Blog

Diphtheritis1.png

7 Ιανουαρίου, 2015 Angelos KlitsasΛοιμώξεις0

Η διφθερίτιδα είναι μια σπάνια βακτηριακή και λοιμώδης νόσος, η οποία χαρακτηρίζεται από τον σχηματισμό μιας μεμβράνης στις αμυγδαλές, στην σταφυλή (η μικρή σαρκώδης απόφυση που κρέμεται στο βάθος του στόματος), στη μαλακή υπερώα (το πίσω μέρος του στόματος προς το φάρυγγα) και στον οπίσθιο φάρυγγα, ενώ περιστασιακά και στο δέρμα. Η μεμβράνη δημιουργείται από ένα πηκτό, φλεγμονώδες εξίδρωμα.

Η σοβαρή αυτή ασθένεια παλαιότερα μπορούσε να προκαλέσει και θανάτους, ωστόσο σήμερα έχει εξαφανιστεί από τις αναπτυγμένες χώρες λόγω του εμβολιασμού.

Ο οργανισμός που ευθύνεται για τη νόσο είναι το κορυνοβακτηρίδιο της διφθερίτιδας, ο οποίος μεταδίδεται από άτομο σε άτομο μέσω των αερομεταφερόμενων σταγονιδίων. Η ασθένεια έχει χρόνο επώασης 2-6 ημέρες και προσβάλλει συνήθως παιδιά ηλικίας μεγαλύτερης του ενός έτους. Τα μικρότερα και κυρίως τα κάτω των 6 μηνών προστατεύονται από τα μητρικά αντισώματα.

Η νόσος αρχίζει με μέτριο πυρετό και συμπτώματα από το ανώτερο αναπνευστικό. Στον φάρυγγα οι αμυγδαλές καλύπτονται από ρυπαρό και δύσοσμο επίχρισμα, το οποίο σχηματίζει τις διφθέρες ή ψευδομεμβράνες που αποκολλώνται δύσκολα και αιμορραγούν. Δημιουργείται επίσης τοπικός πόνος, δυσκολία στην κατάποση και διόγκωση των τραχηλικών λεμφαδένων. Εάν η νόσος επεκταθεί και στον λάρυγγα, τότε θα παρουσιασθεί και βράγχος φωνής (βραχνάδα) μέχρι και αφωνία, βήχας και δύσπνοια.

Οι επιπλοκές που μπορεί να προκύψουν είναι αρκετά σοβαρές, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται η παράλυση των περιφερικών νεύρων και η μυοκαρδίτιδα. Άλλες επιπλοκές μπορεί να είναι η νεφρίτιδα, η ατελεκτασία και η πνευμονία.

Η άμεση αντιμετώπιση με χρήση αντιδιφθεριτικού ορού και αντιβιοτικών για μερικές ημέρες είναι η πρώτη θεραπευτική προσέγγιση, ενώ απαραίτητη είναι και η αντιμετώπιση τυχών επιπλοκών.


Sore-Throat-Causes1.jpg

5 Ιανουαρίου, 2015 Angelos KlitsasΛοιμώξεις0

Η οξεία ρινοφαρυγγίτιδα, γνωστή και ως κοινό κρυολόγημα, αποτελεί την πιο συχνή μορφή λοίμωξης του αναπνευστικού συστήματος, ιδιαίτερα κατά τη χειμερινή περίοδο.

Η εμφάνισή της οφείλεται σε λοίμωξη από διάφορους ιούς και για το λόγο αυτό ο ανθρώπινος οργανισμός αδυνατεί να αναπτύξει ανοσία κατά της ασθένειας. Αυτό συμβαίνει διότι τα αντισώματα που δημιουργούνται έναντι του ενός ιού δεν μπορούν να προστατεύσουν από τον επόμενο υπεύθυνο.

Η μετάδοση της νόσου γίνεται είτε με τα σταγονίδια που εκπέμπει ένας άρρωστος με το φτάρνισμα, το βήχα ή και την ομιλία, τα οποία ταξιδεύουν με μεγάλη ταχύτητα στον αέρα, είτε μέσω επαφής με μολυσμένη επιφάνεια από σάλιο με τα χέρια μας που στη συνέχεια θα το μεταφέρουν στη μύτη.

Συμπτώματα

Μετά από την αρχική λοίμωξη η περίοδος επώασης του ιού κυμαίνεται στις 8 με 12 ώρες.
Τα συμπτώματα μπορεί να εμφανισθούν συνήθως μετά από 10-12 ώρες ή μπορεί να ξεκινήσουν μετά από 2 με 5 μέρες από τη μόλυνση. Σε αυτά περιλαμβάνονται:

– Βήχας από ήπιος έως πολύ έντονος
– Πονόλαιμος
– Φτάρνισμα
– Ρινική καταρροή
– Αίσθημα απόφραξης της μύτης με δυσκολία στην αναπνοή
– Αδυναμία ή και μυαλγίες
– Πονοκέφαλος
– Ανορεξία
– Πυρετός

Τα συμπτώματα συνήθως διαρκούν λίγες μέρες αλλά σε μερικές περιπτώσεις μπορεί να διαρκέσουν 7-14 μέρες, με τον βήχα συνήθως να υποχωρεί τελευταίο.

