Blog

YD-sleep.png

Τα ασταθή ωράρια ύπνου μπορούν να αυξήσουν τον κίνδυνο μεταβολικών διαταραχών, όπως τα αυξημένα επίπεδα σακχάρου αίματος, η παχυσαρκία και η υπέρταση, σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη.

Οι επιστήμονες δεν γνωρίζουν ακόμη τον ακριβή λόγο που κοιμόμαστε. Στην προσπάθειά τους να δώσουν απάντηση σε αυτό το ερώτημα, έχουν διαπιστώσει ότι το ρολόι του σώματος ρυθμίζει τόσο την ξεκούραση όσο και τον μεταβολισμό μας.

Το μεγαλύτερο μέρος της έρευνας έχει εστιάσει στις επιπτώσεις της έλλειψης ύπνου, η νέα μελέτη των επιστημόνων του Brigham and Women’s Hospital όμως, υποδεικνύει ότι ακόμη και αν κοιμόμαστε αρκετά, η μη τήρηση σταθερών ωραρίων μπορεί να διαταράξει τον μεταβολισμό.

Η τήρηση σταθερού προγράμματος ύπνου από την άλλη, μπορεί να συμβάλλει στην πρόληψη όχι μόνο των διαταραχών του μεταβολισμού, αλλά και της κατάθλιψης, ωφελώντας παράλληλα την υγεία της καρδιάς, σημειώνουν οι ερευνητές.

Το σώμα λειτουργεί σύμφωνα με ένα εσωτερικό ρολόι το οποίο δεν μετρά με βάση τα λεπτά ή τις ώρες, αλλά τους ρυθμούς. Ο κιρκάδιος ρυθμός επηρεάζεται από τη ροή διαφόρων ορμονών και τις βιολογικές διαδικασίες που λαμβάνουν χώρα κατά τη διάρκεια του 24ώρου.

Όταν ο κιρκάδιος ρυθμός λειτουργεί φυσιολογικά, μας υποδεικνύει πότε να φάμε και πότε να κοιμηθούμε μέσω των αλλαγών στα επίπεδα των ορμονών. Λειτουργεί όμως και αντίστροφα: Αυτά που τρώμε αλλά και ο χρόνος που τρώμε και κοιμόμαστε μπορούν να διαταράξουν το βιολογικό ρολόι.

Είναι γνωστό ότι η έλλειψη ύπνου αυξάνει τον κίνδυνο διαβήτη, κυρίως επειδή μεταβάλλει την απελευθέρωση ινσουλίνης στο σώμα. Η ινσουλίνη επιτρέπει στο μεταβολικό μας σύστημα να επεξεργάζεται σωστά και να διασπά τη γλυκόζη, την οποία το σώμα μετατρέπει στη συνέχεια σε ενέργεια.

Οι άνθρωποι που δεν κοιμούνται επαρκώς σε χρόνια βάση τείνουν να παράγουν λιγότερη ινσουλίνη, επιτρέποντας τη συσσώρευση γλυκόζης στο αίμα σε ανθυγιεινά επίπεδα.

Δεν είναι απαραίτητο όμως να μην κοιμάται κανείς επαρκώς για να διαταράξει τον κιρκάδιο ρυθμό και κατά συνέπεια τον μεταβολισμό του.

Ακόμη και η κατά μία ώρα απόκλιση στην ώρα που κάποιος κοιμάται και ξυπνάει καθημερινά, μπορεί να διαταράξει τον κιρκάδιο ρυθμό και τον τρόπο με τον οποίο το σώμα του επεξεργάζεται τις τροφές.

Οι ερευνητές παρακολούθησαν πάνω από 2.000 άνδρες και γυναίκες από 45 έως 84 ετών για περίπου 6 χρόνια και ανακάλυψαν δραματικές διαφορές στις μεταβολικές διαταραχές ανάλογα με την κανονικότητα του ύπνου.

Διαπίστωσαν ότι κάθε ωριαία μετατόπιση στο νυχτερινό ωράριο ύπνου, πολλαπλασιάζει τους μεταβολικούς κινδύνους, ανέφερε ο συν-συγγραφέας της μελέτης και επιδημιολόγος Δρ Tianyi Huang.

Συγκεκριμένα κάθε ώρα ασυνέπειας στο πρόγραμμα ύπνου συνδέθηκε με 27% μεγαλύτερο κίνδυνο μεταβολικού προβλήματος.
Όσοι πήγαιναν για ύπνο και ξύπναγαν σε μεταβλητούς χρόνους, ήταν πιθανότερο να αναπτύξουν υψηλή αρτηριακή πίεση, υψηλά επίπεδα σακχάρου στο αίμα, παχυσαρκία ή άλλη μεταβολική διαταραχή.

Οι ερευνητές αναφέρουν ότι αυτό είναι απόδειξη ότι τα ακανόνιστα ωράρια ύπνου μπορούν να προκαλούν μεταβολικές διαταραχές. Αν και η αιτία δεν είναι απολύτως σαφής, αναφέρουν ότι όσοι έχουν ασταθές ωράριο ύπνου, είναι πιθανότερο να δουλεύουν σε βάρδιες, να τρώνε περισσότερο, να καπνίζουν, να έχουν κατάθλιψη και γενικά να μην κοιμούνται.

Πηγή: onmed.gr


Yourdoc-Articles-1024x536.png

Ο σακχαρώδης διαβήτης είναι ένα χρόνιο μεταβολικό νόσημα, το οποίο χαρακτηρίζεται από υψηλά επίπεδα γλυκόζης (σακχάρου) στο αίμα. Αυτό συμβαίνει διότι ο οργανισμός παράγει λιγότερη ή και καθόλου ινσουλίνη – η ορμόνη που παίζει κύριο ρόλο στον μεταβολισμό των υδατανθράκων (σακχάρων) – ή χρησιμοποιεί την ινσουλίνη με μη αποτελεσματικό τρόπο.

Εκδηλώνεται έτσι αύξηση της συγκέντρωσης του σακχάρου στο αίμα (υπεργλυκαιμία) και διαταραχή του μεταβολισμού της γλυκόζης, η οποία προκύπτει είτε ως αποτέλεσμα της ελαττωμένης έκκρισης ινσουλίνης είτε λόγω της ελάττωσης της ευαισθησίας των κυττάρων του σώματος στη δράση της ινσουλίνης.

