Blog

drinking.jpg

22 Ιουνίου, 2015 Angelos KlitsasΆρθρα0

Η αφυδάτωση είναι μια επικίνδυνη για την υγεία μας κατάσταση η οποία εμφανίζεται όταν η ποσότητα του νερού, που χάνεται από τον οργανισμό, είναι μεγαλύτερη από την ποσότητα που προσλαμβάνεται.

Το νερό αποτελεί μέχρι και το 75% του βάρους του σώματος και είναι απαραίτητο για την ομαλή λειτουργία του οργανισμού. Αυτό οφείλεται στο ότι κάθε κύτταρο χρειάζεται νερό για να λειτουργεί σωστά, ενώ είναι αναγκαίο και για τη ρύθμιση της θερμοκρασίας του σώματος, για την καλύτερη πέψη των τροφών και για την προστασία των αρθρώσεων και των οργάνων.

Φυσιολογικά ο οργανισμός χάνει νερό κατά την εκπνοή, την εφίδρωση, την ούρηση και την αφόδευση. Συνεπώς, σε μία κανονική ημέρα το άτομο είναι υποχρεωμένο να πίνει μια σημαντική ποσότητα νερού για να αντικαθιστά τις απώλειες. Η ποσότητα αυτή εξαρτάται από το βάρος του ατόμου.

Παθολογικές καταστάσεις που προκαλούν αφυδάτωση

Πέραν του αρνητικού ισοζυγίου ύδατος υπάρχουν και ορισμένες καταστάσεις και παθολογικά αίτια που μπορούν να προκαλέσουν την αφυδάτωση. Από την μία είναι ο πυρετός, η διάρροια και ο εμετός ενώ από την άλλη είναι ο άποιος και ο σακχαρώδης διαβήτης.

Ο άποιος διαβήτης είναι ένα σπάνιο κλινικό σύνδρομο που χαρακτηρίζεται από την αποβολή μεγάλων ποσοτήτων πολύ αραιών ούρων αποτελούμενων σχεδόν από καθαρό νερό. Στην περίπτωση του σακχαρώδη διαβήτη τα αυξημένα επίπεδα σακχάρου στο αίμα, εξέρχονται με τα ούρα παρασύροντας αναγκαστικά μεγάλη ποσότητα νερού. Για τον λόγο αυτό η συχνή ούρηση και η έντονη δίψα είναι ανάμεσα στα πρώιμα συμπτώματα του διαβήτη.

Τέλος, τα εγκαύματα προκαλούν ταχεία αφυδάτωση, αφού το κατεστραμμένο δέρμα δεν μπορεί να αποτρέψει την απώλεια νερού από το σώμα.

Τα συμπτώματα και οι κίνδυνοι

Η αρχική απάντηση του οργανισμού στην αφυδάτωση είναι το αίσθημα της δίψας προειδοποιώντας για ανάγκη αύξησης της πρόσληψης και μείωση της απώλειας. Τα ούρα μάλιστα γίνονται πυκνότερα και πιο κίτρινα ενώ, καθώς η απώλεια ύδατος αυξάνεται, εμφανίζονται περισσότερα συμπτώματα.

Στα περαιτέρω σημεία περιλαμβάνονται η ξηροστομία, η ναυτία και οι εμετοί, το αίσθημα παλμών στην περιοχή της καρδίας, η τάση για λιποθυμία, η γενική αδυναμία, η μειωμένη παραγωγή ούρων, ιδρώτα και δακρύων, καθώς και οι μυϊκές κράμπες.

Σε παρατεταμένη αφυδάτωση μπορούν να εκδηλωθεί διανοητική σύγχυση, κώμα, γενική οργανική ανεπάρκεια και τέλος, θάνατος.

Σημειωτέον ότι τα βρέφη, τα μικρά παιδιά και οι υπερήλικες είναι ιδιαίτερα ευάλωτοι στην αφυδάτωση και αναπτύσσουν τα συμπτώματα πολύ ταχύτερα.

Αντιμετώπιση

Η θεραπεία της αφυδάτωσης συνίσταται στην αποκατάσταση του ισοζυγίου του ύδατος, παράλληλα με την αντιμετώπιση της υποκείμενης νόσου και τη ρύθμιση πιθανών ηλεκτρολυτικών διαταραχών.

Στις περιπτώσεις ήπιας και μέτριας αφυδάτωσης και επί γαστρεντερικής ανοχής γίνεται προσπάθεια για αναπλήρωση του ελλείμματος με χορήγηση από του στόματος κατάλληλων διαλυμάτων. Επί αδυναμίας λήψεως υγρών από του στόματος, όπως και σε περίπτωση σοβαρής αφυδάτωσης, γίνεται χρήση ενδοφλεβίων διαλυμάτων.


Vitamin-D.jpg

Ο σακχαρώδης διαβήτης είναι μια χρόνια νόσος όπου το σώμα δεν είναι σε θέση να χρησιμοποιήσει αποτελεσματικά τη γλυκόζη που λαμβάνουμε από τα τρόφιμα για τη μετατροπή της σε ενέργεια. Χαρακτηρίζεται από αύξηση της συγκέντρωσης του σακχάρου στο αίμα (υπεργλυκαιμία) και διαταραχή του μεταβολισμού της γλυκόζης, είτε ως αποτέλεσμα ελαττωμένης έκκρισης της ινσουλίνης (ορμόνη η οποία βοηθά τη γλυκόζη να εισέλθει από το αίμα στα κύτταρα) από το πάγκρεας, είτε λόγω ελάττωσης της ευαισθησίας των κυττάρων του σώματος στην ινσουλίνη.

Οι παράγοντες που συνδέονται με τον διαβήτη ποικίλουν, με την παχυσαρκία -ιδίως κοντά στην κοιλιά- να ενοχοποιείται περισσότερο. Πρόσφατα όμως ερευνητές διαβεβαίωσαν ότι τα χαμηλά επίπεδα βιταμίνης D μπορούν να συνδεθούν με την εμφάνιση της νόσου ανεξάρτητα από το σωματικό βάρος.

Η σχετική μελέτη δημοσιεύτηκε στο Journal of Clinical Endocrinology & Metabolism (JCEM, 2015; jc.2014-3016 DOI:10.1210/jc.2014-3016).

