Blog

pexels-photo-54289.jpeg

Ενώ είναι ήδη γνωστό ότι οι παχύσαρκες ή πάσχουσες από διαβήτη έγκυες γυναίκες είναι πιθανόν να γεννήσουν αφύσικα μεγάλα παιδιά, τώρα μια νέα μελέτη διαπιστώνει ότι αυτή η ταχεία εμβρυϊκή ανάπτυξη συμβαίνει από τα πρώιμα στάδια της εγκυμοσύνης.

Όπως αναφέρεται σε σχετικό άρθρο του επιστημονικού εντύπου Diabetes Care, ερευνητές του Πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ, με επικεφαλής τον δρ. Γκορντον Σμιθ, παρατήρησαν ότι τα έμβρυα γυναικών με παχυσαρκία ή διαβήτη κύησης είναι ήδη υπερβολικά μεγάλα κατά τον έκτο μήνα της κύησης.

Σύμφωνα με τις ισχύουσες κατευθυντήριες οδηγίες ο έλεγχος των εγκύων για διαβήτη κύησης γίνεται συνήθως στις 24 εβδομάδες κυοφορίας. Έτσι, η νέα μελέτη θέτει το εύλογο ερώτημα μήπως ο έλεγχος γίνεται καθυστερημένα.

«Η μελέτη μας δείχνει ότι τα έμβρυα των παχύσαρκων γυναικών ήταν πιθανότερο να είναι υπερβολικά μεγάλα πέριξ της κοιλιακής χώρας ακόμα και κατά την 20η εβδομάδα κυοφορίας. Οι γυναίκες που είχαν διαγνωστεί με διαβήτη κύησης είναι ανάλογα ευρήματα, αν και παρατηρήσαμε την ταχεία ανάπτυξη των εμβρύων λίγο αργότερα, στην 28η εβδομάδα της κύησης», εξηγεί ο δρ. Σμιθ.

Αξίζει να σημειωθεί ότι μελέτες έχουν ήδη τεκμηριώσει ότι υπάρχει σχέση ανάμεσα στο μεγάλο σωματικό βάρος γέννησης και μακροπρόθεσμα προβλήματα υγείας, όπως παχυσαρκία και διαβήτη.

Οι βρετανοί ερευνητές μελέτησαν στοιχεία που αφορούσαν πάνω από 4.000 νέες μητέρες, τις οποίες είχαν θέσει υπό ιατρική παρακολούθηση καθ’ όλη τη διάρκεια της κύησης. Πάνω από το 4% είχαν διαγνωστεί με διαβήτη κύησης κατά τη διάρκεια ή μετά την 28η εβδομάδα κυοφορίας.

Με υπερηχογραφικό έλεγχο ο δρ. Σμιθ και οι συνεργάτες του εντόπισαν πρώιμα σημάδια ταχείας εμβρυϊκής ανάπτυξης στις παχύσαρκες γυναίκες. Τα έμβρυα αυτά ήταν 63% πιθανότερο να έχουν αφύσικα μεγάλη κοιλιακή ανάπτυξη κατά την 20η εβδομάδα κυοφορίας, έναντι των εμβρύων γυναικών με χαμηλότερο σωματικό βάρος.

Όταν οι ερευνητές εστίασαν στις γυναίκες που τελικά διαγνώστηκαν με διαβήτη, τα έμβρυα είχαν διπλάσιες πιθανότητες να έχουν πλεονάζουσα ανάπτυξη κατά την 28η εβδομάδα κυοφορίας, έναντι των γυναικών χωρίς διαβήτη.

Οι μητέρες που ήταν παχύσαρκες και πάσχουσες από διαβήτη είχαν τα ταχύτερα αναπτυσσόμενα έμβρυα. Αυτά είχαν πενταπλάσιες πιθανότητες να έχουν πλεονάζουσα ανάπτυξη κατά την 28η εβδομάδα, συγκριτικά με έμβρυα γυναικών που δεν ήταν ούτε παχύσαρκες, ούτε πάσχουσες από διαβήτη.

Ο δρ. Σμιθ εξηγεί ότι δεν είναι ξεκάθαρο αν ο πρώιμος έλεγχος για διαβήτη κύησης θα πρέπει να εφαρμοστεί ευρέως και κατά πόσο κάτι τέτοιο θα ωφελούσε γυναίκες και παιδιά.

