τα γεύματα.

Επιπλοκές

Η γαστροπάρεση είναι μια κατάσταση η οποία και αυτή με τη σειρά της μπορεί να προκαλέσει άλλες επιπλοκές.

Όταν το φαγητό παραμείνει μέσα στο στομάχι για μεγάλο χρονικό διάστημα, σαπίζει και αναπτύσσονται μικρόβια. Το άπεπτο φαγητό είναι επίσης δυνατόν να σκληρύνει, δημιουργώντας μια μάζα που ονομάζεται πίλημμα. Το πίλημμα με τη σειρά του μπορεί να αποφράξει το πυλωρικό στόμιο, δηλαδή την έξοδο του στομάχου προς το λεπτό έντερο.

Εάν ο πυλωρός δεν έχει φράξει και το φαγητό προχωρήσει καθυστερημένα στο λεπτό έντερο θα αυξήσει απότομα τα επίπεδα του σακχάρου στο αίμα. Συνεπώς με τη γαστροπάρεση είναι πολύ δύσκολος ο έλεγχος των επιπέδων γλυκόζης και άρα του σακχαρώδη διαβήτη.

Σε περιπτώσεις που προκαλείται επίμονος εμετός από την γαστροπάρεση μπορεί να προκληθεί και αφυδάτωση του οργανισμού.

Αντιμετώπιση

Ο κύριος στόχος της θεραπείας είναι η επίτευξη του κατάλληλου γλυκαιμικού ελέγχου. Το άδειασμα του στομάχου έτσι επανέρχεται σε πιο φυσιολογικούς ρυθμούς, τα συμπτώματα υποχωρούν και η απορρόφηση φαρμάκων από το στόμα γίνεται σωστά. Για να επιτευχθεί όμως αυτό χρειάζεται συνήθως αντιμετώπιση με πολλούς τρόπους.

Γενικότερα συνίστανται τα πολλά μικρά γεύματα, τα οποία είναι καλύτερα για το στομάχι από τα λίγα και μεγάλα. Πρέπει να περιορίζονται όσο το δυνατόν τα λιπαρά, καθώς το λίπος καθυστερεί το άδειασμα του στομάχου. Μπορεί επίσης να χρειαστεί να περιοριστούν και οι φυτικές ίνες, οι οποίες ειδικά μαζί με το λίπος μπορούν να δημιουργήσουν ένα μεγάλο δύσπεπτο όγκο.

Πέραν από τη διατροφή, η χαλαρή σωματική άσκηση μετά τα γεύματα έχει αποδειχθεί ότι μπορεί να επιταχύνει το άδειασμα του στομάχου, ενώ σε ό,τι αφορά τη φαρμακευτική αγωγή, μπορεί να χρειαστούν αντικατάσταση φάρμακα που μπορεί να καθυστερούν το άδειασμα του στομάχου και να προστεθούν άλλα που αυξάνουν την κινητικότητά του.

Τέλος, συνιστάται πλήρη αποχή από το κάπνισμα και το αλκοόλ.


FORA-CARE-005-e14111144942451.jpg

4 Δεκεμβρίου, 2015 Angelos KlitsasΔιαβήτης0

Για τα άτομα με σακχαρώδη διαβήτη η εύρεση της σωστής ισορροπίας ανάμεσα στο φαγητό, στην άσκηση και στην ινσουλίνη είναι μείζονος σημασίας για να έχουν μια καλή και υγιεινή ζωή.

Ο σακχαρώδης διαβήτης είναι μια χρόνια μεταβολική νόσος, όπου το σώμα δεν είναι σε θέση να χρησιμοποιήσει αποτελεσματικά τη γλυκόζη που λαμβάνουμε από τα τρόφιμα για τη μετατροπή της σε ενέργεια. Χαρακτηρίζεται από αύξηση της συγκέντρωσης του σακχάρου στο αίμα (υπεργλυκαιμία) και διαταραχή του μεταβολισμού της γλυκόζης, είτε ως αποτέλεσμα ελαττωμένης έκκρισης της ινσουλίνης από το πάγκρεας, είτε λόγω ελάττωσης της ευαισθησίας των κυττάρων του σώματος στην ινσουλίνη.