Τα άτομα των οποίων η γενική κατάσταση δεν είναι καλή ή που πάσχουν και από άλλες αρρώστιες που επηρεάζουν την άμυνα του οργανισμού, είναι πολύ ευαίσθητα στα κρυολογήματα, ενώ ακόμη τα συμπτώματα και γενικά η νόσος εμφανίζονται σχετικά πιο βαριά, αυξάνοντας παράλληλα την πιθανότητα σοβαρών επιπλοκών.

Οι επιπλοκές, εάν συμβούν, αφορούν περισσότερο τους πολύ ηλικιωμένους, τους πολύ νεαρούς ή εκείνους που έχουν εξασθενημένο ανοσοποιητικό σύστημα. Μπορεί μάλιστα να εμφανιστούν και δευτερογενείς βακτηριακές λοιμώξεις οδηγώντας σε ιγμορίτιδα, λοίμωξη του αυτιού, πνευμονία, χρόνια βρογχίτιδα, φαρυγγίτιδα και λαρυγγίτιδα.

Αντιμετώπιση

Η καλύτερη αντιμετώπιση της ρινοφαρυγγίτιδας είναι η πρόληψη. Σε γενικές γραμμές συνίσταται η αποφυγή της επαφής με άτομο που νοσεί ή με μολυσμένο υλικό που περιέχει τον ιό. Επιπλέον, πρέπει να γίνεται συχνά πλύση των χεριών, να αποφεύγουμε να πιάνουμε συχνά το πρόσωπο, τη μύτη και το στόμα, ενώ σε χώρους με πολλά άτομα να αποφεύγονται οι χειραψίες και τα φιλιά. Στην αντίθετη περίπτωση τα χέρια και το πρόσωπο θα πρέπει να πλένονται καλά.

Η θεραπεία συνήθως στοχεύει να καταπολεμήσει τα συμπτώματα καθώς είναι αναποτελεσματική ενάντια στον ιό. Η αντιμετώπιση της ασθένειας βασίζεται στο ανοσοποιητικό σύστημα, ενώ η καλή ενυδάτωση, η αποφυγή καταπόνησης και κούρασης, τα αναλγητικά και τα αντιπυρετικά είναι ορισμένα από τα μέτρα που μπορεί να βοηθήσουν.


medications-342484_12801-1024x682.jpg

12 Νοεμβρίου, 2014 Angelos KlitsasΛοιμώξεις0

Τα αντιβιοτικά αποτελούν μια κατηγορία σωτήριων φαρμάκων τα οποία έχουν συμβάλλει σημαντικά στην αντιμετώπιση των λοιμώξεων.

Ωστόσο, ένα σημαντικό πρόβλημα που σχετίζεται με τη συνεχή χρήση τους είναι το ότι αυτά σχετικά γρήγορα χάνουν την αποτελεσματικότητά τους, διότι τα μικρόβια εύκολα αναπτύσσουν μηχανισμούς με τους οποίους καθίστανται ανθεκτικά. Τα μικρόβια είναι μικροοργανισμοί με μεγάλες ικανότητες προσαρμογής και οι λοιμώξεις σήμερα από ανθεκτικά μικρόβια αποτελούν ένα από τα σοβαρότερα και πιο δυσεπίλυτα προβλήματα.

Τα αντιβιοτικά είναι χημικές ουσίες που χορηγούνται για την αντιμετώπιση βακτηριακών και όχι ιογενών λοιμώξεων που προσβάλλουν τον ανθρώπινο οργανισμό. Για παράδειγμα, δεν είναι αποτελεσματικά στο κοινό κρυολόγημα, στη γρίπη ή και στη βρογχίτιδα.

Η Ελλάδα σύμφωνα με το Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (ΚΕΕΛΠΝΟ) συγκαταλέγεται στις ευρωπαϊκές χώρες με τα υψηλότερα επίπεδα μικροβιακής αντοχής, ενώ είναι πρώτη στη συνολική κατανάλωση αντιμικροβιακών παραγόντων.

Η διασπορά στελεχών ανθεκτικών στα περισσότερα αντιβιοτικά ευθύνεται για την πρόκληση σοβαρών λοιμώξεων, ιδίως σε βαρέως πάσχοντες ασθενείς με αποτέλεσμα την παράταση της νοσηλείας τους, την αύξηση της θνητότητας και την αύξηση του κόστους νοσηλείας για τα νοσηλευτικά ιδρύματα.

Οι λοιμώξεις από πολυανθεκτικά παθογόνα αποτελούν καθημερινή πραγματικότητα και για τα ελληνικά νοσοκομεία και καθιστούν επιτακτική την ανάγκη λήψης και εφαρμογής αποτελεσματικών μέτρων για την πρόληψη και τον έλεγχό τους.

Οι λόγοι της ανάπτυξης αντοχής από τα μικρόβια στα διάφορα αντιβιοτικά είναι πολλοί, αλλά ο σπουδαιότερος φαίνεται να είναι η κακή και αλόγιστη χρήση τους.

Ένα φαινόμενο που παρατηρείται είναι ότι η κατανάλωση αντιβιοτικών κατά τους χειμερινούς μήνες πολλαπλασιάζεται, διότι πολλοί ασθενείς καταφεύγουν από μόνοι τους στα φαρμακεία ζητώντας κάποιο αντιβιοτικό για την αντιμετώπιση βήχα ή φτερνισμάτων.