Προς το παρόν λοιπόν οι ειδικοί συμβουλεύουν τις μέλλουσες μητέρες να προσέχουν περισσότερο το σωματικό τους βάρους, το πριν όσο και κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, ειδικά να είναι παχύσαρκες ή πάσχουν ήδη από διαβήτη.

Πηγή: Health.in.gr

belly.jpg

Η απώλεια έστω και του 5% του σωματικού βάρους για ένα παχύσαρκο άτομο μπορεί να αποδώσει σημαντικά οφέλη για την υγεία, δείχνει αμερικανική μελέτη που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό έντυπο Cell Metabolism.

Επιστημονική ομάδα της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Ουάσιγκτον στο Σεν Λούις, με επικεφαλής τον Σάμιουελ Κλάιν, διευθυντή του Κέντρου Ανθρώπινης Διατροφής, υποστηρίζει ότι το όφελος προκύπτει από τον καλύτερο έλεγχο της ινσουλίνης, όπως επίσης και από την μείωση του λιπώδους ιστού αλλά και την μυϊκή ενδυνάμωση.

Οι ερευνητές έθεσαν υπό ιατρική παρακολούθηση 40 παχύσαρκους άνδρες και γυναίκες, 32-56 ετών και τους συνέκριναν με 20 άτομα που διατήρησαν το βάρος τους και άλλους 20 που έκαναν προσπάθειεα να το μειώσουν από 5% έως 15%.

Μία απώλεια βάρους της τάξης του 5% (δηλαδή ένας άνθρωπος 100 κιλών έχασε πέντε κιλά) αποδείχθηκε αρκετή για να βελτιωθεί ο μεταβολισμός των παχύσαρκων και να μειωθεί ο κίνδυνος εκδήλωσης διαβήτη και καρδιοπάθειας.

Σύμφωνα με τον δρ. Κλάιν, «είναι πολύ πιο δύσκολο να χάσει κανείς το 10% του βάρους του, όμως ακόμη και με ένα 5% είδαμε πραγματικά σημαντικά οφέλη για πολλά όργανα ταυτόχρονα. Πολλές παθήσεις εμφανίζονται στους παχύσαρκους, επειδή το σώμα τους χάνει την ικανότητα να ελέγχει την ινσουλίνη, μία ορμόνη-κλειδί που μπορεί να ανοίξει την “πόρτα” σε αρκετές καρδιομεταβολικές ασθένειες εκτός του διαβήτη τύπου ΙΙ».

Να σημειωθεί ότι στην ερευνητική ομάδα συμμετείχε και ο έλληνας Φαίδων Μάγκος, επίκουρος καθηγητής στο Τμήμα Φυσιολογίας της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού Πανεπιστημίου της Σιγκαπούρης, καθώς και ερευνητής στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Ουάσιγκτον στο Σεν Λούις.

Πηγή: health.in.gr

Childhood-obesity.jpg

Παιδιά και έφηβοι που γίνονται ή παραμένουν παχύσαρκοι μπορεί ενδεχομένως γρήγορα να αντιμετωπίσουν τριπλάσιο κίνδυνο εμφάνισης υπέρτασης σε σύγκριση με τους πιο αδύνατους συνομηλίκους τους, αναφέρει νέα έρευνα.

Τα ευρήματα έχουν ενδιαφέρον επειδή η υπέρταση στα παιδιά που από υπέρβαρα έγιναν παχύσαρκα ή σε αυτά που παρέμειναν παχύσαρκα εμφανίστηκε σε μικρό διάστημα. Η έρευνα διήρκεσε 3 χρόνια.

Η ερευνήτρια Emily Parker, του HealthPartners Institute for Education and Research in Bloomington, δήλωσε ότι τα ευρήματα τονίζουν τη σημασία έγκαιρης ανάπτυξης και εφαρμογής αποτελεσματικών στρατηγικών για την πρόληψη της παχυσαρκίας.

Οι ερευνητές συνέλεξαν στοιχεία 100.000 παιδιών και εφήβων που καταγράφηκαν μεταξύ 2007 και 2011. Η ηλικία των παιδιών κυμαινόταν μεταξύ 3 και 17 ετών. Κατά τη διάρκεια της έρευναςη ποσοστό 0,3% των παιδιών και των εφήβων εμφάνισε υπέρταση. Οι ερευνητές ανακάλυψαν ότι παιδιά μεταξύ 3 και 11 ετών, που από υπέρβαρα έγιναν παχύσαρκα, είχαν περισσότερες από διπλάσιες πιθανότητες εμφάνισης υπέρτασης. Σε παιδιά 12 έως 17 ετών οι πιθανότητες υπέρτασης υπερτριπλασιάστηκαν.