Γιατί είναι απαραίτητος για όλους ο προληπτικός έλεγχος

Ο σακχαρώδης διαβήτης είναι μία «ύπουλη» ασθένεια καθώς στην πλειονότητα των περιπτώσεων δεν εκδηλώνεται έγκαιρα με κάποια συμπτώματα. Τα επίπεδα σακχάρου όταν παραμένουν υψηλά για μεγάλο χρονικό διάστημα μπορούν να βλάψουν πολλά από τα όργανα του σώματος και να οδηγήσουν σε σοβαρές επιπλοκές.

Ο διαβήτης αποτελεί το πρώτο αίτιο νεφρικής ανεπάρκειας που χρήζει αιμοκάθαρσης, καθώς και το πρώτο αίτιο της τύφλωσης των ενηλίκων, του εμφράγματος και του εγκεφαλικού επεισοδίου, του ακρωτηριασμού των κάτω άκρων και της στυτικής δυσλειτουργίας.

Για αυτό και η έγκαιρη πρόληψη είναι μείζονος σημασίας.

Ποια είναι τα κλασικά συμπτώματα του διαβήτη

Ο τρόπος με τον οποίο εκδηλώνεται, εξαρτάται από πολλούς παράγοντες και κυρίως από τον τύπο του διαβήτη. Γενικά ο τύπος 1 είναι αυτός που είναι πιθανότερο να εκδηλωθεί ξαφνικά – και σε μικρότερη ηλικία – με τα θορυβώδη συμπτώματα της οξείας επιπλοκής του, της διαβητικής κετοξέωσης, ενώ ο τύπος 2 συνήθως ακολουθεί πιο «ύπουλη» πορεία ή μπορεί να είναι ακόμα και τελείως ασυμπτωματικός.

Πάντως συμπτώματα που μπορεί να υπάρχουν και θεωρούνται κλασικά για κάθε τύπο διαβήτη είναι:

– Συχνοουρία – Πολυουρία
– Απώλεια Βάρους
– Αδυναμία / Καταβολή
– Πολυδιψία – Πολυφαγία
– Έλλειψη ενδιαφέροντος και συγκέντρωσης
– Εμετοί και στομαχικός πόνο
– Μουδιάσματα στα άκρα
– Πληγές που αργούν να επουλωθούν
– Θολή όραση
– Συχνές λοιμώξεις

Πρόληψη

Το πρώτο βήμα για την πρόληψη είναι να γνωρίζουμε τι κίνδυνο έχουμε να αναπτύξουμε διαβήτη. Στους παράγοντες κινδύνου ανάπτυξης προδιαβήτη ή διαβήτη τύπου 2 περιλαμβάνονται:

– Οι τιμές γλυκόζης αίματος εκτός των κανονικών ορίων
– Η ηλικία άνω των 45 ετών
– Το οικογενειακό ιστορικό διαβήτη ανεξάρτητα από την ηλικία
– Το υπερβολικό βάρος ή η παχυσαρκία
– Η καθιστική ζωή σε συνδυασμό με τη σπάνια σωματική άσκηση
– Η υψηλή αρτηριακή πίεση
– Τα χαμηλά επίπεδα «καλής» (HDL) χοληστερόλης στο αίμα
– Τα υψηλά τριγλυκερίδια αίματος
– Ο διαβήτης κατά την εγκυμοσύνη
– Το σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών
– Το ιστορικό με παθήσεις της καρδιάς, του εγκεφάλου ή των κάτω μελών
– Ορισμένες δερματικές παθήσεις όπως η μελανίζουσα ακάνθωση

Τέλος, στην κατηγορία εντάσσονται τα άτομα που ανήκουν σε εθνικές ομάδες υψηλού κινδύνου όπως Λατινοαμερικάνοι, Ισπανικής προέλευσης, Αφρικανοαμερικανοί, Ινδιάνοι της Αμερικής, ιθαγενείς της Αλάσκας και Αμερικανοασιάτες.

Σαφώς υπάρχουν παράγοντες για τους οποίους δεν μπορούμε να κάνουμε κάτι ώστε να προλάβουμε τη νόσο, γεγονός το οποίο ισχύει κατά βάση στην περίπτωση του διαβήτη τύπου 1. Η γνώση όμως των παραπάνω σε συνδυασμό με τη λήψη ορισμένων μέτρων, όπως ο προληπτικός έλεγχος και η υιοθέτηση ενός υγιέστερου τρόπου ζωής μπορούν να βοηθήσουν σε αυτή την κατεύθυνση.

 

Πηγές
  • Ελληνική Διαβητολογική Εταιρεία, Κατευθυντήριες Οδηγίες για τη Διαχείριση του Διαβητικού Ασθενούς, 2018., www.ede.gr/wp-content/uploads/2012/odigies.pdf
  • World Health Organisation, “Definition, Diagnosis and Classification of Diabetes Mellitus and its Complications” (1999). Archived (PDF)from the original on 2003-03-08.
  • World Health Organization, ‘About diabetes’, Archived from the original on 31 March 2014. Retrieved 4 April 2014.

Diabetes-1024x536.png

Ο σακχαρώδης διαβήτης είναι μια χρόνια μεταβολική νόσος όπου το σώμα δεν είναι σε θέση να χρησιμοποιήσει αποτελεσματικά τη γλυκόζη, την οποία λαμβάνουμε από τα τρόφιμα για τη μετατροπή της σε ενέργεια. Χαρακτηρίζεται από αύξηση της συγκέντρωσης του σακχάρου στο αίμα και διαταραχή του μεταβολισμού της γλυκόζης, είτε ως αποτέλεσμα ελαττωμένης έκκρισης της ινσουλίνης από το πάγκρεας, είτε λόγω ελάττωσης της ευαισθησίας των κυττάρων του σώματος στην ινσουλίνη.

Τα τελευταία χρόνια είναι γεγονός ότι απασχολεί εκατομμύρια ανθρώπους σε ολόκληρο τον κόσμο και επηρεάζει σημαντικά πολιτικές και συστήματα Υγείας. Εκτιμάται ότι μέχρι το 2025 οι διαβητικοί θα ξεπεράσουν τα 600 εκατομμύρια, ενώ ήδη η Διεθνής Ομοσπονδίας Διαβήτη (IDF) υπολογίζει ότι σε ολόκληρο τον κόσμο τo 9-10% των ανθρώπων πάσχει από σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2. Στη χώρα μας οι τελευταίες μελέτες δείχνουν ότι τα ποσοστά του διαβήτη αγγίζουν το 9%-9,5%.

