Blog

OLD91Y0.png

Η μυϊκή άσκηση σε συνδυασμό με τη διατροφή αποτελούν το βασικότερο παράγοντα για την αντιμετώπιση του σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2, καθώς μπορεί να ρυθμίσει άμεσα τα επίπεδα σακχάρου, ενώ παράλληλα έχει διαπιστωθεί ότι αυξάνει την επιβίωση σε διαβητικούς και των δύο τύπων.

Η γυμναστική σε γενικές γραμμές μπορεί να έχει ευεργετικά αποτελέσματα στους ασθενείς αυτούς, διότι βελτιώνει μεταξύ άλλων τη δράση της ινσουλίνης, μειώνει το πλεονάζον λίπος και βοηθάει στον έλεγχο του σωματικού βάρους, βελτιώνει τη μυϊκή αντοχή και την οστική πυκνότητα, αλλά και προστατεύει την καρδιά και τα αγγεία αυξάνοντας την «καλή» και μειώνοντας την «κακή» χοληστερόλη.

Συνίσταται ωστόσο προσοχή όταν ένα άτομο με διαβήτη πρόκειται να ξεκινήσει γυμναστική, καθώς χρειάζεται να μετρά και να καταγράφει το σάκχαρο πριν, κατά τη διάρκεια και μετά την άσκηση. Αυτή η καταγραφή είναι σημαντική διότι θα αποκαλύψει το πως ανταποκρίνεται το σώμα στην άσκηση και θα βοηθήσει στην αποφυγή επικίνδυνων διακυμάνσεων του σακχάρου.

Οι καταλληλότερες ασκήσεις για κάθε διαβητικό καθορίζονται από τον βαθμό στον οποίο έχει προχωρήσει η κατάσταση της υγείας του. Κάποιες επιπλοκές του διαβήτη, όπως η προχωρημένη αμφιβληστροειδοπάθεια ή νευροπάθεια, μπορεί να κάνουν κάποιες ασκήσεις επικίνδυνες. Ο γιατρός μπορεί να προγραμματίσει μια εξέταση για να εκτιμήσει την ανταπόκριση της καρδιάς του ατόμου στην άσκηση.

Συμβουλές

Αφού έχουν προηγηθεί τα παραπάνω, το άτομο που θα ξεκινήσει τη γυμναστική θα πρέπει να λάβει υπόψη τα εξής:

– Για να μειωθεί ο κίνδυνος υπογλυκαιμίας θα πρέπει να ακολουθήσει ένα σταθερό πρόγραμμα άσκησης και να προγραμματίσει τα γεύματα και τη λήψη των φαρμάκων την ίδια ώρα κάθε μέρα.
– Η παρατεταμένη ή πολύ έντονη άσκηση μπορεί να προκαλέσει την παραγωγή αδρεναλίνης και άλλων ορμονών που ανταγωνίζονται τη δράση της ινσουλίνης και μπορεί να αυξήσει τα επίπεδα σακχάρου. Η συμμετοχή σε τέτοιου είδους άσκηση μπορεί να οδηγήσει στην ανάγκη τροποποίησης του σχήματος ινσουλίνης/αντιδιαβητικών δισκίων, κάτι το οποίο θα πρέπει να γίνεται σε συνεννόηση με τον γιατρό.
– Θα πρέπει ακόμη να δίνεται προσοχή όταν η άσκηση γίνεται σε ώρες που τα φάρμακα έχουν τη μεγαλύτερη δράση, καθώς μπορεί να χρειαστεί μείωση της δόσης της βασικής ή γευματικής ινσουλίνης, την οποία επίσης θα προσαρμόσει ο γιατρός.
– Τέλος, βασικό είναι το άτομο να μετρά το σάκχαρο πριν, κατά τη διάρκεια και μετά την άσκηση και να έχει πάντα μαζί του ένα σνακ με υδατάνθρακες (φρούτο, χυμός) για την περίπτωση υπογλυκαιμίας.

Γενικές οδηγίες

– Ξεκινήστε αργά και σταδιακά και αυξήστε την ένταση και τη διάρκεια.
– Να ασκείστε τρεις με τέσσερις φορές την εβδομάδα για περίπου 30 λεπτά κάθε φορά. Ένα καλό πρόγραμμα άσκησης περιλαμβάνει 5 με 10 λεπτά προθέρμανση, τουλάχιστον 15 με 30 λεπτά συνεχή αερόβια άσκηση (γρήγορο περπάτημα ή ποδηλασία) και 5 λεπτά χαλάρωση στο τέλος.
– Προσθέστε σε αυτό το πρόγραμμα ασκήσεις μυϊκής ενδυνάμωσης ή αντίστασης 2 με 3 φορές την εβδομάδα.
– Αν έχετε παραπανίσια κιλά μια καλή ιδέα είναι η γυμναστική στο νερό. Άλλες επιλογές είναι η ποδηλασία ή το κολύμπι.
– Να πίνετε νερό κατά τη διάρκεια και μετά την άσκηση για την αποφυγή της αφυδάτωσης.
– Σταματήστε την άσκηση αν νιώσετε αδικαιολόγητο πόνο στους μυς και στις αρθρώσεις.
– Τα άνετα παπούτσια και η φροντίδα των ποδιών είναι σημαντικά.

Να σημειωθεί ότι τα άτομα με διαβήτη τύπου 1, των οποίων τα σάκχαρο είναι πάνω από 250 mg/dL αλλά έχουν και θετικές κετόνες στα ούρα ή στο αίμα, δεν θα πρέπει να ξεκινήσουν την άσκηση διότι θα αυξήσουν ακόμα περισσότερο τα επίπεδα σακχάρου.