Όταν οι ερευνητές εστίασαν στη διαφορά μεταξύ παιδιών που ήταν παχύσαρκα και πολύ παχύσαρκα ανακάλυψαν ότι ο κίνδυνος υπέρτασης διπλασιαζόταν για τα παχύσαρκα. Ωστόσο, ο κίνδυνος αυξανόταν πάνω από 4 φορές για τα παιδιά που ήταν πολύ παχύσαρκα.

Η έρευνα δημοσιεύτηκε στη διαδικτυακή έκδοση του περιοδικού Pediatrics.

Πηγή: iatronet.gr


blood-pixabay2.jpg

20 Ιανουαρίου, 2016 Angelos KlitsasΠαχυσαρκία1

Η παχυσαρκία συνδέεται με τη δημιουργία θρόμβων στις φλέβες παιδιών και εφήβων, ενώ μάλιστα αποτελεί στατιστικά σημαντικό προγνωστικό παράγοντα, σύμφωνα με μια νέα έρευνα.

Η φλεβική θρόμβωση είναι ένας όρος που περιγράφει το σχηματισμό πηγμάτων αίματος μέσα σε φλεβικά αγγεία. Πρόκειται για μια σχετικά συχνή πάθηση, η οποία πολλές φορές διαφεύγει της διάγνωσης και αποτελεί σημαντική αιτία νοσηρότητας και θνησιμότητας.

Προκαλεί ιστολογική βλάβη, η οποία αρχίζει πρώτα με τη βλάβη του αγγείου και τη συνάθροιση αιμοπεταλίων και την οποία ακολουθεί έκκριση θρομβοπλαστινικών ουσιών και σχηματισμός ινικής, που παγιδεύει τα ερυθρά αιμοσφαίρια.

Οι ερευνητές προειδοποίησαν ότι η σχέση μεταξύ παχυσαρκίας και φλεβικής θρομβοεμβολής μπορεί να προκαλέσει προβλήματα υγείας αν παραμείνει χωρίς αγωγή.

Η Elizabeth Halvorson του Wake Forest Baptist Medical Center στη Βόρεια Καρολίνα, δήλωσε ότι η έρευνα έδειξε σχέση μεταξύ της παχυσαρκίας και της φλεβικής θρομβοεμβολής στα παιδιά, η οποία θα πρέπει να ερευνηθεί με περαιτέρω μελέτες.

Πρόσθεσε ότι αυτό είναι σημαντικό επειδή η εμφάνιση φλεβικής θρομβοεμβολής στα παιδιά έχει αυξηθεί σημαντικά τα προηγούμενα 20 χρόνια και η παιδική παχυσαρκία παραμένει σε υψηλά επίπεδα στις ΗΠΑ.

Οι ερευνητές εξέτασαν στοιχεία ασθενών μεταξύ Ιανουαρίου 2000 και Σεπτεμβρίου 2012, εντοπίζοντας 88 ασθενείς μεταξύ 2 και 18 ετών – επιβεβαιωμένα περιστατικά φλεβικής θρομβοεμβολής. Αφού έλαβαν υπόψη άλλους παράγοντες κινδύνου, οι ερευνητές ανακάλυψαν μικρή αλλά στατιστικά σημαντική σχέση μεταξύ της παχυσαρκίας και της φλεβικής θρομβοεμβολής.

Η έρευνα δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Hospital Pediatrics.

Με πληροφορίες από iatronet.gr.


child-701645_1280.jpg

Ο σακχαρώδης διαβήτης είναι μια χρόνια νόσος όπου το σώμα δεν είναι σε θέση να χρησιμοποιήσει αποτελεσματικά τη γλυκόζη που λαμβάνουμε από τα τρόφιμα για τη μετατροπή της σε ενέργεια.