Σε αυτήν μετρήθηκαν συγκριτικά τα επίπεδα της βιταμίνης D σε 148 συμμετέχοντες, οι οποίοι είχαν ταξινομηθεί βάσει το δείκτη μάζας σώματος (ΔΜΣ), καθώς και κατά πόσον είχαν διαβήτη, προδιαβήτη ή δεν εμφάνιζαν γλυκαιμικές διαταραχές. Οι ερευνητές μέτρησαν επίσης την έκφραση του γονιδίου του υποδοχέα της βιταμίνης D στο λιπώδη ιστό.

Η ανάλυση έδειξε ότι παχύσαρκα άτομα που δεν είχαν διαταραχές του μεταβολισμού της γλυκόζης είχαν υψηλότερα επίπεδα της βιταμίνης D από τα διαβητικά άτομα. Ομοίως, τα λεπτόσαρκα άτομα με διαβήτη ή άλλη διαταραχή του μεταβολισμού της γλυκόζης ήταν πιο πιθανό να έχουν χαμηλά επίπεδα βιταμίνης D. Η βιταμίνη D συνεπώς συνδέεται ευθέως με τα επίπεδα της γλυκόζης, αλλά όχι με τον ΔΜΣ.

Οι συντάκτες της μελέτης τόνισαν ότι η βιταμίνη D σχετίζεται πιο στενά με το μεταβολισμό της γλυκόζης από την παχυσαρκία, αλλά πρόσθεσαν ότι η έλλειψή της και η παχυσαρκία αλληλεπιδρούν συνεργικά να αυξηθεί ο κίνδυνος διαβήτη καθώς και άλλων μεταβολικών διαταραχών.

Τέλος, επεσήμαναν ότι ο μέσος άνθρωπος μπορεί ελαττώσει τον κίνδυνο αυτό υιοθετώντας μια πιο υγιεινή διατροφή και αυξάνοντας τις υπαίθριες δραστηριότητές του.

Food vector designed by Freepik


diabetes1.jpg

Πολλοί άνθρωποι που ζουν με σακχαρώδη διαβήτη είναι ινσουλινοεξαρτώμενοι. Αυτό συμβαίνει διότι λόγω της μεταβολικής αυτής νόσου τα επίπεδα της γλυκόζης στο αίμα αυξάνονται από τα τρόφιμα.

Η ινσουλίνη είναι μια ορμόνη που συμβάλλει στην απομάκρυνση του πλεονάσματος γλυκόζης βοηθώντας την να κυκλοφορήσει στα κύτταρα, όπου χρησιμοποιείται για να παράγει ενέργεια.

Οι ασθενείς αυτοί ξεκινούν να λαμβάνουν ινσουλίνη παίρνοντας τον έλεγχο των επιπέδων του σακχάρου στα χέρια τους, μια διαδικασία που ωστόσο δεν είναι εύκολη. Το αποτέλεσμα είναι σε πολλές περιπτώσεις να μην επιτυγχάνεται επαρκής έλεγχος.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρόσφατα χορήγησε άδεια κυκλοφορίας σε μια νέας γενιάς ινσουλίνη των 300 U/mL, δίνοντας μια νέα επιλογή για τη διαχείριση της κατάστασης. Η σχετική ανακοίνωση αναφέρει ότι σε κλινικές μελέτες παρείχε περισσότερη γλυκαιμική σταθερότητα, μικρότερη μεταβλητότητα και μείωση των υπογλυκαιμικών επεισοδίων σε ενήλικες με διαβήτη τύπου 2. Προορίζεται όμως και για τον διαβήτη τύπου 1.

Η αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας έγινε στα πλαίσια ειδικού κλινικού προγράμματος όπου συγκρίθηκε η ινσουλίνη των 300 U/mL με μια των 100 U/mL σε περισσότερους από 3.500 ενήλικες με διαβήτη τύπου 1 ή τύπου 2, που ήταν αρρύθμιστοι με την τρέχουσα θεραπεία.

Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι η συχνότητα των επιβεβαιωμένων υπογλυκαιμιών σε άτομα με διαβήτη τύπου 2 ήταν χαμηλότερη με την 300 U/mL σε σύγκριση με τη δεύτερη, τόσο κατά τη διάρκεια της ημέρας όσο και το βράδυ. Η πρώτη επίσης επέδειξε πιο σταθερό και πιο προβλέψιμο γλυκαιμικό έλεγχο και χαμηλά επίπεδα μεταβλητότητας του σακχάρου στο αίμα από άτομο σε άτομο, με διάρκεια άνω των 24 ωρών, σε σύγκριση με την ινσουλίνη 100 U/mL σε άτομα με διαβήτη τύπου 1.

Η έγκριση της ινσουλίνης των 300 U/mL έγινε και από τον αμερικανικό Οργανισμό Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA), ενώ είναι υπό αναθεώρηση και από άλλες ρυθμιστικές αρχές σε όλο τον κόσμο.

Η ανακοίνωση: http://bit.ly/1IC4ANd


Diabetes-test.jpg

Γράφει η Δ. Καραγιάννη, παθολόγος-διαβητολόγος και διδάκτωρ Ιατρικής του Δ.Π.Θ.

Σύμφωνα με την Αμερικανική Διαβητολογική Εταιρεία οι τιμές του σακχάρου χωρίζονται σε φυσιολογικές, υψηλού κινδύνου και τιμές διαγνωστικές του διαβήτη. Αν έχουμε διαβήτη ή προ-διαβήτη, μπορούμε να το διαπιστώσουμε με τις τιμές σακχάρου νηστείας, με τις μεταγευματικές τιμές σακχάρου και με την γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη.

Φυσιολογικές τιμές σακχάρου είναι αυτές που είναι κάτω από 100 όταν είμαστε νηστικοί. Αυξημένο κίνδυνο να πάθουμε διαβήτη ή προ-διαβήτη έχουμε όταν:

-Το σάκχαρο νηστείας είναι από 100 έως 125
-Το σάκχαρο 2 ώρες μετά το φαγητό είναι από 140 έως 199
-Η γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη είναι από 5,7 έως 6,4

Διαβήτη έχουμε όταν:

-Το σάκχαρο νηστείας είναι πάνω από 126
-Δύο ώρες μετά το φαγητό πάνω από 200
-Η γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη πάνω από 6,5

Σημειώνουμε ότι τόσο ο αυξημένος κίνδυνος για διαβήτη, όσο και ο διαβήτης, θα πρέπει να θεραπεύονται άμεσα και να γίνεται έλεγχος για πιθανές επιπλοκές στα μάτια, τα νεφρά, την καρδιά, τις καρωτίδες, τα αγγεία και τα νεύρα στα κάτω άκρα.