Το σημαντικό όμως στον διαβήτη δεν είναι τόσο η υψηλή τάση ανάπτυξής του όσο οι χρόνιες επιπλοκές που συνοδεύουν τη νόσο. Ο διαβήτης είναι το πρώτο αίτιο τύφλωσης των ενηλίκων, πρώτο αίτιο νεφρικής ανεπάρκειας που χρήζει αιμοκάθαρσης, πρώτο αίτιο εμφράγματος και εγκεφαλικού επεισοδίου, πρώτο αίτιο ακρωτηριασμού των κάτω άκρων, πρώτο αίτιο στυτικής δυσλειτουργίας.

Ποιοι είναι οι νέοι παράγοντες εμφάνισης του σακχαρώδη διαβήτη

Η ερευνητική κοινότητα στην προσπάθεια να εξηγήσει την υπερβολική αυτή αύξηση ανακάλυψε νέους προδιαθεσικούς παράγοντες, εκτός της κληρονομικότητας, της ηλικίας και της παχυσαρκίας, που ήταν γνωστοί μέχρι τώρα. Σύμφωνα με τη σχετική μελέτη, που δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό έντυπο Diabetologia, νέοι παράγοντες εμφάνισης του σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 είναι:

  • η παιδική παχυσαρκία
  • η υπέρταση
  • η υπερλιπιδαιμία
  • η κοιλιακή παχυσαρκία
  • το συνεχές «τσιμπολόγημα» χωρίς προγραμματισμό όλη την ημέρα
  • το κάπνισμα
  • η κατάθλιψη
  • προβλήματα και αστάθεια στην ψυχική διάθεση
  • η μεγάλη κατανάλωση οινοπνεύματος
  • η συστηματική αποφυγή του πρωινού γεύματος
  • η λιπώδης διήθηση ήπατος
  • η αϋπνία
  • το στρες
  • το άγχος
  • και η υπερβολική χρήση καφεΐνης.

Πρόληψη

Το πρώτο βήμα για την πρόληψη είναι να γνωρίζουμε τι κίνδυνο έχουμε να αναπτύξουμε διαβήτη.

Αφενός γνωρίζοντας τους προδιαθεσικούς παράγοντες μπορούμε να κάνουμε τις απαραίτητες αλλαγές στις καθημερινές μας συνήθειες, οι οποίες αυξάνουν το ρίσκο. Αφετέρου στις περιπτώσεις όπου ο τρόπος ζωής δε σχετίζεται με την εμφάνιση του διαβήτη, είναι σημαντικό να γνωρίζουμε το πότε πρέπει και να κάνουμε προληπτικό έλεγχο σε συνεννόηση με τον γιατρό.

Οι παράγοντες αυτοί είναι:

  • Η ηλικία άνω των 45 ετών
  • Το οικογενειακό ιστορικό διαβήτη ανεξάρτητα από την ηλικία
  • Η καθιστική ζωή σε συνδυασμό με τη σπάνια σωματική άσκηση
  • Τα χαμηλά επίπεδα «καλής» (HDL) χοληστερόλης στο αίμα
  • Τα υψηλά τριγλυκερίδια αίματος
  • Ο διαβήτης κατά την εγκυμοσύνη
  • Το σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών
  • Το ιστορικό με παθήσεις της καρδιάς, του εγκεφάλου ή των κάτω μελών
  • Ορισμένες δερματικές παθήσεις όπως η μελανίζουσα ακάνθωση.

Screen-Shot-2021-02-22-at-18.00.18-1024x681.png

Τα άτομα με σακχαρώδη διαβήτη είναι γνωστό πως είναι πιο ευάλωτα στις λοιμώξεις και ειδικότερα έχει διαπιστωθεί πως έχουν 2-3 φορές μεγαλύτερο κίνδυνο να νοσήσουν από τον κορονοϊό, ανεξάρτητα από το αν συνυπάρχουν ή όχι άλλα προβλήματα υγείας.

Μπορεί όμως η COVID-19 με τη σειρά της να προκαλέσει σακχαρώδη διαβήτη; Είναι ένα από τα βασικά ερωτήματα που τίθενται το τελευταίο διάστημα, το οποίο απασχολεί την ιατρική κοινότητα, με αφορμή τα πρόσφατα ερευνητικά δεδομένα.

Ο λόγος για μία μελέτη που δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό Diabetes, Obesity and Metabolism, η οποία έδειξε ότι το 14% των ασθενών σε σύνολο άνω των 3700 ατόμων που νοσηλεύτηκαν για COVID-19, παρουσίασαν διαβήτη μετά το πέρας της νοσηλείας τους.

Πώς συνδέεται η COVID-19 με το διαβήτη

Ο μηχανισμός της παραπάνω σύνδεσης δεν έχει ακόμα αποσαφηνιστεί, ωστόσο οι θεωρίες που διατυπώνονται, επικεντρώνονται στους υποδοχείς του ACE2, μέσω των οποίων είναι γνωστό ότι ο ιός εισέρχεται στα κύτταρα του αναπνευστικού συστήματος. Η σύνδεση αυτή αποδίδεται στο ότι τους ίδιους υποδοχείς φέρουν και τα β κύτταρα του παγκρέατος που παράγουν ινσουλίνη και έτσι η είσοδος του ιού στα κύτταρα αυτά μπορεί να επηρεάσει τη λειτουργία τους ή ακόμα και να τα καταστρέψει.

Υπενθυμίζεται ότι ο διαβήτης εμφανίζεται όταν διαταράσσονται τα επίπεδα της γλυκόζης στο αίμα. Η ινσουλίνη βοηθά στη ρύθμιση των επιπέδων της γλυκόζης. Στους ασθενείς με διαβήτη τύπου 1 ο οργανισμός παράγει πολύ χαμηλές ποσότητες ή καθόλου ινσουλίνη, ενώ στον διαβήτη τύπου 2 ο οργανισμός δεν μπορεί να χρησιμοποιήσει την ινσουλίνη με σωστό τρόπο (αντίσταση στην ινσουλίνη).

