Blog

diet-398613_1280.jpg

Είναι επιστημονικά αποδεδειγμένο σήμερα ότι η παχυσαρκία και ο σακχαρώδης διαβήτης τύπου 2 αποτελούν τις μεταβολικές νόσους με τη μεγαλύτερη αυξητική τάση στη συχνότητα εμφάνισής τους, τόσο σε αναπτυγμένες όσο και σε αναπτυσσόμενες κοινωνίες.

Αναλογιζόμενοι μάλιστα τη συχνότητα και τον ρυθμό αύξησης της παχυσαρκίας, οι ειδικοί αναμένουν έκρηξη στον αριθμό ατόμων με διαβήτη στα επόμενα χρόνια, αφού η ύπαρξη παχυσαρκίας σχετίζεται με την εμφάνιση σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2. Η κλινική εμπειρία αλλά και μελέτες επιβεβαιώνουν ότι η συντριπτική πλειοψηφία των διαβητικών τύπου 2 έχει σωματικό βάρος παραπάνω από το κανονικό.

Η ιατρική επιστήμη επιχειρεί να μετριάσει το πρόβλημα μέσω διαφόρων προσεγγίσεων, εκ των οποίων και οι βαριατρικές χειρουργικές επεμβάσεις.

Μια βαριατρική επέμβαση δεν είναι μια αισθητική πλαστική επέμβαση. Κατά την πράξη αυτή δεν αφαιρείται λίπος από το σώμα, αλλά μεταβάλλεται η ανατομία του στομάχου ή και των εντέρων με αποτέλεσμα ο οργανισμός να απορροφά λιγότερες θερμίδες. Επιπλέον μετά από επεμβάσεις παχυσαρκίας συντελούνται και ορμονικές αλλαγές που οδηγούν στην μείωση της αίσθησης της πείνας.

Μακροπρόθεσμα η μέθοδος αυτή αποτελεί την πιο επιτυχή λύση για την αντιμετώπιση της νοσογόνου παχυσαρκίας σε επίπεδο απώλειας βάρους και διατήρησης. Δεν αποτελεί όμως την πρώτη λύση και δυστυχώς δεν ενδείκνυται για όλους.

Σύμφωνα με την Ελληνική Ιατρική Εταιρεία Παχυσαρκίας, οι βαριατρικές χειρουργικές επεμβάσεις βελτιώνουν το προσδόκιμο ζωής για πολλούς παχύσαρκους διαβητικούς ασθενείς, αλλά μπορεί να μειώσουν το προσδόκιμο ζωής για τους ασθενείς που είναι εξαιρετικά παχύσαρκοι με πολύ υψηλούς δείκτες μάζας σώματος (ΔΜΣ). Έρευνες έδειξαν ότι για τους περισσότερους ασθενείς με διαβήτη και ΔΜΣ μεγαλύτερο από 35kg/m2, η βαριατρική χειρουργική αυξάνει το προσδόκιμο ζωής. Ωστόσο, το όφελος της χειρουργικής επέμβασης μειώνεται καθώς αυξάνεται ο ΔΜΣ. Πιο συγκεκριμένα οι ασθενείς με ΔΜΣ πιο πάνω από 6235kg/m2 πιθανόν δεν επωφελούνται με την χειρουργική επέμβαση.

Ερευνητές του Πανεπιστημίου του Cincinnati (Annals of Surgery, 2015; 1 DOI: 10.1097) ανέπτυξαν ένα μοντέλο για να συγκρίνουν το προσδόκιμο ζωής σε μια ομάδα σοβαρά παχύσαρκων διαβητικών ατόμων που είχαν υποβληθεί σε βαριατρική χειρουργική επέμβαση, σε σχέση με μια ομάδα στην οποία δεν εφαρμόστηκε χειρουργική αντιμετώπιση. Χρησιμοποίησαν τα δεδομένα που αφορούν περίπου 200.000 ασθενείς.

Στην κύρια ανάλυση της μελέτης οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι μια 45χρονη γυναίκα με διαβήτη και δείκτη μάζας σώματος 45 kg/m2 αποκτά 6,7 επιπλέον χρόνια προσδόκιμου επιβίωσης με την βαριατρική επέμβαση. Ωστόσο, η αύξηση του προσδόκιμου ζωής μειώνεται όταν ο ΔΜΣ αυξάνεται πάνω από 62 kg/m2. Παρόμοια αποτελέσματα παρατηρήθηκαν και για τους άνδρες και τις γυναίκες σε όλες τις ηλικιακές ομάδες. Η μελέτη πάντως δεν εξέτασε τις διαφορές που σχετίζονται με τη φυλή.


Leg-pain.jpg

Η περιφερική αρτηριοπάθεια είναι μια κατάσταση κατά την οποία παρατηρείται ελάττωση της κυκλοφορίας του αίματος (ισχαιμία) σε ένα μέρος του σώματος με αποτέλεσμα την πλημμελή κυκλοφορία στην περιοχή και την μη ικανοποιητική οξυγόνωση του.

Οι αρτηρίες φυσιολογικά είναι λείες εσωτερικά, αλλά με την πάροδο της ηλικίας το εσωτερικό τους τοίχωμα μπορεί να γίνει παχύ και ανώμαλο από εναποθέσεις υλικών όπως χοληστερόλη, ασβέστιο, κατεστραμμένα κύτταρα και ινώδης ιστός. Οι εναποθέσεις αυτές αποτελούν τη λεγόμενη αθηρωματική πλάκα (αθηροσκλήρυνση). Όταν συσσωρευτεί αρκετή πλάκα σε βαθμό που να μειωθεί η ροή του αίματος και του οξυγόνου προς τα κάτω μέλη, τότε εμφανίζεται η πάθηση.

Κυριότερη αιτία είναι η αρτηριοσκλήρυνση που οφείλεται κυρίως στο κάπνισμα, ενώ ως δεύτερος παράγοντας πρόκλησης  της περιφερικής αρτηριοπάθειας θεωρείται ο σακχαρώδης διαβήτης.

Η νόσος προσβάλλει άτομα μεγαλύτερης ηλικίας, συνήθως άνω των 60 ετών, με τους άνδρες να βρίσκονται σε μεγαλύτερο κίνδυνο από τις γυναίκες.

Η περιφερική αρτηριοπάθεια είναι πολύ συχνότερη σε καπνιστές, διαβητικούς, υπερτασικούς, ασθενείς με αυξημένη χοληστερόλη και παχύσαρκους, διότι αυτές οι καταστάσεις προδιαθέτουν για αθηροσκλήρυνση. Ο συνδυασμός διαφόρων παραγόντων κινδύνου αυξάνει σε μεγάλο βαθμό τον κίνδυνο εμφάνισης της νόσου.

Συμπτώματα

Η περιφερική αρτηριοπάθεια μπορεί να μην προκαλεί συμπτώματα στα αρχικά στάδια. Αν όμως προκαλεί αξιόλογη μείωση της ροής αίματος προς τα πόδια, μπορεί να εμφανιστεί διαλείπουσα χωλότητα ή σε σοβαρότερες περιπτώσεις κρίσιμη ισχαιμία.

Η διαλείπουσα χωλότητα είναι το συχνότερο σύμπτωμα, το οποίο εκδηλώνεται ως πόνος στα κάτω μέλη (γάμπες, μηρούς, γλουτούς ή πέλματα) κατά τη βάδιση. Η αίσθηση βέβαια μπορεί να μην είναι ακριβώς πόνος, αλλά σφίξιμο, βάρος ή αδυναμία στο μέλος. Η διαλείπουσα χωλότητα παρουσιάζεται γρηγορότερα κατά τη βάδιση σε ανηφόρα, ενώ με τον καιρό μπορεί να δημιουργηθεί ενόχλημα και στις μικρότερες αποστάσεις.