Πηγή: Διαβητολογικό – Παθολογικό Ιατρείο
Photo credit: AlishaV
/ Hampton Patio / CC BY

diet-398613_1280.jpg

Είναι επιστημονικά αποδεδειγμένο σήμερα ότι η παχυσαρκία και ο σακχαρώδης διαβήτης τύπου 2 αποτελούν τις μεταβολικές νόσους με τη μεγαλύτερη αυξητική τάση στη συχνότητα εμφάνισής τους, τόσο σε αναπτυγμένες όσο και σε αναπτυσσόμενες κοινωνίες.

Αναλογιζόμενοι μάλιστα τη συχνότητα και τον ρυθμό αύξησης της παχυσαρκίας, οι ειδικοί αναμένουν έκρηξη στον αριθμό ατόμων με διαβήτη στα επόμενα χρόνια, αφού η ύπαρξη παχυσαρκίας σχετίζεται με την εμφάνιση σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2. Η κλινική εμπειρία αλλά και μελέτες επιβεβαιώνουν ότι η συντριπτική πλειοψηφία των διαβητικών τύπου 2 έχει σωματικό βάρος παραπάνω από το κανονικό.

Η ιατρική επιστήμη επιχειρεί να μετριάσει το πρόβλημα μέσω διαφόρων προσεγγίσεων, εκ των οποίων και οι βαριατρικές χειρουργικές επεμβάσεις.

Μια βαριατρική επέμβαση δεν είναι μια αισθητική πλαστική επέμβαση. Κατά την πράξη αυτή δεν αφαιρείται λίπος από το σώμα, αλλά μεταβάλλεται η ανατομία του στομάχου ή και των εντέρων με αποτέλεσμα ο οργανισμός να απορροφά λιγότερες θερμίδες. Επιπλέον μετά από επεμβάσεις παχυσαρκίας συντελούνται και ορμονικές αλλαγές που οδηγούν στην μείωση της αίσθησης της πείνας.

Μακροπρόθεσμα η μέθοδος αυτή αποτελεί την πιο επιτυχή λύση για την αντιμετώπιση της νοσογόνου παχυσαρκίας σε επίπεδο απώλειας βάρους και διατήρησης. Δεν αποτελεί όμως την πρώτη λύση και δυστυχώς δεν ενδείκνυται για όλους.

Σύμφωνα με την Ελληνική Ιατρική Εταιρεία Παχυσαρκίας, οι βαριατρικές χειρουργικές επεμβάσεις βελτιώνουν το προσδόκιμο ζωής για πολλούς παχύσαρκους διαβητικούς ασθενείς, αλλά μπορεί να μειώσουν το προσδόκιμο ζωής για τους ασθενείς που είναι εξαιρετικά παχύσαρκοι με πολύ υψηλούς δείκτες μάζας σώματος (ΔΜΣ). Έρευνες έδειξαν ότι για τους περισσότερους ασθενείς με διαβήτη και ΔΜΣ μεγαλύτερο από 35kg/m2, η βαριατρική χειρουργική αυξάνει το προσδόκιμο ζωής. Ωστόσο, το όφελος της χειρουργικής επέμβασης μειώνεται καθώς αυξάνεται ο ΔΜΣ. Πιο συγκεκριμένα οι ασθενείς με ΔΜΣ πιο πάνω από 6235kg/m2 πιθανόν δεν επωφελούνται με την χειρουργική επέμβαση.

Ερευνητές του Πανεπιστημίου του Cincinnati (Annals of Surgery, 2015; 1 DOI: 10.1097) ανέπτυξαν ένα μοντέλο για να συγκρίνουν το προσδόκιμο ζωής σε μια ομάδα σοβαρά παχύσαρκων διαβητικών ατόμων που είχαν υποβληθεί σε βαριατρική χειρουργική επέμβαση, σε σχέση με μια ομάδα στην οποία δεν εφαρμόστηκε χειρουργική αντιμετώπιση. Χρησιμοποίησαν τα δεδομένα που αφορούν περίπου 200.000 ασθενείς.

Στην κύρια ανάλυση της μελέτης οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι μια 45χρονη γυναίκα με διαβήτη και δείκτη μάζας σώματος 45 kg/m2 αποκτά 6,7 επιπλέον χρόνια προσδόκιμου επιβίωσης με την βαριατρική επέμβαση. Ωστόσο, η αύξηση του προσδόκιμου ζωής μειώνεται όταν ο ΔΜΣ αυξάνεται πάνω από 62 kg/m2. Παρόμοια αποτελέσματα παρατηρήθηκαν και για τους άνδρες και τις γυναίκες σε όλες τις ηλικιακές ομάδες. Η μελέτη πάντως δεν εξέτασε τις διαφορές που σχετίζονται με τη φυλή.


child-701645_1280.jpg

27 Απριλίου, 2015 Angelos KlitsasΔιαβήτης0

Ο σακχαρώδης διαβήτης είναι μια πάθηση που μπορεί να αλλάξει τόσο τη ζωή του ασθενή όσο και των ατόμων γύρω του.

Πρόκειται για μια χρόνια νόσο όπου το σώμα δεν είναι σε θέση να χρησιμοποιήσει αποτελεσματικά τη γλυκόζη που λαμβάνουμε από τα τρόφιμα για τη μετατροπή της σε ενέργεια. Χαρακτηρίζεται από αύξηση της συγκέντρωσης του σακχάρου στο αίμα (υπεργλυκαιμία) και διαταραχή του μεταβολισμού της γλυκόζης, είτε ως αποτέλεσμα ελαττωμένης έκκρισης της ινσουλίνης από το πάγκρεας, είτε λόγω ελάττωσης της ευαισθησίας των κυττάρων του σώματος στην ινσουλίνη.

Η ινσουλίνη είναι η ορμόνη που παράγεται από τα βήτα κύτταρα του παγκρέατος. Είναι απαραίτητη στο σώμα καθώς βοηθά στην απομάκρυνση της γλυκόζης από την κυκλοφορία του αίματος και τη μετατροπή της σε απαραίτητη ενέργεια για ιστούς, όπως είναι οι μυς και ο εγκέφαλος.