Η κατάχρηση των αντιβιοτικών εκτός του κινδύνου της ανάπτυξης ανθεκτικών μικροβίων εγκυμονεί και σοβαρούς κινδύνους παρενεργειών, οι οποίες όχι σπάνια βάζουν σε κίνδυνο και τη ζωή του ασθενούς. Εάν η χορήγηση του αντιβιοτικού δόθηκε για την αντιμετώπιση κάποιας σοβαρής λοίμωξης από την οποία το άτομο πιθανότατα να κινδύνευε, τότε τα αναμενόμενα οφέλη είναι πολύ περισσότερα από τους πιθανούς κινδύνους εμφάνισης σοβαρών ανεπιθύμητων ενεργειών. Αν όμως η λήψη του αντιβιοτικού έγινε άσκοπα, όπως για παράδειγμα για την αντιμετώπιση ενός κοινού κρυολογήματος τότε το άτομο εκτίθεται σε σοβαρούς κινδύνους.

Αποφεύγετε λοιπόν να λαμβάνετε από μόνοι σας οποιαδήποτε αντιβίωση και συμβουλευτείτε τον γιατρό σας για οποιονδήποτε πυρετό ή λοίμωξη παρουσιάσετε.


runner-79590_12801-1024x623.jpg

3 Νοεμβρίου, 2014 Angelos KlitsasΛοιμώξεις0

Η κινάση της κρεατίνης (CPK) είναι ένα ένζυμο το οποίο αποτελεί δείκτη της κατάστασης του μυοκαρδίου, των σκελετικών μυών, του εγκεφαλικού ιστού καθώς και άλλων οργάνων. Κατά βάση βρίσκεται στην καρδιά, σε σκελετικούς μυς και στον εγκεφαλικό ιστό, συντελώντας στην παροχή ενέργειας στο κύτταρο.

Πιο συγκεκριμένα, αποτελεί τον ενδιάμεσο για την αναπλήρωση της ένωσης ATP από τη φωσφορική κρεατίνη, στοιχεία τα οποία είναι απαραίτητα για την παροχή ενέργειας για τη σύσπαση των μυών.

Η συγκέντρωση της CPK στον ορό εξαρτάται από το φύλο, τη φυλή, την ηλικία, τη μυϊκή μάζα και τη φυσική δραστηριότητα του ατόμου.

Σε ορισμένα νοσήματα των μυών και σε καρκινώματα η CPK χρησιμοποιείται για τη διάγνωση και κυρίως για την παρακολούθησή τους.

Φυσιολογικές τιμές και αύξηση

Στους άνδρες ανώτερο όριο προτείνεται τα 80 U/L και στις γυναίκες τα 70 U/L, ωστόσο η παράμετρος αξιολογείται όταν η CPK περάσει τα 180 IU/mL.

Οι παράγοντες αύξησης των τιμών της είναι ποικίλοι. Αύξηση της CPK παρατηρείται στα νεογέννητα, με τα αγόρια να έχουν ελαφρά ψηλότερη τιμή από τους ενήλικες και οι ενήλικες ψηλότερη από άτομα της τρίτης ηλικίας.

Παρατηρείται μάλιστα και σε διάφορες παθολογικές καταστάσεις, όπως σε περιπτώσεις μυϊκής δυστροφίας, νόσων του κεντρικού νευρικού συστήματος, στον υποθυρεοειδισμό, αλλά και σε καρδιακά νοσήματα, τραύματα, λοιμώδη νοσήματα, νοσήματα των μυών, ισχαιμικό αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο, πνευμονική εμβολή, καρκινώματα, αιμόλυση και ορμονικές διαταραχές.

Τα επίπεδά της CPK αυξάνουν επίσης και η σκληρή και παρατεταμένη άσκηση, η οποία όμως εξαρτάται από το φύλο, τη φυλή και τον βαθμό στον οποίο το άτομο έχει αθληθεί. Μόνιμη αύξηση προκαλείται μετά από συχνή προπόνηση ή αγώνα, ειδικά σε ασκήσεις που περιλαμβάνουν βάρη ή αντιστάσεις, ενώ – τέλος – αύξηση του ενζύμου παρατηρείται και σε λήψη ορισμένων φαρμάκων (π.χ. σαλικυλικά και υπολιπιδαιμικά).

Μείωση των επιπέδων της CPK παρατηρείται στις περιπτώσεις της αλκοολικής ηπατίτιδας, της ρευματοειδούς αρθρίτιδας, αλλά και κατά τα πρώτα στάδια της κύησης.


blood-pixabay2.jpg

Η θρομβοκυττάρωση περιγράφεται ως η κατάσταση στην οποία υπάρχει αύξηση του αριθμού των αιμοπεταλίων πέρα από τα φυσιολογικά όρια.

