Blog

Diabetes-letters.jpg

6 Νοεμβρίου, 2017 Angelos KlitsasΔιαβήτης0

Ο σακχαρώδης διαβήτης είναι ένα χρόνιο μεταβολικό νόσημα το οποίο χαρακτηρίζεται από υψηλές τιμές γλυκόζης στο αίμα —το απλό σάκχαρο που δίνει ενέργεια στα κύτταρα του ανθρώπινου οργανισμού. Αναπτύσσεται όταν ο οργανισμός δεν παράγει ή δεν χρησιμοποιεί αποτελεσματικά μια ορμόνη που ονομάζεται ινσουλίνη, η οποία βοηθά στην απομάκρυνση του πλεονάσματος γλυκόζης από το αίμα.

Η υπογλυκαιμία είναι ένα από τα προβλήματα που μπορεί να αντιμετωπίζει στην καθημερινότητά του το άτομο με σακχαρώδη διαβήτη. Συμβαίνει όταν τα επίπεδα του σακχάρου στο αίμα μειώνονται κάτω από τα φυσιολογικά επίπεδα (συνήθως κάτω από 70 mg/dl) και εμφανίζεται σε άτομα που λαμβάνουν θεραπεία με ινσουλίνη ή αντιδιαβητικά φάρμακα.

Οι περιπτώσεις στις οποίες η υπογλυκαιμία εμφανίζεται συχνότερα, είναι όταν:

– Το άτομο παραλείψει ή καθυστερήσει κάποιο από τα γεύματα της ημέρας ή η ποσότητα του φαγητού του είναι λιγότερη από το συνηθισμένο.
– Καταναλώσει αλκοόλ, ακόμη και σε μέτρια ποσότητα.
– Κάνει έντονη άσκηση, χωρίς να ελαττώσει τη δόση της ινσουλίνης ή να αυξήσει την ποσότητα του φαγητού.
– Για οποιονδήποτε λόγο κάνει περισσότερη ινσουλίνη απ’ ό,τι χρειάζεται ή παίρνει μεγαλύτερη δόση αντιδιαβητικών δισκίων.

Συμπτώματα

Στα πιο κοινά συμπτώματα της υπογλυκαιμίας, τα οποία μπορεί να ποικίλουν από άτομο σε άτομο, περιλαμβάνονται η πείνα, εφίδρωση, πονοκέφαλος, ζάλη, θολή όραση, τρέμουλο, ναυτία, ταχυκαρδία, υπνηλία, έλλειψη συγκέντρωσης, νευρικότητα, συμπεριφορά μεθυσμένου, αδυναμία και ξαφνική κούραση.

Ορισμένα άτομα με σακχαρώδη διαβήτη αισθάνονται κάποια από τα συμπτώματα της υπογλυκαιμίας, όταν το σάκχαρό τους είναι σε υψηλότερα επίπεδα από τα 70 mg/dl. Συνήθως έχουν υψηλές τιμές σακχάρου για μεγάλα χρονικά διαστήματα και αρχίζουν να νιώθουν άσχημα όταν το σάκχαρό τους είναι κοντά στα 100 mg/dl. Η καλύτερη ρύθμιση του σακχάρου θα βοηθήσει τα άτομα αυτά να νιώθουν τα συμπτώματα της υπογλυκαιμίας σε χαμηλότερες τιμές σακχάρου.

Ανεπίγνωστη υπογλυκαιμία

Ανεπίγνωστη υπογλυκαιμία είναι η κατάσταση εκείνη κατά την οποία ένα άτομο έχει χαμηλό σάκχαρο, αλλά δεν το αντιλαμβάνεται. Από τη στιγμή που η υπογλυκαιμία δεν γίνεται αντιληπτή, δεν γίνεται προσπάθεια για να διορθωθεί, η κατάσταση εξελίσσεται και επιδεινώνεται και είναι πολύ πιθανό να καταλήξει σε κώμα.

Αυτού του είδους η υπογλυκαιμία συμβαίνει συνήθως σε ινσουλινοθεραπευόμενα άτομα που έχουν αυστηρούς στόχους. Επίσης, η ανεπίγνωστη υπογλυκαιμία συμβαίνει συχνότερα σε άτομα με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 1 που έχουν τη νόσο αρκετό καιρό και εκδηλώνουν συχνά υπογλυκαιμίες.

Το άτομο θα πρέπει να συμβουλευτεί τον γιατρό του όταν δεν καταλαβαίνει τις υπογλυκαιμίες ή με την πάροδο του χρόνου γίνονται λιγότερο αντιληπτές και σε χαμηλότερες τιμές σακχάρου στο αίμα.

Νυχτερινή υπογλυκαιμία

Η νυχτερινή υπογλυκαιμία συμβαίνει κατά τη διάρκεια του ύπνου και συχνά δεν γίνεται αντιληπτή. Το άτομο στην περίπτωση αυτή μπορεί να ξυπνήσει με έντονο πονοκέφαλο και ιδρώτα, ενώ ο ύπνος του μπορεί να ήταν ανήσυχος και με εφιάλτες. Το επόμενο πρωί μάλιστα μπορεί να δει πολύ υψηλό σάκχαρο ως αποτέλεσμα της νυχτερινής υπογλυκαιμίας.

Πρόληψη

Ο καλύτερος τρόπος πρόληψης των υπογλυκαιμιών είναι ο συχνός έλεγχος των επιπέδων σακχάρου, αλλά και η σωστή προετοιμασία για την αντιμετώπισή τους. Ο συχνός έλεγχος του σακχάρου είναι απαραίτητος ιδιαίτερα σε άτομα που έχουν χάσει βάρος ή είναι σε σχήματα εντατικής ινσουλινοθεραπείας και έχουν αυστηρούς στόχους ρύθμισης ή ασκούνται έντονα και τακτικά.

Επίσης, σημαντικό είναι το άτομο να ακολουθεί ένα σταθερό πρόγραμμα διατροφής και άσκησης και να προσαρμόζει κατάλληλα τη διατροφή και τη δόση της ινσουλίνης ή των δισκίων τις ημέρες που προβλέπεται έντονη σωματική κόπωση, σε συνεννόηση πάντα με τον γιατρό.