Photo credit: Freepik


930.png

1 Απριλίου, 2019 Angelos KlitsasΔιαβήτης2

Ο σακχαρώδης διαβήτης είναι μια χρόνια μεταβολική νόσος, όπου το σώμα δεν είναι σε θέση να χρησιμοποιήσει αποτελεσματικά τη γλυκόζη που λαμβάνουμε από τα τρόφιμα για τη μετατροπή της σε ενέργεια. Χαρακτηρίζεται από αύξηση της συγκέντρωσης του σακχάρου στο αίμα (υπεργλυκαιμία) και διαταραχή του μεταβολισμού της γλυκόζης, είτε ως αποτέλεσμα ελαττωμένης έκκρισης της ινσουλίνης από το πάγκρεας, είτε λόγω ελάττωσης της ευαισθησίας των κυττάρων του σώματος στην ινσουλίνη.

Πρόκειται για μια νόσο η οποία, εάν δεν ρυθμιστεί σωστά ή στην περίπτωση του διαβήτη τύπου 2 δεν διαγνωστεί έγκαιρα, μπορεί να οδηγήσει σε ορισμένες σοβαρές επιπλοκές για την υγεία του ασθενή.

Υπάρχουν πολλοί μύθοι σχετικά με το τι προκαλεί τον διαβήτη ή και πως μπορεί κανείς να τον διαχειριστεί, με αποτελέσματα πολλοί να βγαίνουν εκτός των θεραπευτικών στόχων. Η Αμερικανική Διαβητολογική Εταιρεία (ADA) κατέγραψε και απαντά σε ορισμένους εξ αυτών:

Μύθος: Το αυξημένο σάκχαρο είναι πάντα διαβήτης

Ένα άτομο μπορεί να εμφανίζει αυξημένο σάκχαρο χωρίς να έχει διαβήτη. Τα φυσιολογικά επίπεδα του σακχάρου στο αίμα είναι λιγότερο από 140 mg/dL όταν πρόκειται για τυχαία μέτρηση ή μεταγευματικό σάκχαρο (στις δύο ώρες), ενώ για τη διάγνωση του διαβήτη το σάκχαρο νηστείας είναι μεγαλύτερο από 126 mg/dL και το μεταγευματικό ή τυχαίο σάκχαρο άνω των 200 mg/dL.

Τα άτομα που έχουν υψηλό σάκχαρο, αλλά όχι διαβήτη, έχουν σάκχαρο νηστείας 100-125 mg/dL και μεταγευματικό ή τυχαίο σάκχαρο 141-199 mg/dL. Αυτά τα άτομα με υψηλό σάκχαρο (ή προδιαβήτη) μπορεί να αναπτύξουν διαβήτη στο μέλλον, ενώ όταν συντρέχουν και άλλοι παράγοντες, όπως αυξημένη «κακή» (LDL) χοληστερόλη ή υπέρταση, αποκτούν αυξημένο κίνδυνο να εκδηλώσουν ορισμένες από τις σοβαρές επιπλοκές της νόσου.

Μύθος: Αν είστε υπέρβαροι, θα εκδηλώσετε διαβήτη τύπου 2

Το να είναι κάποιος υπέρβαρος αποτελεί παράγοντα κινδύνου για την ανάπτυξη διαβήτη, ωστόσο άλλοι παράγοντες κινδύνου όπως το οικογενειακό ιστορικό επίσης αποτελούν σημαντικούς παράγοντες. Πολλά υπέρβαρα άτομα δεν αναπτύσσουν ποτέ διαβήτη.

Μύθος: Η κατανάλωση πολλής ζάχαρης προκαλεί διαβήτη

Ο διαβήτης τύπου 1 οφείλεται σε γενετικούς και άλλους άγνωστους παράγοντες, ωστόσο για τα άτομα με διαβήτη τύπου 2 τα αίτια δεν είναι τόσο ξεκάθαρα. Η κατανάλωση πολλών γλυκών μπορεί να μας καταστήσει υπέρβαρους, γεγονός που αποτελεί παράγοντα κινδύνου για την ανάπτυξη διαβήτη. Οι έρευνες υποδεικνύουν ότι υπάρχει σχέση, αλλά υπάρχουν και πολλοί άλλοι παράγοντες.

Μύθος: Τα άτομα με διαβήτη πρέπει να ακολουθούν ειδική διατροφή για διαβητικούς

Γενικά δεν χρειάζονται ειδικές «διαβητικές» ή «διαιτητικές» τροφές για τους ασθενείς με διαβήτη, ωστόσο είναι σημαντικό να ακολουθούν μια υγιεινή διατροφή για να μπορέσουν να ρυθμίσουν επαρκώς τη νόσο.

Μύθος: Τα άτομα με διαβήτη δεν μπορούν να καταναλώσουν ποτέ γλυκά

Αν τα γλυκά περιλαμβάνονται σε ένα πλάνο υγιεινών γευμάτων ή συνδυάζονται με άσκηση, μικρές ποσότητες γλυκών μπορούν να αποτελούν μέρος της διατροφής του ατόμου.

Μύθος: Τα άτομα με διαβήτη έχουν περισσότερες πιθανότητες να αρρωστήσουν

Τα άτομα με διαβήτη δεν κινδυνεύουν περισσότερο από κρυολογήματα, γρίπη ή άλλες ασθένειες. Ωστόσο, συνίσταται η χορήγηση αντιγριπικού εμβολίου καθώς, εάν αρρωστήσουν, αυτό μπορεί να προκαλέσει προβλήματα στο σάκχαρο.