Σοβαρότερη κατάσταση που οφείλεται σε προχωρημένη περιφερική αρτηριοπάθεια είναι η κρίσιμη ισχαιμία. Η ροή του αίματος στους ιστούς των κάτω μελών κατά την κατάσταση αυτή είναι τόσο μειωμένη, ώστε δεν επαρκεί ούτε κατά τη διάρκεια της ανάπαυσής τους. Εκτός από πόνο στο περπάτημα μπορεί να εκδηλώνεται έντονος πόνος στην άκρη του ποδιού και στα δάκτυλα, ακόμη και σε ακινησία και ιδιαίτερα τη νύχτα. Μπορεί μάλιστα να υπάρχουν και πληγές στην κνήμη, το πόδι ή τα δάκτυλα που δεν επουλώνονται. Η κρίσιμη ισχαιμία απειλεί τη βιωσιμότητα του μέλους. Αν η κυκλοφορία δε βελτιωθεί, είναι πολύ πιθανό οι πληγές να εξελιχθούν σε νέκρωση των ιστών (γάγγραινα), όπου ο ειδικός μπορεί να συστήσει να γίνει ακρωτηριασμός του μέλους.

Θεραπεία

Η θεραπευτική αντιμετώπιση της περιφερικής αρτηριοπάθειας εξαρτάται από τη μορφή και την έκταση των αποφρακτικών βλαβών καθώς και από τη γενικότερη κατάσταση της υγείας τους ασθενούς. Η θεραπεία περιλαμβάνει είτε την αλλαγή τρόπου ζωής και τη λήψη φαρμακευτικής αγωγής, είτε τη χειρουργική ή ενδαγγειακή επέμβαση – επιλογή στην οποία προβαίνει ανάλογα ο ειδικός.

Πρόληψη

Υπάρχουν γενικά μέτρα τα οποία μπορούν να προλάβουν την εκδήλωση της νόσου. Σε αυτά περιλαμβάνονται η διακοπή του καπνίσματος, ο έλεγχος των επιπέδων σακχάρου στο αίμα, καθώς και της αρτηριακής πίεσης και της χοληστερόλης, η τακτική άσκηση και η μείωση κατανάλωσης ζωικών λιπών, ενώ σημαντική είναι και η διατήρηση του σωματικού βάρους σε κανονικά επίπεδα.


scale-403585_12801.jpg

28 Νοεμβρίου, 2014 Angelos KlitsasΠαχυσαρκία0

Η παχυσαρκία σήμερα θεωρείται νόσος και αναγνωρίζεται σαν ένας σημαντικός προδιαθεσικός παράγοντας για εκδήλωση καρδιαγγειακών προβλημάτων.

Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται η στεφανιαία νόσος και η καρδιακή ανεπάρκεια, αλλά και η επιδείνωση άλλων γνωστών προδιαθεσικών παραγόντων για καρδιαγγειακές νόσους, όπως η υπέρταση, ο σακχαρώδης διαβήτης και η υπερλιπιδαιμία.

Μια πρόσφατη μελέτη έδειξε ότι παχύσαρκοι άνθρωποι χωρίς διάγνωση καρδιοπάθειας εμφανίζουν σιωπηλή καρδιακή βλάβη, υπό την έννοια της απουσίας συμπτωμάτων, που πυροδοτεί τον κίνδυνο καρδιακής ανεπάρκειας μελλοντικά. Ανάμεσα σε πολλούς άλλους παράγοντες κινδύνου που έχουν συχνά οι παχύσαρκοι, το υπερβολικό βάρος χαρακτηρίστηκε ως ένας ανεξάρτητος παράγοντας που οδηγεί σε βλάβη του καρδιακού μυός.

Κατά την έρευνα παρατηρήθηκε ότι οι παχύσαρκοι είχαν αυξημένα επίπεδα τροπονίνης Τ -ενζύμου της καρδιάς- που απελευθερώνεται από τραυματισμένα κύτταρα καρδιακού μυός. Τα αυξημένα επίπεδα του ενζύμου αντιστοιχούσαν σε αναλογική αύξηση του Δείκτη Μάζας Σώματος (ΔΜΣ) ενός ανθρώπου.

Οι ερευνητές μέτρησαν τον ΔΜΣ και τα επίπεδα τροπονίνης 9.500 αντρών και γυναικών χωρίς νόσο, ηλικίας 53 έως 75 ετών. Στη συνέχεια παρακολούθησαν την υγεία των συμμετεχόντων για περισσότερα από 12 χρόνια.

Τα ευρήματα δημοσιεύονται στη διαδικτυακή έκδοση του περιοδικού «Journal of the American College of Cardiology: Heart Failure».


triglycerides1.jpg

Στον ανθρώπινο οργανισμό τα λιπίδια (λίπη) εισέρχονται μέσω της τροφής και βιοσυντίθενται σ’ αυτόν με κύριο σημείο παραγωγής τους το συκώτι. Προκειμένου τα λιπίδια (κυρίως η χοληστερόλη και τα τριγλυκερίδια) να διαλυτοποιηθούν και να μεταφερθούν στο υδατικό περιβάλλον του οργανισμού μας, από και προς το συκώτι, χρησιμοποιούν ως μεταφορικά μέσα τις λιποπρωτεΐνες.

Κύριο ενδιαφέρον παρουσιάζουν η λιποπρωτεΐνη LDL, της οποίας ο κεντρικός ρόλος είναι η μεταφορά χοληστερόλης από το ήπαρ προς τους ιστούς και συνεπώς τις αρτηρίες όπου, όταν είναι σε περίσσεια, δημιουργούν αθηρώματα – δηλαδή πλάκες που στενεύουν και φράζουν τον αυλό τους («κακή χοληστερίνη») – και η HDL που εκτελεί την αντίστροφη διαδρομή, η οποία σε περίσσεια αποτρέπει την δημιουργία αθηρωμάτων («καλή χοληστερίνη»).

Με τον όρο δυσλιπιδαιμία εννοείται η παθολογική κατάσταση της διαταραχής των λιπιδίων στο αίμα. Στα πλαίσια αυτής λογίζεται τόσο η αύξηση (ολικής χοληστερόλης, LDL και τριγλυκεριδίων) όσο και η ελάττωση (HDL) των λιπιδίων και των λιποπρωτεϊνών από την οποία προκαλείται βλάβη στον οργανισμό.

Η δυσλιπιδαιμία διακρίνεται σε πρωτοπαθής όταν είναι γονιδιακής (κληρονομικής) αιτιολογίας και σε δευτεροπαθή όταν οφείλεται σε παθολογικές καταστάσεις ή και στην κακή διατροφή.

Οι πρωτοπαθείς δυσλιπιδαιμίες είναι σπανιότερες από τις δευτεροπαθείς, χαρακτηρίζονται από σημαντικές διαταραχές στα επίπεδα των λιπιδίων και δύνανται να παρουσιάζουν συχνότερα σε σχέση με τις δευτεροπαθείς χαρακτηριστικά κλινικά ευρήματα. Ευθύνονται σε σημαντικό βαθμό για την εμφάνιση ισχαιμικών (μειωμένη παροχή αίματος) καρδιαγγειακών νοσημάτων σε μικρότερες ηλικιακές ομάδες (3η και 4η δεκαετία της ζωής).