Photo credit: PracticalCures via Foter.com / CC BY


OLD91Y0.jpg

Πολυπαραγοντικός και συχνότερος από ποτέ, ο σακχαρώδης διαβήτης σήμερα συνδέεται με μία σειρά από κοινωνικούς, οικονομικούς, διατροφολογικούς και γονιδιακούς παράγοντες, ο καθένας εκ των οποίων παίζει καθοριστικό ρόλο για τον τρόπο με τον οποίο θα πρέπει να γίνει η θεραπευτική προσέγγιση ανά πάσχοντα.

Με ποιόν τρόπο όμως τρόπος ζωής και γενετικοί παράγοντες αλληλοεπιδρούν μεταξύ τους, δημιουργώντας εκείνον τον μηχανισμό που τελικά οδηγεί σε εμφάνιση σακχαρώδους διαβήτη; Την απάντηση προσπάθησαν να δώσουν σε σχετική ανασκόπηση που δημοσιεύεται στο περιοδικό Science, ο καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, Mark McCarthy και ο καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Lund, στη Σουηδία, Paul Franks.

Ξεκινώντας λοιπόν από τους περιβαλλοντικούς παράγοντες, οι ερευνητές αναφέρουν πως πρόκειται για ένα στοιχείο που διαταράσσει τις κυτταρικές και φυσιολογικές διαδικασίες του οργανισμού, μέσα από την ενεργή, και αντιδραστική, διαμόρφωση του γονιδιώματος. Γι΄ αυτό -και παρότι δεν γνωρίζουμε επακριβώς τον μηχανισμό με τον οποίο δρουν- ξέρουμε πλέον πως κατέχουν ρόλο κλειδί στην προδιάθεση κάποιου να εμφανίσει παθήσεις όπως ο διαβήτης τύπου 2.

Επιπλέον, έχει αποδειχθεί ότι ορισμένες επιγονιδιωματικές αλλαγές, όπως η μεθυλίωση του DNA και οι τροποποιήσεις των ιστονών εμπλέκονται στην διαδικασία εμφάνισης διαβήτη καθώς επηρεάζουν τους τρόπους με τους οποίους τα γονίδια μεταγράφονται και μεταφράζονται σε πρωτεΐνες.

Προηγούμενες μελέτες, επίσης, έχουν ασχοληθεί με τον ρόλο της διατροφής μας και για το ποια διατροφικά μοντέλα θα μπορούσαν να μειώσουν τον κίνδυνο εκδήλωσης διαβήτη τύπου 2. Ωστόσο ακόμη και τώρα, όπως επισημαίνουν οι δύο επιστήμονες, δεν υπάρχουν σαφή στοιχεία από επιδημιολογικές ή κλινικές έρευνες που θα μας επέτρεπαν να αναδείξουμε κάποιο πρόγραμμα διατροφής ως άριστο, σε μακροχρόνια βάση, τόσο για απώλεια βάρους όσο και για τη μείωση του κινδύνου εμφάνισης διαβήτη. Επισημαίνουν πάντως πως η ευρέως διαδεδομένη άποψη ότι η βιταμίνη D μπορεί να ελαττώσει τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα είναι μάλλον απίθανο να είναι ακριβής.

Τα τελευταία χρόνια πάντως έντονο ενδιαφέρον έχει προκληθεί και γύρω από τον ρόλο του μικροβιόματος του εντέρου και πως αυτό μπορεί να συμβάλλει στην ανάπτυξη παχυσαρκίας και διαβήτη τύπου 2.

“Αρκετές μελέτες έχουν εντοπίσει διαφορές στην σύνθεση του εντερικού μικροβιόματος μεταξύ των υγιών ατόμων και αυτών με διαβήτη τύπου 2, αλλά τα αίτια και τα αποτελέσματα παραμένουν ασαφή” αναφέρει ο Mark McCarthy, προσθέτοντας παράλληλα ότι από το μικροσκόπιο των ειδικών δεν έχει εξαιρεθεί ούτε η παράμετρος που αφορά στο χαμηλό ή υψηλό βάρος με το οποίο γεννιούνται τα παιδιά.

Σε κάθε περίπτωση πάντως μεγαλύτερη πρόκληση αυτή τη στιγμή παραμένει το να έρθουμε πιο κοντά στην μηχανιστική κατανόηση του γιατί εμφανίζεται ο διαβήτης τύπου 2 και η παχυσαρκία, αλλά και για ποιον λόγο έχουν γίνει τόσο κοινές παθήσεις τα τελευταία 40-50 χρόνια. Κι αυτό διότι μπορεί να κατηγορούμε τον δυτικό τρόπο ζωής, αλλά οι συγκεκριμένες συνιστώσες της σύγχρονης ζωής που οδηγούν στην προδιάθεση των νόσων αυτών δεν έχουν ταυτοποιηθεί ακόμη και σήμερα.

Πηγή: kalikardia.gr

Photo credit: Freepik


Pregnant-Pixabay1.jpg

Ο διαβήτης της κύησης είναι μια μορφή διαβήτη που εμφανίζεται κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, συνήθως στο δεύτερο τρίμηνο. Κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης ο πλακούντας παράγει ορμόνες που βοηθούν το έμβρυο να μεγαλώσει. Οι ορμόνες αυτές κάνουν πιο δύσκολη τη δράση της ινσουλίνης στο σώμα με αποτέλεσμα να αυξάνονται τα επίπεδα της γλυκόζης (του σακχάρου) στο αίμα.

Ο σακχαρώδης διαβήτης είναι μια πάθηση όπου το σώμα δεν είναι σε θέση να χρησιμοποιήσει αποτελεσματικά τη γλυκόζη που λαμβάνουμε από τα τρόφιμα για τη μετατροπή της σε ενέργεια. Χαρακτηρίζεται από αύξηση της συγκέντρωσης του σακχάρου στο αίμα (υπεργλυκαιμία) και διαταραχή του μεταβολισμού της γλυκόζης, είτε ως αποτέλεσμα ελαττωμένης έκκρισης της ινσουλίνης από το πάγκρεας, είτε λόγω ελάττωσης της ευαισθησίας των κυττάρων του σώματος στην ινσουλίνη.

Η εγκυμοσύνη είναι η πρώτη όψη της διαβητικής ζωής όπου έχει αποδειχθεί χωρίς καμιά αμφιβολία πως η κακή ρύθμιση κατά τη σύλληψη και τη διάρκειά της, συνοδεύεται από πολλές επιπλοκές για τη μητέρα και το παιδί, οι οποίες όμως μπορούν να προληφθούν με την καλή ρύθμιση.

