Blog

OLD91Y0.png

6 Αυγούστου, 2018 Angelos KlitsasΠαχυσαρκία0

Μια νέα μελέτη που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό έντυπο Scientific Reports, υποστηρίζει ότι οι ηλικιωμένοι που αθλούνται περισσότερο από το συνιστώμενο έχουν μειωμένο κίνδυνο εκδήλωσης χρόνιας πάθησης, συγκριτικά με όσους δεν αθλούνται.

Οι ερευνητές του Ινστιτούτου Ιατρικής Έρευνας Westmead έθεσε υπό ιατρική παρακολούθηση πάνω από 1.500 Αυστραλούς ενήλικες, άνω των 50 ετών, για πάνω από δέκα χρόνια.

Τα άτομα που γυμνάζονταν έντονα είχαν διπλάσιες πιθανότητες να γλιτώσουν το εγκεφαλικό επεισόδιο, την καρδιακή νόσο, τη στηθάγχη, τον καρκίνο και τον διαβήτη και να έχουν άριστη σωματική και πνευματική υγεία, δέκα χρόνια αργότερα.

Όπως εξηγεί η επικεφαλής ερευνήτρια, επίκουρος καθηγήτρια Μπαμινι Γκοπιναθ από το Πανεπιστήμιο του Σίδνεϊ «τα στοιχεία δείχνουν ότι οι ενήλικοι που περιλαμβάνουν πάνω από 5.000 μεταβολικά ισοδύναμα λεπτά στην εβδομάδα τους έχουν τη μέγιστη μείωση ως προς τον κίνδυνο χρόνιας νόσου. Αλλά το σημαντικότερο είναι ότι οι ηλικιωμένοι που γυμνάζονταν περισσότερο είχαν διπλάσιες πιθανότητες να είναι ελεύθεροι νόσων και πλήρως λειτουργικοί».

Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας συστήνει τουλάχιστον 600 μεταβολικά ισοδύναμα λεπτά σωματικής δραστηριότητας κάθε εβδομάδα, δηλαδή 150 λεπτά ζωηρού βαδίσματος ή 75 λεπτά τρέξιμο.

Η ερευνήτρια παραδέχεται ότι μπορεί για ορισμένους ηλικιωμένους να μην είναι εφικτό να γυμναστούν στα επίπεδα του δείγματος της μελέτης αλλά τους ενθαρρύνει να γυμνάζονται στο επίπεδο που μπορούν.

Πηγή: health.in.gr


9020.png

16 Ιουλίου, 2018 Angelos KlitsasΠαχυσαρκία0

Η κατανάλωση γευμάτων με χαμηλούς υδατάνθρακες μπορεί ενδεχομένως να οδηγήσει σε υγιείς αλλαγές στο μεταβολισμό μιας γυναίκας, που δεν συμβαίνουν όταν καταναλώνει γεύματα πλούσια σε υδατάνθρακες, υποδεικνύει μικρή έρευνα.

Οι ερευνητές ανακάλυψαν επίσης ότι η στιγμή της άσκησης ενδεχομένως παίζει ρόλο στο πόσο ωφέλιμη είναι για το μεταβολισμό. Η ερευνήτρια Katarina Borer, δήλωσε ότι η έρευνα δείχνει ότι μικρές αλλαγές μπορούν να κάνουν τη διαφορά, όπως το να προσέχουμε τα είδη τροφίμων που καταναλώνουμε και να μην ασκούμαστε σε ακατάλληλη χρονική στιγμή.

Η έρευνα ανέφερε ότι όταν οι άνθρωποι κατανάλωναν 3 γεύματα που περιείχαν μόλις 30% υδατάνθρακες σε 24ωρο διάστημα είχαν 30% μείωση στην αντίσταση στην ινσουλίνη μετά το γεύμα. Όταν οι άνθρωποι κατανάλωναν 3 γεύματα που περιείχαν 60% υδατάνθρακες σε 24 ώρες, δεν υπήρχε τέτοια μείωση στην αντίσταση στην ινσουλίνη ή στα επίπεδά της. Η έρευνα περιέλαβε 32 υγιείς μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες, 50 έως 65 ετών. Καμία δεν είχε σημάδια διαβήτη ή προδιαβήτη.

Οι γυναίκες χωρίστηκαν σε 4 ομάδες-υψηλή ή χαμηλή διατροφή, και με ή χωρίς άσκηση πριν τα γεύματα. Οι γυναίκες είχαν ένα γεύμα στο εργαστήριο το βράδυ πριν την έρευνα και 2 γεύματα την επόμενη ημέρα-ένα το πρωί και το δεύτερο στις 5.00 το απόγευμα. Κάθε γεύμα περιείχε περίπου 800 θερμίδες. Το γεύμα με τους χαμηλούς υδατάνθρακες περιείχε 30% υδατάνθρακες, 25% πρωτεΐνες και 45% λιπαρά.

Ωστόσο, οι ερευνητές εστίασαν στα καλά λιπαρά. Το γεύμα που περιείχε υψηλότερα επίπεδα υδατανθράκων περιλάμβανε 60% υδατάνθρακες, 15% πρωτεΐνες και 25% λιπαρά.

Οι ομάδες άσκησης ήταν μετρίως δραστήριες για 2 ώρες και η διάρκεια της άσκησης τελείωνε μια ώρα πριν το γεύμα. Φυσιολογικά, η άσκηση θεωρείται ότι βοηθά στον περιορισμό της αντίστασης στην ινσουλίνη και μειώνει τα επίπεδα σακχάρου. Ωστόσο, στη νέα έρευνα η άσκηση πριν το φαγητό αύξανε τα επίπεδα σακχάρου το βράδυ.