Τα αιμοπετάλια είναι πολύ μικρά κύτταρα τα οποία συντελούν στην πήξη του αίματος. Όταν κάποιο αγγείο σπάσει, κινητοποιείται ο μηχανισμός της αιμόστασης που περιλαμβάνει αγγειόσπασμο, σχηματισμό αιμοπεταλιακού θρόμβου, ενεργοποίηση πολλαπλών ενζύμων και παραγόντων πήξεων του αίματος. Ο σχηματισμός αυτός αποτελεί σημαντικό στάδιο για την ομαλή επίσχεση της αιμορραγίας.

Στην περίπτωση όμως που τα αιμοπετάλια παρουσιάζονται σε επίπεδα μεγαλύτερα των φυσιολογικών, συνωστίζονται και συγκολλούνται με πιθανό αποτέλεσμα μια θρόμβωση στις αρτηρίες. Σε φυσιολογικά επίπεδα η καταμέτρηση των αιμοπεταλίων κυμαίνεται από 150,000 ως 450,000 αιμοπετάλια ανά μικρολίτρο (μ/L) αίματος.

Όσον αφορά την παθογένειά της η θρομβοκυττάρωση διακρίνεται σε πρωτοπαθή και δευτεροπαθή. Η πρωτοπαθής θρομβοκυττάρωση αποτελεί μια διαταραχή του μυελού των οστών, η οποία οδηγεί σε αύξηση του αριθμού των αιμοπεταλίων. Η συχνότητα της είναι σπάνια παρουσιάζοντας υπεροχή στις γυναίκες. Μπορεί να προσβάλει ενηλίκους οποιασδήποτε ηλικίας, ενώ συχνά εκδηλώνεται χωρίς συμπτώματα.

Η αντιμετώπισή της εξαρτάται από το αίτιο που την προκαλεί και τα προβλήματα υγείας που τη συνοδεύουν. Στην περίπτωση της ιδιοπαθούς θρομβοκυττάρωσης μπορεί να χορηγηθούν φάρμακα για την πρόληψη των θρομβωτικών επεισοδίων, αλλά και για την θεραπεία της με παράλληλη μείωση του αριθμού των αιμοπεταλίων.

Η δευτεροπαθής θρομβοκυττάρωση, από την άλλη, είναι αποτέλεσμα ποικίλλων αιματολογικών και μη διαταραχών. Χαρακτηρίζεται συνήθως από ήπια έως μέτρια αύξηση των αιμοπεταλίων και παρατηρείται με μεγαλύτερη συχνότητα στη βρεφική και πρώτη παιδική ηλικία.

Στα αίτιά της περιλαμβάνονται λοιμώξεις, ανοσολογικές διαταραχές, λήψη φαρμάκων (κορτικοστεροειδή), καταστροφή ιστών (χειρουργικές επεμβάσεις, τραύματα), αναιμία, ρευματικά νοσήματα (νεανική ιδιοπαθής αρθρίτιδα) ή και κακοήθειες (λέμφωμα).

Στα παιδιά ως επί το πλείστον είναι καλοήθης κατάσταση και δεν απαιτεί τη χορήγηση αντιθρομβωτικής θεραπείας ακόμη και σε παρουσία υψηλού αριθμού αιμοπεταλίων, εκτός εάν συνυπάρχουν επιπρόσθετοι προθρομβωτικοί παράγοντες. Η θεραπεία στρέφεται προς την κατεύθυνση της πρωτοπαθούς νόσου.


Ebola1.png

8 Οκτωβρίου, 2014 Angelos KlitsasΛοιμώξεις0

Φέτος το Φεβρουάριο ανακοινώθηκε επιδημία ιογενούς αιμορραγικού πυρετού από ιό Έμπολα στη Γουινέα της Δυτικής Αφρικής. Μέχρι τις 25 Σεπτεμβρίου, σύμφωνα με το Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (ΚΕΕΛΠΝΟ), είχαν αναφερθεί  6.263 κρούσματα συμπεριλαμβανομένων 2.917 θανάτων στην ευρύτερη αυτή περιοχή της Αφρικανικής Ηπείρου.

Η πλειονότητα των κρουσμάτων είναι ενήλικες ηλικίας 15 – 59 ετών. Από τον έλεγχο επιβεβαιωμένων εργαστηριακά κρουσμάτων διαπιστώθηκε η  γονιδιακή ομοιότητα του στελέχους σε ποσοστό 98% με το στέλεχος που προκάλεσε την επιδημία από ιό Έμπολα στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό το 2009.

Το ποσοστό θνησιμότητας κυμαίνεται από 25% μέχρι 90% στον άνθρωπο, σύμφωνα με το ΚΕΕΛΠΝΟ.

Μετάδοση του ιού Έμπολα

Ο ιός Έμπολα χαρακτηρίζεται από υψηλή μεταδοτικότητα, ιδιαίτερα κατά την οξεία φάση της νόσου και κυρίως κατά τη διάρκεια αιμορραγικών εκδηλώσεων. Μεταδίδεται από άτομο σε άτομο μέσω στενής επαφής με αίμα, εκκρίσεις, άλλα σωματικά υγρά ή ιστούς ασθενών ή και νεκρών σωμάτων, είτε άμεσα είτε μέσω επαφής με μολυσμένα ιατρικά εργαλεία και αντικείμενα. Μπορεί επίσης να μεταδοθεί μέσω σεξουαλικής επαφής για διάστημα έως και 7 εβδομάδες μετά την ανάρρωση, αλλά και μέσω επαφής με ζώντα ή νεκρά μολυσμένα ζώα (π.χ. νυχτερίδες).