Ο σακχαρώδης διαβήτης τύπου 1, ο οποίος λέγεται και ινσουλινοεξαρτώμενος ή νεανικός διαβήτης, είναι γνωστός ως αυτοάνοση νόσος, που σημαίνει ότι το ανοσοποιητικό σύστημα καταστρέφει τα βήτα κύτταρα του παγκρέατος που παράγουν ινσουλίνη. Στον διαβήτη τύπου 1 το σώμα παράγει μικρή ή καθόλου ποσότητα ινσουλίνης. Αυτή η έλλειψη ινσουλίνης οδηγεί σε υψηλή γλυκόζη αίματος, η οποία είναι επίσης γνωστή ως υπεργλυκαιμία.

Ο χαρακτηρισμός του ως νεανικός διαβήτης οφείλεται στο γεγονός ότι κατά κανόνα εμφανίζεται σε άτομα νεότερης ηλικίας, χωρίς βέβαια να αποκλείεται και η εμφάνιση αυτής της μορφής σε μεγαλύτερης ηλικίας άτομα.

Συνήθη συμπτώματα του διαβήτη τύπου 1

Στα συνήθη συμπτώματα του διαβήτη τύπου 1 συγκαταλέγονται τα εξής:

– Υπερβολική δίψα
– Συχνή ενούρηση (π.χ. ούρηση στον ύπνο)
– Κόπωση, αδυναμία, υπνηλία
– Υπερβολική απώλεια βάρους σε μικρό χρονικό διάστημα χωρίς εμφανή λόγο
– Εύρεση σακχάρου στα ούρα
– Φρουτώδης οσμή («κετόνες») στο σώμα που περιγράφεται συχνά ως παρόμοια με την οσμή του μανό ή του χαλασμένου αχλαδιού

Η αντιμετώπιση

Ο διαβήτης τύπου 1 είναι μια διαρκής κατάσταση η οποία αντιμετωπίζεται με ισορροπημένη διατροφή, σωματική άσκηση και ενέσεις ινσουλίνης. Οι ενέσεις πρέπει να χορηγούνται σε καθημερινή βάση, διότι απαιτείται ένας αριθμός ενέσεων προκειμένου να διατηρηθεί ο έλεγχος της γλυκόζης αίματος. Στην εκάστοτε περίπτωση ενδέχεται να χορηγηθούν περισσότεροι από έναν τύποι ινσουλίνης.

Ο γιατρός σας, ανάλογα την περίπτωση, θα σας συμβουλεύσει σχετικά με το πότε θα πρέπει να αρχίσει το παιδί να λαμβάνει τις ενέσεις ινσουλίνης καθώς και πόση ινσουλίνη χρειάζεται.

Παρακολούθηση των επιπέδων γλυκόζης αίματος

Είναι σημαντικό οι γονείς του παιδιού με διαβήτη να παρακολουθούν κανονικά τα επίπεδα γλυκόζης αίματος προκειμένου να βοηθήσουν στη ρύθμιση της νόσου. Η παρακολούθηση της γλυκόζης αίματος δείχνει εάν η ινσουλίνη του παιδιού λειτουργεί, καθώς και τον τρόπο με τον οποίο η σωματική δραστηριότητα και οι τροφές που τρώει επηρεάζουν τα επίπεδα.

Ο έλεγχος είναι πιθανό να χρειαστεί να γίνεται τέσσερις φορές την ημέρα – πριν από το κάθε γεύμα και πριν από την ώρα του ύπνου. Ορισμένες φορές μπορεί επίσης να χρειαστεί και μετά από το γεύμα, μετά από τη σωματική δραστηριότητα ή κατά τη διάρκεια της νύχτας.

Η πραγματοποίησή του γίνεται με ειδικό μετρητή, στον οποίο τοποθετείται μια ταινία εξέτασης. Ο χρήστης στη συνέχεια θα πρέπει να τσιμπήσει το δάκτυλο του παιδιού και να τοποθετήσει μια σταγόνα αίματος στην ταινία εξέτασης. Ο μετρητής με τη σειρά του θα δείξει την ένδειξη της γλυκόζης αίματος.

Τα ιδανικά αποτελέσματα

Ο γιατρός θα ενημερώσει για τους στόχους που θα πρέπει να επιτευχθούν όσον αφορά τα αποτελέσματα, καθώς και για τις καταστάσεις που μπορεί να προκύψουν όταν υπάρχει έλλειψη ισορροπίας σε ειδικούς παράγοντες, όπως η σωστή προσαρμογή στη δόση της ινσουλίνης, στην ποσότητα τροφής και στη σωματική δραστηριότητα.

Σε γενικές γραμμές, πάντως, ιδανική θεωρείται η επίτευξη των ακόλουθων μακροχρόνιων στόχων της γλυκόζης αίματος:

– Πριν από το γεύμα τα επίπεδα θα πρέπει να κυμαίνονται μεταξύ 4,0 και 8,0 mmol/L (72 -144 mg/dL).
– Δύο ώρες μετά από το γεύμα τα επίπεδα δεν θα πρέπει να υπερβαίνουν τα 10,0 mmol/L (180 mg/dL).
– Κατά την ώρα του ύπνου τα επίπεδα θα πρέπει να μην υπερβαίνουν τα 180 mg/dL.

Να σημειωθεί ότι οι στόχοι αυτοί μπορεί να είναι δύσκολο να επιτευχθούν, καθώς και ότι το παιδί ενδεχομένως δεν θα επιτύχει αυτά τα επίπεδα όταν ξεκινά να χρησιμοποιεί την ινσουλίνη. Εάν όμως συνεχίζει η δυσκολία αυτή για μεγάλο χρονικό διάστημα, τότε είναι σημαντική η επικοινωνία με τον γιατρό.


cigarette-599485_1280.jpg

22 Απριλίου, 2015 Angelos KlitsasΔιαβήτης0
Γράφει η Δ. Καραγιάννη, παθολόγος-διαβητολόγος και διδάκτωρ Ιατρικής του Δ.Π.Θ.

 

Το απειλητικό δίδυμο διαβήτης κάπνισμα δεν αντιμετωπίζεται με αντικαπνιστική υστερία αλλά με καλά οργανωμένη και πολυεπίπεδη αντικαπνιστική εκστρατεία, όχι ενάντια στους διαβητικούς καπνιστές, αλλά ενάντια στην άγνοια των κινδύνων που διατρέχουν.

