Δεδομένου ότι η πρόληψη του εγκεφαλικού επεισοδίου δεν είναι απόλυτα εφικτή, σε συνεργασία με τον γιατρό του ο ασθενής μπορεί να ελέγξει ή να θεραπεύσει κάποιους παράγοντες κινδύνου που το προκαλούν. Οι περισσότεροι μπορούν να βελτιωθούν με σωστή διατροφή και σωματική άσκηση, ενώ άλλοι και με φαρμακευτική αγωγή.
- Κάπνισμα
- Υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ
- Σωματική αδράνεια και παχυσαρκία
- Χρήση ναρκωτικών ουσιών
- Σακχαρώδης Διαβήτης
- Νόσος των καρωτίδων ή στεφανιαία νόσος
- Κολπική Μαρμαρυγή
- Παροδικά ισχαιμικά επεισόδια
- Ορισμένες διαταραχές του αίματος
- Υψηλή χοληστερόλη στο αίμα
- Υψηλή αρτηριακή υπέρταση
Ο καλύτερος σύμμαχός στην πρόληψη του εγκεφαλικού επεισοδίου είναι η γνώση. Ο ασθενής καλείται να συζητήσει με τον γιατρό του και να διερευνήσει εάν κινδυνεύει από κάποιον από τους παραπάνω παράγοντες κινδύνου.
Κάπνισμα
Το κάπνισμα θέτει τον καθένα σε μεγαλύτερο κίνδυνο για εγκεφαλικό επεισόδιο. Επίσης το ίδιο συμβαίνει και με την έκθεση στο παθητικό κάπνισμα, ενώ ακόμη πιο αυξημένο κίνδυνο αντιμετωπίζουν οι γυναίκες που λαμβάνουν αντισυλληπτικά χάπια και καπνίζουν. Ο κίνδυνος για εγκεφαλικό επεισόδιο μειώνεται σημαντικά σε άτομα που δεν καπνίζουν και δεν εκθέτονται σε αυτό.
Υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ
Η κατανάλωση περισσότερο του ενός ποτηριού αλκοόλ την ημέρα για τις γυναίκες και περισσότερο των δύο ποτηριών αλκοόλ την ημέρα για τους άνδρες, μπορεί να αυξήσει την αρτηριακή πίεση και να προκαλέσει εγκεφαλικό επεισόδιο.
Σωματική αδράνεια και παχυσαρκία
Τριάντα λεπτά ή και περισσότερο σωματικής δραστηριότητας τις περισσότερες, αν όχι όλες τις ημέρες της εβδομάδας συνίσταται ανεπιφύλακτα. Η αδράνεια και το υπερβολικό βάρος αυξάνουν τον κίνδυνο για υψηλή αρτηριακή πίεση, υψηλή χοληστερόλη, σακχαρώδη διαβήτη, στεφανιαία νόσο και εγκεφαλικό επεισόδιο. Η συστηματική σωματική δραστηριότητα μειώνει τον κίνδυνο για καρδιακή προσβολή, στεφανιαία νόσο και εγκεφαλικό επεισόδιο.
Ναρκωτικές ουσίες
Η ενδοφλέβια χρήση ναρκωτικών ενέχει υψηλό κίνδυνο για εγκεφαλικό επεισόδιο. Η χρήση κοκαΐνης έχει επίσης συνδεθεί με εγκεφαλικά επεισόδια και καρδιακή προσβολή. Ακόμα και η πρώτη φορά μπορεί να αποβεί μοιραία.
Σακχαρώδης Διαβήτης
Θεωρείται ότι κάποιος πάσχει από σακχαρώδη διαβήτη όταν το επίπεδο του σακχάρου του στο αίμα είναι πάνω από 126 mg/dL σε μέτρηση πριν το φαγητό (σάκχαρο νηστείας) για τουλάχιστον δύο συνεχόμενες μετρήσεις. Παρόλο που το σάκχαρο μπορεί να ελεγχθεί, ο κίνδυνος για εγκεφαλικό επεισόδιο αυξάνεται. Δυστυχώς τα ποσοστά των ατόμων με διαβήτη δεν είναι μικρά.
Νόσος των καρωτίδων
Οι καρωτίδες αρτηρίες τροφοδοτούν με αίμα τον εγκέφαλο. Αν η καρωτιδική αρτηρία παρουσιάσει στενώσεις από εναπόθεση λίπους, με το πέρασμα ενός θρόμβου μπορεί να κλείσει τελείως.
Περιφερική αρτηριοπάθεια είναι ο όρος για τη στένωση των αιμοφόρων αγγείων που μεταφέρουν το αίμα στους μυς των ποδιών και των χεριών. Η περιφερική αρτηριοπάθεια εκθέτει τον ασθενή σε υψηλότερο κίνδυνο για νόσο των καρωτίδων, η οποία καθιστά την πρόληψη του εγκεφαλικού επεισοδίου πιο δύσκολη.