Ο συχνός έλεγχος των επιπέδων του σακχάρου στο αίμα είναι απαραίτητος για τη σωστή ρύθμιση του διαβήτη. Η μέτρηση των επιπέδων καταδεικνύει το πόσο καλά διαχειρίζεται ο διαβητικός τους παράγοντες που επηρεάζουν το σάκχαρό του και την ινσουλίνη και είναι σημαντικό να γίνεται συχνά στην πορεία της ημέρας, διότι η θεραπεία του καθενός προσαρμόζεται στα αποτελέσματά της, ενώ βοηθάει και στην πρόληψη των χρόνιων διαβητικών επιπλοκών.

Η μέτρηση μπορεί να γίνεται είτε με το μάτι είτε με έναν μετρητή. Και με τους δυο τρόπους ο ασθενής τοποθετεί μια σταγόνα αίμα από το δάκτυλό σε μια ταινία μέτρησης. Μετά από λίγο μπορεί να συγκρίνει το χρώμα στην ταινία με τα χρώματα στο μπουκαλάκι των ταινιών. Αν χρησιμοποιηθεί μετρητής το αποτέλεσμα θα εμφανιστεί αυτόματα. Ο μετρητής γενικότερα δίνει πιο ακριβή αποτελέσματα, διότι διαβάζει το χρώμα στην ταινία με μεγαλύτερη ακρίβεια.

Το πόσο συχνά και το πότε πρέπει να γίνεται η μέτρηση των επιπέδων του σακχάρου ποικίλλει μεταξύ ανθρώπων, καθώς εξαρτάται από τους λόγους για τους οποίους γίνεται η μέτρηση. Το πρόγραμμα ο ασθενής θα πρέπει να το καθορίζει σε συνεργασία με τον γιατρό του.

Διακυμάνσεις

Τα άτομα χωρίς σακχαρώδη διαβήτη έχουν πολύ μικρή διακύμανση στο σάκχαρο τους κατά τη διάρκεια της ημέρας και μετά τα γεύματα. Αυτό συμβαίνει γιατί το πάγκρεας παράγει ινσουλίνη αμέσως μόλις η τροφή απορροφηθεί και βοηθά έτσι στην άμεση χρησιμοποίηση της γλυκόζης από τα κύτταρα του σώματος. Μόλις το σάκχαρο πέσει, αμέσως πέφτουν και τα επίπεδα της ινσουλίνης.

Στα άτομα όμως με διαβήτη υπάρχει μεγάλη διακύμανση σακχάρου μετά τα γεύματα – είτε σε άτομα που δεν παράγουν ινσουλίνη (διαβήτης τύπου 1), αλλά την παίρνουν σαν φάρμακο, είτε σε άτομα στα οποία η δράση της ινσουλίνης είναι ανεπαρκής (τύπου 2) και χρειάζονται τη βοήθεια φαρμάκων ή ινσουλίνης.

Τιμές – στόχος

Ο έλεγχος του σακχάρου θεωρείται ικανοποιητικός όταν η γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη (HbA1C), η οποία δείχνει τη μέση ρύθμιση του διαβήτη του τελευταίου δίμηνου-τριμήνου, παραμένει χαμηλότερη του 7%.

Οι στόχοι για κάθε ασθενή μπορεί να είναι διαφορετικοί, ωστόσο γενικότερα οι μετρήσεις του σακχάρου με το μετρητή θα πρέπει να κυμαίνονται:

– πριν τα γεύματα στα 90-130 mg/dl,
– 2-3 ώρες μετά το γεύμα να είναι χαμηλότερα των 160 mg/dl,
– ενώ πριν τον ύπνο στα 110-150 mg/dl.

Σημειώνεται ότι η πρωινή μέτρηση προ φαγητού δεν είναι ούτε αρκετή ούτε αντιπροσωπευτική των σημαντικών ημερήσιων διακυμάνσεων. Τις περισσότερες ώρες της ημέρας ο οργανισμός βρίσκεται σε μεταγευματική φάση.

Όσο ψηλότερες είναι οι μεταγευματικές μετρήσεις σακχάρου, τόσο μεγαλύτερος είναι και ο κίνδυνος να εμφανισθούν οι επιπλοκές της νόσου.