Μύθος: Η χορήγηση ινσουλίνης στον διαβήτη τύπου 2 σημαίνει κακή διαχείριση της νόσου από τον ασθενή

Τα περισσότερα άτομα με διαβήτη παρουσιάζουν προοδευτική νόσο. Μετά την πρώτη διάγνωση η διαχείριση του σακχάρου με προγραμματισμό γευμάτων και σωματική δραστηριότητα είναι εφικτή. Με την πάροδο του χρόνου όμως ενδεχομένως θα χρειαστούν φαρμακευτική αγωγή και λήψη ινσουλίνης.


454904-PF8ZKN-589-1024x576.png

27 Μαρτίου, 2019 Angelos KlitsasΆρθρα0

Η αρρυθμία της καρδιάς είναι ένας όρος που περιγράφει όλες τις διαταραχές του ομαλού καρδιακού ρυθμού. Πρόκειται για μια κατάσταση που συνήθως οφείλεται σε κάποια καρδιακή πάθηση ή σε ορισμένα φάρμακα που ενδεχομένως δε λαμβάνονται στη σωστή δόση.

Το άτομο στην περίπτωση αυτή μπορεί να αισθάνεται την καρδιά του να χτυπάει γρήγορα, ένα «φτερούγισμα» στο στήθος ή ακόμη και ότι χάνει χτύπους. Αυτά μπορεί να είναι τόσο σημάδια αρρυθμίας όσο και μη φυσιολογικών, ακανόνιστων καρδιακών χτύπων.

Είναι λογικό πολλοί από εμάς να πανικοβληθούμε από αυτά τα σημεία, ωστόσο δεν θα έπρεπε, διότι η αρρυθμία είναι ένα συχνό φαινόμενο, ειδικά όσο μεγαλώνουμε. Τα περισσότερα περιστατικά είναι ακίνδυνα, υπάρχουν όμως φυσικά και κάποιες περιπτώσεις αρρυθμίας οι οποίες είναι ιδιαίτερα επικίνδυνες και χρειάζονται τον απαραίτητο χειρισμό. Για αυτό είναι σημαντικό στην περίπτωση που έχετε κάποιο τέτοιο σύμπτωμα να επισκεφτείτε το γιατρό σας, ώστε να αποκλείσει τυχόν προβλήματα που οφείλονται σε καρδιακές νόσους.

Επιπτώσεις

Όταν οι αρρυθμίες διαρκούν αρκετό καιρό με αποτέλεσμα να προκαλέσουν προβλήματα στη λειτουργία της καρδιάς, μπορεί να υπάρχουν σοβαρότερες επιπτώσεις όπως:

– Ζαλάδα
– Ταχυκαρδία
– Κούραση
– Δυσκολία στην αναπνοή
– Πόνος στο στήθος
– Λιποθυμία
– Καρδιακή ανακοπή

Μετρήστε το σφυγμό σας

Μάθετε να μετράτε μόνοι σας τους σφυγμούς της καρδιάς σας. Τοποθετήστε τον δείκτη και τον μέσο στην εσωτερική πλευρά του καρπού σας ή στο λαιμό σας στη γωνία που ενώνεται με το σαγόνι. Αισθανθείτε το σφυγμό σας και μετρήστε τους παλμούς σας για ένα λεπτό. Σημειώστε αρκετές φορές μέσα στην ημέρα τον αριθμό των παλμών σας και ένα σχόλιο σχετικά με το πώς νιώθατε εκείνη τη στιγμή. Θα σας βοηθήσει να καταλάβετε αν συμβαίνει κάτι και μπορεί να αποτελέσει χρήσιμη πληροφορία για την επίσκεψη στον ιατρό σας.

Πρόληψη

Για τις απλές αρρυθμίες, δηλαδή τις απλές έκτακτες συστολές, συνιστάται αποφυγή του στρες, των μεγάλων γευμάτων και της υπερκατανάλωσης αλκοόλ και καφέ, καθώς και η διακοπή του καπνίσματος και η ρύθμιση της αρτηριακής πίεσης. Στις πιο σύνθετες αρρυθμίες που υπάρχει υπόστρωμα καρδιακής νόσου απαιτείται συμμόρφωση στη φαρμακευτική αγωγή και τακτική παρακολούθηση με ειδικές διαγνωστικές εξετάσεις.

Heart photo created by freepik – www.freepik.com


Cholesterol.png

26 Μαρτίου, 2019 Angelos KlitsasΆρθρα0

Η χοληστερόλη ή χοληστερίνη, όπως είναι ευρέως γνωστή, είναι μια ουσία που βρίσκεται φυσικά στο ανθρώπινο σώμα, η οποία είναι σημαντική για την καλή λειτουργία κάθε κυττάρου. Το σώμα χρησιμοποιεί την χοληστερόλη για να παρασκευάσει ζωτικά συστατικά, όπως η βιταμίνη D και ορισμένες ορμόνες.

Ωστόσο, εάν τα επίπεδα της χοληστερίνης στο αίμα είναι αρκετά υψηλά, αυξάνεται ο κίνδυνος εμφάνισης καρδιαγγειακών νοσημάτων.

Η χοληστερίνη μεταφέρεται στον οργανισμό με ένα είδος πρωτεϊνών, που ονομάζονται λιποπρωτεΐνες. Υπάρχουν δύο βασικά είδη χοληστερίνης: η HDL και η LDL.

Η λιποπρωτεΐνη υψηλής πυκνότητας (HDL), ή αλλιώς «καλή» χοληστερίνη, είναι ωφέλιμη για την υγεία της καρδιάς. Απομακρύνει τη χοληστερίνη από τις αρτηρίες προς το ήπαρ, όπου αποβάλλεται.