Η Borer εξήγησε ότι κατά την άσκηση χρειαζόμαστε ενέργεια και ορμόνες προάγουν την απελευθέρωση σακχάρου από το ήπαρ. Οι περισσότεροι ιστοί γίνονται ανθεκτικοί στην ινσουλίνη για να επιτρέπουν στον εγκέφαλο και τους μυς να χρησιμοποιήσουν το παραπάνω σάκχαρο. Αν οι ιστοί δεν χρησιμοποιούν όλο το σάκχαρο για την άσκηση, το σάκχαρο στο αίμα θα παραμείνει αυξημένο.

Ωστόσο, αν κάποιος ασκηθεί μετά το φαγητό, το γεύμα του παρέχει το ‘’καύσιμο’’ αντί για το ήπαρ και το επιπλέον σάκχαρο από το γεύμα πιθανόν έχει εξαντληθεί. Η ερευνήτρια συνιστά άσκηση εντός 40 λεπτών από το γεύμα. Η Borer αναγνωρίζει ότι τα αποτελέσματα της έρευνας ήταν βραχυπρόθεσμα.

Τα ευρήματα δημοσιεύτηκαν πρόσφατα στο περιοδικό PLOS One.

Πηγή: iatronet.gr
Photo credit: Freepik


Weight.png

27 Ιουνίου, 2018 Angelos KlitsasΠαχυσαρκία0

Τα υπέρβαρα και παχύσαρκα άτομα έχουν εντελώς διαφορετικές απόψεις για τη διατροφή και την άθληση από τα άτομα με φυσιολογικό σωματικό βάρος και γι’ αυτό δυσκολεύονται τελικά να αδυνατίσουν και να πετύχουν ένα φυσιολογικό σωματικό βάρος.

Σε αυτό το συμπέρασμα καταλήγει αμερικανική μελέτη που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό έντυπο  Hudson Institute Report.

Η γεύση φαίνεται να παίζει καθοριστικό ρόλο όταν επιλέγουν τί θα φάνε και σπανίως διαβάζουν τις ετικέτες με τη σύσταση των τροφίμων, ενώ η σχέση τους με το φαγητό φαίνεται να είναι παρορμητική και συναισθηματική. Κι ενώ πολλοί είναι ανοιχτοί στην ιδέα μιας μικρότερης μερίδας φαγητού απ’ την άλλη είναι λιγότερο πιθανόν να γυμνάζονται, συγκριτικά με άτομα που έχουν φυσιολογικό σωματικό βάρος. Το κόστος επίσης φαίνεται να είναι ένας σημαντικός παράγοντας, αφού πιστεύουν ότι τα υγιεινά τρόφιμα είναι πιο ακριβά.

Η ερευνητική ομάδα του Κέντρου Πολιτικής Διατροφής του Ινστιτούτου Hudson στην Ουάσινγκτον πραγματοποίησε έρευνα σε δείγμα 2.000 ατόμων που εντάσσονταν σε τέσσερις κατηγορίες: φυσιολογικό βάρος (ΔΜΣ 18,5-24,9), σχεδόν υπέρβαρο (ΔΜΣ 25-27), υπέρβαρο (27,1-29,9) και παχυσαρκία (ΔΜΣ 30 και άνω).

Οι απόψεις για το φαγητό διέφεραν αρκετά μεταξύ των ομάδων. Ενώ το 44% των ατόμων με φυσιολογικό βάρος δήλωσε ότι η υγεία και η διατροφή ήταν μεταξύ των τριών κύριων προτεραιοτήτων τους όταν αγόραζαν τρόφιμα, η προτεραιότητα αυτή έπεφτε στη λίστα όσο αυξανόταν στο σωματικό βάρος. Μόνο ένα τρίτο των παχύσαρκων ατόμων συμφωνούσε με τα άτομα φυσιολογικού βάρους.

Το 62% των παχύσαρκων παραδέχονταν ότι γνώριζαν πως έπρεπε να τρώνε πιο υγιεινά απ’ ότι έκαναν. Και ήταν πιθανότερο να αγνοούν τις ετικέτες των τροφίμων και να επιδιώκουν να αγοράζουν σνακς, πατατάκια, γλυκά, αρτοσκευάσματα, παγωτά, μπισκότα και αναψυκτικά. Επίσης ήταν λιγότερο πιθανό να προσπαθούν να αποφύγουν τις γλυκαντικές ουσίες ή να αναζητούν φυσικές γλυκαντικές χωρίς θερμίδες. Κι ενώ το 60% δήλωσαν ότι δεν θα σταματούσαν να τρώνε σνακ και να πίνουν αναψυκτικά, εμφανίστηκαν όμως διαθέσιμοι να φάνε μικρότερες μερίδες φαγητού.

Οι μισοί υπέρβαροι και παχύσαρκοι συμμετέχοντες είπαν ακόμα ότι το κόστος ήταν σημαντικός παράγοντας για την αγορά υγιεινότερων τροφίμων. Ενώ τα άτομα με φυσιολογικό σωματικό βάρος ήταν πιο υγιή και ευκατάστατα οικονομικά.

Η σωματική δραστηριότητα τέλος αποτελούσε σοβαρό ζήτημα, αφού το ένα τέταρτο των παχύσαρκων δεν γυμνάζονταν ποτέ, συγκριτικά με το 15% αυτών με φυσιολογικό σωματικό βάρος.

Πηγή: www.health.in.gr
Photo credit: Freepik


OI4S7E0.png

20 Ιουνίου, 2018 Angelos KlitsasΠαχυσαρκία0

Ο σύγχρονος τρόπος ζωής που επιβάλλει την κατανάλωση γρήγορων και επεξεργασμένων τροφών, το άγχος και η καθιστική ζωή συγκαταλέγονται μεταξύ άλλων στους παράγοντες που επηρεάζουν αρνητικά το συκώτι (ήπαρ), καθώς μπορούν να προκαλέσουν τη συσσώρευση λίπους σε αυτό.