Σημειωτέον ότι η εξάπλωση του ιού Έμπολα μεταξύ των ανθρώπων μέσω αιωρούμενων σταγονιδίων δεν έχει αναφερθεί ποτέ, συνιστάται όμως η χρήση μάσκας σε περίπτωση που ο ασθενής εμφανίζει αναπνευστικά συμπτώματα.

Συμπτώματα

Μέσα σε 2 έως 21 μέρες από τη μόλυνση με τον ιό εκδηλώνονται αιφνίδιος και υψηλός πυρετός, μυαλγία, διάρροια, πονοκέφαλος, κόπωση και πόνος στην κοιλιά. Μπορεί επίσης να υπάρχει δερματικό εξάνθημα, πονόλαιμος και επιπεφυκίτιδα. Εντός 7 ημερών μάλιστα αναπτύσσεται σοκ (καταπληξία), κυρίως εξαιτίας της αιμορραγίας. Ο ασθενής καθίσταται μολυσματικός μόλις εκδηλωθεί ο πυρετός.

Θεραπεία 

Δεν υπάρχουν αποτελεσματικά εμβόλια ή φάρμακα εναντίον των ιών Έμπολα του αιμορραγικού πυρετού και η θεραπεία περιορίζεται σε υποστηρικτικά μέτρα για τη διατήρηση της αρτηριακής πίεσης, της οξυγόνωσης και του ισοζυγίου υγρών και ηλεκτρολυτών.

Όσον αφορά την πρόληψη, το ΚΕΕΛΠΝΟ δημοσίευσε τον ακόλουθο πίνακα πληροφοριών.

Έμπολα


erotisi1.jpg

26 Σεπτεμβρίου, 2014 Angelos KlitsasΛοιμώξεις0

Η οστεομυελίτιδα είναι μια φλεγμονή των οστών και του μυελού, η οποία συνήθως οφείλεται σε λοίμωξη από ποικίλους μικροοργανισμούς και προκύπτει συχνότερα σε μακρά οστά ή στη σπονδυλική στήλη.

Λοίμωξη στα οστά μπορεί να συμβεί μέσω πολλαπλών οδών. Συνήθως τα μικρόβια μεταφέρονται σε αυτό ως αποτέλεσμα αιματογενούς λοίμωξης, μπορεί να  εισβάλλουν από ένα γειτονικό σημείο, όπως ένα έλκος κατάκλισης (που δημιουργείται από εξωτερικά ασκούμενη πίεση στο δέρμα και τους ιστούς) ή ένα μολυσμένο φατνίο (η υποδοχή που δημιουργείται στις σιαγόνες για τα δόντια), ή και μπορεί να παρουσιαστούν στη διάρκεια τραυματισμού ή οστικού χειρουργείου.

Υπάρχει ωστόσο και άλλος τρόπος να προκύψει η οστεομυελίτιδα. Περίπου στους μισούς ασθενείς δεν εντοπίζεται κάποιος οργανισμός. Η γήρανση, ο υποσιτισμός, η περιφερειακή αγγειακή νόσος, οι λοιμώξεις της ουροποιητικής οδού, η δρεπανοκυτταρική αναιμία, οι προσθετικές αρθρώσεις, ο σακχαρώδης διαβήτης και οι λοιμώξεις των μαλακών μορίων αυξάνουν τον κίνδυνό της. Στους προδιαθεσικούς παράγοντες μάλιστα περιλαμβάνονται και τα ανοιχτά κατάγματα, η ανοσολογική ανεπάρκεια, οι κακοήθειες, η φλεβική στάση, η χρόνια υποξία και η χειρουργική ανάταξη καταγμάτων.

Συμπτώματα της οστεομυελίτιδας

Ανάλογα με την ηλικία του ασθενούς ποικίλει και η κλινική εικόνα της οστεομυελίτιδας. Στους ενήλικες οι εκδηλώσεις της μπορεί να είναι ακαθόριστες. Ο πόνος είναι συχνά το κυρίαρχο σύμπτωμα με διάρκεια από έναν ως τρεις μήνες, ενώ ορισμένες φορές περιλαμβάνεται και πυρετός, ρίγος, διόγκωση και ερυθρότητα πάνω από το οστό.

Στα νεογνά οι κλινικές εκδηλώσεις είναι ελάχιστες, καθώς στερείται συμπτωμάτων αλλά και τοπικών ευρημάτων. Στα παιδιά εμφανίζεται με αιφνίδιο πυρετό, οίδημα, ευερεθιστότητα, λήθαργο, πόνο και ελαττωμένη κινητικότητα.

Θεραπεία

Η οστεομυελίτιδα είναι μια σοβαρή πάθηση με κίνδυνο υποτροπών όταν δεν παρέχεται θεραπεία. Ο ασθενής οποιασδήποτε ηλικίας χρήζει παρεντερικής χορήγησης αντιμικροβιακών ουσιών για τουλάχιστον 2 εβδομάδες η οποία συνεχίζεται και από του στόματος. Στους ενήλικες συχνά απαιτείται παράλληλα χειρουργικός καθαρισμός, διάνοιξη και παροχέτευση του αποστήματος.


beach1.jpg

25 Ιουνίου, 2014 Angelos KlitsasΛοιμώξεις0

Ιδιαίτερα συχνά κατά το καλοκαίρι είναι τα λοιμώδη νοσήματα που μεταδίδονται λόγω διαφόρων παραγόντων. Καθώς πολλοί επιλέγουν τη θάλασσα ως προορισμό τη συγκεκριμένη εποχή, θα πρέπει να προσέχουν για ορισμένα πράγματα.