Τα τελευταία χρόνια οι μη καπνιστές απολαμβάνουν τον κοινωνικό σεβασμό που δικαιούνται. Οι παθητικοί καπνιστές είναι σεβαστοί, οι αντιπαθητικοί αντικαπνιστές όμως όχι. Συχνά τα αντικαπνιστικά μηνύματα συνθήματα και μέτρα ανάβουν περισσότερα τσιγάρα κι ακόμα περισσότερες αντιδράσεις οδηγώντας σε απρόβλεπτα αποτελέσματα.

Η καλοπροαίρετη ενημέρωση και η κινητοποίηση των διαβητικών ατόμων γύρω από τις συνέπειες του καπνίσματος υπόσχεται καλύτερους καρπούς και συνειδητές αποφάσεις. Η διακοπή του καπνίσματος είναι ΕΠΙΛΟΓΗ του διαβητικού, όχι ΕΠΙΒΟΛΗ του διαβητολόγου. Είναι ΔΙΚΑΙΩΜΑ για περισσότερη και καλύτερη ζωή, όχι ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ για πειθαρχία σε απαγορεύσεις.

Η σχέση μεταξύ καπνίσματος και διαβήτη έγινε πρόσφατα στόχος πολλών επιστημονικών ερευνών και θέμα αρκετών δημοσιεύσεων. Συνοπτικά, τα συμπεράσματα είναι:

– Το κάπνισμα, είτε ενεργητικό είτε παθητικό, αυξάνει τις πιθανότητες εμφάνισης διαβήτη.
– Στα διαβητικά άτομα το κάπνισμα έχει δυσμενείς επιδράσεις τόσο στη ρύθμιση του διαβήτη όσο και στις διαβητικές επιπλοκές.

Για την καλή ρύθμιση του διαβήτη συχνά υπογραμμίζεται και υπερτονίζεται ο ρόλος της διατροφής -και κυρίως των υδατανθράκων- και της άσκησης. Όμως αρκετά επιστημονικά δεδομένα υποστηρίζουν ότι το κάπνισμα συχνά δυσκολεύει τη ρύθμιση και συνδυάζεται με ψηλότερες τιμές γλυκόζης και γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης HbA1c.

Αυτό αποδίδεται στο ότι η νικοτίνη και αρκετά από τα 4.000 χημικά συστατικά του τσιγάρου μειώνουν την έκκριση ινσουλίνης από το πάγκρεας ή /και προκαλούν αντίσταση στην ινσουλίνη του οργανισμού με αποτέλεσμα τη δυσκολία χρησιμοποίησης και δράσης της. Συνεπώς, η τήρηση των οδηγιών διατροφής και διαβίωσης δεν αρκεί για την ιδανική ρύθμιση εάν αντιρροπείται από το κάπνισμα.

Το κάπνισμα όμως δεν επιβαρύνει μόνο τη ρύθμιση αλλά και τις διαβητικές επιπλοκές με μηχανισμούς ανεξάρτητους από τη ρύθμιση. Ειδικότερα, επιταχύνει και επιβαρύνει:

α) τα καρδιαγγειακά νοσήματα (στηθάγχη, εμφράγματα, αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια, ανευρύσματα) που σε άνδρες διαβητικούς και καπνιστές είναι συχνότερα κατά 2-3 φορές συγκριτικά με διαβητικούς μη-καπνιστές, ενώ σε γυναίκες διαβητικές και καπνίστριες είναι συχνότερα κατά 3-5 φορές.
β) την τάση για θρομβώσεις
γ) την αρτηριακή υπέρταση
δ) τη διαβητική νεφροπάθεια (προσβολή των νεφρών)
ε) τη διαβητική νευροπάθεια (προσβολή των νεύρων, κυρίως των περιφερικών)
στ) τη διαβητική αμφισβληστροειδοπάθεια (προσβολή των ματιών)

Το κάπνισμα επίσης μειώνει ακόμη περισσότερο την ήδη χαμηλή – λόγω διαβήτη – HDL χοληστερίνη («καλή»= καρδιοπροστατευτική) και επομένως αυξάνει την αθηροσκλήρωση και τη στένωση αρτηριών, όπως των καρωτίδων που αρδεύουν τον εγκέφαλο και των αρτηριών που αρδεύουν τα κάτω άκρα.

Πηγή: Διαβητολογικό – Παθολογικό Ιατρείο

beer-681807_1280.jpg

1 Απριλίου, 2015 Angelos KlitsasΆρθρα0
Γράφει η Δ. Καραγιάννη, παθολόγος-διαβητολόγος και διδάκτωρ Ιατρικής του Δ.Π.Θ.

Το αλκοόλ ή η αιθανόλη (αιθυλική αλκοόλη) αποτελεί ένα θερμιδογόνο συστατικό της διατροφής μας, που αποδίδει όμως «κενές» θερμίδες. Αν και έχει αρκετά υψηλή ενεργειακή πυκνότητα (αποδίδει 7 Kcal/γρ), δεν είναι απαραίτητο για την ομαλή ανάπτυξη του οργανισμού μας. Από την άλλη βέβαια γνωρίζουμε από πολλές έρευνες ότι η μέτρια κατανάλωση αλκοόλ, από οποιοδήποτε ποτό, μπορεί να έχει ευεργετική επίδραση για την υγεία μας.

Η κατανάλωση αλκοόλ θα πρέπει να γίνεται με προσοχή από τα άτομα με διαβήτη, είτε τύπου 1 είτε τύπου 2, καθώς και οι προσλαμβανόμενες θερμίδες αλλά και ο τρόπος με τον οποίο μεταβολίζεται η αλκοόλη, έχει επιδράσεις στη γενικότερη κατάσταση υγείας τους.

Τα άτομα με Σακχαρώδη Διαβήτη πρέπει να καταναλώνουν, όταν το επιθυμούν, αλκοόλ με ιδιαίτερη προσοχή, καθώς η κατανάλωση αυτή μπορεί να οδηγήσει σε συγκεκριμένα προβλήματα. Η αύξηση των επιπέδων της γλυκόζης, η εμφάνιση υπογλυκαιμίας, η αύξηση του σωματικού βάρους, καθώς και η υπερτριγλυκεριδαιμία είναι κάποια από τα προβλήματα που σχετίζονται με την κατανάλωση αλκοόλ, όταν υπάρχει διαβήτης.