Η κατάσταση αυτή ονομάζεται μη αλκοολική λιπώδης νόσος του ήπατος και χαρακτηρίζεται από τη συγκέντρωση λίπους στα κύτταρα του ήπατος, η οποία δεν οφείλεται στην υπέρμετρη κατανάλωση αλκοόλ. Σχετίζεται σημαντικά με την παχυσαρκία και μπορεί να προκαλέσει σοβαρά προβλήματα υγείας, ενώ αποτελεί σήμερα μία από τις συχνότερες αιτίες χρόνιας ηπατοπάθειας παγκοσμίως.

Οι περισσότεροι άνθρωποι δεν αναπτύσσουν σοβαρά προβλήματα με το ήπαρ, αλλά έχουν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρδιαγγειακών προβλημάτων, όπως έμφραγμα, αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο και σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2. Σε ορισμένα άτομα όμως το συσσωρευμένο λίπος μπορεί να προκαλέσει φλεγμονή και ουλές στο ήπαρ, ενώ σε πιο σοβαρές περιπτώσεις μπορεί να εξελιχθεί και σε ηπατική ανεπάρκεια.

Συμπτώματα

Στην πλειονότητά τους οι πάσχοντες είναι ασυμπτωματικοί ή εμφανίζουν ελάχιστα σημεία. Η νόσος αποκαλύπτεται τυχαία σε κάποιο βιοχημικό ή απεικονιστικό έλεγχο ρουτίνας, για τη διάγνωση της οποίας απαραίτητη προϋπόθεση είναι η αποχή από την κατανάλωση αλκοόλ σε ποσότητα πέραν των ασφαλών ορίων.

Πιο σπάνια όμως μπορεί να προκαλέσει συμπτώματα που είναι μη ειδικά: εξασθένιση, ηπατομεγαλία (αύξηση του μεγέθους του συκωτιού), πόνος στο δεξιό υποχόνδριο του ήπατος ή και σημεία πυλαίας υπέρτασης (αύξηση της πίεσης μέσα στο πυλαίο σύστημα).

Αντιμετώπιση

Σε ό,τι αφορά την αντιμετώπιση της νόσου, δεν υπάρχει ακόμη κάποια ειδική θεραπεία, ωστόσο η προσπάθεια επικεντρώνεται στη ρύθμιση των παραγόντων κινδύνου. Οι οδηγίες που παρέχονται στους ασθενείς συνήθως περιλαμβάνουν την απώλεια σωματικού βάρους, την υγιεινή διατροφή που είναι πλούσια σε φρούτα, λαχανικά και δημητριακά ολικής αλέσεως και την αύξηση της σωματικής δραστηριότητας υπό τη μορφή μέτριας αερόβιας άσκησης 30 λεπτών, 3-6 φορές την εβδομάδα.

Εάν συνυπάρχει σακχαρώδης διαβήτης, είναι απαραίτητη η σωστή ρύθμιση των επιπέδων σακχάρου για τη μείωση του λίπους στο ήπαρ, ενώ αν είναι αυξημένα και τα επίπεδα της χοληστερίνης, η σωστή διατροφή, η άσκηση και η φαρμακευτική αγωγή μπορούν να βοηθήσουν.

Τέλος, απαραίτητη είναι η προστασία του ήπατος από παράγοντες που επιβαρύνουν τη λειτουργία του, όπως είναι το αλκοόλ και τα περιττά φάρμακα.

Photo credit: Freepik


Article-Walking.png

Το έντονο περπάτημα μπορεί ενδεχομένως να παρατείνει τη ζωή, αναφέρει νέα έρευνα. Σε σύγκριση με τον αργό βηματισμό, το περπάτημα με μέσο ρυθμό φάνηκε να μειώνει τον κίνδυνο πρόωρου θανάτου κατά 20%, ενώ ο γρηγορότερος ρυθμός φάνηκε να μειώνει τον κίνδυνο κατά 24%.

Ο ερευνητής Εμμανουήλ Σταματάκης, του University of Sydney, δήλωσε ότι ο γρήγορος βηματισμός είναι 5-7 χιλιόμετρα την ώρα αλλά εξαρτάται από τα επίπεδα φόρμας. Άλλος δείκτης είναι το βάδισμα σε ρυθμό που μας κάνει ελαφρώς να χάνουμε την αναπνοή μας ή να ιδρώνουμε.

Οι ερευνητές ανακάλυψαν επίσης ότι οι άνθρωποι φαίνεται να μειώνουν τον κίνδυνο πρόωρου θανάτου από καρδιακή νόσο κατά 24% περιπατώντας με μέτριο ρυθμό και κατά 21% περιπατώντας γρήγορα, σε σύγκριση με το βάδισμα με αργό ρυθμό.

Επιπλέον, το όφελος της έντονης βάδισης ήταν ιδιαίτερα ενισχυμένο σε ηλικιωμένους. Όσοι ήταν άνω των 60 ετών και περπατούσαν με μέτριο ρυθμό είχαν 46% μείωση του κινδύνου πρόωρου θανάτου από καρδιοπάθεια και όσοι περπατούσαν γρήγορα είχαν 53% μείωση. Οι ερευνητές ανακάλυψαν σχέση αλλά δεν απέδειξαν ότι είναι αιτιατή.