Χαρακτηρίζεται από αύξηση της συγκέντρωσης του σακχάρου στο αίμα (υπεργλυκαιμία) και διαταραχή του μεταβολισμού της γλυκόζης, είτε ως αποτέλεσμα ελαττωμένης έκκρισης της ινσουλίνης (ορμόνη η οποία βοηθά τη γλυκόζη να εισέλθει από το αίμα στα κύτταρα) από το πάγκρεας, οπότε κάνουμε λόγο για διαβήτη τύπου 1, είτε λόγω ελάττωσης της ευαισθησίας των κυττάρων του σώματος στην ινσουλίνη – που συμβαίνει στην περίπτωση του διαβήτη τύπου 2.

Πριν κάποια χρόνια ήταν πολύ σπάνιο να διαγνωσθεί σε παιδί ο διαβήτης τύπου 2, παρά μόνο ο διαβήτης τύπου 1. Ο «κανόνας» αυτός όμως πλέον έχει καταρριφθεί. Έχει παρατηρηθεί πως τα παιδιά που είναι περισσότερο ευάλωτα στον διαβήτη τύπου 2 είναι όσα αντιμετωπίζουν προβλήματα παχυσαρκίας κι όσα έχουν οικογενειακό ιστορικό διαβήτη.

Οι έρευνες έχουν δείξει ότι υπάρχει επίσης μία αυξημένη τάση των Αμερικανών, Ισπανών, Λατινόφωνων, Ασιατών, Ινδών καθώς και των Αφρο-Αμερικανών να εμφανίζουν τη νόσο. Αυτό όμως φυσικά δεν σημαίνει ότι τα παιδιά με την παραπάνω καταγωγή θα πάθουν σίγουρα διαβήτη τύπου 2 ή ότι τα υπόλοιπα, που δεν ακολουθούν έναν υγιεινό τρόπο ζωής, βρίσκονται εκτός κινδύνου.

Τα κορίτσια, σύμφωνα με τις μελέτες, έχουν περισσότερες πιθανότητες ν’ αντιμετωπίσουν θέματα με το σάκχαρό τους συγκριτικά με τα αγόρια.

Στα συμπτώματα που μπορεί να αντιμετωπίσουν περιλαμβάνονται:

– Η ανεξήγητη απώλεια βάρους
– Η συχνοουρία, πολυδιψία και πολυφαγία
– Η συχνά θολή όραση
– Η ξηροστομία
– Η δυσκολία στην αναπνοή
– Η φαγούρα στο δέρμα
– Τα μουδιάσματα και μυρμηγκιάσματα
– Η αργή επούλωση πληγών

Οι καθημερινές συνήθειες αποτελούν τον πιο σημαντικό παράγοντα σε ό,τι αφορά την εκδήλωση ή την πρόληψη και αντιμετώπιση του διαβήτη τύπου 2. Αυτές έχουν τον πρώτο και τελευταίο λόγο, ανεξαρτήτως ηλικίας, φύλου ή καταγωγής. Η κακή διατροφή, η έλλειψη φυσικής δραστηριότητας κι άσκησης, η παχυσαρκία και η χρόνια χρήση φαρμάκων εντάσσονται σε αυτές τις παραμέτρους.


diet-398613_1280.jpg

Η παχυσαρκία αποτελεί έναν γνωστό παράγοντα κινδύνου για καρδιαγγειακή νόσο και σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2, καταστάσεις οι οποίες είναι εξαιρετικά επικίνδυνες για την υγεία εάν δεν αντιμετωπιστούν έγκαιρα.

Υπάρχουν ωστόσο μελέτες οι οποίες έχουν δείξει ότι οι υπέρβαροι ασθενείς με καρδιαγγειακή νόσο ζουν περισσότερο από τους ασθενείς με φυσιολογικό βάρος, που έχουν επίσης καρδιαγγειακά νοσήματα.

Για να ελεγχθεί αν το ίδιο θα μπορούσε να ισχύει και για τους ασθενείς με διαβήτη, οι ερευνητές παρακολούθησαν περισσότερους από 10.500 ασθενείς, διάμεσης ηλικίας 63 ετών με διαβήτη τύπου 2 και χωρίς γνωστή καρδιαγγειακή νόσο. Στη μελέτη, η οποία δημοσιεύεται στην επιθεώρηση Annals of Internal Medicine, οι ασθενείς παρακολουθήθηκαν για ένα μέσο χρονικό διάστημα 10.6 χρόνων και καταγράφηκαν τα καρδιαγγειακά συμβάματα και η θνησιμότητα κάθε αιτιολογίας.