Η υγεία της εγκύου που παρουσιάζει διαβήτη και του παιδιού εξαρτώνται από τη ρύθμιση του διαβήτη κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Εάν αυτή είναι άριστη, πράγμα όχι δύσκολο, από τη στιγμή της σύλληψης μέχρι τον τοκετό οι κίνδυνοι για τη μητέρα και το παιδί δεν είναι μεγαλύτεροι απ’ αυτούς που παρατηρούνται στις εγκύους που δεν έχουν σακχαρώδη διαβήτη.

Παράγοντες κινδύνου

Ο διαβήτης της εγκυμοσύνης είναι συχνός και προκύπτει στο 4-8% των κυήσεων. Αυξημένο κίνδυνο (σε ποσοστό έως και 14%) έχουν οι εξής περιπτώσεις:

  1. Ηλικία άνω των 25 και ιδιαίτερα άνω των 35 ετών
  2. Παχυσαρκία ή υπέρβαρο προ κύησης. Οι παχύσαρκες γυναίκες έχουν 4πλάσιο κίνδυνο ανάπτυξης διαβήτη κύησης, ενώ σε εκείνες με Δείκτη Μάζας Σώματος  >40 είναι 9πλάσιος.
  3. Υπερβολική αύξηση βάρους κατά τη διάρκεια της κύησης
  4. Ιστορικό προηγούμενης κύησης με διαβήτη. Στις γυναίκες αυτές ο κίνδυνος αυξάνεται σε 30-80% σε επόμενη κύηση.
  5. Ιστορικό προδιαβήτη/αντίστασης στην ινσουλίνη
  6. Ιστορικό κύησης με νεογνό άνω των 4 κιλών
  7. Ιστορικό ανεξήγητου εμβρυϊκού θανάτου
  8. Σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών
  9. Οικογενειακό ιστορικό σακχαρώδους διαβήτη (1ου βαθμού συγγένεια) ή διαβήτη κύησης
  10. Φυλή (λατίνοι, αφροαμερικάνοι)

Διάγνωση

Οι περισσότερες γυναίκες δεν εμφανίζουν κανένα σύμπτωμα εκτός αν το σάκχαρο ανέβει αρκετά. Στην περίπτωση αυτή μπορεί να προκαλέσει συμπτώματα όπως αυξημένη δίψα, μεγάλη κόπωση, συχνοουρία, αλλαγή στην όραση, συχνές ουρολοιμώξεις ή κολπίτιδες.

Προληπτικά όλες οι έγκυες γυναίκες πρέπει να ελέγξουν το σάκχαρο τους μόλις επιβεβαιωθεί η εγκυμοσύνη. Αν το σάκχαρο νηστείας είναι φυσιολογικό στο πρώτο τρίμηνο, ο επόμενος έλεγχος γίνεται μεταξύ της 24ης και 28ης εβδομάδας της κύησης.

Το τεστ με το οποίο γίνεται η διάγνωση λέγεται «καμπύλη σακχάρου» (δοκιμασία γλυκόζης) γιατί αφορά την μέτρηση του σακχάρου πριν και μετά την πόση ενός υγρού με μεγάλη περιεκτικότητα σε ζάχαρη.

Σημειώνεται ότι οι γυναίκες που είναι παχύσαρκες, είχαν διαβήτη της κύησης σε προηγούμενη εγκυμοσύνη ή έχουν οικογενειακό ιστορικό σακχαρώδους διαβήτη αποτελούν εξαίρεση. Εκείνες θα πρέπει να ελέγχονται από την πρώτη επίσκεψη (πριν τη 12η εβδομάδα).

Αντιμετώπιση

Η αντιμετώπιση του διαβήτη κατά την εγκυμοσύνη περιλαμβάνει τα εξής:

  1. Διατροφή με ελεγχόμενη ποσότητα υδατανθράκων
  2. Καθημερινή άσκηση. Ακόμη και 20 λεπτά περπάτημα μετά από κάθε γεύμα μπορεί να βοηθήσουν σημαντικά στην ελάττωση των επίπεδων του σακχάρου.
  3. Έλεγχος του σακχάρου 4 φορές την ημέρα, κάθε πρωί και μια ώρα μετά από κάθε γεύμα. Τις τιμές αυτές πρέπει να τις γνωρίζει ο γιατρός για αυτό είναι σημαντικό να σημειώνονται.
  4. Έλεγχος κετόνων στα ούρα με ειδικές ταινίες τουλάχιστον 2 φορές την εβδομάδα
  5. Συχνή παρακολούθηση των επιπέδων του σακχάρου σε συνεργασία με τον γιατρό. Στην περίπτωση που η διατροφή και η άσκηση δεν αρκούν μπορεί να χρειαστούν ινσουλίνη ή φάρμακα για τον έλεγχό του σακχάρου.

21408046486_96260752a5_o.png

22 Μαρτίου, 2017 Angelos KlitsasΔιαβήτης0

Ο διαβήτης τύπου 2 μπορεί να αναστραφεί σε 4 μήνες με συνδυασμό υγιεινής διατροφής, άσκησης και εντατικής αγωγής, αναφέρει νέα έρευνα.

Η Natalia McInnes, του McMaster University and Hamilton Health Sciences, του Οντάριο, δήλωσε ότι με συνδυασμό φαρμάκων, ινσουλίνης και αλλαγών στον τρόπο ζωής για την εντατική αντιμετώπιση για 2-4 μήνες, ανακάλυψαν ότι μέχρι το 40% των συμμετεχόντων είχαν ύφεση για 3 μήνες μετά τη διακοπή των φαρμάκων.

Τα ευρήματα στηρίζουν την υπόθεση ότι ο διαβήτης τύπου 2 μπορεί να αναστραφεί, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα, όχι μόνο με βαριατρική χειρουργική αλλά με ιατρικές προσεγγίσεις.

Στη μελέτη 83 άνθρωποι χωρίστηκαν σε 3 ομάδες. Δυο από αυτές υποβλήθηκαν σε εντατική μεταβολική παρέμβαση ενώ τους δόθηκε σχέδιο άσκησης και γευμάτων για να μειώσουν την καθημερινή πρόσληψη θερμίδων κατά 500 έως 750 θερμίδες την ημέρα. Μια ομάδα υποβλήθηκε στην παρέμβαση για 8 εβδομάδες, ενώ η άλλη αντιμετωπίστηκε εντατικά για 16 εβδομάδες.