Οι δευτεροπαθείς δυσλιπιδαιμίες σχετίζονται με κακές υγειονοδιαιτητικές συνθήκες καθώς και με συνοδά νοσήματα όπως ο σακχαρώδης διαβήτης, η χρόνια νεφρική ανεπάρκεια, το νεφρωσικό σύνδρομο, ο υποθυρεοειδισμός, η παχυσαρκία ή και τα φάρμακα (π.χ. διουρητικά).

Συμπτώματα

Η δυσλιπιδαιμία έχει χαρακτηρισθεί αθόρυβη και ύπουλη καθώς το συνηθέστερο είναι ότι δεν προκαλεί συμπτώματα, δρώντας βλαπτικά στον αυλό των αρτηριών με το να τον στενεύει. Παραβλάπτεται έτσι η παροχή αίματος σε ζωτικά όργανα προκαλώντας συμπτώματα ισχαιμίας (μειωμένης παροχής αίματος).

Σπανιότερα όταν τα επίπεδα των λιπιδίων στον ορό είναι ιδιαιτέρως διαταραγμένα (όπως στις πρωτοπαθείς δυσλιπιδαιμίες) μπορεί να παρατηρηθούν αθροίσεις λιπιδίων στο δέρμα (όπως τα ξανθελάσματα στα βλέφαρα ή τα ξανθώματα των τενόντων), γεροντότοξο (μια λευκωτή στεφάνη στην περιφέρεια της ίριδας) ή παγκρεατίτιδα σε υπερτριγλυκεριδαιμία που συνήθως είναι δυσίατες.

Οι διάφορες παράμετροι του μεταβολισμού των λιποπρωτεϊνών και η σημασία της παρέμβασης σε αυτές σε άτομα με κίνδυνο εμφάνισης σακχαρώδους διαβήτη και καρδιαγγειακής νόσου έχουν αξιολογηθεί από την Αμερικανική Διαβητολογική Εταιρία.

Τα χαρακτηριστικά τους:

Λιποπρωτεΐνη Α

Η λιποπρωτεΐνη Α είναι μια αθηρογόνος λιποπρωτεϊνη που έχει συσχετιστεί θετικά με την εμφάνιση καρδιαγγειακής νόσου. Έχει υποστηριχτεί ότι σε άτομα με υψηλά επίπεδα λιποπρωτεΐνης Α πρέπει να αντιμετωπίζονται πιο επιθετικά οι συνυπάρχουσες διαταραχές του μεταβολισμού των λιπιδίων.

Απολιποπρωτεΐνη Β

Ο υπολογισμός της απολιποπρωτεΐνης Β αντιπροσωπεύει το σύνολο των αθηρογόνων σωματιδίων. Ορισμένες μελέτες έδειξαν ότι η απολιποπρωτεΐνη Β αποτελεί καλύτερο προγνωστικό δείκτη για την εμφάνιση καρδιαγγειακής νόσου σε σύγκριση με την LDL χοληστερόλη και ιδιαίτερα με τα επίπεδα της LDL χοληστερόλης που επιτυγχάνονται με τη χορήγηση φαρμακευτικής αγωγής.

LDL χοληστερόλη

Τα υψηλά επίπεδα της LDL χοληστερόλης αυξάνουν σημαντικά τον κίνδυνο εμφάνισης καρδιαγγειακής νόσου. Επιπρόσθετα, η ελάττωση των επιπέδων της LDL χοληστερόλης ελαττώνει τον κίνδυνο εμφάνισης καρδιαγγειακής νόσου τόσο σε ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη όσο και σε άτομα με καρδιομεταβολικούς παράγοντες κινδύνου.

Ο αριθμός των LDL σωματιδίων μπορεί να υπολογιστεί με πυρηνικό μαγνητικό συντονισμό. Πολλές προοπτικές και διασταυρωμένες μελέτες έδειξαν ότι ο αριθμός των LDL σωματιδίων αποτελεί καλύτερο δείκτη για την εκτίμηση του καρδιαγγειακού κινδύνου σε σύγκριση με τη συγκέντρωση της LDL χοληστερόλης.

Η χαμηλή συγκέντρωση της HDL χοληστερόλης αποτελεί ένα χαρακτηριστικό εύρημα σε άτομα με σακχαρώδη διαβήτη ή καρδιομεταβολικούς παράγοντες κινδύνου

HDL χοληστερόλη 

Τα HDL σωματίδια προστατεύουν από την αθηροσκλήρωση, ενώ πολλές μελέτες έδειξαν ότι υπάρχει αρνητική συσχέτιση ανάμεσα στα επίπεδα της HDL χοληστερόλης και την εμφάνιση καρδιαγγειακής νόσου τόσο σε διαβητικούς όσο και σε μη διαβητικούς πληθυσμούς. Η χαμηλή συγκέντρωση της HDL χοληστερόλης αποτελεί ένα χαρακτηριστικό εύρημα σε άτομα με Σ.Δ. ή καρδιομεταβολικούς παράγοντες κινδύνου.

Non-HDL χοληστερόλη 

Η non-HDL χοληστερόλη αντικατοπτρίζει τη συγκέντρωση της χοληστερόλης των αθηρογόνων λιποπρωτεΐνών. Μάλιστα ορισμένες μελέτες έχουν υποστηρίξει ότι η non-HDL χοληστερόλη είναι καλύτερος προγνωστικός δείκτης για την εμφάνιση καρδιαγγειακής νόσου σε σύγκριση με την LDL χοληστερόλη.

Θεραπεία

Η θεραπεία της δυσλιπιδαιμίας γενικότερα προϋποθέτει ολιστική αντιμετώπιση: διόρθωση αιτίου δευτεροπαθούς δυσλιπιδαιμίας (πχ. υποθυρεοειδισμού), καθώς και ανίχνευση και αντιμετώπιση συνοδών νοσημάτων που αυξάνουν τον καρδιαγγειακό κίνδυνο (πχ. παχυσαρκία, κάπνισμα, υπέρταση, υπερκατανάλωση αλκοόλ κ.α.).

Θεμέλιο στην αντιμετώπιση της δυσλιπιδαιμίας αποτελεί η υγειινοδιαιτητική αγωγή η οποία συνεπικουρείται όταν και εφόσον κριθεί απαραίτητο από τον θεράποντα ιατρό από την φαρμακευτική αγωγή.


Cardia1.jpg

Οι νεφροί είναι το φυσικό φίλτρο του οργανισμού, που έχει ως σκοπό την αποτοξίνωσή μας από τις βλαβερές και άχρηστες ουσίες. Το νεφρικό σύστημα λειτουργεί ως μονάδα καθαρισμού η οποία αποβάλλει κάθε περιττή και επικίνδυνη ουσία από το αίμα.

Έτσι οι νεφροί διατηρούν την ισορροπία των υγρών του σώματος, ενώ παράλληλα ρυθμίζουν την παραγωγή των ερυθρών αιμοσφαιρίων και ενεργοποιούν τη βιταμίνη D.

Η Χρόνια Νεφρική Νόσος (ΧΝΝ) είναι μια κατάσταση που χαρακτηρίζεται από προοδευτική απώλεια της νεφρικής λειτουργίας με την πάροδο του χρόνου.