Οι ερευνητές ανέλυσαν στοιχεία θανάτου και τα συνέδεσαν με αποτελέσματα 11 ερευνών στη Βρετανία και τη Σκοτία, μεταξύ 1994 και 2008. Σε αυτές, οι συμμετέχοντες ανέφεραν το ρυθμό βηματισμού. Ο ερευνητής δήλωσε ότι αν και το φύλο και ο ΔΜΣ δεν φάνηκε να επηρεάζουν το αποτέλεσμα, το περπάτημα με μέτριο ρυθμό συνδεόταν με σημαντικά μειωμένο κίνδυνο θνησιμότητας από όλα τα αιτία και καρδιαγγειακή νόσο. Δεν υπήρχαν ενδείξεις να υποδεικνύουν ότι ο βηματισμός είχε σημαντική επίδραση στη θνησιμότητα από καρκίνο.

Η ανάλυση έδειξε ότι η αύξηση του ρυθμού βάδισης μπορεί ενδεχομένως να είναι σωστός τρόπος βελτίωσης της υγείας της καρδιάς. Ειδικά σε καταστάσεις στις οποίες το περισσότερο περπάτημα δεν είναι εφικτό, το να περπατά κάποιος γρηγορότερα μπορεί ενδεχομένως να είναι καλή επιλογή αύξησης του καρδιακού ρυθμού-που οι περισσότεροι μπορούν να εντάξουν στη ζωή τους.

Η έρευνα δημοσιεύτηκε στο περιοδικό British Journal of Sports Medicine.

Πηγή: www.iatronet.gr
Photo credit: Freepik


triglycerides1.jpg

Τα τριγλυκερίδια είναι οργανικές χημικές ενώσεις που ονομάζονται και ουδέτερα λίπη. Μπορεί να είναι στερεά στη συνήθη θερμοκρασία δωματίου, οπότε πρόκειται για λίπη, είτε να είναι υγρά, οπότε και αποκαλούνται έλαια. Αποτελούν τα λίπη του αίματος και συνιστούν σημαντικό βαρόμετρο μεταβολικής υγείας, καθώς οι υψηλές τιμές μπορεί να επιφέρουν σοβαρές επιπτώσεις.

Τα τριγλυκερίδια περιέχονται τόσο στη φυτική τροφή και κατά κύριο λόγο μέσα σε σπόρους και καρπούς, όσο και στην τροφή ζωικής προέλευσης  όπως το ζωικό λίπος, το βούτυρο γάλακτος, το συκώτι ή και άλλα κρέατα και εντόσθια.

Στο σώμα μας τα τριγλυκερίδια συντίθενται κατά κύριο λόγο μέσα στα ηπατικά κύτταρα (δηλαδή μέσα στο συκώτι), καθώς και μέσα στα λιποκύτταρα, δηλαδή μέσα στα κύτταρα του λιπώδους ιστού του σώματος.

Τα επιθυμητά επίπεδα των τριγλυκεριδίων

Η Αμερικανική Καρδιολογική Εταιρεία (AHA) εισήγαγε νέες συστάσεις στην κλινική πρακτική για τα τριγλυκερίδια και τις καρδιαγγειακές νόσους συστήνοντας τη μείωση των επιπέδων της τριγλυκεριδαιμίας σε μικρότερη των 100 mg/dl, αντί αυτών των κάτω των 150 mg/dl, τα οποία γίνονταν αποδεκτά μέχρι πρόσφατα.

Που οφείλεται η αύξηση

Η αύξηση των τριγλυκεριδίων οφείλεται σε διαταραχή του μεταβολισμού του οργανισμού και σε αυξημένη πρόσληψη με το φαγητό.

Η παχυσαρκία, η καθιστική ζωή, το κάπνισμα, η υπέρμετρη κατανάλωση αλκοόλ, δίαιτες υψηλές σε υδατάνθρακες, διάφορα φάρμακα, ακόμη και διάφορες παθήσεις όπως ο σακχαρώδης διαβήτης και χρόνιες νόσοι των νεφρών έχουν σαν αποτέλεσμα την άνοδο των τριγλυκεριδίων στο αίμα. Άλλα αίτια που σχετίζονται με αυξημένες τιμές τριγλυκεριδίων είναι:

  1. η γενετική προδιάθεση,
  2. η αύξηση του βάρους σώματος,
  3. ο υποθυρεοειδισμός,
  4. η κύηση,
  5. κάποια αυτοάνοσα νοσήματα, όπως ο συστηματικός ερυθηματώδης λύκος,
  6. το νεφρωσικό σύνδρομο (το σύνδρομο αυτό περιλαμβάνει μεγάλη απώλεια πρωτεΐνης στα ούρα, χαμηλά επίπεδα πρωτεΐνης στο αίμα, οίδημα και αυξημένη χοληστερόλη) και
  7. ορισμένα φάρμακα (κορτιζόνη, οιστρογόνα, κυκλοσπορίνη, ταμοξιφαίνη, β-αδρενεργικοί αποκλειστές για την υπέρταση).

Τι προκαλεί η αύξησή τους

Οι επιπλοκές λόγω υψηλών τιμών χοληστερόλης περιλαμβάνουν:

  1. Αρτηριοσκλήρυνση
  2. Στεφανιαία νόσο
  3. Εγκεφαλικό επεισόδιο
  4. Οξύ έμφραγμα μυοκαρδίου
  5. Οι πολύ υψηλές τιμές τριγλυκεριδίων περιλαμβάνουν την παγκρεατίτιδα

Θεραπεία

Η θεραπεία της υψηλής χοληστερίνης σήμερα στηρίζεται στις τιμές της LDL (κακής) χοληστερίνης. Στόχος είναι η επίτευξη LDL χοληστερίνης σε επιθυμητά επίπεδα. Ανάλογα την περίπτωση ο γιατρός θα συστήσει την κατάλληλη φαρμακευτική αγωγή, ενώ θα προτείνει και ορισμένες αλλαγές σε καθημερινές διατροφικές συνήθειες.