Σύμφωνα με τις ισχύουσες κατευθυντήριες οδηγίες της Ελληνικής Διαβητολογικής Εταιρείας, αν ένα ενήλικο άτομο με σακχαρώδη διαβήτη επιλέξει να καταναλώσει αλκοόλ, η κατανάλωση της αλκοόλης θα πρέπει να γίνεται με μέτρο. Συγκεκριμένα, επιτρέπεται μέχρι 1 μονάδα αλκοόλης για τις γυναίκες και μέχρι 2 για τους άντρες ημερησίως (μια μονάδα αλκοόλης -unit- αντιστοιχεί σε 350 ml μπύρας 150 ml κρασιού ή 45 ml ηδύποτου και περιέχει 15 γραμμάρια αλκοόλης).

Ταυτόχρονα, η κατανάλωση της όποιας μορφής αλκοόλης πρέπει πάντα να γίνεται μαζί με το φαγητό, ειδικότερα στα άτομα με διαβήτη που ακολουθούν αγωγή με ινσουλίνη ή υπογλυκαιμικά φάρμακα, για να αποφεύγονται τα υπογλυκαιμικά επεισόδια.

Έχει φανεί πως, όταν η κατανάλωση γίνεται με άδειο στομάχι, η απορρόφησή της αλκοόλης γίνεται πιο γρήγορα και ακολουθείται από χαμηλά σάκχαρα. Ακόμη όμως και στις περιπτώσεις όπου η λήψη της γίνεται με μέτρο, απαιτείται επιπρόσθετα προσοχή από την ταυτόχρονη λήψη άλλων υδατανθράκων μαζί με το αλκοόλ (π.χ. σε ανάμικτα ποτά), η οποία μπορεί να αυξήσει τα επίπεδα του σακχάρου. Προσοχή επίσης χρειάζεται στην κατανάλωση λιπαρών σνακ, που επιβαρύνουν με τη σειρά τους το συνολικό θερμιδικό φορτίο της δίαιτας τους.

Ειδικότερα, όταν μαζί με το διαβήτη συνυπάρχει και διαταραχή βάρους, η κατανάλωση του οινοπνεύματος θα πρέπει να είναι περιορισμένη ή ακόμα και να αποφεύγεται. Επίσης, τα υπερτασικά άτομα ή τα άτομα που παρουσιάζουν υπερτριγλυκεριδαιμια πρέπει να αποφεύγουν τη λήψη αλκοόλης.

Τα άτομα με διαβήτη είναι τέλος καλό να επιλέγουν ποτά που προκαλούν τη μικρότερη δυνατή επιβάρυνση στον διαβήτη. Το λευκό ξηρό κρασί, το τσίπουρο και τα ποτά τύπου ουΐσκι ή βότκα με νερό ή χυμό λεμόνι είναι σίγουρα οι πιο ασφαλείς λύσεις. Αντίθετα, η μπύρα και τα γλυκά κρασιά περιέχουν υδατάνθρακες που μπορούν να αυξήσουν τα επίπεδα του σακχάρου του αίματος.

Πηγή: Διαβητολογικό-Παθολογικό Ιατρείο

Brain1.jpg

27 Μαρτίου, 2015 Angelos KlitsasΔιαβήτης0
Γράφει η Δ. Καραγιάννη, παθολόγος-διαβητολόγος και διδάκτωρ Ιατρικής του Δ.Π.Θ.

 

Η νόσος Alzheimer’s είναι η συνήθης και πιο συχνή άνοια στους ηλικιωμένους. Η πιο συχνή άνοια στους διαβητικούς στις πιο πολλές μελέτες είναι η αγγειακή άνοια και αποδίδεται στα μικρά αγγειακά εγκεφαλικά που συμβαίνουν αθόρυβα στην λευκή ουσία του εγκεφάλου ασυμπτωματικά για συχνά μεγάλο διάστημα.

H άνοια προτιμά διαβητικούς με υψηλή πίεση, υπερλιπιδαιμία και ιδίως όσους υποφέρουν από καρδιαγγειακή νόσο και δεν έχουν σωματική άσκηση.

Είναι δυνατόν στους διαβητικούς να συνυπάρχουν νόσος Alzheimer’s και αγγειακή άνοια.

Το τμήμα του εγκεφάλου που φαίνεται ότι σχετίζεται με την μνήμη και ονομάζεται ιππόκαμπος, επηρεάζεται ιδιαίτερα τόσο από τις μεταβολές της πίεσης (υπερτασικοί ασθενείς), όσο και από τις μεταβολές του σακχάρου (υπεργλυκαιμία η υπογλυκαιμία στον σακχαρώδη διαβήτη). Όταν αυτό συμβαίνει συχνά η σε μεγάλη διάρκεια χρόνου, ιδίως σε ευαίσθητες ηλικίες (μικρά παιδιά τύπου 1, η ηλικιωμένοι με σακχαρώδη διαβήτη), τότε οι βλάβες στον εγκέφαλο μπορεί να γίνουν σημαντικές

Ποια είναι τα συμπτώματα που θα μας ανησυχήσουν;

– Σύγχυση και απώλεια πρόσφατης μνήμης
– Χαμένος ή περιπλανώμενος σε μέρη, αρκετά οικεία πρίν
– Περπάτημα με κοντά γρήγορα <ανακατεμένα> βήματα
– Ακράτεια ούρων ή κοπράνων
– Συναισθηματικές μεταπτώσεις σε ακατάλληλες στιγμές
– Δυσκολία να ακολουθήσουν οδηγίες- Δυσκολία να χειρισθούν τα χρήματα.