Μεγάλη μερίδα των λοιμωδών νοσημάτων οφείλεται στα μολυσμένα ύδατα. Οι παθογόνοι μικροοργανισμοί συνηθέστερα καταπίνονται με μικροποσότητες μολυσμένου ύδατος ή εισέρχονται από το αυτί, τον κόλπο και λύσεις της συνέχειας του δέρματος. Συμπτώματα όπως πόνος στο αυτί, διάρροια, εξανθήματα,ουρολοιμώξεις αλλά και κολπίτιδες είναι ανάμεσα στα πιο κοινά.

Αρκετοί παθογόνοι μικροοργανισμοί καιροφυλαχτούν επίσης και στις παραλίες. Στην περίπτωση αυτή, οι πύλες εισόδου είναι κυρίως μικροτραυματισμοί του δέρματος, οι οποίοι είναι συχνοί λόγω της συνήθειας των λουόμενων να κυκλοφορούν ξυπόλητοι.

Είναι σημαντικό λοιπόν να τηρούνται ορισμένοι βασικοί κανόνες κατά την κολύμβηση και την παραμονή στην παραλία. Είναι προφανές ότι θα πρέπει να υπάρχει προτίμηση για τις καθαρές θάλασσες. Το νερό δεν θα πρέπει να καταπίνεται, τα αυτιά να προφυλάσσονται από την απευθείας επαφή μαζί του, ενώ αν είναι δύσκολο αυτό αποφύγετε τις βουτιές.

Καθώς η υγρασία ευνοεί τον τοπικό πολλαπλασιασμό μικροβίων, σε περίπτωση που στα αυτιά έχει εγκλωβιστεί νερό, αποφύγετε την τοποθέτηση βάμβακος για απομάκρυνση του ή και άλλων αντικειμένων γιατί μπορεί να επιδεινώσει την κατάσταση.

Αποφύγετε ακόμη το μπάνιο εάν έχετε ανοιχτές πληγές, διάρροια ή είστε άρρωστοι, πλυθείτε πάντα με νερό και σαπούνι μετά την θάλασσα, μην περπατάτε ξυπόλητοι και χρησιμοποιείτε πάντα πετσέτα ή κάποιο κάλυμμα για να καθίσετε στην παραλία.

Αντίστοιχοι κανόνες ισχύουν και στην περίπτωση της πισίνας. Στις πισίνες επιβάλλονται συχνά ντους κάθε φορά που ετοιμάζεστε να μπείτε στην πισίνα και κάθε φορά που βγαίνετε από αυτήν. Συνίστανται τέλος οι παντόφλες για την αποφυγή τουλάχιστον των μυκητιάσεων των ποδιών.


loimoxi1.jpg

30 Απριλίου, 2014 Angelos KlitsasΛοιμώξεις0

Η ηπατίτιδα C είναι μια λοίμωξη που προσβάλλει κυρίως το ήπαρ και οφείλεται στον ιό HCV. Αποτελεί ένα από τα συχνότερα αίτια ηπατικής νόσου παγκοσμίως και συναντάται κυρίως σε άτομα ηλικίας 40-60 ετών.

Η διάγνωσής της τις περισσότερες φορές γίνεται τυχαία, όπως κατά την εξέταση για αιμοδοσία.

Οι άνθρωποι κολλούν ηπατίτιδα C κυρίως μέσω της έκθεσης σε αίμα και σε παράγωγα αίματος, εξαιτίας ενδοφλέβιας χρήσης ναρκωτικών, μη αποστειρωμένου ιατρικού εξοπλισμού και μεταγγίσεων αίματος (μέχρι πριν τις αρχές της δεκαετίας του 90’). Πιο συγκεκριμένα όμως, συνήθεις τρόποι διασποράς του ιού είναι:

  1. Τρύπημα με μολυσμένη βελόνα ή μολυσμένο εργαλείο.
  2. Μεταμόσχευση μολυσμένου οργάνου στο παρελθόν.
  3. Ιατρικές ή παραϊατρικές πράξεις (ενέσεις, τατουάζ, τρύπημα σημείων του σώματος). Η πιθανότητα μετάδοσης στην περίπτωση αυτή είναι αμελητέα, εάν τηρούνται οι κανόνες αποστείρωσης και ορθής νοσηλείας.
  4. Σεξουαλική μετάδοση. Η πιθανότητα του να συμβεί σε σταθερά μονογαμικά ετεροφυλοφιλικά ζευγάρια είναι αρκετά μικρή, αλλά αυξάνεται σε άτομα με πολλαπλούς ερωτικούς συντρόφους ή με ομοφυλοφιλικές επαφές.
  5. Μετάδοση από μητέρα σε παιδί. Η πιθανότητα μετάδοσης στο νεογνό αυξάνεται όταν πρόκειται για μητέρες που έχουν και λοίμωξη με τον ιό του AIDS.