Κολπική μαρμαρυγή
Στην κολπική μαρμαρυγή οι κοιλότητες της καρδιάς που ονομάζονται κόλποι δε συστέλλονται αποτελεσματικά. Αυτό αφήνει το αίμα να λιμνάσει με αποτέλεσμα να δημιουργείται θρόμβος, αυξάνοντας τον κίνδυνο για εγκεφαλικό επεισόδιο. Εάν ο θρόμβος προχωρήσει και μπει στο κυκλοφορικό, μπορεί να φτάσει στον εγκέφαλο (εγκεφαλικό επεισόδιο).
Παροδικό ισχαιμικό επεισόδιο
Το παροδικό ισχαιμικό επεισόδιο μπορεί να έχει τα συμπτώματα του εγκεφαλικού επεισοδίου, χωρίς όμως τις μόνιμες βλάβες. Γενικότερα θεωρείται ως προάγγελος του εγκεφαλικού επεισοδίου. Ο ασθενής θα πρέπει να καλέσει άμεσα ιατρική βοήθεια και να μάθει ποια είναι τα προειδοποιητικά σημάδια του εγκεφαλικού επεισοδίου και του εμφράγματος του μυοκαρδίου.
Διαταραχές του αίματος
Ο υψηλός αριθμός ερυθρών αιμοσφαιρίων πολλές φορές ευθύνεται για τη δημιουργία θρόμβων, αυξάνοντας τον κίνδυνο του εγκεφαλικού επεισοδίου. Το πρόβλημα αυτό συνήθως αντιμετωπίζεται με την αφαίρεση των θρόμβων ή με την χορήγηση αντιπηκτικών.
Η δρεπανοκυτταρική αναιμία είναι μια γενετική διαταραχή που πλήττει κυρίως τους Αφρο-Αμερικανούς στην παιδική ηλικία. Στην πάθηση αυτή τα ερυθρά αιμοσφαίρια είναι λιγότερο ικανά να μεταφέρουν οξυγόνο στους ιστούς και τα όργανα του σώματος. Επίσης, έχουν την τάση να προσκολλώνται στα τοιχώματα των αιμοφόρων αγγείων με αποτέλεσμα να φράζουν τις αρτηρίες προς τον εγκέφαλο και να προκαλείται εγκεφαλικό επεισόδιο.
Υψηλή χοληστερόλη
Τα υψηλά επίπεδα της ολικής χοληστερόλης είναι σημαντικός παράγοντας κινδύνου για στεφανιαία νόσο, η οποία αυξάνει τον κίνδυνο για εγκεφαλικό επεισόδιο.
Τα υψηλά επίπεδα της LDL (κακής) χοληστερόλης και των τριλγυκεριδίων μπορούν να αυξήσουν τον κίνδυνο για εγκεφαλικό επεισόδιο στα άτομα με στεφανιαία νόσο, ισχαιμικό αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο ή παροδικό ισχαιμικό επεισόδιο.
Το υψηλό επίπεδο της HDL (καλής) χοληστερόλης μειώνει τον κίνδυνο στεφανιαίας νόσου και εγκεφαλικού επεισοδίου. Το χαμηλό επίπεδο της HDL χοληστερόλης αυξάνει τον κίνδυνο στεφανιαίας νόσου και του εγκεφαλικού επεισοδίου.
Ο ασθενής συνίσταται να κάνει εξετάσεις και να γνωρίζει τα επίπεδα της χοληστερόλης του.
Τα άτομα που έχουν περάσει ισχαιμικό εγκεφαλικό επεισόδιο ή καρδιακή προσβολή (ή βρίσκονται σε υψηλό κίνδυνο) πρέπει να συμβουλεύονται τον ιατρό τους και να κρατούν τα επίπεδα της LDL χοληστερόλης κάτω από 100, και τα άτομα με πολύ υψηλό κίνδυνο κάτω απο70. Εάν τα αποτελέσματα είναι οριακά ή πάνω από το επίπεδο του φυσιολογικού, ο ασθενής θα πρέπει να συνεργαστεί τον γιατρό του, προκειμένου να μειώσει τον κίνδυνο για στεφανιαία νόσο και εγκεφαλικό επεισόδιο.
Υψηλή αρτηριακή πίεση
Η υψηλή αρτηριακή πίεση είναι ένας από τους κυριότερους παράγοντες κινδύνου για εγκεφαλικό επεισόδιο. Πολλές φορές γίνεται αναφορά σε αυτήν με τον όρο «σιωπηλός δολοφόνος», καθώς τις περισσότερες φορές το άτομο δεν παρουσιάζει συμπτώματα.
Συνίσταται γενικότερα ο έλεγχος της αρτηριακής πίεσης τουλάχιστον μια φορά κάθε δύο χρόνια, και πολύ περισσότερο εάν υπάρχει οικογενειακό ιστορικό υψηλής αρτηριακής υπέρτασης, εγκεφαλικού επεισοδίου και καρδιακής προσβολής. Εάν οι τιμές βρίσκονται στο όριο ή σε υψηλά επίπεδα τότε θα πρέπει να υπάρξει συνεργασία με τον γιατρό προκειμένου να μειωθούν. Μπορεί να χρειαστεί φαρμακευτική αγωγή, ενώ σε περίπτωση που παρουσιαστούν κάποιες παρενέργειες θα πρέπει να ενημερωθεί ο γιατρός πριν γίνει καμία αλλαγή ή σταματήσει η αγωγή.
Leave a Reply