Στους σημαντικούς παράγοντες κινδύνου περιλαμβάνονται ο σακχαρώδης διαβήτης, η αρτηριακή υπέρταση και μεγάλη η ηλικία. Μεγάλο ποσοστό των περιστατικών οφείλεται στον σακχαρώδη διαβήτη ενώ ένα μικρότερο στη χρόνια αρτηριακή υπέρταση. Στους παράγοντες κινδύνου κατατάσσονται και η καρδιαγγειακή νόσος (έμφραγμα μυοκαρδίου, αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο), η παχυσαρκία, το κάπνισμα, καθώς και το ιστορικό νεφρικής νόσου στην οικογένεια. Άλλες λιγότερο συχνές είναι οι σπειραματονεφρίτιδες, ο συστηματικός ερυθηματώδης λύκος και η πολυκυστική νόσος των νεφρών.

Διάγνωση της νόσου μπορεί να γίνει με γενικές εξετάσεις ούρων ή αίματος, καθώς και με απεικονιστικές όπως το υπερηχογράφημα.

Συμπτώματα

Το σοβαρότερο πρόβλημα σχετικά με τη ΧΝΝ είναι ότι αρχίζει με μια μακρά περίοδο χωρίς συμπτώματα, κατά την οποία η νόσος μπορεί να μη διαγνωστεί, ακολουθούμενη τελικά από τα συμπτώματα που προκαλούνται από τις επιπλοκές της μειωμένης νεφρικής λειτουργίας.

Σε προχωρημένο στάδιο τα συμπτώματα της ΧΝΝ έχουν ως εξής:

  1. Κόπωση
  2. Ταχυπαλμία
  3. Χλωμό δέρμα
  4. Μειωμένη ή και καθόλου παραγωγή ούρων (ανουρία)
  5. Σύγχυση
  6. Μειωμένη εγρήγορση
  7. Αίσθημα δίψας
  8. Ξηροστομία

Θεραπεία

Η θεραπεία της χρόνιας νεφρικής νόσου στην αρχή περιλαμβάνει την αναγνώριση και αναστολή, εφόσον είναι εφικτό, των παραγόντων εξέλιξης (έλεγχος επιπέδων σακχάρου, χοληστερίνης, παχυσαρκία κλπ.). Απαραίτητη στη συνέχεια είναι η αντιμετώπιση των επιπλοκών της νεφρικής νόσου όπως η αρτηριακή υπέρταση, η διαταραχή της θρέψης και ούτω καθεξής, η οποία μπορεί να είναι και φαρμακευτική.

Στην περίπτωση της χρόνιας νεφρικής νόσου τελικού σταδίου θα πρέπει να γίνει θεραπεία υποκατάστασης της νεφρικής λειτουργίας, μέσω ορισμένων επιλογών:

  1. Αιμοκάθαρση: Σε αυτήν ο ασθενής υποβάλλεται σε θεραπεία κάθαρσης του αίματος του από τις άχρηστες μεταβολικά ουσίες μέσω ειδικού μηχανήματος αιμοκάθαρσης, συνήθως τρείς φορές την εβδομάδα και στη συνέχεια τροποποιείται ανάλογα τον ασθενή.
  2. Περιτοναϊκή κάθαρση: Ο ασθενής εδώ υποβάλλεται σε θεραπεία κάθαρσης από τις άχρηστες μεταβολικά ουσίες μέσω ειδικών διαλυμάτων που εισέρχονται στην περιτοναϊκή κοιλότητα καθημερινά.
  3. Νεφρική μεταμόσχευση: Εφόσον χρειαστεί, ο ασθενής δέχεται ένα νεφρικό μόσχευμα το οποίο μπορεί να προέρχεται από ζώντα ή πτωματικό δότη. Στο σημείο αυτό δεν χρειάζεται να συνεχίσει αιμοκάθαρση ή περιτοναϊκή κάθαρση, είναι επιβεβλημένη όμως η συνεχής χορήγηση φαρμάκων, προκειμένου να αποτραπεί η απόρριψη του νεφρικού μοσχεύματος από τον οργανισμό.

Πρόληψη

Καθώς η ΧΝΝ αρχίζει με μια μακρά περίοδο χωρίς συμπτώματα, πρέπει να ανιχνεύεται πριν την εξέλιξή της σε νεφρική ανεπάρκεια καθώς οι πρώιμες παρεμβάσεις μπορεί να επιβραδύνουν ή να εμποδίσουν την εξέλιξή της.

Για την προστασία έναντι της νεφρικής νόσου απαιτείται:

  1. Τακτικός ιατρικός έλεγχος
  2. Ρύθμιση της αρτηριακής πίεσης
  3. Έλεγχος της γλυκόζης, της χοληστερίνης και της αναιμίας
  4. Διακοπή του καπνίσματος
  5. Αύξηση της σωματικής δραστηριότητας
  6. Έλεγχος του σωματικού βάρους

thumbnail1.jpg

19 Μαρτίου, 2014 Angelos KlitsasΠαχυσαρκία0

Υπάρχουν διάφορα τεστ που κυκλοφορούν τελευταία, τα οποία υπόσχονται τον εντοπισμό των τροφών που παχαίνουν ή και που αδυνατίζουν.

Πιο συγκεκριμένα, αναφέρομαι στο περίφημο “τεστ δυνανεξίας” που ισχυρίζεται το παραπάνω. Στην περίπτωση αυτή ακόμη και ο όρος δυσανεξία δεν είναι σωστός. Οι πιο πιθανοί σχετικοί όροι είναι η “τροφική δυσανεξία” και η “τροφική υπερευαισθησία”.

Η τροφική δυσανεξία αναφέρεται στη διαταραχή της φυσιολογίας του οργανισμού μετά την κατανάλωση κάποιου διατροφικού συστατικού και οφείλεται σε προβλήματα του μεταβολισμού του συστατικού αυτού. Κλασικά παραδείγματα δυσανεξίας είναι αυτή στη λακτόζη και στη γλουτένη (κοιλιοκάκη). Βιβλιογραφικά δεν υπάρχει καμία έγκριτη αναφορά που να δίνει την ελπίδα ότι ο χειρισμός αυτών των δυσανεξιών θα οδηγήσει σε ελάττωση του βάρους.

Αυτό που συμβαίνει είναι ότι κάποιοι “βαφτίζουν” ως δυσανεξία στις τροφές την “τροφική υπερευαισθησία”, η οποία αναφέρεται σε μια καθυστερημένη αλλεργική αντίδραση που προέρχεται από διατροφικά συστατικά. Τα συμπτώματα της για να εμφανισθούν μπορεί να περάσουν από μερικές ώρες έως και ημέρες.

Στην τροφική υπερευαισθησία εμπλέκεται το ανοσοποιητικό σύστημα. Στην ουσία όμως αποτελεί αλλεργικές αντιδράσεις των τροφών στους ανθρώπους με κλασικότερα συμπτώματα τον κνησμό και τις πεπτικές διαταραχές. Η συμπτωματολογία τους μπορεί να συμπεριλάβει την επιδείνωση χρόνιων φλεγμονών του οργανισμού, όπως η αρθρίτιδα, η χρόνια ρινίτιδα και λοιπά, ή να αποτελέσει έδαφος για την ανάπτυξη συνδρόμου ευερέθιστου εντέρου, δερματοπαθειών ή και άλλων. Η τροφική υπερευαισθησία λοιπόν, αυτό που κάποιοι εννοούν ως «τροφική δυσανεξία», δεν έχει αποδειχθεί επιστημονικά ότι οδηγεί σε παχυσαρκία και ότι αρκεί να αποβάλλουμε από το διαιτολόγιο τις τροφές που μας υποδεικνύει το τεστ για να χάσουμε βάρος.