Αυτό που συμπεραίνεται από τα μέχρι σήμερα δεδομένα είναι ότι η σύνδεση ανάμεσα στην COVID-19 και το διαβήτη είναι αμφίδρομη. Οι ασθενείς δηλαδή με διαβήτη διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο COVID-19, αλλά και οι ασθενείς με COVID-19 διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο να εμφανίσουν διαβήτη.

Μετά την ανάρρωση από την COVID-19

Υπάρχουν ακόμα αρκετά αναπάντητα ερωτήματα σήμερα σχετικά με την πιθανότητα εμφάνισης διαβήτη κατά την ανάρρωση από COVID-19.

Οι ασθενείς που αναρρώνουν από COVID-19 θα πρέπει να βρίσκονται σε επαγρύπνηση για την εμφάνιση χρονίων συμπτωμάτων από τη λοίμωξη. Διότι δεν αποκλείεται η παραγωγή ινσουλίνης να είναι περιορισμένη τις πρώτες εβδομάδες μετά το εξιτήριο και έτσι ορισμένοι ασθενείς να χρειαστεί να περιορίσουν την κατανάλωση υδατανθράκων.

Background photo created by xb100 – www.freepik.com


world-diabetes-day-close-up-picture-using-medical-device-check-glucose-blood-1024x536.png

11 Ιανουαρίου, 2021 Angelos KlitsasΔιαβήτης0

Βελτιωμένα επίπεδα τόσο της γλυκόζης νηστείας όσο και της μεταγευματικής, καθώς και μειωμένο κίνδυνο για καρδιαγγειακά συμβάντα προσφέρουν οι νεότερερες φαρμακευτικές θεραπείες που διατίθενται σήμερα για τη διαχείριση του σακχαρώδη διαβήτη.

Ο λόγος για τους αναστολείς συμμεταφορέων νατρίου γλυκόζης, μια θεραπευτική κατηγορία φαρμάκων για το σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 που δρα αναστέλλοντας τη νεφρική επαναρρόφηση της γλυκόζης με μηχανισμό ανεξάρτητο από την ινσουλίνη.

Η δράση των φαρμάκων αυτών έγκειται στην αναστολή των συμμεταφορέων νατρίου γλυκόζης υπότυπου 2 (SGLT2), οι οποίες προάγουν την επαναρρόφηση της μεγαλύτερης ποσότητας διηθούμενης γλυκόζης από τα εγγύς νεφρικά σωληνάρια, με αποτέλεσμα να αυξάνεται η αποβολή γλυκόζης στα ούρα (γλυκοζουρία) και να μειώνεται η υπεργλυκαιμία.

Επιπλέον, με τον αποκλεισμό των συμμεταφορέων SGLT2, οι συμμεταφορείς SGLT1 που έχουν μικρότερη μεταφορική δυνατότητα, επωμίζονται το μεγαλύτερο φόρτο στην επαναρρόφηση της γλυκόζης ώστε να αποτρέπονται ανεπιθύμητες υπογλυκαιμίες.

Δαπαγλιφλοζίνη

Η δαπαγλιφλοζίνη είναι ένας από τους εκπρόσωπους αυτής της κατηγορίας φαρμάκων. Πρόκειται για ένα ισχυρό, εκλεκτικό και αναστρέψιμο αναστολέα του υπότυπου 2 του συμμεταφορέα νατρίου και γλυκόζης (SGLT2) με μεγαλύτερη εκλεκτικότητα για τον συμμεταφορέα SGLT2 έναντι του SGLT1 (το βασικό μεταφορέα στον εντερικό βλεννογόνο που ευθύνεται για την απορρόφηση της γλυκόζης).

Οι κλινικές μελέτες έχουν δείξει ότι η δαπαγλιφλοζίνη βελτιώνει τόσο τα επίπεδα της γλυκόζης πλάσματος νηστείας όσο και της μεταγευματικής γλυκόζης, μειώνοντας τη νεφρική επαναρρόφηση της γλυκόζης, που τελικά επιφέρει απέκκριση της γλυκόζης στα ούρα.

Η χρήση της ενδείκνυται σε ενήλικες ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 για τη βελτίωση του γλυκαιμικού ελέγχου, όταν η δίαιτα και η άσκηση από μόνες τους δεν παρέχουν ικανοποιητικό γλυκαιμικό έλεγχο, αλλά και δεν συνιστάται η χορήγηση μετφορμίνης λόγω δυσανεξίας ή σε συνδυασμό με άλλα φαρμακευτικά προϊόντα που μειώνουν τη γλυκόζη.

Εμπαγλιφλοζίνη

Η εμπαγλιφλοζίνη, ένας ακόμη εκ των εκπροσώπων της κατηγορίας, είναι ένας υψηλής εκλεκτικότητας αναστολέας του συμμεταφορέα νατρίου και γλυκόζης υποτύπου 2 (SGLT2).

Σύμφωνα με τα αποτελέσματα των κλινικών μελετών, η εμπαγλιφλοζίνη κατάφερε να επιτύχει μείωση κατά 14% του κίνδυνου καρδιαγγειακού θανάτου, μη θανατηφόρου καρδιακής προσβολής ή μη θανατηφόρου εγκεφαλικού επεισοδίου, όταν προστέθηκε στην καθιερωμένη φαρμακευτική αγωγή, σε ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 και υψηλό κίνδυνο για καρδιαγγειακά συμβάντα.

Η λήψη της εμπαγλιφλοζίνης επιπλέον της καθιερωμένης θεραπευτικής αγωγής μείωσε τον κίνδυνο θανάτου από καρδιαγγειακή νόσο κατά 38%.

Επίσης, η θεραπεία με εμπαγλιφλοζίνη οδήγησε σε χαμηλότερο κίνδυνο για θνησιμότητα οποιασδήποτε αιτιολογίας (μείωση κατά 32%) και νοσηλεία για καρδιακή ανεπάρκεια (μείωση κατά 35%).

Αξίζει να σημειωθεί ότι το προσδόκιμο επιβίωσης των ατόμων με διαβήτη τύπου 2 και υψηλό καρδιαγγειακό κίνδυνο είναι κατά μέσο όρο μειωμένο έως 12 χρόνια, ενώ ποσοστό έως 50% των θανάτων σε άτομα με διαβήτη τύπου 2 οφείλεται στα καρδιαγγειακά νοσήματα.