Μετά την παρέμβαση, άνθρωποι στις 2 ομάδες σταμάτησαν τη λήψη φαρμάκων για το διαβήτη και συνέχισαν με αλλαγές στον τρόπο ζωής. Οι 2 ομάδες παρέμβασης συγκρίθηκαν με ομάδα ελέγχου ανθρώπων με διαβήτη τύπου 2.

Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, 3 μήνες μετά το τέλος της παρέμβασης, 1 από τους 27 ανθρώπους στην ομάδα παρέμβασης 16 εβδομάδων είχε τα κριτήρια του HbA1C για ύφεση του διαβήτη σε σύγκριση με 4 στους 28 ανθρώπους της άλλης ομάδας.

Η έρευνα δημοσιεύτηκε στο Journal of Clinical Endocrinology & Metabolism.

Πηγή: iatronet.gr


Untitled-design.png

15 Μαρτίου, 2017 Angelos KlitsasΔιαβήτης0

Ο αριθμός των ατόμων που πάσχουν από σακχαρώδη διαβήτη τετραπλασιάστηκε την τελευταία 30ετία στην Ελλάδα, σύμφωνα με στοιχεία από την Εθνική μελέτη Νοσηρότητας (ΕΜΕΝΟ). Περίπου 1 στους 10 Έλληνες έχει διαβήτη, με συνέπεια να αντιμετωπίζουν αυξημένο κίνδυνο εμφράγματος μυοκαρδίου.

Κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου με αφορμή το 15ο Πανελλήνιο Διαβητολογικό Συνέδριο που θα πραγματοποιηθεί στην Αθήνα, από 15 έως 18 Μαρτίου, το προεδρείο της Ελληνικής Διαβητολογικής Εταιρείας παρουσίασε στοιχεία από τη μελέτη ΕΜΕΝΟ.

Η μελέτη αφορά σε τυχαίο δείγμα 5.967 ενηλίκων (≥ 18 ετών) που ζουν στην Ελλάδα, με βάση την απογραφή του 2011. Το 51,5% του δείγματος ήταν γυναίκες, κατά μέσο όρο 47,7 ετών, από όλη την Ελλάδα. Το συνολικό ποσοστό ανταπόκρισης ήταν 78,4%. Για 5.843 άτομα (97,7% των συμμετεχόντων) ήταν γνωστή η πληροφορία για το αν είχαν διαγνωσμένο διαβήτη και ανάμεσα σε αυτά, 660 δήλωσαν ότι είχαν διαγνωσμένο διαβήτη, με το 82,3% αυτών να βρίσκεται υπό θεραπεία για τον διαβήτη την τελευταία εβδομάδα.

Ανάμεσα σε αυτούς, και εξαιρώντας τα άτομα που είχαν διαγνωσμένο διαβήτη, βρέθηκαν 63 άτομα με ενδείξεις για αδιάγνωστο διαβήτη. Από το σύνολο των 660 ατόμων που ανέφεραν ότι έχουν διαγνωστεί με διαβήτη, αποτελέσματα εργαστηριακών εξετάσεων υπάρχουν για 504 (76,4%) άτομα. Από τα 504 αυτά άτομα, το 26,7% έχουν γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη ≥ 7,1%, δηλαδή θεωρούνται αρρύθμιστοι.

Μετά από στάθμιση για το δειγματοληπτικό σχεδιασμό καθώς και για ηλικία και φύλο, ο επιπολασμός του διαβήτη εκτιμάται στον ενήλικο πληθυσμό στο 10%, με 95% όρια αξιοπιστίας. Ο επιπολασμός υπολογίστηκε στο σύνολο των 5.910 ατόμων που, είτε είχαν αποτελέσματα αιματολογικών εξετάσεων, είτε έγκυρη απάντηση στην ερώτηση για διαγνωσμένο διαβήτη.

«Στην Ελλάδα εκτιμάται ότι το 8%-9% του πληθυσμού, δηλαδή 800.000 – 900.000, πάσχει από διαβήτη, ενώ υπάρχει και ένα ποσοστό 3% – 4% που δεν γνωρίζει ότι πάσχει από τη νόσο. Διαχρονικά, ο αριθμός των ατόμων με διαβήτη στην Ελλάδα έχει τετραπλασιαστεί τα τελευταία 30 χρόνια. Ο διαβήτης τύπου 1 αυξάνεται κατά 3% κάθε χρόνο στα παιδιά και στους εφήβους. Επίσης ο διαβήτης τύπου 2 προσβάλλει πλέον όλο και μικρότερες ηλικίες νέους και παιδιά. Οι διαβητικοί παρουσιάζουν ίδιο κίνδυνο εμφράγματος μυοκαρδίου με αυτόν των μη διαβητικών που είναι μεγαλύτεροι κατά 15 χρόνια. Ο διαβήτης δηλαδή γηράσκει πρόωρα την καρδιά», τόνισε ο Νικόλαος Παπάνας, πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου της Ελληνικής Διαβητολογικής Εταιρείας.

Κατά τη διάρκεια του συνεδρίου θα γίνει διεξοδική παρουσίαση και ανάλυση των αποτελέσματων της μελέτης ΕΜΕΝΟ, ενώ θα παρουσιαστούν οι αναθεωρημένες Κατευθυντήριες Οδηγίες της ΕΔΕ, στοιχεία για τα νέα αντιδιαβητικά φάρμακα, στρατηγικές καρδιαγγειακής ασφάλειας και οφέλους, ο νέος αλγόριθμος μεταβολικής χειρουργικής, στην οποία η ΕΔΕ έχει δώσει ήδη την έγκρισή της μαζί με άλλες επιστημονικές εταιρείες και η πρόοδος που έχει επιτευχθεί για το τεχνητό πάγκρεας.

Τέλος, θα γίνει η επίσημη τελετή αδελφοποίησης της ΕΔΕ με την Εταιρεία Διαβητολογίας Κύπρου και θα απονεμηθεί το βραβείο καλύτερου ποιήματος με θέμα το Σακχαρώδη Διαβήτη.