Διατροφή

  1. Μείωση ή και αποφυγή κατανάλωσης οινοπνευματωδών ποτών.
  2. Μείωση τροφών υψηλής περιεκτικότητας σε ζάχαρη όπως γλυκά, μη φυσικοί χυμοί και γενικότερα σνακ με πολλή ζάχαρη.
  3. Μείωση στην κατανάλωση υδατανθράκων από ψωμί και αρτοσκευάσματα, ζυμαρικά, ρύζι ή και πατάτες.
  4. Κατανάλωση φρούτων, λαχανικών και προϊόντων ολικής αλέσεως.
  5. Αποφυγή τροφών με υψηλή περιεκτικότητα κορεσμένου λίπους, όπως βούτυρο, γλυκά, κόκκινο κρέας και πλήρη γαλακτοκομικά.
  6. Περιορισμό στην κατανάλωση της φρουκτόζης σε 50-100 γραμμάρια την ημέρα. Η φρουκτόζη ή σάκχαρο των φρούτων, είναι μονοσακχαρίτης που βρίσκεται σε πολλά φαγητά και φρούτα.
  7. Τροφές που είναι πλούσιες σε μονοακόρεστα και πολυακόρεστα λιπαρά οξέα (όπως ελαιόλαδο, ξηρούς καρπούς και λιπαρά ψάρια, ακόμη και κατεψυγμένα) μπορούν να βοηθήσουν στην αντιμετώπιση του προβλήματος.
  8. Τουλάχιστον 30 λεπτά άσκησης τις περισσότερες ημέρες της εβδομάδας μπορούν επίσης να βοηθήσουν.

Fat-Belly-Finger.jpg

Πρόκειται για ένα ερώτημα που ακούγεται συχνά από όσους προσπαθούν να μειώσουν το περιττό σωματικό τους βάρος, είτε αυτό αφορά την υγεία τους είτε την εμφάνισή τους. Η απάντηση είναι πως υπάρχει φαρμακευτική αγωγή που μπορεί να βοηθήσει σε αυτή την κατεύθυνση, αλλά ενδείκνυται μόνο μετά από 6μηνη αποτυχημένη προσπάθεια δίαιτας και άσκησης, ενώ αυτή συνίσταται αποκλειστικά και μόνο για λόγους υγείας.

Είναι σημαντικό να προηγείται της έναρξης μια προσεκτική εκτίμηση των κινδύνων και του οφέλους από τη θεραπεία. Η φαρμακευτική θεραπεία μπορεί να αποτελέσει χρήσιμη προσθήκη της δίαιτας και της άσκησης, όταν αυτές μόνες τους έχουν αποτύχει σε άτομα με δείκτη μάζας σώματος (ΔΜΣ) μεγαλύτερο του 30 kg/m2. Επίσης, μπορεί να χορηγηθεί σε άτομα με ΔΜΣ: 27 – 29.9 kg/m2 όταν συνυπάρχουν επιπλοκές της παχυσαρκίας, δηλαδή διαβήτης, υπέρταση, δυσλιπιδαιμία ή καρδιαγγειακή νόσος.

Όσον αφορά την αποτελεσματικότητά τους, γενικά η χρήση φαρμάκων επιτυγχάνει μια μέτρια μείωση του βάρους κατά 2 έως 10 κιλά. Το μεγαλύτερο αποτέλεσμα επιτυγχάνεται τους πρώτους 6 μήνες της θεραπείας. Ο στόχος της θεραπείας είναι η μείωση του βάρους κατά 5% εντός το πρώτου 6μηνου. Εάν μετά από 12 εβδομάδες θεραπείας με κάποιο φάρμακο δεν υπάρχει απώλεια βάρους, τότε η θεραπεία διακόπτεται ως μη αποτελεσματική.

Οι επιλογές φαρμακευτικήs αγωγής είναι πολλές:

– Μία εξ αυτών αναστέλλει την παγκρεατική και τη γαστρική λιπάση, μειώνοντας έτσι την απορρόφηση των λιπών με συνέπεια τη μείωση του βάρους. Συνιστάται όμως η συγχορήγηση πολυβιταμινούχου σκευάσματος ώστε να αναπληρώνονται οι δυσαπορροφούμενες λιποδιαλυτές βιταμίνες.
– Μία άλλη μειώνει την όρεξη και κατά συνέπεια και το βάρος του σώματος.
– Κάποιες φαρμακευτικές ουσίες μειώνουν τη λήψη τροφής προάγοντας το αίσθημα του κορεσμού. Επειδή όμως μπορούν να προκαλέσουν εθισμό έχουν πάρει έγκριση μόνο για τη βραχυπρόθεσμη θεραπεία της παχυσαρκίας.
– Άλλες, τέλος, δρουν στο πεπτικό σύστημα επιβραδύνοντας τη γαστρική κένωση και στον υποθάλαμο, μειώνοντας την όρεξη.

Φυσικά, όπως ισχύει με όλα τα φάρμακα, έτσι και τα παραπάνω μπορούν να προκαλέσουν ανεπιθύμητες ενέργειες, γι’ αυτό και η χρήση τους γίνεται μόνο όταν το όφελος υπερβαίνει του κινδύνου, ενώ υπάρχουν πάντα και αντενδείξεις ανάλογα με την υγεία του ατόμου.

Η φαρμακευτική αγωγή αποτελεί ένα σημαντικό «όπλο» στη διαχείριση του περιττού σωματικού βάρους σε άτομα που πάσχουν από σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2, μιας και ένα μεγάλο ποσοστό αυτών είναι υπέρβαρο. Η μείωση του βάρους επιφέρει ευνοϊκά αποτελέσματα στη γλυκαιμική ρύθμιση αλλά και στον περιορισμό του καρδιαγγειακού κινδύνου.