Ο Πανελλήνιος Σύλλογος Διαιτολόγων – Διατροφολόγων επισημαίνει ότι «κανένα εμπορικό τεστ που κυκλοφορεί στην αγορά (τεστ δυσανεξίας, αλλεργίας, DNA, γενετική ανάλυση τροφίμων ή οποιοδήποτε άλλο) δεν αποτελεί αποτελεσματικό μέσο για την ελάττωση του σωματικού βάρους».


Overweight_Teen1.jpg

Ο θυρεοειδής είναι ένας ενδοκρινής αδένας ο οποίος βρίσκεται στη βάση του λαιμού και έχει σχήμα πεταλούδας. Λειτουργία του αποτελεί η παραγωγή θυρεοειδικών ορμονών οι οποίες είναι απαραίτητες για τη φυσιολογική αύξηση, ανάπτυξη και ρύθμιση των μεταβολικών διεργασιών του οργανισμού για την εύρυθμη λειτουργία όλων των συστημάτων. Οι θυρεοειδικές ορμόνες, μέσω της κυκλοφορίας του αίματος, μεταφέρονται σε όλους τους ιστούς του σώματος και επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό τη λειτουργία πολλών οργάνων όπως της καρδιάς, του εντέρου και των πνευμόνων.

Ο υποθυρεοειδισμός είναι μια διαταραχή του θυρεοειδούς κατά την οποία ο αδένας  εργάζεται λιγότερο σε σχέση με τις ανάγκες του οργανισμού, δηλαδή υπάρχει μειωμένη παραγωγή των θυρεοειδικών ορμονών. Η πάθηση είναι δυνατόν να εξελιχθεί σταδιακά και ανεπαίσθητα, με αποτέλεσμα να πάσχει κάποιος για χρόνια και να μην το ξέρει.

Σημειώνεται ότι οι γυναίκες είναι πολύ πιο πιθανό από τους άνδρες να αναπτύξουν υποθυρεοειδισμό.

Όσον αφορά το αν κανείς παχαίνει γιατί έχει πρόβλημα με το θυρεοειδή του, αυτό είναι μύθος. Από τη στιγμή που υπάρχει πρόβλημα με το θυρεοειδή και είναι καλά ρυθμισμένος, το θέμα του βάρους δεν έχει σχέση με αυτόν. Επηρεάζεται από τον τρόπο ζωής και διατροφής, την καθιστική ζωή, καθώς και την υπερκατανάλωση υδατανθράκων και λιπαρών φαγητών. Ισχύει πάντως ότι μέχρι να ανιχνευθεί ο υποθυρεοειδισμός προκαλεί μια ανεξήγητη αύξηση βάρους. Όταν όμως εντοπιστεί το πρόβλημα και ο ασθενής πάρει τη σωστή δόση θεραπείας, ο θυρεοειδής δεν είναι υπεύθυνος για την αύξηση βάρους. Δεν μπορεί να συνεχίσει να παχαίνει κάποιος ο οποίος έχει υποθυρεοειδισμό αλλά καλά ρυθμισμένο.

Ο θυρεοειδής, ως μεταβολικός θερμοστάτης, ελέγχει τη θερμοκρασία του σώματος, τα επίπεδα της ενέργειας και τη διαδικασία της ανάπτυξης στην παιδική ηλικία. Στέλνει χημικά μηνύματα μέσω των ορμονών σε κάθε κύτταρο, διατηρώντας τη θερμοκρασία του σώματος, τον καρδιακό παλμό και τη λειτουργία των οργάνων σε φυσιολογικά επίπεδα. Ένας υποδραστήριος θυρεοειδής όμως στέλνει λιγότερες ορμόνες, επιβραδύνοντας το μεταβολισμό, με αποτέλεσμα ο οργανισμός να καίει λιγότερες θερμίδες. Το βάρος που παίρνουμε λόγω του υποθυρεοειδισμού σχετίζεται με την κατακράτηση υγρών και όχι με τη συσσώρευση λίπους. Βέβαια, επειδή ο μεταβολισμός μας επιβραδύνεται, πρέπει να είμαστε πιο προσεκτικοί με τις θερμίδες που καταναλώνουμε. Από τη στιγμή όμως που ο θυρεοειδής θα ρυθμιστεί από τον γιατρό, ο ασθενής δεν διαφέρει σε τίποτα από κάποιο άλλο άτομο που δεν αντιμετωπίζει αντίστοιχο πρόβλημα.

Διατροφή

Η διατροφή στον υποθυρεοειδισμό έχει κοινά στοιχεία με εκείνη ενός διαβητικού. Μικρά και συχνά γεύματα που βασίζονται σε τροφές με χαμηλό γλυκαιμικό δείκτη. Τρώγοντας με αυτόν τον τρόπο επιτυγχάνεται σταθεροποίηση των επιπέδων του σακχάρου του αίματος, «κινητοποίηση» του μεταβολισμού και μείωση των επιπέδων της κορτιζόλης. Τα υψηλά επίπεδα κορτιζόλης ευθύνονται για το κοιλιακό λίπος, την αύξηση του σωματικού βάρους, τη μείωση του μυϊκού ιστού, καθώς επίσης δρουν ανασταλτικά στη μετατροπή της θυροξίνη (γνωστή και ως Τ4) σε τριιωδοθυρονίνη (γνωστή και ως Τ3). Παράλληλα, θα πρέπει να αποφεύγουν στοιχεία όπως το βρώμιο, το φθόριο και το χλώριο που μπορεί να προκαλέσουν την παρεμπόδιση των υποδοχέων ιωδίου του θυρεοειδούς αδένα. Γι’ αυτόν τον λόγο, το λάχανο, τα φιστίκια, τα προϊόντα σόγιας, τα κουκουνάρια, τα ροδάκινα, τα αχλάδια, το κουνουπίδι, τα λαχανάκια Βρυξελλών, το μπρόκολο, το σπανάκι και τα γογγύλια θα πρέπει να αποφεύγονται.

Τροφές και θρεπτικά συστατικά, τα οποία συνεργούν στην καλή λειτουργία του θυρεοειδούς, είναι τα εξής:

– Βιταμίνες: Φρούτα, ελαιόλαδο, γαλακτοκομικά, σκουμπρί, σαρδέλες, τόνος, κροκός αβγού.
– Ιώδιο: Θαλασσινά και φύκια, καθώς και το ελληνικό ιωδιούχο αλάτι είναι πηγές πλούσιες σε ιώδιο. Η συνιστώμενη ημερήσια πρόσληψη είναι 150mg.
– Σελήνιο: Δημητριακά, μοσχάρι, αβγά, ψάρια, τόνος, καβούρια.
– Ψευδάργυρος: Θαλασσινά, το συκώτι, κρέας, αβγά, μανιτάρια, σύκα.
– Τυροσίνη: Ψάρια, κοτόπουλο, προϊόντα ολικής αλέσεως, γαλακτοκομικά, μπανάνες, φασόλια.


Cardia1.jpg

18 Φεβρουαρίου, 2014 Angelos KlitsasΠαχυσαρκία0

Για πολλούς ανθρώπους το φαγητό από έξω μπορεί για διάφορους λόγους να είναι μοναδική ή και προσωρινή επιλογή. Αν όμως ανήκουν σε εκείνους που πρέπει να προσέχουν το βάρος τους ή τους απασχολούν θέματα υγείας, είναι σημαντικό να κάνουν υγιεινές επιλογές – οι οποίες ευτυχώς είναι εύκολες και πολλές.