Ποια η σχέση άνοιας με τον σακχαρώδη διαβήτη, και ποιές είναι οι μέχρι τώρα γνώσεις μας για τα αίτια που την προκαλούν:

– Η σχέση σακχαρώδη διαβήτη και άνοιας είναι κοινό συμπέρασμα σε όλες σχεδόν τις μελέτες.
– Ύπαρξη σακχαρώδη διαβήτη οιανδήποτε τύπου (τύπου 1, η τύπου 2) διπλασιάζει τις πιθανότητες εμφάνισης άνοιας σε όλες δυστυχώς τις ηλικίες, ακόμα και σε νέους ενήλικες.
– Εμφάνιση σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 σε ηλικίες νεότερες από τα 65 έτη αυξάνει πολύ τις πιθανότητες για όψιμη, δηλαδή σε μεγαλύτερες ηλικίες εμφάνιση τόσο αγγειακής όσο και νόσου Alzheimer
– Κυρίως τα για αρκετό καιρό υψηλά σάκχαρα, δηλαδή ο αρρύθμιστος σακχαρώδης διαβήτης, αλλά και οι υπογλυκαιμίες σε ευπαθείς ηλικίες (βρέφη, παιδιά, έφηβοι τύπου 1, ηλικιωμένοι), αυξάνουν πολύ τον κίνδυνο άνοιας.
– Επίσης υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις θετικής συσχέτισης σακχαρώδη διαβήτη και καπνίσματος με αγγειακή άνοια καθώς και σακχαρώδη διαβήτη μαζί με υπερλιπιδαιμία που συσχετίζεται θετικά και με τους δύο τύπους της άνοιας.
– Αυτό που δεν είναι ακόμα απολύτως κατανοητό είναι πως ο σακχαρώδης διαβήτης ενεργοποιεί την άνοια, και η απάντηση μοιάζει να είναι πολυπαραγοντική .

Τι μπορούμε εμείς να κάνουμε;

– Καλή γλυκαιμική ρύθμιση, όσον το δυνατόν νωρίτερα, δηλαδή από την έναρξη του σακχαρώδους διαβήτη.
– Συστηματική σωματική άσκηση 30′ κάθε ημέρα, μπορεί όχι μόνο να βελτιώσει την μνήμη αλλά και να αναστρέψει ήδη εγκαταστημένες βλάβες στον ιππόκαμπο που είναι σημαντικό κέντρο για την μνήμη στον εγκέφαλο.
– Μεσογειακή διατροφή, με άφθονα, ψάρι , όσπρια, λαχανικά, πράσινες σαλάτες, ελαιόλαδο, φρούτα και ολίγο οίνο
– Αντιμετώπιση συνολικά των καρδιαγγειακών παραγόντων κινδύνου, βοηθά όχι μόνο στην άνοια , αλλά είναι και απαραίτητη στην βελτίωση της ποιότητας και της ποσότητας της ζωής στον σακχαρώδη διαβήτη. Αυτό σημαίνει:
– Διακοπή καπνίσματος.
– Άριστη ρύθμιση υπέρτασης και υπερλιπιδαιμίας, έστω και μικρή μείωση του βάρους (5-10%) για τους υπέρβαρους.
– Χρήση στατινών, ινσουλινο-ευαισθητοποιητικών αντιδιαβητικών φαρμάκων και κυρίως μετφορμίνης.

Πολλά έχουμε ακόμη να μάθουμε για την ολέθρια σχέση αλλά και την θεραπεία της άνοιας στους ανθρώπους με σακχαρώδη διαβήτη. Η πρόληψη εξακολουθεί να παραμένει η καλύτερη θεραπεία, ιδίως για αγγειακή άνοια, και σε αυτό μπορούμε να κάνουμε με τις σημερινές γνώσεις πολλά!

Πηγή: Διαβητολογικό-Παθολογικό Ιατρείο

Diabetes-blackboard1.png

6 Φεβρουαρίου, 2015 Angelos KlitsasΔιαβήτης0

Γράφει η Φίλια Κατσώρη, ψυχολόγος MSc, στο Υγείαonline.gr 

Όπως πολύ καλά γνωρίζουν οι πάσχοντες αλλά και τα άτομα που σχετίζονται μαζί τους, ο διαβήτης είναι μια χρόνια πάθηση που εμφανίζεται απότομα και η πορεία του είναι μακρά και απρόβλεπτη. Η διαχείρισή του δεν είναι εύκολο ζήτημα. Ο διαβήτης μπορεί να προκαλέσει μεγάλες βλάβες στον οργανισμό, αλλά πρόσφατα επιστημονικά στοιχεία δείχνουν ότι οι περισσότερες μακροπρόθεσμες επιπλοκές είναι δυνατόν να καθυστερήσουν ή να προληφθούν όταν υπάρχει καλή ιατρική παρακολούθηση και καλή αυτοδιαχείριση από τη μεριά των ασθενών.

Το να ζει κανείς καλά με το διαβήτη απαιτεί χρόνο, γνώση, και προσπάθεια. Η διατροφή, η άσκηση, η μέτρηση του ζαχάρου στο αίμα και η λήψη ινσουλίνης πρέπει να συντονίζονται και να ρυθμίζονται καθημερινά πολλές φορές πράγμα το οποίο συμβαίνει αυτόματα στον οργανισμό των υπόλοιπων ανθρώπων.

Η συνεχής προσπάθεια για τη ρύθμιση του διαβήτη, η οποία δεν έχει πάντα τα προσδοκώμενα αποτελέσματα, δημιουργεί έντονο stress και πυροδοτεί συναισθήματα ματαίωσης, απογοήτευσης, κούρασης ή ακόμα και θυμού, ενοχής και φόβου. Οι καθημερινές δυσκολίες που προκύπτουν από το διαβήτη και οι ψυχολογικές μεταπτώσεις, συχνά διαταράσσουν την ομαλή διαχείρισή του.

Στις μέρες μας, σε αντίθεση με τα παλαιότερα χρόνια, είναι αποδεκτό ότι οι ψυχολογικοί παράγοντες μπορούν να επηρεάσουν την πορεία των ασθενειών. Τα τελευταία 20 χρόνια έχουν αυξηθεί οι έρευνες που αποδεικνύουν τη βαρύτητα των ψυχολογικών, συμπεριφοριστικών και κοινωνικών παραγόντων στο διαβήτη. Οι παράγοντες αυτοί αφορούν στο βαθμό στον οποίο το άτομο αποδέχεται την πάθησή του, στο κατά πόσο προσαρμόζεται στις καθημερινές της απαιτήσεις, και στον τρόπο με τον οποίο διαχειρίζεται την εξέλιξη του διαβήτη και τις όποιες επιπλοκές μπορεί να εμφανιστούν.