Αυτό που θα πρέπει να έχει υπ’ όψιν του ο υπέρβαρος είναι ότι η φαρμακευτική αγωγή αποτελεί μία λύση, όταν οι κυριότεροι τρόποι μείωσης του βάρους – η δίαιτα και η άσκηση –  αποδεικνύονται αναποτελεσματικοί. Η θεραπεία επιλέγεται όταν δεν συντρέχουν άλλοι παράγοντες, όπως το ιστορικό νεφρολιθίασης, υπέρτασης, κλπ.


article-2.png

Ο σακχαρώδης διαβήτης αποτελεί σήμερα ένα σημαντικό παγκόσμιο πρόβλημα υγείας με συνεχώς αυξανόμενο επιπολασμό.

Πρόκειται για μια πάθηση όπου το σώμα δεν είναι σε θέση να χρησιμοποιήσει αποτελεσματικά τη γλυκόζη που λαμβάνουμε από τα τρόφιμα για τη μετατροπή της σε ενέργεια. Χαρακτηρίζεται από αύξηση της συγκέντρωσης του σακχάρου στο αίμα (υπεργλυκαιμία) και διαταραχή του μεταβολισμού της γλυκόζης, είτε ως αποτέλεσμα ελαττωμένης έκκρισης της ινσουλίνης από το πάγκρεας, είτε λόγω ελάττωσης της ευαισθησίας των κυττάρων του σώματος στην ινσουλίνη.

Η παχυσαρκία καταλαμβάνει την πιο σημαντική θέση μεταξύ των αιτίων που ενοχοποιούνται για τις επιδημιολογικές διαστάσεις που παρουσιάζει σε όλο τον κόσμο ο διαβήτης τύπου 2. Η ίδια ορίζεται από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ) βάσει του Δείκτη Μάζας Σώματος (ΔΜΣ) που είναι ο λόγος του βάρους σε κιλά δια του ύψους σε μέτρα στο τετράγωνο.

Η επίπτωσή της αυξάνεται παγκοσμίως με ταχύ ρυθμό, με κύριους υπεύθυνους την αλλαγή των διατροφικών συνηθειών που χαρακτηρίζεται από μεγάλη αύξηση της πρόσληψης λιπών και ευαπορρόφητων υδατανθράκων σε συνδυασμό με τη μείωση της σωματικής δραστηριότητας. Από τα άτομα με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 περίπου το 90% χαρακτηρίζονται ως υπέρβαρα ή παχύσαρκα. Ο κίνδυνος εμφάνισης του είναι διπλάσιος στα υπέρβαρα άτομα, πενταπλάσιος στα παχύσαρκα και δεκαπλάσιος στα παθολογικά παχύσαρκα άτομα σε σχέση με τα φυσιολογικού βάρους άτομα αντίστοιχης ηλικίας.

Εκτός όμως από την τιμή του ΔΜΣ υπάρχουν τρεις παράγοντες σχετικοί με το βάρος που συμβάλουν στην εκδήλωση του διαβήτη τύπου 2. Αυτοί είναι η αύξηση του σωματικού βάρους στο χρόνο, η διάρκεια της παχυσαρκίας και η κατανομή του λίπους στο σώμα.

Αξιοσημείωτο όμως είναι ότι η παχυσαρκία και ιδίως κεντρικού τύπου (συσσώρευση λίπους κυρίως στον κορμό) όχι μόνο αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης διαβήτη τύπου 2, αλλά συμβάλει και στην επίταση των μεταβολικών διαταραχών που τον συνοδεύουν, όπως δυσλιπιδαιμία, υπερινσουλιναιμία και υπέρταση, με αποτέλεσμα η συνύπαρξη των καταστάσεων αυτών να οδηγεί σε αυξημένη νοσηρότητα και θνησιμότητα από καρδιαγγειακή νόσο.

Αντιμετώπιση

Η αποτελεσματική αντιμετώπιση της παχυσαρκίας διαδραματίζει κεντρικό ρόλο τόσο στη θεραπεία, την αποτροπή ή την επιβράδυνση εμφάνισης του διαβήτη τύπου 2, όσο και στην καλή ρύθμιση και κυρίως μείωση του καρδιαγγειακού κινδύνου όταν διαγνωσθεί η νόσος.

Φαρμακευτική αγωγή χορηγείται στην περίπτωση που οι διαιτητικές οδηγίες και η αυξημένη σωματική δραστηριότητα για διάστημα 3-6 μηνών δεν επιτυγχάνει το στόχο της απώλειας 5 – 10% του σωματικού βάρους.

Σε γενικές γραμμές η μείωση της παχυσαρκίας με οποιοδήποτε μέσο οδηγεί σε μείωση της πιθανότητας εμφάνισης σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2. Η απώλεια βάρους σε αυτά τα άτομα έχει ως αποτέλεσμα την καλύτερη ρύθμιση του σακχάρου, μέχρι και σε σημείο πλήρους υποχώρησης της νόσου, καθώς και μείωση της θνησιμότητας από καρδιαγγειακά νοσήματα.


OH36JU0.png

26 Ιανουαρίου, 2018 Angelos KlitsasΠαχυσαρκία0

Ο όρος «μεταβολισμός» περιγράφει το σύνολο των βιοχημικών αντιδράσεων που πραγματοποιούνται στα κύτταρα του σώματός μας με την κατανάλωση τροφής και εμπλέκονται στην παραγωγή και απελευθέρωση της ενέργειας.

Η ενεργοποίηση του μεταβολισμού αποτελεί το πιο σημαντικό στοιχείο για τη διατήρηση ενός υγιούς σωματικού βάρους, το οποίο καθορίζεται με βάση την ηλικία, την αναλογία μυών-λίπους, το ύψος, το φύλο και την οστική πυκνότητα.