Τα καρδιαγγειακά νοσήματα όμως δεν είναι το μόνο μέτωπο στο οποίο έδειξε αποτελεσματικότητα η εμπαγλιφλοζίνη. Σύμφωνα με τα ερευνητικά δεδομένα το συγκεκριμένο φάρμακο μείωσε σημαντικά την επιδείνωση της νεφροπάθειας κατά 39% σε άτομα με διαβήτη τύπου 2 υψηλού καρδιαγγειακού κινδύνου.

Πηγή: European Medicines Agency
Photo credit: World photo created by jcomp – www.freepik.com


Screen-Shot-2019-04-19-at-14.53.22-1024x683.png

9 Σεπτεμβρίου, 2019 Angelos KlitsasΔιαβήτης0

Ο σακχαρώδης διαβήτης είναι μια χρόνια μεταβολική νόσος που χαρακτηρίζεται από αύξηση των επιπέδων του σακχάρου (γλυκόζης) στο αίμα και οφείλεται σε απόλυτη ή σχετική έλλειψη ινσουλίνης ή και μειονεκτική δράση της.

Η αντιμετώπισή του βασίζεται στον τρόπο ζωής του ατόμου και κυρίως στις διατροφικές συνήθειες. Τα άτομα με διαβήτη χρειάζεται να τρέφονται υγιεινά, να έχουν φυσιολογικό βάρος και να διατηρούν σε φυσιολογικά επίπεδα το σάκχαρο, τα λιπίδια αίματος και την αρτηριακή πίεση. Η σωστή επιλογή των τροφών σε συνδυασμό με τη συχνή σωματική δραστηριότητα βοηθούν στην επίτευξη των ανωτέρω στόχων.

Γενικότερα αυτό που συμβαίνει στην περίπτωση του διαβήτη είναι ότι η λήψη ζάχαρης, υδατανθράκων και λιπαρών αυξάνει απότομα τη γλυκόζη στο αίμα, προκαλώντας υπεργλυκαιμία. Προκύπτουν έτσι αυξημένες απαιτήσεις σε ινσουλίνη και ακολουθεί η απότομη μείωση του σακχάρου (υπογλυκαιμία). Αυτές οι απότομες αυξομειώσεις δεν βοηθούν στην επίτευξη του γλυκαιμικού ελέγχου, ο οποίος είναι ο στόχος διαχείρισης της νόσου. Για τον λόγο αυτό τα γλυκά αποτελούν μια κατηγορία τροφίμων, τα οποία παραδοσιακά αποφεύγονται από τα άτομα με διαβήτη.

Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν μπορούν να απολαύσουν κάποιο επιδόρπιο. Μπορούν να καταναλώνουν τρόφιμα με χαμηλό γλυκαιμικό δείκτη, ώστε να αποφεύγονται οι απότομες αυτές οι αυξομειώσεις. Ο γλυκαιμικός δείκτης μετράει το βαθμό και το ρυθμό αύξησης του σακχάρου μετά την κατανάλωση ενός συγκεκριμένου τροφίμου. Τα τρόφιμα με χαμηλό γλυκαιμικό δείκτη απελευθερώνουν αργά και σταθερά τη γλυκόζη, δίνοντας ενέργεια στο σώμα και αποφεύγοντας τις απότομες αυξομειώσεις των επιπέδων του σακχάρου στο αίμα, που προκαλούνται μετά από γεύματα με υψηλό γλυκαιμικό δείκτη.

Συνεπώς, κατά την επιλογή επιδορπίου τα άτομα με σακχαρώδη διαβήτη θα πρέπει να αξιολογούν τα εξής χαρακτηριστικά: χαμηλό γλυκαιμικό δείκτη, απουσία ζάχαρης, περιορισμένες θερμίδες και χαμηλά λιπαρά. Όσο για το αν πρέπει ή όχι να αποφεύγονται γενικότερα τα γλυκά, εάν αυτά περιλαμβάνουν τα ανωτέρω χαρακτηριστικά, τότε συμβάλλουν και στην αποφυγή ατασθαλιών που φέρνουν τα αντίθετα αποτελέσματα.

Food photo created by valeria_aksakova – www.freepik.com


Screen-Shot-2019-05-13-at-19.38.54-1024x523.png

Η σωματική άσκηση σε συνδυασμό με τη διατροφή αποτελούν τον βασικότερο παράγοντα για τη διαχείριση του σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2, καθώς μπορεί να ρυθμίσει άμεσα το σάκχαρο στα άτομα εκείνα, ενώ παράλληλα έχει διαπιστωθεί ότι αυξάνει την επιβίωση σε διαβητικούς και των δύο τύπων.

Ο σακχαρώδης διαβήτης είναι μια πάθηση που χαρακτηρίζεται από υψηλές τιμές γλυκόζης στο αίμα (το απλό σάκχαρο που δίνει ενέργεια στα κύτταρα του ανθρώπινου οργανισμού). Αναπτύσσεται όταν ο οργανισμός δεν παράγει ή δεν χρησιμοποιεί αποτελεσματικά μια ορμόνη που ονομάζεται ινσουλίνη, η οποία βοηθά στην απομάκρυνση του πλεονάσματος γλυκόζης από το αίμα.

Η άσκηση προϋποθέτει κάποιο χρονικό διάστημα για να υπάρχει όφελος: Τριάντα λεπτά μέτριας αεροβικής άσκησης ή και γρήγορο βάδισμα 5 φορές την εβδομάδα και 2 φορές την εβδομάδα αναερόβιας άσκησης όπως είναι τα βάρη και οι αντιστάσεις.

Πριν την άσκηση

Πρέπει να τονιστεί ότι η απότομη άσκηση σε διαβητικούς με καθιστική ζωή μπορεί να προκαλέσει έμφραγμα, γι’ αυτό και είναι απαραίτητο να ξεκινούν με ελαφρό περπάτημα και αφού έχουν εξεταστεί από τον γιατρό τους και κάνουν ένα καρδιογράφημα. Στην περίπτωση που προκύψουν συμπτώματα όπως δυσκολία στην ανάσα, πόνος στο στήθος και τις γάμπες όταν γυμνάζονται ή έχουν επιπλοκές από το διαβήτη ή πάσχουν από τη νόσο για πάνω από 10 χρόνια θα πρέπει να κάνουν τεστ κοπώσεως.