Όλοι οι ειδικοί, ιατροί, ψυχολόγοι και κοινωνικοί λειτουργοί, γνωρίζουν ότι οι ασθενείς με διαβήτη, σε κάποια στιγμή κατά τη διάρκεια της ασθένειάς τους, «κουρασμένοι» από την υπερπροσπάθεια δε τηρούν όσα απαιτούνται για τη ρύθμιση του διαβήτη τους. Η ακατάλληλη διατροφή, η άστατη χορήγηση ινσουλίνης, ο ανεπαρκής έλεγχος και καταγραφή των τιμών του ζαχάρου είναι συνήθεις αλλά και πολύ επικίνδυνες συμπεριφορές. Όλα τα παραπάνω συντελούν στην απορύθμιση του ζαχάρου στο αίμα και στην εμφάνιση επιπλοκών. Πολλοί είναι οι ψυχοκοινωνικοί παράγοντες που συμβάλλουν στο πρόβλημα αυτό: η ανεπαρκής κοινωνική στήριξη και πρόνοια, οι πιέσεις του χρόνου, το στρες της καθημερινής ζωής, τα δύσκολα συναισθήματα που βιώνουν λόγω των δυσκολιών και των προβλημάτων της καθημερινότητας.

Ειδικά το στρες και τα δύσκολα-βαριά συναισθήματα  έχουν μεγάλη επίπτωση στο διαβήτη. Συνήθως, προέρχονται από καθημερινές ενοχλήσεις (π.χ. συγκρούσεις με μέλη της οικογένειας, εργασιακή πίεση), από αρνητικά γεγονότα της ζωής (π.χ. θάνατος αγαπημένου προσώπου, οικονομικά προβλήματα, διαζύγιο) ή και από το ίδιο το «βάρος» της αντιμετώπισης του διαβήτη. Οι συνέπειες είναι είτε άμεσες στην υγεία, μέσω αυξημένων επιπέδων ζαχάρου στο αίμα, είτε έμμεσες μέσω της διατάραξης των προτύπων συμπεριφοράς και των συνηθειών (π.χ. φαγητό, ύπνος).

Η ασυνέπεια στην τήρηση των υποχρεώσεων που αφορά τη ρύθμιση του διαβήτη μπορεί επίσης να είναι μία εκδήλωση πιο σοβαρών ψυχολογικών καταστάσεων, όπως κατάθλιψη, αγχώδεις διαταραχές ή διατροφικές διαταραχές. Οι διαταραχές αυτές συμβάλλουν στην απορύθμιση του ζαχάρου στο αίμα μέσω αλλαγών στη λειτουργία των νευροδιαβιβαστών αλλά και μέσω ελλιπούς φροντίδας εαυτού.

Η κατάθλιψη είναι μια από τις πιο συχνές και επικίνδυνες επιπλοκές του διαβήτη. Ο διαβητικός βιώνει μια παρατεταμένη κατάσταση ανασφάλειας, έρχεται αντιμέτωπος με το φόβο του θανάτου, με ερωτήματα που αφορούν την ίδια του την ύπαρξη και χρειάζεται να βρίσκεται σε μια καθημερινή προσπάθεια για να εξασφαλίσει αυτό που είναι αυτονόητο για την πλειοψηφία των συνανθρώπων. Δεν είναι λοιπόν απροσδόκητο το γεγονός ότι το  ποσοστό της κατάθλιψης στους διαβητικούς είναι πολύ υψηλότερο από ό, τι στο γενικό πληθυσμό. Η κατάθλιψη θα εντείνει τα προβλήματα καθώς το άτομο δε θα έχει την ενέργεια ή το κίνητρο να διαχειριστεί σωστά τη ρύθμιση του διαβήτη. Επίσης, συχνά συνδέεται με ανθυγιεινές αλλαγές στην όρεξη (αυξημένη ή μειωμένη πρόσληψη τροφής) και συμπεριφορές άρνησης όπως για παράδειγμα μειωμένο κίνητρο και μειωμένη φροντίδα εαυτού.

Τα παιδιά με διαβήτη συχνά εκδηλώνουν τα ψυχολογικά προβλήματα με διαφορετικούς τρόπους από τους ενήλικες. Τα ψυχοκοινωνικά προβλήματα που σχετίζονται με το διαβήτη στα παιδιά συχνότερα παρατηρούνται στην κακή σχολική επίδοση, στις δυσκολίες των σχέσεων με τους συνομηλίκους, στις αλλαγές στη συμπεριφορά στο σχολείο και στο σπίτι και στις συγκρουσιακές σχέσεις με τους γονείς τους.

Οι έφηβοι με διαβήτη, από την άλλη μεριά, επηρεάζονται από ψυχολογικούς παράγοντες που σχετίζονται με την ιδιαίτερη φάση της ανάπτυξής τους. Η εφηβεία είναι μία εποχή επανάστασης και πολύ συχνά η επανάσταση αυτή ξεσπάει και στον ίδιο το διαβήτη μέσω συμπεριφορών άρνησης της τήρησης των υποχρεώσεών τους. Ωστόσο αυτή η επανάσταση μπορεί να θέσει τους εφήβους σε κίνδυνο απορρύθμισης του ζαχάρου ακόμα και μέχρι το σημείο της κετοξέωσης.

Η υποστήριξη των ατόμων με διαβήτη ώστε να αντιμετωπίσουν τις συναισθηματικές και ψυχολογικές πτυχές του διαβήτη είναι ιδιαίτερα σημαντική για την επίτευξη της αποτελεσματικής αυτοδιαχείρισής του, την ελαχιστοποίηση των επιπλοκών και τη βελτίωση της ποιότητας της ζωής. Τα άτομα που πάσχουν από διαβήτη είναι σημαντικό όχι μόνο να αντιμετωπίσουν την ασθένεια αλλά και να βρουν τρόπους να χαίρονται την καθημερινότητα τους και να βλέπουν τη ζωή τους με προοπτική χωρίς να χάνονται στον κυκεώνα της ασθένειας τους. Στα πλαίσια αυτά, στη Δυτική Ευρώπη και ιδιαίτερα στις ΗΠΑ λειτουργούν ομάδες υποστήριξης για διαβητικούς όπως και για άλλες κατηγορίες χρόνια πασχόντων. Η ασθένεια μπορεί να είναι ένα κομμάτι της ζωής αλλά όχι να ταυτίζεται με την ίδια την ύπαρξη.

Πηγή: ygeiaonline.gr




ΕΝΗΜΕΡΩΜΕΝΟΣ ΑΣΘΕΝΗΣ ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΥΓΕΙΑ





ΕΝΗΜΕΡΩΜΕΝΟΣ ΑΣΘΕΝΗΣ, ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΥΓΕΙΑ






Copyright by Yourdoc.gr 2025. All rights reserved.





Copyright by Yourdoc.gr 2025. All rights reserved.