Ο ρυθμός με τον οποίο ο οργανισμός μας καίει θερμίδες εξαρτάται από πολλούς παράγοντες. Κάποιοι άνθρωποι κληρονομούν μεταβολισμό που λειτουργεί με γρήγορο ρυθμό. Σημαντικό όμως ρόλο παίζει και το φύλο. Οι άνδρες καίνε περισσότερες θερμίδες σε σύγκριση με τις γυναίκες, ακόμη και όταν ξεκουράζονται, εξαιτίας των πιο ανεπτυγμένων μυών, ενώ υπάρχει επίσης ο γενικός κανόνας που ορίζει ότι ο μεταβολισμός επιβραδύνεται μετά την ηλικία των 40 ετών.

Είναι σαφές ότι δεν υπάρχει τρόπος να ελέγξουμε τους ανωτέρω παράγοντες, υπάρχουν όμως άλλοι που μπορούν να βοηθήσουν στο να δώσουμε ώθηση στο μεταβολισμό.

Μυϊκή μάζα

Η καύση των θερμίδων γίνεται ασταμάτητα, ακόμη και όταν δεν κάνουμε τίποτα, διότι το σώμα μας χρειάζεται ενέργεια για να λειτουργεί. Στους ανθρώπους που έχουν περισσότερους μύες, ο ρυθμός μεταβολισμού είναι πολύ μεγαλύτερος, καθώς ένα κιλό μυϊκής μάζας καίει 12 θερμίδες την ημέρα ενώ ένα κιλό λίπους καίει μόνο 4. Η γυμναστική ενεργοποιεί τους μυς σε όλο το σώμα, αυξάνοντας έτσι το μεταβολισμό.

Αερόβια άσκηση

Η αεροβική διαλειματική άσκηση, αν και δεν βοηθάει στο χτίσιμο μυϊκής μάζας, είναι επίσης ένας τρόπος να δώσουμε ώθηση στο μεταβολισμό κατά το χρονικό διάστημα μετά τη γυμναστική. Η σωματική άσκηση μεγάλης έντασης, όπως το γρήγορο τζόκινγκ, με μικρές εναλλαγές ήπιας άσκησης ή ξεκούρασης κάνει το μεταβολισμό να λειτουργεί πιο έντονα και για περισσότερη ώρα όταν ξεκουραζόμαστε.

Ενυδάτωση

Ο οργανισμός μας χρειάζεται νερό για να επεξεργαστεί τις θερμίδες, ενώ όταν αθλούμαστε χρειάζεται περισσότερη ενυδάτωση. Ακόμα και σε περίπτωση ήπιας αφυδάτωσης, ο μεταβολισμός λειτουργεί με πιο αργό ρυθμό. Σε μια σχετική μελέτη διαπιστώθηκε ότι οι ενήλικες που έπιναν οκτώ ή περισσότερα ποτήρια νερό την ημέρα, έκαιγαν περισσότερες θερμίδες σε σύγκριση με εκείνους που έπιναν τέσσερα.

Γενικότερα, πρέπει να πίνουμε ένα ποτήρι νερό πριν από κάθε γεύμα και να διαλέγουμε σνακ που περιέχουν νερό, όπως φρέσκα φρούτα και λαχανικά. Επιπλέον, ο καφές –με μέτρο – και το πράσινο τσάι περιέχουν ουσίες που έχει αποδειχθεί ότι μπορούν να ενισχύσουν προσωρινά το μεταβολισμό.

Σε ό,τι αφορά τα ροφήματα ενέργειας (energy drinks), τα οποία πολλοί άνθρωποι πίνουν όταν γυμνάζονται, θα πρέπει να σημειώσουμε ότι τα αποτελέσματα είναι περίπλοκα. Κάποιες φορές βοηθούν το μεταβολισμό καθώς περιέχουν καφεΐνη και άλλες ουσίες που βοηθούν στην καύση λίπους. Έχει παρατηρηθεί όμως ότι μπορεί να προκαλέσουν και προβλήματα υπέρτασης, στρες και διαταραχή στον ύπνο. Για αυτόν το λόγο συνήθως δεν προτείνονται, ειδικά στην περίπτωση των παιδιών και των εφήβων.

Διατροφή

Τα συχνά γεύματα μέσα στην ημέρα μπορούν να βοηθήσουν στο χάσιμο βάρους. Αντιθέτως, όταν τρώμε μεγάλα γεύματα με πολλές ώρες μεταξύ αυτών, ο μεταβολισμός επιβραδύνει. Ένα μικρό γεύμα ή σνακ κάθε 3 με 4 ώρες κρατά το μεταβολισμό σε εγρήγορση για την καύση περισσότερων θερμίδων μέσα στην ημέρα.

Έχει διαπιστωθεί επίσης ότι τα πικάντικα τρόφιμα περιέχουν φυσικές ουσίες που μπορούν να επιταχύνουν προσωρινά το μεταβολισμό, ωστόσο δεν προτείνεται στα άτομα που για λόγους υγείας αποφεύγουν τις συγκεκριμένες τροφές.

Πολύ σημαντικό είναι να αποφεύγονται οι δίαιτες χαμηλής ημερησίας κατανάλωσης θερμίδων. Μπορεί μεν να βοηθούν στο χάσιμο περιττού σωματικού βάρους, χάνονται όμως έτσι σημαντικές θρεπτικές ουσίες ενώ μπορεί να συμβάλλουν και στη μείωση της μυϊκής μάζας.

Πρωτεΐνη

Το σώμα μας καίει περισσότερες θερμίδες κατά τη διαδικασία της πέψης των πρωτεϊνών σε σύγκριση με τους υδατάνθρακες και το λίπος. Στα πλαίσια μιας ισορροπημένης διατροφής η αντικατάσταση ορισμένων υδατανθράκων με τροφές πλούσιες σε πρωτεΐνες μπορεί να ενισχύσει το μεταβολισμό. Καλές πηγές πρωτεϊνών είναι το άπαχο βοδινό κρέας, η γαλοπούλα, το ψάρι, το κοτόπουλο, τα φασόλια, τα αυγά, κλπ.