Οι υπέρβαροι και παχύσαρκοι ασθενείς είχαν αυξημένο κίνδυνο για καρδιαγγειακά συμβάματα, αλλά όσοι ήταν υπέρβαροι είχαν καλύτερα ποσοστά επιβίωσης σε σύγκριση με εκείνους που ήταν ελλιποβαρείς ή είχαν φυσιολογικό βάρος. Οι ελλιποβαρείς ασθενείς είχαν γενικά την χειρότερη πρόγνωση. Τα αίτια του θανάτου όμως δεν ήταν διαθέσιμα στους μελετητές.

Οι συγγραφείς προσφέρουν μερικές πιθανές αιτίες για το παράδοξο της παχυσαρκίας στο διαβήτη τύπου 2. Πρώτον, ο διαβήτης τύπου 2 που προκαλείται από τη μεταβολική «καταπόνηση» της παχυσαρκίας μπορεί ουσιαστικά να διαφέρει από εκείνον που αναπτύσσεται με την απουσία της παχυσαρκίας. Δεύτερον, οι ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 και χαμηλό Δείκτη Μάζας Σώματος (ΔΜΣ) θα μπορούσαν να έχουν μεγαλύτερη κατανάλωση καπνού και οινοπνεύματος, συμβάλλοντας τόσο για την ανάπτυξη του διαβήτη όσο και για το χαμηλότερο ΔΜΣ. Τέλος, οι παχύσαρκοι ασθενείς μπορεί να είναι πιο πιθανό να ελεγχθούν νωρίτερα για τον διαβήτη, οδηγώντας σε πιο έγκαιρη διάγνωση.

Οι ερευνητές πάντως προειδοποιούν ότι τα αποτελέσματα αυτά δεν υποδηλώνουν ένα ιδανικό ΔΜΣ και δεν θα πρέπει να αποθαρρύνει τους ασθενείς από την υιοθέτηση ενός υγιεινού τρόπου ζωής.

Ann Intern Med. 2015;162(9):610-8.


diet-398613_1280.jpg

23 Σεπτεμβρίου, 2015 Angelos KlitsasΠαχυσαρκία0

Ο μεταβολισμός σαν όρος αποτελεί το αθροιστικό σύνολο των βιοχημικών διεργασιών που γίνονται στα κύτταρα, κατά τις οποίες είτε αποθηκεύεται ενέργεια είτε αυτή απελευθερώνεται από τα βιομόρια.

Το μεταβολικό σύνδρομο είναι μια σύνθετη οντότητα για την οποία συνήθως κάνουμε λόγο όταν συνυπάρχουν πολλοί παράγοντες κινδύνου, δηλαδή πολλές πιθανότητες να υποστεί ο ασθενής σοβαρό καρδιαγγειακό ή αγγειακό νόσημα που να συνδέεται με κάποια διαταραχή του μεταβολισμού.

Η κοιλιακή παχυσαρκία διαδραματίζει εξαιρετικά σημαντικό ρόλο μεταξύ όλων των μεταβολικών χαρακτηριστικών του μεταβολικού συνδρόμου. Κατά συνέπεια, η επικράτηση του μεταβολικού συνδρόμου έχει αυξηθεί σταθερά παράλληλα με την αυξανόμενη επιδημία της παχυσαρκίας, που παρατηρείται κυρίως στον δυτικό κόσμο.

Η θεραπεία του μεταβολικού συνδρόμου σήμερα περιλαμβάνει την αντιμετώπιση των παραγόντων κινδύνου, όπως η αθηρογενετική δυσλιπιδαιμία και η υψηλή αρτηριακή υπέρταση, καθώς και ειδική φαρμακευτική αγωγή.

Φαρμακοθεραπεία είναι διαθέσιμη για την παχυσαρκία για περισσότερο από μία δεκαετία, αλλά με μικρή επιτυχία στην βελτίωση του μεταβολικού προφίλ. Οι αναστολείς της παγκρεατικής λιπάσης και τα σεροτονινεργικά δρώντα ήταν από τα λίγα φάρμακα που είχαν αρχικά εγκριθεί για τη θεραπεία της παχυσαρκίας. Προς το παρόν όμως, μόνο η ορλιστάτη είναι εγκεκριμένη για μακροχρόνια θεραπεία της παχυσαρκίας.