Υψηλό σάκχαρο

Σε περιπτώσεις όπου κατά την μέτρηση του σακχάρου παρατηρούνται υψηλότερα από τα επιθυμητά επίπεδα, οι παράγοντες που συνήθως συνδέονται είναι:

– η λάθος διατροφή
– η μη ορθή λήψη των φαρμάκων ή η χορήγηση κάποιου που ανεβάζει το σάκχαρο
– η αύξηση του σωματικού βάρους
– η εκδήλωση κάποιας ασθένειας από λοίμωξη ή ίωση
– ορισμένοι τραυματισμοί
– οι φλεγμονές στα δόντια
– η καθιστική ζωή

Ο ασθενής θα πρέπει επίσης να έχει υπ’ όψιν του ότι ο σακχαρώδης διαβήτης είναι μια προοδευτική νόσος, που σημαίνει ότι με την πάροδο των χρόνων τα σάκχαρα ανεβαίνουν και η θεραπεία μπορεί να χρειάζεται τροποποίηση.

Ημερολόγιο

Ένα ημερολόγιο βοηθάει στη σημείωση του ιστορικού των μετρήσεων του σακχάρου. Μπορεί να βοηθήσει τόσο τον ίδιο τον ασθενή όσο και την διαβητολογική ομάδα να αντιμετωπίσει αποτελεσματικότερα τον διαβήτη. Σημαντικό είναι να καταχωρούνται τα αποτελέσματα των μετρήσεων του σακχάρου στο ημερολόγιο αυτοελέγχου μαζί με την ημερομηνία και την ώρα της μέτρησης, καθώς και των χρόνων των γευμάτων. Τέλος, απαραίτητο είναι να σημειώνεται και η δόση των φαρμάκων που λαμβάνονται.


child-701645_1280.jpg

Ο σακχαρώδης διαβήτης είναι μια χρόνια νόσος όπου το σώμα δεν είναι σε θέση να χρησιμοποιήσει αποτελεσματικά τη γλυκόζη που λαμβάνουμε από τα τρόφιμα για τη μετατροπή της σε ενέργεια.

Χαρακτηρίζεται από αύξηση της συγκέντρωσης του σακχάρου στο αίμα (υπεργλυκαιμία) και διαταραχή του μεταβολισμού της γλυκόζης, είτε ως αποτέλεσμα ελαττωμένης έκκρισης της ινσουλίνης (ορμόνη η οποία βοηθά τη γλυκόζη να εισέλθει από το αίμα στα κύτταρα) από το πάγκρεας, οπότε κάνουμε λόγο για διαβήτη τύπου 1, είτε λόγω ελάττωσης της ευαισθησίας των κυττάρων του σώματος στην ινσουλίνη – που συμβαίνει στην περίπτωση του διαβήτη τύπου 2.

Πριν κάποια χρόνια ήταν πολύ σπάνιο να διαγνωσθεί σε παιδί ο διαβήτης τύπου 2, παρά μόνο ο διαβήτης τύπου 1. Ο «κανόνας» αυτός όμως πλέον έχει καταρριφθεί. Έχει παρατηρηθεί πως τα παιδιά που είναι περισσότερο ευάλωτα στον διαβήτη τύπου 2 είναι όσα αντιμετωπίζουν προβλήματα παχυσαρκίας κι όσα έχουν οικογενειακό ιστορικό διαβήτη.

Οι έρευνες έχουν δείξει ότι υπάρχει επίσης μία αυξημένη τάση των Αμερικανών, Ισπανών, Λατινόφωνων, Ασιατών, Ινδών καθώς και των Αφρο-Αμερικανών να εμφανίζουν τη νόσο. Αυτό όμως φυσικά δεν σημαίνει ότι τα παιδιά με την παραπάνω καταγωγή θα πάθουν σίγουρα διαβήτη τύπου 2 ή ότι τα υπόλοιπα, που δεν ακολουθούν έναν υγιεινό τρόπο ζωής, βρίσκονται εκτός κινδύνου.

Τα κορίτσια, σύμφωνα με τις μελέτες, έχουν περισσότερες πιθανότητες ν’ αντιμετωπίσουν θέματα με το σάκχαρό τους συγκριτικά με τα αγόρια.

Στα συμπτώματα που μπορεί να αντιμετωπίσουν περιλαμβάνονται:

– Η ανεξήγητη απώλεια βάρους
– Η συχνοουρία, πολυδιψία και πολυφαγία
– Η συχνά θολή όραση
– Η ξηροστομία
– Η δυσκολία στην αναπνοή
– Η φαγούρα στο δέρμα
– Τα μουδιάσματα και μυρμηγκιάσματα
– Η αργή επούλωση πληγών