Για εσάς που ταξιδεύετε συχνά:

  1. Φροντίστε να έχετε μαζί σας σνακ που συσκευάζονται καλά, όπως αποξηραμένα φρούτα, κουλούρια και καρύδια.
  2. Στη διάρκεια των πτήσεων φροντίστε να πίνετε πολύ νερό και να αποφεύγετε το αλκοόλ γιατί αυξάνεται το ενδεχόμενο της αφυδάτωσης.
  3. Στην περίπτωση που το fast-food είναι η μόνη επιλογή προτιμήστε μια σαλάτα αντί για τηγανητές πατάτες και γάλα ή νερό αντί του αναψυκτικού με τα γεύματα. Επίσης, καλό είναι να επιλέγονται οι τροφές που είναι χαμηλότερες σε λιπαρά, θερμίδες και αλάτι.

Όταν πάντως η διατροφή γίνεται έξω, θα πρέπει να ακολουθούνται οι ίδιες οδηγίες που ισχύουν και όταν γίνεται στο σπίτι. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι θα πρέπει να αποφεύγεται το επιδόρπιο, αλλά μπορεί να παραγγέλνεται λιγότερο συχνά ή και να μοιραστεί με κάποιον άλλον στο τραπέζι. Σε γενικές γραμμές:

  1. Να λαμβάνεται υπόψη το μέγεθος των μερίδων. Μην τρώτε περισσότερο αν νομίζετε ότι χορτάσατε.
  2. Να επιλέγονται τα στοιχεία από το μενού που περιλαμβάνουν φρούτα, λαχανικά και δημητριακά ολικής αλέσεως. Με την προσθήκη αυτών των τροφίμων, μπορείτε να έχετε ένα ισορροπημένο γεύμα.
  3. Εάν σας αρέσουν τα περισσεύματα, πάρτε το μισό σε πακέτο για το σπίτι.
  4. Αποφύγετε επιλογές εστιατορίων με μενού του τύπου all-you-can-eat και εστιατόρια σε στιλ μπουφέ. Απεριόριστη ποσότητα σούπας ή ζυμαρικών μπορεί να ακούγεται σαν μια καλή συμφωνία, αλλά μπορούν να κάνουν ευκολότερη την πολυφαγία.
  5. Κάντε τα γεύματά σας με χαμηλότερα λιπαρά.
  6. Πριν παραγγείλετε, μάθετε πώς είναι μαγειρεμένο το φαγητό. Τα τρόφιμα που είναι βραστά, στη σχάρα, ψητά ή στον ατμό τείνουν να είναι χαμηλότερης περιεκτικότητας σε λίπος από ότι τα τρόφιμα που είναι τηγανητά. Περιορίστε τα τρόφιμα με κρέμα γάλακτος ή σάλτσα.
  7. Ζητήστε στο πιάτο σας να έχει υλικά όπως σάλτσες στο πλάι για να ελέγξετε πόσο θα χρησιμοποιήσετε.
  8. Επιλέξτε μειωμένης περιεκτικότητας σε λιπαρά σάλτσες για σαλάτες.
  9. Εάν παραγγείλετε χάμπουργκερ και σάντουιτς, προτιμήστε τα χωρίς τα υψηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά extras, όπως το τυρί και το μπέικον.
  10. Επιλέξτε πιο «λιτά» αλλαντικά, όπως γαλοπούλα ή βοδινό κρέας ψητό, αντί σαλάμι ή bologna.
  11. Αν θέλετε επιδόρπιο, ψάξτε για χαμηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά παγωμένο γιαούρτι, σορμπέ, φρέσκα φρούτα.
  12. Προσθέστε φρούτα, λαχανικά και δημητριακά ολικής αλέσεως.
  13. Για τις πίτσες και τα σάντουιτς ζητήστε να έχουν επιπλέον λαχανικά.
  14. Προτιμήστε τα λαχανικά ή τις ψητές πατάτες αντί της τηγανιτής.
  15. Δοκιμάστε τις επιλογές των μενού για χορτοφάγους.
  16. Ρωτήστε για καφέ ρύζι και ολικής αλέσεως ζυμαρικά αντί για λευκό ρύζι και απλά ζυμαρικά. Για το ψωμί προτιμήστε επίσης το ολικής αλέσεως.
  17. Όσον αφορά τα ποτά, διαλέξτε νερό αντί ζαχαρούχων αναψυκτικών. Αν δεν επιθυμείτε σκέτο νερό, δοκιμάστε κάποιο χωρίς ζάχαρη ή προτιμείστε χαμηλής θερμιδικής αξίας ποτά.
  18. Υπ’ όψιν ότι τα αλκοολούχα ποτά μπορεί να έχουν πολλές θερμίδες. Ένα μεγάλο κοκτέιλ, όπως μια μαργαρίτα, μπορεί να έχει τόσες θερμίδες όσες και το κύριο πιάτο.

Συζητήστε με τον γιατρό σας ή με ένα διαιτολόγο για τις υγιεινές επιλογές τροφίμων.

Δείτε επίσης οδηγίες διατροφής για:


man-sleeping1.jpg

29 Ιανουαρίου, 2014 Angelos KlitsasΠαχυσαρκία0

Υπνική άπνοια ονομάζεται μια κατάσταση όπου κατά τη διάρκεια του ύπνου η αναπνοή διακόπτεται, με αποτέλεσμα ο εγκέφαλος και το υπόλοιπο σώμα να μην μπορούν να λάβουν αρκετό οξυγόνο.

Υπάρχουν πολλαπλά αίτια που συνδέονται με την εκδήλωσή της, επηρεάζοντας οποιονδήποτε σε οποιαδήποτε ηλικία, ακόμη και τα παιδιά.  Ορισμένα πράγματα καθιστούν περισσότερο ή λιγότερο πιθανό ότι θα έχετε αποφρακτική άπνοια ύπνου. Μερικά από αυτά ωστόσο δεν μπορούν να ελεγχθούν από το άτομο:

  1. Ηλικία: Η υπνική άπνοια είναι πιο συχνή σε άτομα ηλικίας 30 ετών και άνω.
  2. Φύλο: Η υπνική άπνοια είναι πιο συχνή στους άνδρες
  3. Οικογενειακό ιστορικό: Αν άλλα μέλη της οικογένειας έχουν άπνοια κατά τον ύπνο, είναι πιο πιθανό να εμφανιστεί και σε άλλα μέλη σε σύγκριση με κάποιον που δεν έχει οικογενειακό ιστορικό της νόσου.
  4. Παραμορφώσεις της σπονδυλικής στήλης: Οι παραμορφώσεις της σπονδυλικής στήλης, όπως η σκολίωση, μπορεί να παρεμβαίνουν στην αναπνοή και να συμβάλουν στην άπνοια κατά τον ύπνο.
  5. Η εμμηνόπαυση: Σύμφωνα με μελέτες η άπνοια κατά τον ύπνο συμβαίνει πιο συχνά σε γυναίκες που έχουν περάσει την εμμηνόπαυση. Μετά την εμμηνόπαυση οι γυναίκες εμφανίζουν υπνική άπνοια με ρυθμό παρόμοιο με τους άνδρες.
  6. Καταστάσεις που προκαλούν ανωμαλίες στο κεφάλι και το πρόσωπο: Καταστάσεις όπως το σύνδρομο Marfan και το σύνδρομο Down μπορεί να οδηγήσουν σε ανωμαλίες που αυξάνουν τον κίνδυνο για την υπνική άπνοια.
  7. Εθνότητα: Οι Μαύροι, Ισπανοί και οι κάτοικοι των Νησιών του Ειρηνικού έχουν μεγαλύτερο κίνδυνο από τους λευκούς. Οι Μαύροι εμφανίζουν τη νόσο σε νεαρότερη ηλικία από τους λευκούς.