Σύμφωνα πάντως με την Ελληνική Ιατρική Εταιρεία Παχυσαρκίας (ΕΙΕΠ), νέες κατηγορίες αντιδιαβητικών φαρμάκων σήμερα αξιολογούνται για τις επιδράσεις τους στην παχυσαρκία και τις μεταβολικές επιπλοκές.

Οι γενετικές μελέτες έχουν εντοπίσει νέα μόρια που δρουν στο νευροφυσιολογικό μηχανισμό της πείνας και του κορεσμού και υπόσχονται στόχους για την μελλοντική ανάπτυξη φαρμάκων. Ο στόχος είναι να αναπτυχθούν φάρμακα που αντιμετωπίζουν όχι μόνο την παχυσαρκία, αλλά να έχουν και ευνοϊκές επιπτώσεις στις σύνοδες μεταβολικές διαταραχές.


child-701645_1280.jpg

18 Σεπτεμβρίου, 2015 Angelos KlitsasΔιαβήτης0

Πρόσφατα έτυχε να διαβάσω μια είδηση για ένα κορίτσι τριών ετών στις ΗΠΑ, το οποίο παρουσίασε αυξημένη αρτηριακή πίεση και μεγάλη ποσότητα χοληστερόλης στο αίμα.

Οι δύο αυτές καταστάσεις σε συνδυασμό υποδεικνύουν γενικότερα σημαντικό πρόβλημα για την υγεία του ασθενή, καθώς μπορεί να οφείλονται σε νόσους όπως ο υποθυρεοειδισμός, εκείνες των νεφρών ή του ήπατος, καθώς και ο σακχαρώδης διαβήτης.

Οι γιατροί στη συγκεκριμένη περίπτωση διέγνωσαν πως τελικά πάσχει από σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2, μια χρόνια μεταβολική νόσο που χαρακτηρίζεται από υψηλές τιμές γλυκόζης στο αίμα και αναπτύσσεται όταν ο οργανισμός δεν παράγει επαρκώς ή δεν χρησιμοποιεί αποτελεσματικά την ινσουλίνη.

Το περιστατικό όμως ταράζει τα νερά της ιατρικής επιστήμης, αφού μέχρι πρόσφατα θεωρούνταν αδύνατο για ένα ανήλικο παιδί ηλικίας 3 χρόνων να παρουσιάσει αυτόν τον τύπο, καθώς ο διαβήτης των παιδιών είναι τύπου 1 (παραγωγή μικρής ή καθόλου ποσότητας ινσουλίνης).

Ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε στο ιατρικό ιστορικό της ανήλικης, της οποίας κανένας από τους δύο γονείς δεν είχαν ιστορικό διαβήτη. Η επανεξέταση του περιστατικού αποκάλυψε ότι η μικρή είχε διατροφή πολύ φτωχή σε θρεπτικά συστατικά και πολύ πλούσια σε λιπαρά και θερμίδες.

Η μικρή ασθενής ξεκίνησε άμεσα αντιδιαβητική φαρμακευτική αγωγή και η οικογένεια υπεβλήθη σε εντατική ενημέρωση με στόχο την αλλαγή της καθημερινής διατροφικής της συμπεριφοράς. Οι γιατροί υπέδειξαν στους γονείς της ανήλικης να της παρέχουν συγκεκριμένο διατροφολόγιο καθώς και καθημερινή άσκηση. Λίγους μήνες αργότερα η εξέλιξη της υγείας της ήταν θετική.

Η περίπτωση του κοριτσιού συζητήθηκε σε πρόσφατο συνέδριο της Ευρωπαϊκής Διαβητολογικής Εταιρείας. Οι ειδικοί τόνισαν τη σημασία της έγκαιρης διάγνωσης και της πρώιμης θεραπείας των μικρών παιδιών που διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο για την μερική αναστροφή της νόσου.

Παρότι το περιστατικό χαρακτηρίζεται σπάνιο, δεν αποκλείεται να υπάρξουν ανάλογα περιστατικά στο μέλλον ως αποτέλεσμα του δυτικού τρόπου ζωής που ευνοεί την υπερκατανάλωση φθηνών παχυντικών τροφών για παιδιά και περιορισμό της σωματικής τους δραστηριότητας.

Η αντιστροφή του διαβήτη τύπου 2 στα παιδιά είναι δυνατή αν γίνει έγκαιρη εξέταση των παχύσαρκων παιδιών και δοθεί η κατάλληλη θεραπεία.