Η λιποπρωτεΐνη χαμηλής πυκνότητας (LDL), ή αλλιώς «κακή» χοληστερίνη, επιβαρύνει τη λειτουργία της καρδιάς, μεταφέροντας τη χοληστερίνη από το ήπαρ στους ιστούς του οργανισμού. Εάν τα επίπεδα της LDL είναι υψηλά, η χοληστερίνη συσσωρεύεται στις αρτηρίες.

Μία από τις βασικότερες αιτίες αύξησης των επιπέδων χοληστερίνης είναι η κατανάλωση υπερβολικής ποσότητας κορεσμένων λιπαρών. Τα υπολείμματα λιπαρών (LDL) συσσωρεύονται στις αρτηρίες, προκαλώντας στένωση των τοιχωμάτων τους και αυξάνοντας τον κίνδυνο εκδήλωσης στεφανιαίας νόσου.

Συμπτώματα

Η υψηλή χοληστερίνη δεν παρουσιάζει αναγνωριστικά σημάδια. Τις περισσότερες φορές τα υψηλά επίπεδά της γίνονται αντιληπτά μόνο ύστερα από ένα έκτακτο περιστατικό, όπως έμφραγμα ή εγκεφαλικό.

Γι’ αυτό ακριβώς είναι σημαντικό να αναγνωρίζει κανείς τα συνήθη συμπτώματα των καταστάσεων στις οποίες μπορεί να οδηγήσει η υψηλή χοληστερίνη.

Τα συνήθη συμπτώματα της στεφανιαίας νόσου αλλά και του εμφράγματος είναι:

– Θωρακικός πόνος που εντοπίζεται στην προκάρδια περιοχή (στηθάγχη)
– Αίσθημα κοπώσεως
– Ναυτία
– Δύσπνοια
– Μούδιασμα των άκρων
– Πόνος στο σαγόνι, στην άνω κοιλιακή χώρα ή στην πλάτη

Πριν από την εκδήλωση εγκεφαλικού τα συνήθη συμπτώματα είναι:

– Ξαφνική ζαλάδα ή πονοκέφαλος
– Αίσθημα ότι χάνεται η ισορροπία
– Έλλειψη συγκέντρωσης και σύγχυση
– Μουδιάζει η μια πλευρά του σώματός
– Εμφανίζεται ασυμμετρία προσώπου (πτώση βλεφάρου ή στόματος)
– Θολή όραση ή διπλωπία

Τέλος, η περιφερειακή αρτηριακή νόσος, η οποία επίσης συνδέεται με τα υψηλά επίπεδα χοληστερίνης, όταν βρίσκεται σε αρχικό στάδιο προκαλεί:

– Πόνο στα πόδια κατά τη διάρκεια σωματικής άσκησης
– Δυσφορία στα πόδια και στα πέλματα
– Κόπωση
– Κράμπες
– Γενικευμένο σωματικό άλγος

«Σιωπηλή» νόσος

Το πρόβλημα με την αντιμετώπιση της υψηλής χοληστερίνης δεν είναι μόνο η δύσκολη ρύθμιση των επιπέδων της, αλλά και το ότι πρόκειται για μια «σιωπηλή» νόσο, η οποία όπως προαναφέρθηκε, δεν εκδηλώνει εμφανή συμπτώματα.

Υπολογίζεται ότι περίπου οι μισοί Έλληνες έχουν υψηλή «κακή» χοληστερόλη, χωρίς να το γνωρίζουν, τόσο λόγω της φυσιολογίας της όσο και του μη έγκαιρου εντοπισμού μέσω των απαραίτητων εξετάσεων.

Είναι σημαντικά για την αντιμετώπιση και την πρόληψή της η υγιεινή διατροφή και η σωματική άσκηση.


52.jpg

20 Μαρτίου, 2019 Angelos KlitsasΥπέρταση0

Αρτηριακή υπέρταση ονομάζεται η αύξηση της πίεσης του αίματος, που κυκλοφορεί στις αρτηρίες, σε επίπεδα που μακροχρόνια συνεπάγονται αύξηση του κινδύνου ασθένειας και θανάτου από καρδιαγγειακά νοσήματα. Πρόκειται για ένα αρκετά διαδεδομένο πρόβλημα στις μέρες μας, το οποίο συχνά παραγνωρίζεται από τους πάσχοντες διότι για αρκετό καιρό μπορεί να μην εμφανιστούν συμπτώματα.

Οι επιπλοκές της αρρύθμιστης αρτηριακής πίεσης όμως είναι πολύ σοβαρές. Η μακροχρόνια υπέρταση προκαλεί αρτηριοσκλήρυνση με αποτέλεσμα τη στένωση ή απόφραξη των αρτηριών και μειωμένη αιμάτωση σημαντικών οργάνων, που μπορεί να οδηγήσει σε ισχαιμία της καρδιάς (στηθάγχη, έμφραγμα ή στεφανιαία νόσος), του εγκεφάλου (εγκεφαλικό επεισόδιο) ή σε νεφρική βλάβη.

Ρύθμιση χωρίς φάρμακα

Αυτό μπορεί να κριθεί και να συστηθεί μόνο από τον επιβλέποντα ιατρό. Για την αντιμετώπιση του προβλήματος, εκτός από τα φάρμακα, η αλλαγή στον τρόπο ζωής και στις διατροφικές συνήθειες μπορεί σε κάποιο βαθμό να βοηθήσει στη μείωση της πίεσης σε όλα τα υπερτασικά άτομα, ανεξάρτητα από το αν παίρνουν ή όχι αντιυπερτασικά φάρμακα.