Τύποι υπνικής άπνοιας

Υπάρχουν δύο τύποι υπνικής άπνοιας:

– Η αποφρακτική άπνοια κατά τον ύπνο (Obstructive sleep apnea – OSA): Η πιο κοινή από τις δύο μορφές της άπνοιας προκαλείται από απόφραξη των αεραγωγών, συνήθως όταν οι μαλακοί  ιστοί στο πίσω μέρος του λαιμού συμπιέζονται  κατά τη διάρκεια του ύπνου.

– Κεντρική άπνοια κατά τον ύπνο (Central sleep apnea-CSA): Σε αντίθεση με την OSA, ο αεραγωγοί δεν είναι αποκλεισμένοι, αλλά ο εγκέφαλος αποτυγχάνει να ενεργοποιήσει τους μυς να αναπνεύσουν λόγω της αστάθειας στο αναπνευστικό κέντρο ελέγχου.

Παράγοντες που μπορούν να ελεγχθούν

  1. Παχυσαρκία: Περίπου 7 στους 10 ανθρώπους που έχουν υπνική άπνοια είναι παχύσαρκοι. Η παχυσαρκία είναι ο πιο πιθανός παράγοντας που οδηγεί σε αυτήν.
  2. Περίμετρος λαιμού (17 ίντσες ή περισσότερο σε άνδρες και 16 ίντσες ή μεγαλύτερο στις γυναίκες)
  3. Το κάπνισμα: Το κάπνισμα μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο για την υπνική άπνοια, επειδή η νικοτίνη του καπνού χαλαρώνει τους μυς που κρατούν τους αεραγωγούς ανοικτούς.
  4. Κατανάλωση αλκοόλ ή φαρμάκων: Η κατανάλωση αλκοόλ ή η λήψη ορισμένων φαρμάκων πριν τον ύπνο μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο για την υπνική άπνοια. Στα φάρμακα αυτά περιλαμβάνονται τα υπνωτικά χάπια και τα ηρεμιστικά.
  5. Διόγκωση των ιστών της μύτης, του στόματος ή του λαιμού.
  6. Ύπνος πάνω στην πλάτη και η χρησιμοποίηση μαξιλαριών.
  7. Παραμορφώσεις των οστών: Παραμορφώσεις των οστών της μύτης, του στόματος ή του λαιμού μπορεί να παρεμβαίνουν με την αναπνοή, προκαλώντας άπνοια κατά τον ύπνο.
  8. Ορμονικές διαταραχές της ορμόνης: Διαταραχές που μπορεί να αυξήσουν τον κίνδυνο περιλαμβάνουν τον υποθυρεοειδισμό και μεγαλακρία.
  9. Κακές συνήθειες ύπνου: Για παράδειγμα ο ύπνος σε διαφορετικές θέσεις και σημεία μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο για την υπνική άπνοια.

Επιπτώσεις

  1. Εάν αφεθεί χωρίς θεραπεία η άπνοια κατά τον ύπνο μπορεί να οδηγήσει σε έναν αυξανόμενο αριθμό προβλημάτων υγείας:
  2. Υψηλή αρτηριακή πίεση
  3. Αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο
  4. Καρδιακή ανεπάρκεια, καρδιακή αρρυθμία
  5. Διαβήτης
  6. Κατάθλιψη
  7. Επιδείνωση της διαταραχής ελλειμματικής προσοχής / υπερκινητικότητας – ΔΕΠΥ
  8. Επιπλέον, η χωρίς θεραπεία άπνοια κατά τον ύπνο μπορεί να είναι υπεύθυνη για την κακή απόδοση στις καθημερινές δραστηριότητες, όπως στην εργασία και το σχολείο, τροχαία ατυχήματα και σχολικές επιδόσεις σε παιδιά και εφήβους.

Συμπτώματα

Τα συμπτώματα που μπορεί το άτομο να αντιληφθεί:

  1. Αφύπνιση με ένα συναίσθημα μη ξεκούρασης και ανανέωσης μετά τον ύπνο, προβλήματα με τη μνήμη και τη συγκέντρωση, αίσθημα κόπωσης, και αλλαγές στην προσωπικότητα.
  2. Υπερβολική υπνηλία κατά την ημέρα.
  3. Καούρα ή μια πικρή γεύση στο στόμα το βράδυ.
  4. Πρωινούς ή νυκτερινούς πονοκεφάλους. Περίπου τα μισά από τα άτομα με υπνική άπνοια αναφέρουν πονοκεφάλους.
  5. Εφίδρωση και πόνο στο στήθος κατά τον ύπνο.
  6. Πρήξιμο των ποδιών
  7. Αφύπνιση κατά τη διάρκεια της νύχτας για την αποβολή ούρων.

Συμπτώματα που άλλοι μπορούν να παρατηρήσουν στον ασθενή:

  1. Επεισόδια διακοπής της αναπνοής (άπνοια) το οποίο μπορεί να συμβεί από μόνο 5 φορές την ώρα (ήπια άπνοια) ως περισσότερο από 50 φορές την ώρα (σοβαρή άπνοια). Ο αριθμός τους καθορίζει και τη βαρύτητα της υπνικής άπνοιας.
  2. Δυνατό ροχαλητό. Σχεδόν όλοι οι άνθρωποι που έχουν υπνική άπνοια ροχαλίζουν. Αλλά όλοι οι άνθρωποι που ροχαλίζουν δεν έχουν απαραίτητα υπνική άπνοια.
  3. Ανήσυχα τινάγματα και στροφή του σώματος κατά τη διάρκεια του ύπνου.
  4. Νυκτερινές περίοδοι δύσπνοιας.

Συμπτώματα στα παιδιά

Τα παιδιά που έχουν υπνική άπνοια εμφανίζουν σχεδόν πάντα ροχαλητό. Αλλά πάντως μπορεί να μην εμφανίζουν υπερβολική υπνηλία κατά τη διάρκεια της ημέρας (βασικό σύμπτωμα σε ενήλικες).

Σε παιδιά μικρότερα των 5 ετών, άλλα συμπτώματα περιλαμβάνουν:

  1. Αναπνοή από το στόμα
  2. Εφίδρωση
  3. Ανησυχία
  4. Συχνές αφυπνίσεις

Στα παιδιά 5 ετών και άνω, άλλα συμπτώματα περιλαμβάνουν:

  1. Νυχτερινή ενούρηση.
  2. Κακή απόδοση στο σχολείο.
  3. Δεν αναπτύσσονται τόσο γρήγορα όσο θα έπρεπε για την ηλικία τους. Αυτό μπορεί να είναι το μόνο σύμπτωμα σε ορισμένα παιδιά. Αυτά τα παιδιά μπορεί να έχουν επίσης προβλήματα συμπεριφοράς και μια σύντομη διάρκεια προσοχής.
  4. Σε σπάνιες περιπτώσεις, η άπνοια ύπνου στα παιδιά μπορεί να προκαλέσει καθυστέρηση στην ανάπτυξη και μπορεί να προκαλέσει βλάβη στη δεξιά πλευρά της καρδιάς (πνευμονική καρδία).

Θεραπεία 

Οι θεραπευτικές προσεγγίσεις της άπνοιας κατά τον ύπνο κυμαίνονται από πράγματα που μπορούν να γίνουν στο σπίτι, όπως απώλεια βάρους ή αλλαγή της θέσης στον ύπνο, ενώ άλλη λύση μπορεί να αποτελεί και η χειρουργική επέμβαση.