Vitamin-D.jpg

Ο σακχαρώδης διαβήτης είναι μια χρόνια νόσος όπου το σώμα δεν είναι σε θέση να χρησιμοποιήσει αποτελεσματικά τη γλυκόζη που λαμβάνουμε από τα τρόφιμα για τη μετατροπή της σε ενέργεια. Χαρακτηρίζεται από αύξηση της συγκέντρωσης του σακχάρου στο αίμα (υπεργλυκαιμία) και διαταραχή του μεταβολισμού της γλυκόζης, είτε ως αποτέλεσμα ελαττωμένης έκκρισης της ινσουλίνης (ορμόνη η οποία βοηθά τη γλυκόζη να εισέλθει από το αίμα στα κύτταρα) από το πάγκρεας, είτε λόγω ελάττωσης της ευαισθησίας των κυττάρων του σώματος στην ινσουλίνη.

Οι παράγοντες που συνδέονται με τον διαβήτη ποικίλουν, με την παχυσαρκία -ιδίως κοντά στην κοιλιά- να ενοχοποιείται περισσότερο. Πρόσφατα όμως ερευνητές διαβεβαίωσαν ότι τα χαμηλά επίπεδα βιταμίνης D μπορούν να συνδεθούν με την εμφάνιση της νόσου ανεξάρτητα από το σωματικό βάρος.

Η σχετική μελέτη δημοσιεύτηκε στο Journal of Clinical Endocrinology & Metabolism (JCEM, 2015; jc.2014-3016 DOI:10.1210/jc.2014-3016).

Σε αυτήν μετρήθηκαν συγκριτικά τα επίπεδα της βιταμίνης D σε 148 συμμετέχοντες, οι οποίοι είχαν ταξινομηθεί βάσει το δείκτη μάζας σώματος (ΔΜΣ), καθώς και κατά πόσον είχαν διαβήτη, προδιαβήτη ή δεν εμφάνιζαν γλυκαιμικές διαταραχές. Οι ερευνητές μέτρησαν επίσης την έκφραση του γονιδίου του υποδοχέα της βιταμίνης D στο λιπώδη ιστό.

Η ανάλυση έδειξε ότι παχύσαρκα άτομα που δεν είχαν διαταραχές του μεταβολισμού της γλυκόζης είχαν υψηλότερα επίπεδα της βιταμίνης D από τα διαβητικά άτομα. Ομοίως, τα λεπτόσαρκα άτομα με διαβήτη ή άλλη διαταραχή του μεταβολισμού της γλυκόζης ήταν πιο πιθανό να έχουν χαμηλά επίπεδα βιταμίνης D. Η βιταμίνη D συνεπώς συνδέεται ευθέως με τα επίπεδα της γλυκόζης, αλλά όχι με τον ΔΜΣ.

Οι συντάκτες της μελέτης τόνισαν ότι η βιταμίνη D σχετίζεται πιο στενά με το μεταβολισμό της γλυκόζης από την παχυσαρκία, αλλά πρόσθεσαν ότι η έλλειψή της και η παχυσαρκία αλληλεπιδρούν συνεργικά να αυξηθεί ο κίνδυνος διαβήτη καθώς και άλλων μεταβολικών διαταραχών.

Τέλος, επεσήμαναν ότι ο μέσος άνθρωπος μπορεί ελαττώσει τον κίνδυνο αυτό υιοθετώντας μια πιο υγιεινή διατροφή και αυξάνοντας τις υπαίθριες δραστηριότητές του.

Food vector designed by Freepik


diet-398613_1280.jpg

Είναι επιστημονικά αποδεδειγμένο σήμερα ότι η παχυσαρκία και ο σακχαρώδης διαβήτης τύπου 2 αποτελούν τις μεταβολικές νόσους με τη μεγαλύτερη αυξητική τάση στη συχνότητα εμφάνισής τους, τόσο σε αναπτυγμένες όσο και σε αναπτυσσόμενες κοινωνίες.