Οι κίνδυνοι

Η έντονη σωματική άσκηση μπορεί να προκαλέσει σοβαρές αρρυθμίες ή και έμφραγμα σε περίπτωση που υπάρχει γνωστό ή όχι πρόβλημα με την καρδιά. Το άτομο μπορεί επίσης να εκδηλώσει υπογλυκαιμία στην περίπτωση που λαμβάνει ινσουλίνη ή φάρμακα που προκαλούν υπογλυκαιμία.

Προκειμένου να την αποφύγει, θα πρέπει να μετρά το σάκχαρό του πριν από την άσκηση. Αν είναι:

  • <90, θα πρέπει να καταναλωθούν 10 με 15 γραμμάρια υδατάνθρακες που σημαίνει μισό ποτήρι χυμό πορτοκάλι, καθώς και μέτρηση του σάκχαρου κατά την άσκηση κάθε μισή ώρα.
  • 90-150, μπορεί να ξεκινήσει η άσκηση αλλά και να καταναλωθούν επίσης 10 με 15 γραμ. υδατανθράκων κάθε μισή ώρα άσκησης, εφόσον αυτή διαρκέσει μια ώρα ή περισσότερο.
  • 150-250, μπορούν να αρχίσουν να ασκούνται και να είναι σε επιφυλακή αν παρουσιάσουν συμπτώματα υπογλυκαιμίας.
  • 250-350, μπορούν να ασκηθούν ελαφρά, δηλαδή χαλαρό περπάτημα, διαφορετικά θα πρέπει να διορθώσουν το σάκχαρο ανάλογα με τις οδηγίες του ιατρού τους.
  • >350, θα πρέπει να  διορθώσουν το σάκχαρο ανάλογα με τις οδηγίες του ιατρού τους και εν συνεχεία να ασκηθούν.

Επίσης, την ημέρα της άσκησης ο διαβητικός θα πρέπει να είναι σε επιφυλακή για υπογλυκαιμία καθώς έχει παρατηρηθεί ότι ακόμα και το νυχτερινό σάκχαρο της ημέρας της άσκησης μπορεί να μειωθεί με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν σοβαρές νυχτερινές υπογλυκαιμίες.

Η άσκηση είναι απαραίτητη για τη σωστή ρύθμιση του διαβητικού, όμως προηγουμένως απαιτείται ένα τσεκ απ, καθώς και συνεχής παρακολούθηση ώστε να τροποποιηθούν τα φάρμακα και η δοσολογία τους προς αποφυγή της υπογλυκαιμίας και άλλων επιπλοκών.

People photo created by jcomp – www.freepik.com


OLD91Y0.png

Η μυϊκή άσκηση σε συνδυασμό με τη διατροφή αποτελούν το βασικότερο παράγοντα για την αντιμετώπιση του σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2, καθώς μπορεί να ρυθμίσει άμεσα τα επίπεδα σακχάρου, ενώ παράλληλα έχει διαπιστωθεί ότι αυξάνει την επιβίωση σε διαβητικούς και των δύο τύπων.

Η γυμναστική σε γενικές γραμμές μπορεί να έχει ευεργετικά αποτελέσματα στους ασθενείς αυτούς, διότι βελτιώνει μεταξύ άλλων τη δράση της ινσουλίνης, μειώνει το πλεονάζον λίπος και βοηθάει στον έλεγχο του σωματικού βάρους, βελτιώνει τη μυϊκή αντοχή και την οστική πυκνότητα, αλλά και προστατεύει την καρδιά και τα αγγεία αυξάνοντας την «καλή» και μειώνοντας την «κακή» χοληστερόλη.

Συνίσταται ωστόσο προσοχή όταν ένα άτομο με διαβήτη πρόκειται να ξεκινήσει γυμναστική, καθώς χρειάζεται να μετρά και να καταγράφει το σάκχαρο πριν, κατά τη διάρκεια και μετά την άσκηση. Αυτή η καταγραφή είναι σημαντική διότι θα αποκαλύψει το πως ανταποκρίνεται το σώμα στην άσκηση και θα βοηθήσει στην αποφυγή επικίνδυνων διακυμάνσεων του σακχάρου.

Οι καταλληλότερες ασκήσεις για κάθε διαβητικό καθορίζονται από τον βαθμό στον οποίο έχει προχωρήσει η κατάσταση της υγείας του. Κάποιες επιπλοκές του διαβήτη, όπως η προχωρημένη αμφιβληστροειδοπάθεια ή νευροπάθεια, μπορεί να κάνουν κάποιες ασκήσεις επικίνδυνες. Ο γιατρός μπορεί να προγραμματίσει μια εξέταση για να εκτιμήσει την ανταπόκριση της καρδιάς του ατόμου στην άσκηση.

Συμβουλές

Αφού έχουν προηγηθεί τα παραπάνω, το άτομο που θα ξεκινήσει τη γυμναστική θα πρέπει να λάβει υπόψη τα εξής:

– Για να μειωθεί ο κίνδυνος υπογλυκαιμίας θα πρέπει να ακολουθήσει ένα σταθερό πρόγραμμα άσκησης και να προγραμματίσει τα γεύματα και τη λήψη των φαρμάκων την ίδια ώρα κάθε μέρα.
– Η παρατεταμένη ή πολύ έντονη άσκηση μπορεί να προκαλέσει την παραγωγή αδρεναλίνης και άλλων ορμονών που ανταγωνίζονται τη δράση της ινσουλίνης και μπορεί να αυξήσει τα επίπεδα σακχάρου. Η συμμετοχή σε τέτοιου είδους άσκηση μπορεί να οδηγήσει στην ανάγκη τροποποίησης του σχήματος ινσουλίνης/αντιδιαβητικών δισκίων, κάτι το οποίο θα πρέπει να γίνεται σε συνεννόηση με τον γιατρό.
– Θα πρέπει ακόμη να δίνεται προσοχή όταν η άσκηση γίνεται σε ώρες που τα φάρμακα έχουν τη μεγαλύτερη δράση, καθώς μπορεί να χρειαστεί μείωση της δόσης της βασικής ή γευματικής ινσουλίνης, την οποία επίσης θα προσαρμόσει ο γιατρός.
– Τέλος, βασικό είναι το άτομο να μετρά το σάκχαρο πριν, κατά τη διάρκεια και μετά την άσκηση και να έχει πάντα μαζί του ένα σνακ με υδατάνθρακες (φρούτο, χυμός) για την περίπτωση υπογλυκαιμίας.