Σε ήπιες περιπτώσεις υπνικής άπνοιας του ύπνου μπορεί αντιμετωπιστεί με την αλλαγή συμπεριφοράς:

  1. Η απώλεια βάρους.
  2. Αποφυγή αλκοόλ και υπνωτικών χαπιών.
  3. Αλλαγή των θέσεων ύπνου για τη βελτίωση της αναπνοής.
  4. Η διακοπή του καπνίσματος. Το κάπνισμα μπορεί να επιδεινώσει τόσο το ροχαλητό και την άπνοια.
  5. Αποφυγή ύπνου στην πλάτη.

Άλλη μορφή θεραπείας αποτελεί η συνεχής θετική πίεση αεραγωγών -που ονομάζεται επίσης CPAP- και είναι μια επεξεργασία κατά την οποία μια μάσκα φοριέται πάνω από τη μύτη ή / και το στόμα κατά τον ύπνο. Η μάσκα είναι συνδεδεμένη με ένα μηχάνημα που παρέχει μια συνεχή υπό πίεση ροή του αέρα μέσα στη μύτη. Αυτή η ροή του αέρα βοηθά στη διατήρηση της διάνοιξης των αεραγωγών έτσι ώστε η αναπνοή να είναι κανονική. Η CPAP θεωρείται από πολλούς εμπειρογνώμονες ότι  είναι η πιο αποτελεσματική θεραπεία για την υπνική άπνοια.

Χειρουργική επέμβαση

Εάν ο ασθενής έχει σκολίωση ρινικού διαφράγματος, διογκωμένες αμυγδαλές ή μια μικρή κάτω γνάθο με μια κατακόρυφη επικάλυψη που έχει σαν αποτέλεσμα ο λαιμός να είναι πολύ στενός, ίσως χρειαστεί χειρουργική επέμβαση για τη διόρθωση της άπνοιας κατά τον ύπνο.

Οι πιο συχνές χειρουργικές επεμβάσεις που εκτελούνται για την άπνοια ύπνου περιλαμβάνουν:

  1. Ρινική χειρουργική επέμβαση: Διόρθωση ρινικών προβλήματα, όπως σκολίωση ρινικού διαφράγματος.
  2. Uvulopalatopharyngoplasty (UPPP): Μια διαδικασία που αφαιρεί μαλακούς ιστούς στο πίσω μέρος του λαιμού και του ουρανίσκου, αυξάνοντας το πλάτος του αεραγωγού  στο άνοιγμα του λαιμού.
  3. Χειρουργική επέμβαση διαμόρφωσης άνω και κάτω γνάθου: Χειρουργική επέμβαση για να διορθώσει ορισμένα προβλήματα του προσώπου ή του λαιμού που συμβάλλουν στην άπνοια κατά τον ύπνο.

Uric-Acid-Treatment1.jpg

Η υπερουριχαιμία είναι μια κατάσταση αυξημένων επιπέδων ουρικού οξέος στο αίμα (>7mg/dl). Για την αύξηση του ουρικού οξέος ευθύνονται συστατικά των τροφίμων που ονομάζονται πουρίνες, οι οποίες βρίσκονται στα τρόφιμα και μετατρέπονται σε ουρικό οξύ μέσα στον οργανισμό.

Η μειωμένη αποβολή τους μπορεί να συμβάλλει στην κατάσταση αυτή. Αιτία της μείωσης μπορεί να είναι ενδεχομένως μια νεφρική βλάβη, μεταβολικά, ενδοκρινολογικά ή και σπάνια γενετικά νοσήματα, καθώς και η λήψη φαρμάκων. Αίτιο επίσης είναι και η υπερπαραγωγή ουρικού οξέως η οποία οφείλεται σε γενετικούς παράγοντες, στην αυξημένη πρόληψη από τη διατροφή, καθώς και σε νοσήματα με ιστική καταστροφή (αιματολογικά, κακοήθειες).

Ως νόσημα η υπερουριχαιμία είναι ασυμπτωματικό, ωστόσο συμπτώματα εμφανίζονται στην ουρική αρθρίτιδα (τυπική μονοαρθρίτιδα) με την τυπική εικόνας πόνου, ερυθρότητας και φλεγμονής και στη νεφρολιθίαση (λίθοι ουρικού οξέως) με τυπική ή όχι εικόνα κωλικού, ή αιματουρίας.

Θεραπεία

Είναι χαρακτηριστικό ότι δεν παρουσιάζουν όλοι οι άνθρωποι την ίδια ευαισθησία στις βλαπτικές επιδράσεις της υπερουριχαιμίας. Οπότε η απόφαση για θεραπεία με ειδικά φάρμακα αλλά και με αυστηρή διαιτητική αγωγή, εξαρτάται από το αίτιο και τις πιθανές επιπτώσεις της σε κάθε άτομο χωριστά, όπως διαφαίνεται μετά από λεπτομερή ιατρική αξιολόγηση.

Συνήθως στην ασυμπτωματική υπερουριχαιμία δεν απαιτείται αγωγή αλλά συχνή παρακολούθηση της νεφρικής λειτουργίας.

Η υπερουριχαιμία και η ουρική αρθρίτις συνοδεύονται με υπέρταση, παχυσαρκία, υπερλιπιδαιμία, αθηροσκλήρωση, κατάχρηση οινοπνεύματος. Η πρόληψη και θεραπεία αυτών των διαταραχών είναι απολύτως απαραίτητη στους ασθενείς με ουρική νόσο.

Όσον αφορά τη διαιτητική αντιμετώπισή της, βασικές αρχές αποτελούν τα εξής:

  1. Κατανάλωση μεγάλων ποσοτήτων νερού (>2 lt ημερησίως)
  2. Τήρηση υποθερμιδικού διαιτολογίου σε περιπτώσεις παχυσαρκίας
  3. Αποφυγή κατανάλωσης αλκοόλ
  4. Αποφυγή κατανάλωσης τροφών που εμπεριέχουν 150 – 825 mg πουρινών /100 gr. Τέτοιες τροφές είναι: οι αντσούγιες, τα εντόσθια, οι ρέγκες, το σκουμπρί, τα αλλαντικά, οι σαρδέλες, τα θαλασσινά (γαρίδες, οστρακοειδή, αστακός, κ.λ.π.), οι σούπες και οι ζωμοί κρεάτων και όσπρια πλούσια σε αδενίνη, όπως οι φακές και τα φασόλια
  5. Αραιή συχνότητα κατανάλωσης τροφών που εμπεριέχουν 50-150 mg πουρινών / 100 gr. Τέτοιες τροφές είναι: τα σπαράγγια, το σπανάκι, το κουνουπίδι, τα μανιτάρια, το κυνήγι, τα ψάρια, το κρέας, το κοτόπουλο και τα δημητριακά ολικής αλέσεως.

Τέλος, σημαντικό είναι να αποφεύγεται η έντονη άσκηση καθώς και τα μεγάλα και βαριά γεύματα αργά τη νύχτα.




ΕΝΗΜΕΡΩΜΕΝΟΣ ΑΣΘΕΝΗΣ ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΥΓΕΙΑ





ΕΝΗΜΕΡΩΜΕΝΟΣ ΑΣΘΕΝΗΣ, ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΥΓΕΙΑ






Copyright by Yourdoc.gr 2025. All rights reserved.





Copyright by Yourdoc.gr 2025. All rights reserved.