Τα άτομα αυτά θα χρειαστεί να ακολουθήσουν μια δίαιτα η οποία περιλαμβάνει λαχανικά, φρούτα και γαλακτοκομικά χωρίς λίπη. Επιπλέον, απαραίτητη είναι η μείωση της πρόσληψης του αλατιού με το φαγητό, ιδιαίτερα για τους υπερτασικούς μεγαλύτερης ηλικίας, ενώ σημαντικό ρόλο παίζει και ο περιορισμός της κατανάλωσης οινοπνευματωδών ποτών: μέχρι δύο ποτά την ημέρα για τους άνδρες και ένα για τις γυναίκες.

Σωματική άσκηση

Όσον αφορά τους υπέρβαρους υπερτασικούς, η ελάττωση του σωματικού βάρους είναι ο αποτελεσματικότερος τρόπος για τη μείωση της πίεσης χωρίς φάρμακα. Η σωματική άσκηση με γρήγορο περπάτημα ή ποδήλατο για τουλάχιστον μισή ώρα τη μέρα, αρκετές φορές την εβδομάδα, μπορεί να βοηθήσει στη μείωση της πίεσης και στη βελτίωση άλλων παραγόντων κινδύνου όπως είναι η αυξημένη χοληστερίνη.

Τέλος, η διακοπή του καπνίσματος, το οποίο εντάσσεται στους παράγοντες κινδύνου υψηλής αρτηριακής πίεσης, αποτελεί τον πρώτο στόχο στους υπερτασικούς καπνιστές καθώς μπορεί να δημιουργήσει σοβαρές επιπλοκές, όπως έμφραγμα, εγκεφαλικό ή άλλο καρδιαγγειακό επεισόδιο.

Photo credit: Freepik


rsz_jogging.png

18 Μαρτίου, 2019 Angelos KlitsasΆρθρα0

Το λαχάνιασμα είναι μια λειτουργία του οργανισμού που εκδηλώνεται όταν το σώμα απαιτεί αυξημένη κατανάλωση οξυγόνου προκειμένου να εκτελέσει τις κινήσεις των μυών που επιχειρούνται.

Κατά την ιατρική εξέταση διαπιστώνεται αύξηση της συχνότητας ή του βάθους των αναπνευστικών κινήσεων, δραστηριοποίηση των αναπνευστικών μυών, καθώς και αύξηση του μεταβολισμού και της αρτηριακής πίεσης.

Το λαχάνιασμα χαρακτηρίζεται εύκολο όταν προκύπτει με την καταβολή μικρής σωματικής προσπάθειας, που συνήθως συμβαίνει όταν υπάρχει οποιαδήποτε διαταραχή στις ανωτέρω φυσιολογικές προσαρμογές του οργανισμού. Σε αυτές περιλαμβάνονται -μεταξύ άλλων- παράγοντες που αποφράσσουν τη δίοδο του αέρα και αλλοιώνουν την επιφάνεια των κυψελίδων στους πνεύμονες ή τη φυσιολογική λειτουργία των εγκεφαλικών κέντρων της αναπνοής. Τα εγκεφαλικά κέντρα της αναπνοής επηρεάζονται σε καταστάσεις όπως η υποξία, η ταχυκαρδία, η υπερβολική άνοδος της αρτηριακής πίεσης, οι κυκλοφορικές διαταραχές και η διαταραχή της λειτουργίας των προσαρμοστικών αντανακλαστικών.

Στις παραπάνω καταστάσεις οδηγούν νοσήματα όπως η πνευμονική εμβολή, η χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια, η καρδιακή ανεπάρκεια, η νοσογόνος παχυσαρκία, η αναιμία, τα εγκεφαλικά νοσήματα, κλπ. Τέλος, το άγχος διαταράσσει τις φυσιολογικές προσαρμογές του οργανισμού κατά την κόπωση και μπορεί να είναι η αιτία του εύκολου λαχανιάσματος, γεγονός που δείχνει ότι δεν πρόκειται πάντα περί σοβαρής ασθένειας.

Η αντιμετώπιση του γίνεται με τη θεραπεία της νόσου που ενδεχομένως υφίσταται.


food-vegetables-meal-kitchen.jpg

15 Μαρτίου, 2019 Angelos KlitsasΔιαβήτης0

Τη Μεγάλη Σαρακοστή αρκετοί άνθρωποι επιθυμούν να ακολουθήσουν, είτε για θρησκευτικές παραδόσεις είτε για προσωπικούς λόγους, ένα πρόγραμμα νηστείας το οποίο σε γενικές γραμμές θεωρείται αρκετά υγιεινό.

Κατά την παραδοσιακή νηστεία γίνεται συνήθως μείωση της πρόσληψης πρωτεϊνών και λίπους, που σημαίνει ότι αποκλείονται τα γαλακτοκομικά προϊόντα, το κρέας, το κοτόπουλο, το αυγό, καθώς και όλα τα διατροφικά προϊόντα που τα περιλαμβάνουν. Αντί αυτών καταναλώνονται τρόφιμα όπως σαλατικά, λαχανικά, φρούτα, όσπρια, ζυμαρικά και ρύζι, ψωμί και προϊόντα άρτου, καθώς και λαδερά φαγητά και θαλασσινά.

Μπορεί όμως ένα τέτοιο πρόγραμμα να ακολουθηθεί από ένα άτομο με διαβήτη ή θα δημιουργηθεί πρόβλημα στη ρύθμιση του σακχάρου του; Η απάντηση είναι ότι οι ασθενείς μπορούνε να την ακολουθήσουν, ωστόσο σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να υπάρχει κατανάλωση με μέτρο ορισμένων τροφών.