Πηγή: health.in.gr

Featured photo designed by Freepik


2640.png

Ο σακχαρώδης διαβήτης είναι μια χρόνια νόσος, όπου το σώμα δεν είναι σε θέση να χρησιμοποιήσει αποτελεσματικά την γλυκόζη που λαμβάνουμε από τα τρόφιμα για να την μετατρέψει στην ενέργεια που χρειάζεται.

Χαρακτηρίζεται από αύξηση της συγκέντρωσης του σακχάρου στο αίμα και διαταραχή του μεταβολισμού της γλυκόζης, είτε ως αποτέλεσμα ελαττωμένης έκκρισης της ινσουλίνης από το πάγκρεας (ορμόνη που συμβάλλει στην ανωτέρω διαδικασία), είτε λόγω ελάττωσης της ευαισθησίας των κυττάρων του σώματος στην ινσουλίνη.

Τα άτομα που ζούνε με τη νόσο οφείλουν να ακολουθούν έναν υγιεινό τρόπο ζωής με συγκεκριμένες διατροφικές συνήθειες και συχνή σωματική άσκηση προκειμένου να ρυθμίσουν τα επίπεδα του σακχάρου, τα οποία σε τιμές άνω του φυσιολογικού μπορεί μακροπρόθεσμα να δημιουργήσουν σοβαρές επιπλοκές.

Πέραν από τα παραπάνω όμως οι ασθενείς χρειάζεται να γνωρίζουν ότι ο διαβήτης συνοδεύεται και από μια αυξημένη προδιάθεση ανάπτυξης λοιμώξεων, οι οποίες απορυθμίζουν το σάκχαρο επιπλέκοντας την ήδη επιβεβαρυμένη κλινική πορεία και ποιότητα ζωής τους.

Η επιρρέπεια αυτή αποδίδεται σε δύο βασικούς παράγοντες:
1. στη δυσαρμονία που προκαλεί η νόσος στη λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος
2. και στην αγγειοπάθεια και νευροπάθεια του διαβήτη που δημιουργούν εστίες εισόδου μικροβίων στον οργανισμό.

Μερικές φορές οι μολύνσεις σε άτομα με διαβήτη δεν έχουν τη θορυβώδη κλινική συμπτωματολογία που παρατηρείται σε μη διαβητικά άτομα. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να αναζητούν καθυστερημένα ιατρική βοήθεια, με σοβαρές συνέπειες για την υγεία τους. Έτσι στον διαβητικό επιβάλλεται η πρώιμη ιατρική αξιολόγηση, ανεξαρτήτως είδους και εντάσεως συμπτωμάτων.

Πρόληψη

Ο καλύτερος τρόπος αντιμετώπισης των λοιμώξεων είναι η πρόληψη. Αυτό σημαίνει καλή ρύθμιση του σακχάρου και ορθολογισμός στη χρήση των αντιβιοτικών, καθόσον οι διαστάσεις της αντοχής στα αντιβιοτικά στη χώρα μας είναι τέτοιες που έχουν οδηγήσει σε ανάπτυξη ανθεκτικών μικροβιακών στελεχών.

Σε κάθε περίπτωση λοίμωξης ο ασθενής πρέπει να επισκέπτεται άμεσα τον γιατρό του, διότι όλες αυτές οι λοιμώξεις είναι δυσίατες.

Όσες από αυτές είναι επικίνδυνες έχουν ως χαρακτηριστικό ότι οι τιμές του τριχοειδικού σακχάρου αυξάνονται πολύ περισσότερο από το σύνηθες και ότι απαιτούν μεγαλύτερη δόση ινσουλίνης για να ρυθμιστούν.

Σε ό,τι αφορά την καθημερινότητά του το άτομο πρέπει να μεριμνά για την περιποίηση της υγιεινής των ποδιών με την τακτική κοπή των νυχιών με τρόπο που να μην παραμένουν αιχμηρά άκρα και τραυματίζουν το δέρμα.

Σημαντικός είναι ακόμη ο εμβολιασμός για τον πνευμονιόκοκκο και για την εποχική γρίπη σε ασθενείς ηλικίας μεγαλύτερης των 65 ετών.

Είναι επίσης απαραίτητο σε αυτή την κατεύθυνση ο ασθενής να φροντίζει τον εαυτό του με διατροφή πλούσια σε φυτικές ίνες, όσπρια, λαχανικά και γαλακτοκομικά προϊόντα χαμηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά. Θα πρέπει να αποφύγει την κατάχρηση κρέατος, να διακόψει το κάπνισμα και ενταχθεί σε προγράμματα άσκησης, τα οποία δεν είναι απαραίτητο να είναι οργανωμένα, αλλά να περιλαμβάνουν συστηματικό γρήγορο περπάτημα.

Η διατήρηση του φυσιολογικού βάρους, ο επαρκής ύπνος και η αποφυγή ψυχολογικών επιβαρύνσεων βοηθούν.

Τέλος, οι κανόνες που ισχύουν σε όλους για την προστασία από λοιμώξεις έχουν εφαρμογή και στην περίπτωση των διαβητικών. Οι κλειστοί χώροι πρέπει να αερίζονται επαρκώς και τα χέρια να πλένονται συχνά.

Featured photo designed by Freepik


17337713225_85ef5a039c_b.jpg

15 Φεβρουαρίου, 2017 Angelos KlitsasΔιαβήτης0

Οι αριθμοί είναι αμείλικτοι: σήμερα πραγματοποιείται σε παγκόσμιο επίπεδο ένας ακρωτηριασμός κάτω άκρου κάθε 20 δευτερόλεπτα!

Την ίδια στιγμή, όπως προκύπτει από τα διαθέσιμα επιστημονικά δεδομένα των Η.Π.Α., η συνολική θνησιμότητα από τις παθήσεις του διαβητικού ποδιού μπορεί να ανέλθει σε πολύ υψηλά επίπεδα, φτάνοντας ακόμα και το 45% μέσα στην πενταετία. Το ποσοστό αυτό είναι μεγαλύτερο από εκείνο του καρκίνου του προστάτη, του μαστού και του λεμφώματος Non Hodgkin, καθώς και παρόμοιο με εκείνο του καρκίνου του παχέος εντέρου.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Διεθνούς Ομοσπονδίας Διαβήτη (International Diabetes Federation – I.D.F.), το 70% των ακρωτηριασμών που διενεργούνται σε όλο τον κόσμο αφορά διαβητικούς ασθενείς, οι οποίοι διατρέχουν 23 – 25 φορές μεγαλύτερο κίνδυνο να χάσουν το ένα ή και τα δύο πόδια τους σε σύγκριση με τους άλλους. Επιπλέον, περισσότερα από 1.000.000 άτομα με σακχαρώδη διαβήτη αναγκάζονται να υποβληθούν σε ακρωτηριασμό ενός άκρου τους σε ετήσια βάση.