Πώς εξελίσσεται

Ο χρόνος επώασης της οξείας ηπατίτιδας C (δηλαδή ο χρόνος από τη στιγμή της μόλυνσης μέχρι τη στιγμή της εκδήλωσης συμπτωμάτων) είναι 30-90 ημέρες. Η πλειοψηφία των ασθενών με οξεία ηπατίτιδα C δεν έχουν κανένα σύμπτωμα, αλλά δυστυχώς οι περισσότεροι ασθενείς δεν κατορθώνουν να αποβάλλουν τον ιό και αναπτύσσουν στη συνέχεια χρόνια ηπατίτιδα C.

Σχετικά με τα συμπτώματα

Η ηπατίτιδα C δεν παρουσιάζει κάποια συμπτώματα, ωστόσο η χρόνια λοίμωξη μπορεί να προκαλέσει ουλές στο ήπαρ και να οδηγήσει μετά από χρόνια σε κίρρωση. Σε ορισμένες περιπτώσεις οι άνθρωποι που εμφανίζουν κίρρωση, παρουσιάζουν επίσης ηπατική ανεπάρκεια, καρκίνο του ήπατος ή πολύ διογκωμένες φλέβες στον οισοφάγο και στο στομάχι, οι οποίες μπορούν να οδηγήσουν σε αιμορραγία, ή και στον θάνατο.

Κάποια συμπτώματα όμως μπορεί να εμφανιστούν στην περίπτωση της οξείας ηπατίτιδας, λίγες εβδομάδες έως 2-3 μήνες από την είσοδο του ιού στο σώμα. Τα συμπτώματα αυτά είναι:

  1. Έντονη αδυναμία, καταβολή, ανορεξία, εμετοί, διάρροιες
  2. Μυαλγίες, αρθραλγίες, πονοκέφαλος
  3. Αποστροφή στο κάπνισμα
  4. Ίκτερος (κιτρίνισμα), σκούρα ούρα (σαν κονιάκ), αποχρωματισμός των κοπράνων (σαν στόκος)
  5. Αίσθημα βάρους και ενοχλήσεις στο δεξιό πάνω τμήμα της κοιλιάς

Θεραπεία

Η αντιμετώπιση του ιού HCV γίνεται συνήθως με τις ουσίες πεγκιντερφερόνη και ριμπαβιρίνη, με σημαντικό ποσοστό των ανθρώπων που ακολουθούν φαρμακευτική αγωγή να θεραπεύονται. Εκείνοι όμως που αναπτύσσουν κίρρωση ή καρκίνο του ήπατος, είναι πιθανό να χρειαστούν μεταμόσχευση ήπατος, ενώ υπάρχει το ενδεχόμενο ο ιός να επανεμφανιστεί και μετά από αυτήν.

Τα τελευταία χρόνια πάντως, η αποτελεσματικότητα της θεραπείας για την ηπατίτιδα C έχει βελτιωθεί σημαντικά. Σημειωτέον ότι τα φάρμακα που χορηγούνται για θεραπεία της ηπατίτιδας C, παρουσιάζουν συχνά παρενέργειες και γι’ αυτό όσοι υποβάλλονται σε θεραπεία θα πρέπει να βρίσκονται υπό στενή παρακολούθηση από γιατρούς εξοικειωμένους με τα φάρμακα αυτά. Επιπλέον, η συμμόρφωση των ασθενών στη θεραπεία είναι ιδιαίτερα σημαντική για την τελική επιτυχία.

Πρόληψη

Οι περισσότεροι ασθενείς με ηπατίτιδα C δυστυχώς δεν έχουν ακόμη ανιχνευθεί. Γι’ αυτό επιβάλλεται να τηρούνται από όλους γενικά μέτρα πρόληψης:

  1. Όλοι οι ασθενείς με ηπατίτιδα C δεν πρέπει να χρησιμοποιούν από άλλους ούτε να δίνουν σε άλλους αντικείμενα που μπορεί να έλθουν σε επαφή με το αίμα τους, όπως ξυραφάκια, οδοντόβουρτσες, νυχοκόπτες, αποτριχωτικές συσκευές, κλπ.
  2. Η χλωρίνη αποτελεί το καλύτερο μέσο για καθαρισμό απολύμανση αντικειμένων κοινής χρήσης που έρχονται σε επαφή με αίμα ασθενούς με ηπατίτιδα C.
  3. Ασθενείς με ηπατίτιδα C και έναν μόνιμο ερωτικό σύντροφο δεν χρειάζεται να χρησιμοποιούν υποχρεωτικά προφυλακτικό, αλλά θα πρέπει να συμβουλεύονται ότι τα προφυλακτικά μπορεί να ελαττώνουν τον κίνδυνο μετάδοσης του ιού. Τα προφυλακτικά όμως είναι απολύτως απαραίτητα για ασθενείς με ηπατίτιδα C και πολλαπλούς ερωτικούς συντρόφους, βραχυχρόνιες ερωτικές σχέσεις ή ομοφυλοφιλικές επαφές.

erotisi1.jpg

23 Απριλίου, 2014 Angelos KlitsasΛοιμώξεις0

Με αφορμή πρόσφατο κρούσμα από τον κοροναϊό MERS στην Ελλάδα, παραθέτω τα στοιχεία που έχουν δώσει στη δημοσιότητα οι επιστήμονες του Κέντρου Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (ΚΕΕΛΠΝΟ).