Η νηστήσιμη αυτή διατροφή είναι γενικότερα πλούσια σε στοιχεία που συμβάλουν στην καλή υγεία του σώματος, όπως φυτικές ίνες και υδατάνθρακες, πρωτεΐνες φυτικής προέλευσης, μονοακόρεστα και ω-3 λιπαρά οξέα, καθώς και χαμηλή περιεκτικότητα σε κορεσμένα λιπαρά. Μέσα από ένα τέτοιο ισορροπημένο πρόγραμμα διατροφής ο οργανισμός μπορεί να επιτύχει:

– Μείωση των επιπέδων χοληστερόλης και τριγλυκεριδίων λόγω της μείωσης κατανάλωσης των ζωικών προϊόντων.
– Βελτίωση της καρδιακής λειτουργίας και του νευρικού συστήματος, χάρις στην κατανάλωση θαλασσινών πλούσιων σε ω-3 λιπαρών οξέων και σελινίου.
– Ενίσχυση του ανοσοποιητικού συστήματος από την πρόσληψη αντιοξειδοτικών ουσιών όπως βιταμίνη C και καροτενοειδή.
– Καλύτερη λειτουργία του πεπτικού συστήματος, χάρις στην αυξημένη πρόσληψη αδιάλυτων φυτικών ινών από την κατανάλωση φρούτων και λαχανικών.

Νηστεία και σακχαρώδης διαβήτης

Στην περίπτωση του σακχαρώδη διαβήτη απαιτείται ένα πρόγραμμα με υψηλή παρουσία φυτικών ινών μέσα από λαχανικά και σαλάτες, ωστόσο χρειάζεται να είναι χαμηλή η πρόσληψη κορεσμένων λιπαρών.

Συνεπώς, τα λαδερά φαγητά όπως τα φασολάκια, τα όσπρια, το μπριάμ, οι λαδερές μελιτζάνες και τα γεμιστά με ρύζι, που αποτελούν πλούσιες πηγές υδατανθράκων, είναι σημαντικό να καταναλώνονται σε μικρότερη ποσότητα, να έχουν σχετικά λίγο λάδι και να συνοδεύονται, όταν αυτό είναι εφικτό, με φυλλώδη λαχανικά για περισσότερες φυτικές ίνες.

Προσοχή χρειάζεται επίσης λόγω της πλήρους αποχής από το κρέας ή και από άλλες πηγές πρωτεϊνών. Το κενό αυτό καλύπτουν τα θαλασσινά, τα οποία μπορούν να αναπληρώσουν εν μέρει τις πρωτεΐνες υψηλής βιολογικής αξίας και η σόγια με τα προϊόντα της. Τα καλαμάρια, οι σουπιές, το χταπόδι, οι γαρίδες και τα καβούρια μπορούν να συμπεριληφθούν στο διαιτολόγιο νηστείας, όπου μπορούν να συνδυαστούν με καστανό ρύζι ή ζυμαρικά ολικής.

Τα θαλασσινά, αν και έχουν υψηλή περιεκτικότητα σε χοληστερόλη, είναι χαμηλά σε κορεσμένα λιπαρά και ιδιαίτερα πλούσια σε ω-3 λιπαρά οξέα, τα οποία είναι καρδιοπροστατευτικά. Επίσης, ο συνδυασμός των οσπρίων με ρύζι ή ψωμί δίνει ως αποτέλεσμα πρωτεΐνες με όλα τα απαραίτητα αμινοξέα και υψηλή διατροφική αξία.

Έτσι, με κατάλληλους συνδυασμούς, αποφυγή υπερβολικών ποσοτήτων λαδιού και αμύλου, αύξηση της φυσικής δραστηριότητας και προσαρμογή της θεραπευτικής αγωγής ο διαβήτης μπορεί να συνδυαστεί με τη νηστεία συμβάλλοντας περισσότερο στην άρτια ρύθμισή του.


Sleep.png

13 Μαρτίου, 2019 Angelos KlitsasΛοιμώξεις0

Το ανοσοποιητικό σύστημα του ανθρώπινου οργανισμού είναι ένα σύνολο μηχανισμών, οι οποίοι είναι υπεύθυνοι για την άμυνά του απέναντι σε τοξικούς παράγοντες. Αποτελείται από πολλά διαφορετικά όργανα και ιστούς, μεταξύ των οποίων ο μυελός των οστών και ο θύμος αδένας, όπου δημιουργούνται και αναπτύσσονται τα ειδικά κύτταρα του συστήματος.

Η σωστή του λειτουργία είναι σημαντική τόσο για την αποτροπή εμφάνισης επικίνδυνων νοσημάτων όσο και για τη μακροζωία. Το πόσο καλά όμως μπορεί να μας προστατέψει από μικρόβια και ιούς εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, μεταξύ των οποίων και ο τρόπος ζωής, ο οποίος προσαρμόζεται στην εκάστοτε εποχή.

Σε περιόδους για παράδειγμα όπου οι εργασιακοί ρυθμοί είναι έντονοι και συνοδεύονται από άγχος και υπερκόπωση, ευνοείται η αποτελεσματική εισβολή των παθογόνων στο ανθρώπινο σώμα. Επιπλέον, οι μεταπτώσεις του καιρού, οι αλλαγές στην υγρασία και τη θερμοκρασία, καθώς και η αύξηση του χρόνου παραμονής σε εσωτερικούς χώρους αποτελούν τις ιδανικές συνθήκες για τα παθογόνα μικρόβια.

Προληπτικά μέτρα

Υπάρχουν ορισμένα μέτρα που μπορούν να ενδυναμώσουν το ανοσοποιητικό μας σύστημα και ως εκ τούτου να συμβάλλουν στην πρόληψη νοσημάτων:

1. Επαρκής ύπνος και αποφυγή της καθιστικής ζωής. Η έντονη κόπωση είναι ένας παράγοντας που σχετίζεται άμεσα με την εξασθένιση του ανοσοποιητικού συστήματος, ενώ η καθιστική ζωή μπορεί να οδηγήσει σε άλλους κινδύνους για την υγεία.