Οι κύριοι παράγοντες που οδηγούν στον ακρωτηριασμό είναι τα έλκη των κάτω άκρων. Τόσο τα έλκη, όσο και οι ακρωτηριασμοί έχουν τεράστιο αντίκτυπο στη ζωή των πασχόντων, οδηγώντας τους συχνά σε περιορισμένη αυτονομία κινήσεων, κοινωνική απομόνωση και ψυχολογικό στρες. Υπολογίζεται ότι το 25% των ατόμων με διαβήτη θα εμφανίσει έλκος στα κάτω άκρα  έστω και μία φορά κατά τη διάρκεια της ζωής τους.

Σε ό,τι αφορά τη χώρα μας, το 4-5% των διαβητικών ασθενών εμφανίζουν έλκη στα πόδια, γεγονός που σημαίνει ότι 40.000 – 50.000 άτομα με διαβήτη διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο ακρωτηριασμού. Στην Ελλάδα πραγματοποιούνται περίπου 2.000 – 3.000 ακρωτηριασμοί κάτω άκρων σε ετήσια βάση.

Εκτός από το τεράστιο κοινωνικό κόστος, στα προβλήματα του διαβητικού ποδιού έρχεται να προστεθεί και το υπέρογκο οικονομικό κόστος. Σύμφωνα με τους ειδικούς, μάλιστα, το κόστος αυτό μπορεί να γίνει δυσβάστακτο για κάθε σύστημα υγείας, καθώς αναπαράγεται συνεχώς από τη μακροχρόνια παραμονή του ασθενούς στο νοσοκομείο, τα έξοδα αποκατάστασης και την αυξημένη ανάγκη οικιακής φροντίδας και κοινωνικών υπηρεσιών.

Ωστόσο, με την εφαρμογή μιας πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας που θα περιλαμβάνει στρατηγικές επαρκούς πρόληψης και στη δευτεροβάθμια ή τριτοβάθμια περίθαλψη, τη θεραπευτική αντιμετώπιση των ελκών από πολλές ιατρικές ειδικότητες (εξειδικευμένα Ιατρεία Διαβητικού Ποδιού), την αποτελεσματική οργάνωση, τη συνεχή παρακολούθηση και την ειδική εκπαίδευση των πασχόντων, μπορεί να αποφευχθεί έως και το 85% των ακρωτηριασμών.

Διαβάστε περισσότερα: www.iatronet.gr


Diabetes-1.png

3 Φεβρουαρίου, 2017 Angelos KlitsasΔιαβήτης0

Τα παιδιά με σακχαρώδη διαβήτη έχουν ένα συγκεκριμένο γονίδιο. Γεννιούνται δηλαδή με μια προδιάθεση για να αναπτύξουν κάποια στιγμή σακχαρώδη διαβήτη. Η κακή διατροφή, ο ανθυγιεινός και καθιστικός τρόπος ζωής σε συνδυασμό με την κληρονομικότητα συνθέτουν το ιδανικό περιβάλλον για την εμφάνιση του σακχαρώδους διαβήτη στα παιδιά.

Ο διαβήτης τύπου Ι εκδηλώνεται μεταξύ των ηλικιών 11 και 13, ωστόσο στις μέρες μας εμφανίζεται συχνά και σε μικρότερα παιδιά ή ακόμη και σε βρέφη.

Καθώς όμως σε γενικές γραμμές είναι πολύ δραστήρια και καταναλώνουν πολύ ενέργεια, είναι αρκετά δύσκολο να πειθαρχήσουν σε συγκεκριμένους κανόνες διατροφής και να διατηρήσουν τις ισορροπίες ανάμεσα στην τροφή και τη δόση ινσουλίνης. Σε αυτές τις περιπτώσεις συνήθως συνίσταται η λήψη αρκετών δόσεων ημερησίως, οι οποίες περιέχουν ινσουλίνη βραδείας δράσης.

Αυτό καθιστά τα παιδιά εξαρτημένα από τους γονείς, καθώς είναι πιθανή η κρίση υπογλυκαιμίας σε περίπτωση που δεν γίνει στην ώρα της η ένεση ινσουλίνης. Με τα χρόνια όμως καθίσταται ευκολότερη η αντιμετώπιση του διαβήτη και τα παιδιά μαθαίνουν να κάνουν από μόνα τους τις ενέσεις ινσουλίνης και να είναι ανεξάρτητα.

Πώς εκδηλώνεται

Ο οργανισμός παρά το γεγονός ότι έχει αρκετό σάκχαρο δεν μπορεί να το χρησιμοποιήσει και έτσι ο εγκέφαλος δίνει σήμα ότι χρειάζεται σάκχαρο. Το αποτέλεσμα είναι να αρχίσει το παιδί να τρώει υπερβολικά. Ταυτόχρονα όμως βρίσκει άλλους τρόπους για να παράγει ενέργεια με αποτέλεσμα να χάνει βάρος. Το σάκχαρο αποβάλλεται από τα ούρα και συμπαρασύρει μαζί του μπόλικο νερό, έτσι το παιδί παρουσιάζει πολυουρία. Ο οργανισμός όμως θα πρέπει να αντικαταστήσει το χαμένο νερό, γι` αυτό και παρουσιάζει πολυδιψία. Ο κύριος μηχανισμός του οργανισμού για παραγωγή ενέργειας είναι η καύση του λίπους. Η καύση όμως του λίπους αφήνει πολλά οξέα στο αίμα, τα οποία προκαλούν γρήγορη αναπνοή (ταχύπνοια) και παράξενη μυρωδιά της αναπνοής.