Αναλογιζόμενοι μάλιστα τη συχνότητα και τον ρυθμό αύξησης της παχυσαρκίας, οι ειδικοί αναμένουν έκρηξη στον αριθμό ατόμων με διαβήτη στα επόμενα χρόνια, αφού η ύπαρξη παχυσαρκίας σχετίζεται με την εμφάνιση σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2. Η κλινική εμπειρία αλλά και μελέτες επιβεβαιώνουν ότι η συντριπτική πλειοψηφία των διαβητικών τύπου 2 έχει σωματικό βάρος παραπάνω από το κανονικό.

Η ιατρική επιστήμη επιχειρεί να μετριάσει το πρόβλημα μέσω διαφόρων προσεγγίσεων, εκ των οποίων και οι βαριατρικές χειρουργικές επεμβάσεις.

Μια βαριατρική επέμβαση δεν είναι μια αισθητική πλαστική επέμβαση. Κατά την πράξη αυτή δεν αφαιρείται λίπος από το σώμα, αλλά μεταβάλλεται η ανατομία του στομάχου ή και των εντέρων με αποτέλεσμα ο οργανισμός να απορροφά λιγότερες θερμίδες. Επιπλέον μετά από επεμβάσεις παχυσαρκίας συντελούνται και ορμονικές αλλαγές που οδηγούν στην μείωση της αίσθησης της πείνας.

Μακροπρόθεσμα η μέθοδος αυτή αποτελεί την πιο επιτυχή λύση για την αντιμετώπιση της νοσογόνου παχυσαρκίας σε επίπεδο απώλειας βάρους και διατήρησης. Δεν αποτελεί όμως την πρώτη λύση και δυστυχώς δεν ενδείκνυται για όλους.

Σύμφωνα με την Ελληνική Ιατρική Εταιρεία Παχυσαρκίας, οι βαριατρικές χειρουργικές επεμβάσεις βελτιώνουν το προσδόκιμο ζωής για πολλούς παχύσαρκους διαβητικούς ασθενείς, αλλά μπορεί να μειώσουν το προσδόκιμο ζωής για τους ασθενείς που είναι εξαιρετικά παχύσαρκοι με πολύ υψηλούς δείκτες μάζας σώματος (ΔΜΣ). Έρευνες έδειξαν ότι για τους περισσότερους ασθενείς με διαβήτη και ΔΜΣ μεγαλύτερο από 35kg/m2, η βαριατρική χειρουργική αυξάνει το προσδόκιμο ζωής. Ωστόσο, το όφελος της χειρουργικής επέμβασης μειώνεται καθώς αυξάνεται ο ΔΜΣ. Πιο συγκεκριμένα οι ασθενείς με ΔΜΣ πιο πάνω από 6235kg/m2 πιθανόν δεν επωφελούνται με την χειρουργική επέμβαση.

Ερευνητές του Πανεπιστημίου του Cincinnati (Annals of Surgery, 2015; 1 DOI: 10.1097) ανέπτυξαν ένα μοντέλο για να συγκρίνουν το προσδόκιμο ζωής σε μια ομάδα σοβαρά παχύσαρκων διαβητικών ατόμων που είχαν υποβληθεί σε βαριατρική χειρουργική επέμβαση, σε σχέση με μια ομάδα στην οποία δεν εφαρμόστηκε χειρουργική αντιμετώπιση. Χρησιμοποίησαν τα δεδομένα που αφορούν περίπου 200.000 ασθενείς.

Στην κύρια ανάλυση της μελέτης οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι μια 45χρονη γυναίκα με διαβήτη και δείκτη μάζας σώματος 45 kg/m2 αποκτά 6,7 επιπλέον χρόνια προσδόκιμου επιβίωσης με την βαριατρική επέμβαση. Ωστόσο, η αύξηση του προσδόκιμου ζωής μειώνεται όταν ο ΔΜΣ αυξάνεται πάνω από 62 kg/m2. Παρόμοια αποτελέσματα παρατηρήθηκαν και για τους άνδρες και τις γυναίκες σε όλες τις ηλικιακές ομάδες. Η μελέτη πάντως δεν εξέτασε τις διαφορές που σχετίζονται με τη φυλή.




ΕΝΗΜΕΡΩΜΕΝΟΣ ΑΣΘΕΝΗΣ ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΥΓΕΙΑ





ΕΝΗΜΕΡΩΜΕΝΟΣ ΑΣΘΕΝΗΣ, ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΥΓΕΙΑ






Copyright by Yourdoc.gr 2025. All rights reserved.





Copyright by Yourdoc.gr 2025. All rights reserved.