Πρόκειται για ένα νέο στέλεχος της οικογένειας των κοροναϊών, που δεν είχε προηγουμένως αναγνωριστεί ως παθογόνο για τον άνθρωπο.

Οι κοροναϊοί είναι μία μεγάλη οικογένεια ιών που περιλαμβάνει τόσο τους ιούς που προκαλούν το κοινό κρυολόγημα, όσο και αυτόν που προκαλεί το SARS – μια ασθένεια του αναπνευστικού.

Παρόλα αυτά, ο νέος αυτός ιός δεν έχει άμεση συγγένεια με κανέναν από τους υπόλοιπους γνωστούς κοροναϊούς. 

Συμπτώματα

Τα μέχρι σήμερα επιβεβαιωμένα κρούσματα της νόσου εμφανίζουν οξεία λοίμωξη του αναπνευστικού με πυρετό, βήχα, δύσπνοια και δυσκολία στην αναπνοή.

Με βάση την υπάρχουσα κλινική εμπειρία, η λοίμωξη από το νέο κοροναϊό εμφανίζεται ως πνευμονία, ενώ σε μερικές περιπτώσεις έχει οδηγήσει σε νεφρική ανεπάρκεια ή και θάνατο.

Τα παραπάνω συμπτώματα και σημεία της νόσου όμως βασίζονται στη μελέτη πολύ περιορισμένου αριθμού κρουσμάτων και ενδέχεται να αλλάξουν όταν θα είναι διαθέσιμες περισσότερες πληροφορίες.

Πώς μεταδίδεται

Λόγω του περιορισμένου μέχρι σήμερα αριθμού των κρουσμάτων, δεν υπάρχουν ακόμα αρκετές πληροφορίες όσον αφορά την πιθανή πηγή έκθεσης, τον τρόπο μετάδοσης, το κλινικό φάσμα της λοίμωξης και τη διάρκεια της περιόδου επώασης.

Θεραπεία

Καθώς δεν υπάρχει ειδική θεραπεία για τη νόσο που προκαλείται από το νέο κοροναϊό, οι προσεγγίσεις προς το παρόν στοχεύουν στην αντιμετώπιση των συμπτωμάτων, ενώ η υποστηρικτική αγωγή των κρουσμάτων μπορεί να είναι ιδιαίτερα αποτελεσματική.

Πώς να προστατευθείτε

Όπως προαναφέρθηκε, ο ακριβής τρόπος μετάδοσης δεν είναι ακόμα γνωστός.

Συνιστώνται λοιπόν τα μέτρα προφύλαξης που ισχύουν και για τις άλλες ιογενείς λοιμώξεις του αναπνευστικού, δηλαδή η αποφυγή στενής επαφής με άτομα που παρουσιάζουν τα συμπτώματα της νόσου (βήχας, φτέρνισμα) και έχουν πρόσφατα ταξιδέψει σε περιοχές υψηλού κινδύνου.

Επίσης, συνίσταται η τήρηση των κανόνων υγιεινής των χεριών και των κανόνων αναπνευστικής υγιεινής.

Υγιεινή χεριών:

Πλένετε τα χέρια σας συχνά, ιδιαίτερα όταν είναι λερωμένα και όταν φροντίζετε στο σπίτι κάποιον που είναι ασθενής. Η υγιεινή των χεριών προλαμβάνει επίσης τη μετάδοση λοιμώξεων σε σας (μέσω αγγίγματος μολυσμένων επιφανειών) και προκειμένου για τα νοσοκομεία τη μετάδοση λοιμώξεων σε ασθενείς, επαγγελματίες υγείας και άλλους. 

Πλένετε τα χέρια σας με σαπούνι και άφθονο νερό όταν είναι εμφανώς λερωμένα. Εάν δεν είναι εμφανώς λερωμένα, μπορείτε να τα πλύνετε με σαπούνι και νερό ή να χρησιμοποιήστε καθαριστικά χειρών βασισμένα στο οινόπνευμα. 

Υγιεινή του Αναπνευστικού:

Καλύψτε το στόμα και τη μύτη σας με ιατρική μάσκα, μαντήλι, το μανίκι σας ή τον λυγισμένο αγκώνα σας όταν βήχετε ή φταρνίζεστε. Πετάξτε το χρησιμοποιημένο μαντήλι σε κλειστό κάδο αμέσως μετά τη χρήση.

Εφαρμόστε τα μέτρα υγιεινής των χεριών μετά από κάθε επαφή με εκκρίματα του αναπνευστικού. 




ΕΝΗΜΕΡΩΜΕΝΟΣ ΑΣΘΕΝΗΣ ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΥΓΕΙΑ





ΕΝΗΜΕΡΩΜΕΝΟΣ ΑΣΘΕΝΗΣ, ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΥΓΕΙΑ






Copyright by Yourdoc.gr 2025. All rights reserved.





Copyright by Yourdoc.gr 2025. All rights reserved.