Επομένως τα κύρια συμπτώματα του σακχαρώδη διαβήτη έχουν ως εξής:
1. Πολυφαγία
2. Απώλεια βάρους σώματος
3. Πολυουρία
4. Πολυδιψία
5. Ταχύπνοια
6. Άσχημη μυρωδιά αναπνοής

Αν δεν διαγνωστεί έγκαιρα τότε τα οξέα που παράγονται επηρεάζουν την λειτουργία του εγκεφάλου και το παιδί μπορεί να πέσει σε κώμα. Υπάρχουν όμως και άλλα συμπτώματα που μπορεί να εκδηλώσει στην αρχή ένα παιδί με σακχαρώδη διαβήτη:

1. Να βρέχει το κρεβάτι του το βράδυ, ενώ δεν το έκανε προηγουμένως, χωρίς αυτό βέβαια να σημαίνει ότι κάθε παιδί που ξαφνικά αρχίζει να βρέχει το κρεβάτι του έχει σακχαρώδη διαβήτη.
2. Το παιδί μπορεί να παρουσιάζει κοιλιακά άλγη (κοιλόπονο) που καμιά φορά μπορεί να συγχυστεί με σκωληκοειδίτιδα ή ίωση.
3. Τα κορίτσια μπορεί να παρουσιάσουν μυκητιασικές κολπίτιδες.

Υπογλυκαιμία

Καθώς τα παιδιά είναι συνήθως υπερδραστήρια, αυτό πρακτικά σημαίνει ότι έχουν μεγαλύτερη ανάγκη από ενέργεια. Γι’ αυτό, το επίπεδο γλυκόζης στο αίμα τους είναι δυνατό να πέσει πολύ πιο γρήγορα και εύκολα από έναν ενήλικα. Τα νήπια μπορεί να μην αντιληφθούν καν τα συμπτώματα της υπογλυκαιμίας, γι’ αυτό χρήζουν ιδιαίτερης προσοχής. Αν το παιδί νιώσει αδυναμία ή ακόμη χάσει τις αισθήσεις του χρειάζεται να λάβει δόση γλυκαγόνου. Η οικογένεια ενός παιδιού με διαβήτη είναι σημαντικό να έχει πάντοτε μαζί της γλυκαγόνο. Επίσης, εξίσου απαραίτητο είναι ο δάσκαλος και ο γυμναστής του σχολείου του παιδιού να είναι ενήμεροι για το πρόβλημα και να ξέρουν πώς να αντιμετωπίσουν πιθανή κρίση, ενώ και η διατροφή του παιδιού στο σχολείο πρέπει να είναι συγκεκριμένη και προσεγμένη.

Διατροφή

Ένα διαβητικό παιδί πρέπει να τρώει όποτε πεινάει. Με τα χρόνια τα παιδιά χρειάζονται περισσότερη ινσουλίνη, καθώς οι εξετάσεις αίματος και ούρων είναι θετικές και το επιβάλλουν. Η χαμηλή γλυκόζη αίματος μπορεί να δείχνει ότι το παιδί χρειάζεται ή λιγότερη ινσουλίνη ή περισσότερη τροφή.

Επιπλέον, δεν θα πρέπει να τρώνε κρυφά σοκολάτες και γλυκά. Σε περίπτωση όμως που το κάνουν, δεν θα πρέπει για να αντισταθμιστούν οι επιπλέον υδατάνθρακες στον οργανισμό τους, να μειωθούν τα φυσιολογικά επίπεδα τροφής. Σε μεγαλύτερα παιδιά οι γονείς πρέπει να εξηγούν γιατί δεν πρέπει να τρώνε κρυφά γλυκά και σοκολάτες και τι κινδύνους ενέχουν αυτά για την κατάσταση της υγείας τους.

Υποχρεώσεις των γονέων

Σε κάθε περίπτωση το παιδί όταν βρίσκεται στην ανάλογη ηλικία θα πρέπει να είναι ενήμερο αλλά όχι τρομοκρατημένο με αυτό που συμβαίνει. Η οικογένειά του και τα αδέρφια του θα πρέπει να συμβαδίζουν με τον τρόπο ζωής του, ώστε να μην νιώθει αποξενωμένο και μόνο του. Στο σχολείο ή σε άλλες δραστηριότητες θα πρέπει οι ιθύνοντες να είναι ενήμεροι για την κατάστασή του και για το τι πρέπει να κάνουν σε περίπτωση κρίσης ή ανάγκης.

Έτσι, οι γονείς θα πρέπει να αναπτύξουν σχέσεις συνεργασίας με το σχολείο, να παίρνουν τις χρησιμοποιημένες βελόνες στο σπίτι, να παρέχουν σωστές διατροφικές επιλογές στο παιδί, καθώς και να δίνουν επιπλέον αναλώσιμα (ταινίες μέτρησης, ινσουλίνη, ένεση γλυκαγόνης) στο σχολείο. Ακόμη, θα πρέπει να επικοινωνούν τακτικά με το σχολείο και να εκπαιδεύσουν το προσωπικό σε θέματα που αφορούν το παιδί. Η φροντίδα του πρέπει να χαρακτηρίζεται από ευελιξία και εξατομίκευση, ενώ τέλος θα πρέπει να τονισθεί ότι ο διαβήτης δεν είναι μεταδοτικός.

Η Ελληνική Διαβητολογική Εταιρεία προειδοποιεί σε τηλεοπτικό σποτ για τη σημασία του ελέγχου του διαβήτη τύπου 1.


OCDC070.png

Ο προδιαβήτης είναι μια διαταραχή του μεταβολισμού η οποία χαρακτηρίζεται από αντίσταση στην ορμόνη ινσουλίνη και δυσλειτουργία των β’ κυττάρων του παγκρέατος. Η αντίσταση στην ινσουλίνη είναι μια κατάσταση κατά την οποία τα κύτταρα του οργανισμού δεν «αναγνωρίζουν» την εν λόγω ορμόνη, με αποτέλεσμα η γλυκόζη να μην μπορεί να εισέλθει στα κύτταρα για να αξιοποιηθεί.

Τα β’ κύτταρα του παγκρέατος είναι τα κύτταρα από τα οποία εκκρίνεται η ινσουλίνη. Αποτέλεσμα αυτών των δύο δυσλειτουργιών είναι η αδυναμία των κυττάρων του οργανισμού να χρησιμοποιούν τη γλυκόζη και έτσι να εμφανίζεται υπεργλυκαιμία (υψηλά επίπεδα γλυκόζης στο αίμα), μια κατάσταση επιβαρυντική και μακροπρόθεσμα τοξική για την υγεία.