Ας έχουμε λοιπόν υπ’ όψιν ότι ο μεταβολισμός μας μπορεί να ενεργοποιηθεί με μια ολοκληρωμένη διατροφή, σωστή ενυδάτωση και συχνή σωματική δραστηριότητα.


1528.jpg

Ο σακχαρώδης διαβήτης είναι μία χρόνια μεταβολική νόσος η οποία στις μέρες μας, κυρίως λόγω του δυτικού τρόπου ζωής, επηρεάζει μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού.

Ο διαβήτης παρουσιάζεται όταν ο οργανισμός αδυνατεί να παράγει μια ορμόνη που ονομάζεται ινσουλίνη, η οποία μεταξύ άλλων ρυθμίζει την ποσότητα σακχάρου που λαμβάνεται από τα τρόφιμα και κυκλοφορεί στο αίμα. Χαρακτηρίζεται από αύξηση της συγκέντρωσης του σακχάρου στο αίμα (υπεργλυκαιμία) και διαταραχή του μεταβολισμού της γλυκόζης, είτε ως αποτέλεσμα ελαττωμένης έκκρισης ινσουλίνης είτε λόγω ελάττωσης της ευαισθησίας των κυττάρων του σώματος στην ινσουλίνη.

Ο διαβήτης ποικίλει σε μορφή και σοβαρότητα, αλλά ανεξάρτητα από αυτό, όλοι οι τύποι διαβήτη μπορούν να θέσουν την υγεία μας σε κίνδυνο. Εάν μείνει για αρκετό χρονικό διάστημα αρρύθμιστος, μπορεί να προκαλέσει μια σειρά σοβαρών επιπλοκών όπως καρδιαγγειακή νόσο, χρόνια νεφρική ανεπάρκεια, βλάβες του αμφιβληστροειδούς, βλάβες των νεύρων, κ.ά.

Για την ρύθμιση της νόσου το άτομο χρειάζεται να παρακολουθεί σε τακτά χρονικά διαστήματα τα επίπεδα της γλυκόζης στο αίμα, να λάβει φαρμακευτική αγωγή ανάλογα με τον τύπο και το στάδιό του, αλλά και να ακολουθεί ένα πρόγραμμα διατροφής και σωματικής άσκησης.

Ειδικά στο κεφάλαιο της διατροφής είναι εξαιρετικά σημαντικό να δοθεί προσοχή, καθώς μπορούν να επηρεαστούν οι διακυμάνσεις της γλυκόζης. Φυσικά αυτό δεν σημαίνει ότι ο ασθενής θα στερηθεί όλες τις αγαπημένες του επιλογές, ωστόσο θα χρειαστεί να μάθει πώς να σχεδιάζει ένα υγιεινό και ισορροπημένο διατροφικό μενού ως ένα σημαντικό κομμάτι της θεραπείας, γεγονός που σημαίνει ότι θα πρέπει να γνωρίζει τι περιέχεται στο φαγητό.

Ποσότητα

Η ποσότητα τροφής που χρειάζεται καθημερινά ένας διαβητικός εξαρτάται από πολλούς παράγοντες. Ένας εξ αυτών είναι το βάρος του ατόμου σε σχέση με το ύψος του, ενώ ένας άλλος είναι το επίπεδο της σωματικής δραστηριότητάς του. Σε γενικές γραμμές, τα άτομα που ασκούνται πολύ ή που έχουν έντονη σωματική δραστηριότητα κατά την εργασία τους, καταναλώνουν περισσότερη ενέργεια και χρειάζονται περισσότερο φαγητό.

Συχνότητα

Επίσης, η συχνότητα των γευμάτων εξαρτάται από τον τύπο ινσουλίνης ή δισκίων που λαμβάνονται, το επίπεδο της δραστηριότητας και το πόσον καταβάλλονται προσπάθειας για το χάσιμο περιττού βάρους. Τα περισσότερα άτομα τρέφονται καλύτερα, αισθάνονται καλύτερα και έχουν περισσότερη ενέργεια όταν έχουν τακτικά γεύματα. Η κατανομή του φαγητού σε μικρότερα γεύματα σε ολόκληρη τη διάρκεια της ημέρας μπορεί να βοηθήσει στον έλεγχο του βάρους και στην πρόσληψη των βιταμινών και των χρήσιμων μεταλλικών στοιχείων.

Εάν εντός της ημέρας το άτομο έχει μόνο ένα μεγάλο γεύμα, ο οργανισμός του θα δυσκολεύεται στην εξισορρόπηση των σακχάρων στο αίμα. Επίσης, εάν λαμβάνει ινσουλίνη ή αντιδιαβητικά δισκία, μπορεί να εμφανιστούν προβλήματα χαμηλού σακχάρου στο αίμα εάν γίνει παράλειψη ή καθυστέρηση ενός γεύματος.

Σε γενικές γραμμές συνίσταται το γεύμα να γίνεται κάθε τέσσερις έως πέντε ώρες, συμπεριλαμβανομένων των ελαφρών γευμάτων (σνακ). Ένας διατροφολόγος μπορεί να δώσει συμβουλές σχετικά με τον καλύτερο χρονικό προγραμματισμό των γευμάτων.

Photo credit: Freepik




ΕΝΗΜΕΡΩΜΕΝΟΣ ΑΣΘΕΝΗΣ ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΥΓΕΙΑ





ΕΝΗΜΕΡΩΜΕΝΟΣ ΑΣΘΕΝΗΣ, ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΥΓΕΙΑ






Copyright by Yourdoc.gr 2025. All rights reserved.





Copyright by Yourdoc.gr 2025. All rights reserved.