2. Διακοπή του καπνίσματος και υγιεινή διατροφή. Μελέτες έχουν δείξει σε καπνιστές σημαντική δυσλειτουργία των λευκών αιμοσφαιρίων τα οποία καταπολεμούν τα παθογόνα μικρόβια. Η υγιεινή διατροφή από την άλλη, η οποία περιλαμβάνει την πρόσληψη βιταμίνης C, συμβάλλει στην ενίσχυση της άμυνας του οργανισμού.

3. Τα πλημμελώς θεραπευόμενα χρόνια νοσήματα, όπως το αυξημένο σάκχαρο, αλλοιώνουν τη σωστή άμυνα και είναι σημαντικό να αντιμετωπιστούν.

4. Τακτικός έλεγχος της αρτηριακής πίεσης. Είναι σημαντικό να ελέγχεται τακτικά η αρτηριακή πίεση, καθώς αυτή μπορεί να παρουσιάσει εποχικές εξάρσεις ή να χρειαστεί πιο εντατική ρύθμιση.

5. Εμβολιασμός. Χάρη στα εμβόλια ο ανθρώπινος οργανισμός αποκτά προστατευτικά αντισώματα. Η επικοινωνία με τον θεράποντα ιατρό με το ερώτημα της αναγκαιότητας ή μη εφαρμογής προληπτικών εμβολιασμών, ανάλογα με την περίπτωση, είναι απαραίτητη σε κάθε άτομο με χρόνιο νόσημα, έγκυο, γονέα με μωρό ή άτομο άνω των 65 ετών.


pexels-photo-103127.jpeg

6 Μαρτίου, 2019 Angelos KlitsasΆρθρα0

Η βιταμίνη D ονομάζεται αλλιώς και «βιταμίνη του ήλιου», επειδή παράγεται στο δέρμα με τη βοήθεια της ηλιακής ακτινοβολίας. Πρόκειται για μια λιποδιαλυτή βιταμίνη, που περιλαμβάνει τις μορφές D1, D2 και D3. Το 90 % της βιταμίνης D που χρειαζόμαστε, παράγεται φυσικά από την έκθεση του δέρματος μας στην ηλιακή ακτινοβολία. Το υπόλοιπο 10 % προσλαμβάνεται από ορισμένες τροφές. Είναι σημαντικό να γίνονται εξετάσεις ώστε να εντοπιστεί εάν υπάρχει έλλειψη ή ανεπάρκεια, ιδίως κατά τους χειμερινού μήνες που η έκθεση στον ήλιο είναι πολύ μικρότερη. Σε περίπτωση έλλειψης είναι πολύ σημαντική η λήψη συμπληρωμάτων ώστε να εξασφαλίσετε επαρκή επίπεδα της βιταμίνης στο αίμα σας.

Η βιταμίνη D διαδραματίζει σημαντικό ρόλο σε πολλές λειτουργίες του οργανισμού. Κάποιες από τις πιο σημαντικές είναι η ρύθμιση της απορρόφησης του ασβεστίου και του φωσφόρου και η διευκόλυνση της φυσιολογικής λειτουργίας του ανοσοποιητικού συστήματος. Η λήψη επαρκούς ποσότητας βιταμίνης D είναι σημαντική για την φυσιολογική ανάπτυξη των οστών και των δοντιών, καθώς και για τη βελτίωση της ανθεκτικότητας έναντι σε ορισμένες ασθένειες.  Εάν το σώμα σας δεν έχει αρκετή βιταμίνη D, κινδυνεύετε να αναπτύξετε ανωμαλίες των οστών, όπως τα μαλακά οστά (οστεομαλακία) ή τα εύθραυστα οστά (οστεοπόρωση).

Τρόφιμα που περιέχουν βιταμίνη D

Οι τροφές που περιέχουν φυσικά βιταμίνη D είναι λίγες. Για αυτόν τον λόγο, ορισμένα τρόφιμα εμπλουτίζονται με βιταμίνη D. Τα τρόφιμα που περιέχουν βιταμίνη D είναι τα παρακάτω:

  • σολομός
  • σαρδέλες
  • κρόκος αυγού
  • γαρίδες
  • γάλα (εμπλουτισμένο)
  • δημητριακά (εμπλουτισμένα)
  • γιαούρτι (εμπλουτισμένο)

Πόση βιταμίνη D χρειαζόμαστε;

Τα φυσιολογικά επίπεδα βιταμίνης D στο αίμα, είναι 50 έως 100 μg/dL. Ανάλογα με τα επίπεδα στο αίμα σας, μπορεί να χρειαστείτε περισσότερη βιταμίνη D. Η συνιστώμενη ημερήσια πρόσληψη για την βιταμίνη D είναι:

  • Παιδιά & έφηβοι: 600 IU
  • Ενήλικες έως 70 ετών: 600 IU
  • Ενήλικες άνω των 70 ετών: 800 IU
  • Έγκυες ή θηλάζουσες: 600 IU

Τρία εκπληκτικά οφέλη της βιταμίνης D

  1. Καταπολεμά διάφορες ασθένειες

Εκτός από τα βασικά οφέλη, έρευνες έχουν δείξει ότι η βιταμίνη D μπορεί επίσης να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στη διατήρηση της υγείας, μειώνοντας τον κίνδυνο σκλήρυνσης κατά πλάκας, μειώνοντας τις πιθανότητες εμφάνισης καρδιακών παθήσεων και  συμβάλλοντας στη μείωση της πιθανότητας εμφάνισης γρίπης.