Ο προδιαβήτης είναι συχνός στις μέρες μας και είναι πολύ σημαντικό να τον αναγνωρίσουμε διότι το μεγαλύτερο ποσοστό των περιπτώσεων εξελίσσονται σε σακχαρώδη διαβήτη, αλλά και γιατί οι βλαβερές επιπτώσεις στην υγεία ξεκινούν και εμφανίζονται από τον προδιαβήτη.

Ποιοι πρέπει να κάνουν έλεγχο

Ο προδιαβήτης δεν έχει συμπτώματα και επομένως μπορεί ύπουλα να υπάρχει και να μην έχει διαγνωσθεί. Επομένως, θα πρέπει τα άτομα με παχυσαρκία, με α’ βαθμού συγγενή διαβητικό, με ηλικία πάνω από τα 45, με καθιστική ζωή και έλλειψη άσκησης, με υπέρταση, με δυσλιπιδαιμία, με καρδιοπάθεια, να συμπεριλαμβάνουν στον τακτικό τους έλεγχο τις εξετάσεις διάγνωσης του διαβήτη και προδιαβήτη.

Αντιμετώπιση

Η διαχείριση του προδιαβήτη δεν περιλαμβάνει φαρμακευτική αγωγή, η εξέλιξή του όμως μπορεί να προληφθεί με αλλαγή στον τρόπο ζωής προς υγιεινότερες συνήθειες.

Η υγιεινή διατροφή με λιγότερα κορεσμένα λίπη και ζάχαρη, η μείωση του σωματικού βάρους (εάν το άτομο είναι υπέρβαρο ή παχύσαρκο) και η αύξηση της σωματικής δραστηριότητας σε τουλάχιστον 30 λεπτά την ημέρα για 5 φορές την εβδομάδα μειώνουν τον κίνδυνο μετάπτωσης σε διαβήτη.

Ειδικότερα σε επίπεδο διατροφής βοηθάει η μείωση –σε υγιή πλαίσια– της θερμιδικής πρόσληψης, η καθημερινή βρώση σαλατικών και φρούτων, η μείωση του λίπους της διατροφής και ο περιορισμός στην κατανάλωση γλυκών και οινοπνευματωδών.

Photo credit: Freepik


Diabetes1-e1481558703153.png

23 Ιανουαρίου, 2017 Angelos KlitsasΔιαβήτης0

Ο σακχαρώδης διαβήτης στις μέρες μας αποτελεί τρόπο ζωής για ένα μεγάλο ποσοστό του ευρύτερου πληθυσμού. Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας υπολογίζεται πως περισσότερα από 360 εκατομμύρια ενήλικα άτομα ηλικίας 20 και άνω ετών πάσχουν από διαβήτη τύπου 2, με το σύνολο να παρουσιάζει αυξητικές τάσεις.

Η συγκεκριμένη νόσος περιγράφεται ως μια διαταραχή του μεταβολισμού που χαρακτηρίζεται από αύξηση του σακχάρου (γλυκόζης) στο αίμα, δηλαδή υπεργλυκαιμία, και οφείλεται σε απόλυτη ή σχετική έλλειψη ινσουλίνης ή και μειονεκτική δράση της.

Τα άτομα με διαβήτη μπορούν και ζουν μια φυσιολογική και παραγωγική ζωή χωρίς ιδιαίτερες στερήσεις, υπό την προϋπόθεση ότι η καθημερινότητά τους υπόκειται σε αυστηρό προγραμματισμό για την φροντίδα της υγείας τους. Ο κίνδυνος των επιπλοκών είναι ορατός και οφείλουν να τον γνωρίζουν.

Οι ασθενείς αυτοί είναι σημαντικό να τρέφονται υγιεινά, να αποκτήσουν ή να διατηρούν ένα φυσιολογικό βάρος, καθώς και να έχουν φυσιολογικά επίπεδα σακχάρου, λιπιδίων αίματος και αρτηριακής πίεσης. Η σωστή επιλογή των κατάλληλων τροφών σε συνδυασμό με συχνή σωματική δραστηριότητα βοηθούν στην επίτευξη των στόχων του ατόμου με σακχαρώδη διαβήτη.

Στις απαραίτητες για εκείνους τροφές περιλαμβάνονται:

  1. Όσπρια
  2. Άπαχο γάλα και γιαούρτι εμπλουτισμένα σε βιταμίνη D
  3. Ψάρια πλούσια σε ω-3 λιπαρά οξέα όπως ο σολομός, η σαρδέλα, ρέγγα, ο κολιός, το σκουμπρί κ.ά.
  4. Σκούρα πράσινα φυλλώδη λαχανικά όπως σπανάκι, μαρούλι, αντίδι, μαϊντανό, ραδίκι κ.ά.
  5. Εσπεριδοειδή φρούτα (πορτοκάλι, λεμόνι, μανταρίνι κ.ά.)
  6. Γλυκοπατάτα
  7. Ντομάτα
  8. Μούρα (βατόμουρα, φράουλες, σμέουρα κ.ά.)
  9. Δημητριακά και ψωμί ολικής αλέσεως
  10. Ανάλατοι ξηροί καρποί (καρύδια και αμύγδαλα) και λιναρόσπορος.

Οι τροφές αυτές έχουν χαμηλό γλυκαιμικό δείκτη, που σημαίνει ότι οι υδατάνθρακές τους απορροφούνται αργά στην κυκλοφορία του αίματος, βοηθώντας στην καλύτερη ρύθμιση του σακχάρου. Εκτός αυτού είναι και πλούσιες σε φυτικές ίνες, βιταμίνες, αντιοξειδωτικά, κάλιο, ασβέστιο και μαγνήσιο.

Σημειωτέον ωστόσο ότι θα πρέπει να καταναλώνονται με μέτρο.




ΕΝΗΜΕΡΩΜΕΝΟΣ ΑΣΘΕΝΗΣ ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΥΓΕΙΑ





ΕΝΗΜΕΡΩΜΕΝΟΣ ΑΣΘΕΝΗΣ, ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΥΓΕΙΑ





ΑΦΗΣΤΕ ΜΑΣ ΤΗΝ ΓΝΩΜΗ ΣΑΣ




Κλείτσας Άγγελος Παθολόγος Καλαμαριά - Σήμα αναγνώρισης ασθενών από Doctoranytime



Copyright by Yourdoc.gr 2025. All rights reserved.



Web design by Siteworks



Copyright by Yourdoc.gr 2025. All rights reserved. Web design by Siteworks