Οι καθημερινές συνήθειες αποτελούν τον πιο σημαντικό παράγοντα σε ό,τι αφορά την εκδήλωση ή την πρόληψη και αντιμετώπιση του διαβήτη τύπου 2. Αυτές έχουν τον πρώτο και τελευταίο λόγο, ανεξαρτήτως ηλικίας, φύλου ή καταγωγής. Η κακή διατροφή, η έλλειψη φυσικής δραστηριότητας κι άσκησης, η παχυσαρκία και η χρόνια χρήση φαρμάκων εντάσσονται σε αυτές τις παραμέτρους.


diet-398613_1280.jpg

Η παχυσαρκία αποτελεί έναν γνωστό παράγοντα κινδύνου για καρδιαγγειακή νόσο και σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2, καταστάσεις οι οποίες είναι εξαιρετικά επικίνδυνες για την υγεία εάν δεν αντιμετωπιστούν έγκαιρα.

Υπάρχουν ωστόσο μελέτες οι οποίες έχουν δείξει ότι οι υπέρβαροι ασθενείς με καρδιαγγειακή νόσο ζουν περισσότερο από τους ασθενείς με φυσιολογικό βάρος, που έχουν επίσης καρδιαγγειακά νοσήματα.

Για να ελεγχθεί αν το ίδιο θα μπορούσε να ισχύει και για τους ασθενείς με διαβήτη, οι ερευνητές παρακολούθησαν περισσότερους από 10.500 ασθενείς, διάμεσης ηλικίας 63 ετών με διαβήτη τύπου 2 και χωρίς γνωστή καρδιαγγειακή νόσο. Στη μελέτη, η οποία δημοσιεύεται στην επιθεώρηση Annals of Internal Medicine, οι ασθενείς παρακολουθήθηκαν για ένα μέσο χρονικό διάστημα 10.6 χρόνων και καταγράφηκαν τα καρδιαγγειακά συμβάματα και η θνησιμότητα κάθε αιτιολογίας.

Οι υπέρβαροι και παχύσαρκοι ασθενείς είχαν αυξημένο κίνδυνο για καρδιαγγειακά συμβάματα, αλλά όσοι ήταν υπέρβαροι είχαν καλύτερα ποσοστά επιβίωσης σε σύγκριση με εκείνους που ήταν ελλιποβαρείς ή είχαν φυσιολογικό βάρος. Οι ελλιποβαρείς ασθενείς είχαν γενικά την χειρότερη πρόγνωση. Τα αίτια του θανάτου όμως δεν ήταν διαθέσιμα στους μελετητές.

Οι συγγραφείς προσφέρουν μερικές πιθανές αιτίες για το παράδοξο της παχυσαρκίας στο διαβήτη τύπου 2. Πρώτον, ο διαβήτης τύπου 2 που προκαλείται από τη μεταβολική «καταπόνηση» της παχυσαρκίας μπορεί ουσιαστικά να διαφέρει από εκείνον που αναπτύσσεται με την απουσία της παχυσαρκίας. Δεύτερον, οι ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 και χαμηλό Δείκτη Μάζας Σώματος (ΔΜΣ) θα μπορούσαν να έχουν μεγαλύτερη κατανάλωση καπνού και οινοπνεύματος, συμβάλλοντας τόσο για την ανάπτυξη του διαβήτη όσο και για το χαμηλότερο ΔΜΣ. Τέλος, οι παχύσαρκοι ασθενείς μπορεί να είναι πιο πιθανό να ελεγχθούν νωρίτερα για τον διαβήτη, οδηγώντας σε πιο έγκαιρη διάγνωση.

Οι ερευνητές πάντως προειδοποιούν ότι τα αποτελέσματα αυτά δεν υποδηλώνουν ένα ιδανικό ΔΜΣ και δεν θα πρέπει να αποθαρρύνει τους ασθενείς από την υιοθέτηση ενός υγιεινού τρόπου ζωής.

Ann Intern Med. 2015;162(9):610-8.




ΕΝΗΜΕΡΩΜΕΝΟΣ ΑΣΘΕΝΗΣ ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΥΓΕΙΑ





ΕΝΗΜΕΡΩΜΕΝΟΣ ΑΣΘΕΝΗΣ, ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΥΓΕΙΑ





ΑΦΗΣΤΕ ΜΑΣ ΤΗΝ ΓΝΩΜΗ ΣΑΣ




Κλείτσας Άγγελος Παθολόγος Καλαμαριά - Σήμα αναγνώρισης ασθενών από Doctoranytime



Copyright by Yourdoc.gr 2025. All rights reserved.



Web design by Siteworks



Copyright by Yourdoc.gr 2025. All rights reserved. Web design by Siteworks