Γενικές οδηγίες

– Ξεκινήστε αργά και σταδιακά και αυξήστε την ένταση και τη διάρκεια.
– Να ασκείστε τρεις με τέσσερις φορές την εβδομάδα για περίπου 30 λεπτά κάθε φορά. Ένα καλό πρόγραμμα άσκησης περιλαμβάνει 5 με 10 λεπτά προθέρμανση, τουλάχιστον 15 με 30 λεπτά συνεχή αερόβια άσκηση (γρήγορο περπάτημα ή ποδηλασία) και 5 λεπτά χαλάρωση στο τέλος.
– Προσθέστε σε αυτό το πρόγραμμα ασκήσεις μυϊκής ενδυνάμωσης ή αντίστασης 2 με 3 φορές την εβδομάδα.
– Αν έχετε παραπανίσια κιλά μια καλή ιδέα είναι η γυμναστική στο νερό. Άλλες επιλογές είναι η ποδηλασία ή το κολύμπι.
– Να πίνετε νερό κατά τη διάρκεια και μετά την άσκηση για την αποφυγή της αφυδάτωσης.
– Σταματήστε την άσκηση αν νιώσετε αδικαιολόγητο πόνο στους μυς και στις αρθρώσεις.
– Τα άνετα παπούτσια και η φροντίδα των ποδιών είναι σημαντικά.

Να σημειωθεί ότι τα άτομα με διαβήτη τύπου 1, των οποίων τα σάκχαρο είναι πάνω από 250 mg/dL αλλά έχουν και θετικές κετόνες στα ούρα ή στο αίμα, δεν θα πρέπει να ξεκινήσουν την άσκηση διότι θα αυξήσουν ακόμα περισσότερο τα επίπεδα σακχάρου.

Photo credit: Freepik


Prodiabitis.png

O προδιαβήτης είναι μια μεταβολική διαταραχή κατά την οποία οι τιμές γλυκόζης στο αίμα –το απλό σάκχαρο που δίνει ενέργεια στα κύτταρα του ανθρώπινου οργανισμού– βρίσκονται πάνω από το φυσιολογικό, αλλά όχι σε επίπεδα που να τίθεται η διάγνωση του σακχαρώδη διαβήτη.

Ο σακχαρώδης διαβήτης είναι μια πάθηση που χαρακτηρίζεται από υψηλές τιμές γλυκόζης στο αίμα και αναπτύσσεται όταν ο οργανισμός δεν παράγει ή δεν χρησιμοποιεί αποτελεσματικά την ινσουλίνη, μια ορμόνη που βοηθά στην απομάκρυνση του πλεονάσματος γλυκόζης από το αίμα.

Σχεδόν όλοι οι άνθρωποι που πάσχουν από σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 εμφάνισαν αρχικά προδιαβήτη. Δεν ισχύει όμως το αντίθετο, δηλαδή όσοι έχουν προδιαβήτη δεν αναπτύσσουν σίγουρα διαβήτη.

Χωρίς συμπτώματα

Ο προδιαβήτης δεν έχει κλινική συμπτωματολογία και δεν αποτελεί ιδιαίτερη νοσολογική οντότητα, πρέπει όμως να ανιχνεύεται έγκαιρα και να αντιμετωπίζεται με την ανάλογη σοβαρότητα, διότι εξελίσσεται σε σακχαρώδη διαβήτη και συνδέεται με καρδιαγγειακά συμβάματα.

Πώς προκαλείται

Καθώς ο προδιαβήτης είναι μια κατάσταση πριν από το σακχαρώδη διαβήτη, έτσι και τα αίτια των δύο είναι όμοια. Στους παράγοντες αυτούς περιλαμβάνονται η παχυσαρκία, η καθιστική ζωή, η μεγάλη κατανάλωση υδατανθράκων, καθώς και η κληρονομικότητα.

Εκτός αυτών όμως αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης διαβήτη έχουν και άτομα με υπέρταση ή υπερλιπιδαιμία, καρδιαγγειακή νόσο, όσοι λαμβάνουν αντιψυχωσικά φάρμακα, καθώς και οι γυναίκες με ιστορικό διαβήτη κύησης ή σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών.

Οι παραπάνω θα πρέπει να λάβουν σοβαρά υπόψη τον έλεγχο, καθώς ο προδιαβήτης είναι συχνά μια «σιωπηλή» κατάσταση που δεν εμφανίζει συμπτώματα.

Φυσιολογικές τιμές

Ο προδιαβήτης χαρακτηρίζεται από δύο διαταραχές στα επίπεδα της γλυκόζης στο αίμα. Αυτές είναι:

– Η διαταραγμένη γλυκόζη νηστείας, που σημαίνει ότι το πρωινό σάκχαρο βρίσκεται στα 100-125 mg/dl (νηστικός). Κάτω από 100 είναι το φυσιολογικό, ενώ από 126 και πάνω πρόκειται για διαβήτη.
– Η διαταραγμένη ανοχή στη γλυκόζη, η οποία βρίσκεται με τη δοκιμασία ανοχής της γλυκόζης και ορίζεται ως σάκχαρο στις 2 ώρες 140-199 mg/dl. Κάτω από 140 είναι το φυσιολογικό, ενώ πάνω από 200 πρόκειται για διαβήτη.

Από τη στιγμή που διαπιστωθεί κάποιο από τα παραπάνω θα πρέπει να υπάρχει τακτικότερος έλεγχος τουλάχιστον μια φορά το χρόνο ή το εξάμηνο.

Βέβαια, οι καταστάσεις αυτές δεν είναι μόνιμες. Συνήθως μπορούν και πρέπει να υποχωρήσουν κυρίως με σωστή δίαιτα, απώλεια βάρους και συστηματικό πρόγραμμα άσκησης έτσι ώστε να μην οδηγήσουν σε διαβήτη.