  1. Μειώνει την κατάθλιψη

Έρευνες έδειξαν ότι η βιταμίνη D μπορεί να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στη ρύθμιση της διάθεσης και στην αποφυγή της κατάθλιψης. Σε μια μελέτη, οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι τα άτομα με κατάθλιψη που έλαβαν συμπληρώματα βιταμίνης D παρατηρήσαν βελτίωση των συμπτωμάτων τους. Σε μια άλλη μελέτη ανθρώπων με ινομυαλγία, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι η ανεπάρκεια της βιταμίνης D ήταν πιο συχνή στους ασθενείς που έπασχαν από άγχος και κατάθλιψη.

  1. Ενισχύει την απώλεια βάρους

Εάν προσπαθείτε να χάσετε βάρος ή να προλάβετε την εμφάνιση καρδιακών παθήσεων, καλό είναι να εξετάσετε το ενδεχόμενο λήψης συμπληρωμάτων βιταμίνης D. Σε μία μελέτη, τα άτομα που λάμβαναν καθημερινά συμπληρώματα ασβεστίου και βιταμίνης D ήταν σε θέση να χάσουν περισσότερο βάρος. Οι επιστήμονες, δήλωσαν ότι το επιπλέον ασβέστιο και η βιταμίνη D είχαν επίδραση στην καταστολή της όρεξης.

Θανάσης Τσιούδας, διαιτολόγος-διατροφολόγος


Fotolia_143748551_Subscription_Monthly_M-1024x682.jpg

O προδιαβήτης είναι μια μεταβολική διαταραχή κατά την οποία οι τιμές γλυκόζης στο αίμα, το απλό δηλαδή σάκχαρο που δίνει ενέργεια στα κύτταρα του ανθρώπινου οργανισμού, βρίσκονται πάνω από το φυσιολογικό, αλλά όχι σε επίπεδα που να τίθεται η διάγνωση του σακχαρώδη διαβήτη.

Ο σακχαρώδης διαβήτης είναι μια πάθηση που χαρακτηρίζεται από υψηλές τιμές γλυκόζης στο αίμα και αναπτύσσεται όταν ο οργανισμός δεν παράγει (τύπος 1) ή δεν χρησιμοποιεί αποτελεσματικά την ινσουλίνη (τύπος 2), μια ορμόνη που βοηθά στην απομάκρυνση του πλεονάσματος γλυκόζης από το αίμα.

Ο προδιαβήτης είναι μια μακρόχρονη κατάσταση που οδηγεί στον διαβήτη τύπου 2 εάν δεν ληφθούν τα κατάλληλα μέτρα. Λόγω της παιδικής παχυσαρκίας είναι πολύ πιθανόν να ξεκινά από μικρές ηλικίες και τα παιδιά αυτά πρέπει να εντοπίζονται και να θεραπεύονται κατάλληλα. Η κατάσταση του πρόδιαβήτη είναι πλήρως αναστρέψιμη αν ακολουθηθεί ένα σωστό πρόγραμμα δίαιτας και αύξησης της φυσικής δραστηριότητας.

Διάγνωση

Προκειμένου να διαπιστωθεί αν κάποιο παιδί έχει προδιαβήτη θα πρέπει γίνουν εξετάσεις αίματος ή καμπύλη γλυκόζης. Τα παιδιά που μπορούν να θεωρηθούν ότι έχουν προδιαβήτη, έχουν το σάκχαρο νηστείας σε τιμές από 100 έως 124 mg/dl, γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη από 5,7% έως 6,4%, ενώ στην καμπύλη σακχάρου, 2 ώρες μετά τη λήψη 75 γραμμαρίων γλυκόζης, το σάκχαρο είναι σε τιμές από 140 έως 199 mg/dl.

Παράγοντες κινδύνου

Όπως προαναφέρθηκε, η παιδική παχυσαρκία εντάσσεται στους παράγοντες κινδύνου ανάπτυξης προδιαβήτη, αφορώντας συγκεκριμένα όσα παιδιά είναι υπέρβαρα με δείκτη μάζας σώματος άνω του 85% για την ηλικία και το φύλο τους.

Εκτός όμως από το βάρος, υπάρχουν ακόμη τέσσερις παράγοντες, εκ των οποίων θα πρέπει να έχουν τουλάχιστον δύο:

– Οικογενειακό ιστορικό με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2.
– Εθνικότητα ή φυλή γηγενούς Αμερικάνου, Αφρο-Αμερικάνου, Λατίνου, Ασιάτη ή περιοχής Ειρηνικού Ωκεανού.
– Σημεία ύπαρξης σακχαρώδη διαβήτη ή κατάστάσεις που συνδέονται με το σύνδρομο της αντίστασης στην ινσουλίνη.
– Ιστορικό από την μητέρα ανάπτυξης διαβήτη κύησης κατά τη διάρκεια της κυοφορίας.

Ο έλεγχος θα πρέπει να αρχίζει στην ηλικία των 10 ετών ή στην έναρξη της εφηβείας αν αυτή ξεκινά νωρίτερα. Ο έλεγχος θα πρέπει να επαναλαμβάνεται κάθε 3 χρόνια.




ΕΝΗΜΕΡΩΜΕΝΟΣ ΑΣΘΕΝΗΣ ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΥΓΕΙΑ





ΕΝΗΜΕΡΩΜΕΝΟΣ ΑΣΘΕΝΗΣ, ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΥΓΕΙΑ






Copyright by Yourdoc.gr 2025. All rights reserved.





Copyright by Yourdoc.gr 2025. All rights reserved.