Αντιμετώπιση

Η αλλαγή τρόπου ζωής με καθημερινή άσκηση, η αλλαγή των διατροφικών μας συνηθειών με διατροφή πλούσια σε φυτικές ίνες, λιγότερα λίπη και αποφυγή των «κακών» υδατανθράκων (κυρίως των έτοιμων φαγητών), των γλυκών και γενικότερα της ζάχαρης, βοηθούν στην αντιμετώπιση του προδιαβήτη, επιβραδύνοντας την εξέλιξη σε σακχαρώδη διαβήτη.

Πότε να απευθυνθείτε στον ειδικό

Είναι σημαντικό να γίνεται ετήσιο τεστ γλυκόζης για την παρακολούθηση του προδιαβήτη, ειδικά σε ηλικίες άνω των 30 και σε περιπτώσεις αυξημένου σωματικού βάρους. Τα συμπτώματα που μπορεί να υποδηλώνουν την ανάπτυξη του προδιαβήτη είναι:

  • ανεξήγητη απώλεια βάρους,
  • σύγχυση σκέψης, αδυναμία, ζαλάδες και πονοκέφαλοι, ναυτία,
  • πολυουρία, πολυδιψία και πείνα,
  • αυξημένη επιδεκτικότητα σε μολύνσεις, ειδικά του δέρματος και του κόλπου.

Diabates-generic.png

31 Οκτωβρίου, 2018 Angelos KlitsasΔιαβήτης0

Ο σακχαρώδης διαβήτης είναι μια χρόνια νόσος όπου το σώμα δεν είναι σε θέση να χρησιμοποιήσει αποτελεσματικά τη γλυκόζη που λαμβάνουμε από τα τρόφιμα για τη μετατροπή της σε ενέργεια. Χαρακτηρίζεται από αύξηση της συγκέντρωσης του σακχάρου στο αίμα (υπεργλυκαιμία) και διαταραχή του μεταβολισμού της γλυκόζης, είτε ως αποτέλεσμα ελαττωμένης έκκρισης της ινσουλίνης (ορμόνη η οποία βοηθά τη γλυκόζη να εισέλθει από το αίμα στα κύτταρα) από το πάγκρεας, είτε λόγω ελάττωσης της ευαισθησίας των κυττάρων του σώματος στην ινσουλίνη.

Η γενικευμένη αυτή διαταραχή του μεταβολισμού μπορεί να προκαλέσει βλάβες σε αρκετούς ιστούς του σώματος καθώς και μια σειρά δυσλειτουργιών που επηρεάζουν μεταξύ άλλων το ουροποιογεννητικό σύστημα. Σε αυτές περιλαμβάνονται διαταραχές στην ουροδόχο κύστη και στο νεφρό, καθώς και η σεξουαλική δυσλειτουργία.

Οι διαταραχές στην ουροδόχο κύστη εκδηλώνονται συνήθως με αδυναμία πλήρους κένωσης, ανάπτυξη ουρολοιμώξεων και πύου στα ούρα, ενώ ακόμη μπορεί να εμφανιστούν και συμπτώματα όπως συχνουρία και δυσουρία. Ορισμένοι διαβητικοί ωστόσο παρουσιάζουν συχνά επεισόδια πυουρίας χωρίς συμπτώματα.

Όσον αφορά τις διαταραχές στο νεφρό, κατά τα πρώτα χρόνια εμφάνισης της νόσου εκδηλώνονται ορισμένες οργανικές διεργασίες, μεταξύ των οποίων πάχυνση της βασικής μεμβράνης και υπερτροφία των νεφρικών σπειραμάτων (μικροσκοπικά φίλτρα που κρατούν τις πρωτεΐνες εντός του σώματος). Προοδευτικά αναπτύσσεται και έκκριση λευκωματίνης στα ούρα, η οποία οδηγεί ορισμένους ασθενείς σε αιμοκάθαρση. Μερικές φορές μάλιστα αναπτύσσεται νεφρική σωληναριακή οξέωση (διαταραχή στα ουροφόρα σωληνάρια) και υπερκαλιαιμία (αυξημένη συγκέντρωση Καλίου στον οργανισμό), με το νεφρό να γίνεται ιδιαίτερα ευαίσθητο σε φάρμακα και τοξικές ουσίες.

Τέλος, η σεξουαλική δυσλειτουργία εκδηλώνεται με αδυναμία ικανοποιητικής στύσης και εκδηλώσεις παλίνδρομης εκσπερμάτισης στον άνδρα, καθώς και με ξηρότητα κόλπου και πόνου κατά τη συνουσία στη γυναίκα.

Κατά τις ανωτέρω περιπτώσεις ο βαθμός της κακής ρύθμισης του σακχαρώδη διαβήτη και η διάρκεια της υπερκαλιαιμίας είναι μεταξύ των παραγόντων που συμβάλλουν στην αύξηση του κινδύνου χρόνιων επιπλοκών.

Οι ασθενείς με διαβήτη που εμφανίζουν ουροποιογεννητικά συμπτώματα θα πρέπει να γνωρίζουν ότι το κάπνισμα, η υψηλή πίεση και η υψηλή χοληστερόλη επιδεινώνουν τα βλαπτικά αποτελέσματα του αυξημένου σακχάρου. Θα πρέπει επίσης να λάβουν υπ’ όψιν ότι είναι απαραίτητη η επαρκής πρόσληψη νερού και η περιοδική εξέταση των ούρων (ενίοτε και των γεννητικών υγρών) για μικρόβια και μικρολευκωματίνη.

Η αντιμετώπιση των ουροποιογεννητικών συμπτωμάτων γίνεται μέσω φαρμακευτικής αγωγής, ωστόσο είναι απαραίτητη και η σωστή αγωγή για τη θεραπεία του διαβήτη.




ΕΝΗΜΕΡΩΜΕΝΟΣ ΑΣΘΕΝΗΣ ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΥΓΕΙΑ





ΕΝΗΜΕΡΩΜΕΝΟΣ ΑΣΘΕΝΗΣ, ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΥΓΕΙΑ





ΑΦΗΣΤΕ ΜΑΣ ΤΗΝ ΓΝΩΜΗ ΣΑΣ




Κλείτσας Άγγελος Παθολόγος Καλαμαριά - Σήμα αναγνώρισης ασθενών από Doctoranytime



Copyright by Yourdoc.gr 2025. All rights reserved.



Web design by Siteworks



Copyright by Yourdoc.gr 2025. All rights reserved. Web design by Siteworks